Ένας Αδάμ, σιδεράς, από το χωριό "Ισχανάντων", άφησε την γυναίκα του και ζούσε με μιαν άλλη, χωρίς να την έχει στεφανωθεί.
Ισχανάντων Σαντάς |
Αμαρτία μεγάλη και ντροπή μαζί, αλλά και μεγάλη πρόκληση για την εποχή εκείνη, γύρω στο 1910.
Αδάμ'ς εκρέμ'σεν τη Ζωήν κ' επέρεν ταβγαλήσσαν
σόουντα ας έτον έμορφος μ' έτον κι αλατσαλήσσα".
(Ο Αδάμ άφησε τη Ζωή και πήρε μια παράνομη,
νάταν τουλάχιστο όμορφη και να μην ήταν δίχρωμη).
Δίχρωμη γιατί είχε ένα μάτι γαλανό και ένα καστανό.
“Aδάμ'ς ευτάει ταμιρτσηλούχ' και Ισχανάντ' μανούνταν,
κλώσκουν τη μάισσας το λιθάρ και για να στεφανούνταν".
(Ο Αδάμ είναι σιδεράς και οι Ισχανάντ' μουντζουρώνονται
γυρίζουν γύρω από τον βράχο της μάγισσας για να στεφανωθούν).
Η ντροπή του Αδάμ ήταν ντροπή για όλο το χωριό. Όμως πώς να στεφανωθεί; Δεν δικαιούται. Μόνο με σατανικό τρόπο θα μπορούσε. Να γυρίζει δηλ. γύρω από τον βράχο της μάγισσας. Έτσι του έπρεπε κατά την γνώμη των γυναικών.
Μαρία Φωτιάδου
Γιαννιτσά
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου