Πολυχρόνης Ενεπεκίδης |
Ασχολήθηκε ιδιαίτερα με την ιστορική έρευνα σε αρχεία και βιβλιοθήκες της Αυστρίας, της Γαλλίας, της Γερμανίας, της Ελλάδας, της Ελβετίας, της Ιταλίας, της Βρετανίας και της Ουγγαρίας, ενώ υπήρξε δημοφιλής ομιλητής με τις δεκάδες των διαλέξεών του στην Ελλάδα και σε πόλεις της Ευρώπης, των ΗΠΑ και της Αυστραλίας. Με τις επιστημονικές του έρευνες ευρωπαϊκών αρχείων και συλλογών χειρόγραφων, θεωρείται, ότι προσπάθησε να απομυθοποιήσει τη νεότερη ελληνική ιστορία και να την απαλλάξει από διαστρεβλώσεις.
Συνεργάστηκε με γνωστά έντυπα στην Ελλάδα, κυρίως με τις εφημερίδες «Το Βήμα», «Καθημερινή», «Μακεδονία». Από το 1955 ήταν μέλος της Ένωσης Ανταποκριτών Ξένου Τύπου στη Βιέννη και έτυχε πολλών τιμητικών διακρίσεων.
Στα κυριότερα έργα του περιλαμβάνονται: «Η δόξα και ο Διχασμός. Από τα μυστικά αρχεία Βιέννης, Βερολίνου και Βέρνης, 1908-1918», «Η Βασιλική ανταρσία 1916-1918», «Οι διωγμοί των Ελλήνων του Πόντου (1908-1918), «Η Ελληνική Αντίστασις 1941-1944», «Οι διωγμοί των Εβραίων εν Ελλάδι 1941-1944», (Αθηναϊκά, αττικοβοιωτικά, δωδεκανησιακά 1815-1980», «Εθνική συνείδηση των Μακεδόνων και των Βορειοηπειρωτών της Αυστροουγγαρίας».
Επίσης, μεταξύ των πιο πρόσφατων έργων του συγκαταλέγονται: «Η Ελλάδα, τα νησιά και η Μικρά Ασία του Καρόλου Κρουμπάχερ», «Γενοκτονία στον Εύξεινο Πόντο. Διπλωματικά Έγγραφα από τη Βιέννη (1909-1918)», «Κύπρος 1800-1878», «Μικρασιατικά, κρητικά, ηπειρωτικά 1816-1931», «Γράμματα προς τη Βιέννη 1824-1843», «Εξέγερση στην Κύπρο το 1931».
Σύμφωνα με τον συγγραφέα Ιάκωβο Χονδροματίδη, κατά την αποχώρηση των γερμανικών δυνάμεων κατοχής από την Ελλάδα το 1944, ο Πολύχρονης Ενεπεκίδης ήταν μεταξύ των Ελλήνων φυγάδων που εγκατέλειψαν την Αθήνα και συμμετείχε ως εκπρόσωπος του τμήματος νεολαίας της εθνικής επιτροπής στην κατάθεση στεφάνου στο μνημείο του Άγνωστου Στρατιώτη της αυστριακής πρωτεύουσας κατά την επέτειο της Ελληνικής Επανάστασης του 1821.
Ο Πολύχρονης Ενεπεκίδης συγκέντρωσε και σχολίασε όλους τους νόμους του αυστριακού κράτους που αφορούσαν τους Έλληνες εμπόρους, με τουρκική και στη συνέχεια με αυστριακή υπηκοότητα, στη διάρκεια του 18ου και του 19ου αιώνα. Ο αρχικός νόμος που εκδόθηκε το 1725 τροποποιήθηκε δέκα φορές, συμπληρώθηκε και σταδιακά, έγινε πιο φιλελεύθερος και ευνοϊκός για τους Έλληνες, ενώ ο νόμος της 15ης Νοεμβρίου 1794 που ήταν ο τελευταίος, αναφέρεται στην ελληνική παροικία της Τεργέστης. Ο νόμος αφορά όσους Έλληνες γεννήθηκαν στην Τουρκία και απέκτησαν αυστριακή υπηκοότητα, επειδή οι Τούρκοι τους δημιουργούσαν εμπόδια στην ανάπτυξη και τη διεκπεραίωση των εμπορικών τους δραστηριοτήτων. Για τον λόγο αυτό, με διάταγμά του, ο νομάρχης της Τεργέστης προέτρεπε τους προέδρους της εκεί ελληνικής κοινότητας να ζητούν δια του αυστριακού πρέσβη στην Κωνσταντινούπολη την έκδοση ενός συνοδευτήριου εγγράφου.
Μετά από πολύχρονους αγώνες του Π. Ενεπεκίδη, επέστρεψαν στην Ελλάδα για ενταφιασμό το 1964, τα οστά του Αλέξανδρου Υψηλάντη, τα οποία από αμέλεια του ελληνικού κράτους, παρέμειναν για χρονικό διάστημα τριών μηνών στα αζήτητα του αεροδρόμιου του Ελληνικού. Το 1996, ταξίδεψε στις ελληνικές κοινότητες της πρώην Σοβιετικής Ένωσης, όπου έκανε διαλέξεις σε πανεπιστήμια, ενώ πήρε ενεργό μέρος στις προσπάθειες για την διεθνή αναγνώριση της Γενοκτονίας σε βάρος των Ποντίων και συμμετείχε στο συνέδριο που διοργανώθηκε τον Ιούνιο του 1998 στη Νέα Υόρκη καθώς και στην επιτροπή ιστορικών που συνέταξε Υπόμνημα που κατατέθηκε στον Οργανισμό Ηνωμένων Εθνών.
Σε άρθρο του με τίτλο, «Γράμματα από το Ναυαρίνο» του απεσταλμένου του Μέτερνιχ (Metternich) στην Ελλάδα Πρόκες φον Οστεν (Prokesch von Osten) στα χρόνια 1824-1828», που περιλαμβάνεται στο βιβλίο «Πύλος: Διαχρονική—Διεπιστημονική Εξέταση», που περιέχει τα «Πρακτικά του Α' τοπικού συνεδρίου 1-3 Μαΐου 1998», υπάρχει η παρουσίαση της παρτιτούρας του μουσικού έργου για τη Ναυμαχία του Ναυαρίνου, η οποία έγινε στις 20 Οκτωβρίου 1827, που είχε συνθέσει ο Γιόχαν Στράους (πατέρας). Υπήρξε ομιλητής με δεκάδες διαλέξεις σε Ελλάδα και σε πόλεις της Ευρώπης, των Ηνωμένων Πολιτειών Αμερικής και της Αυστραλίας, ενώ από το 1955 ήταν μέλος της Ένωσης Ανταποκριτών
Ξένου Τύπου στη Βιέννη. Ήταν εισηγητής στο Β' παγκόσμιο συνέδριο του ποντιακού ελληνισμού τον Ιούλιο — Αύγουστο 1988.
Στην παρουσίαση του ένθετου περιοδικού «Ε-Ιστορικά» της εφημερίδας «Ελευθεροτυπία», η οποία διοργανώθηκε από την Ομοσπονδία Ποντιακών Σωματείων Νότιας Ελλάδας και έγινε στην αίθουσα του Συλλόγου Ποντίων «Αργοναύται-Κομνηνοί», στην Καλλιθέα, αποκάλυψε πως: «...Όταν το 1958-59 πραγματοποιούσα την έρευνα στα επίσημα
αυστριακά αρχεία, είχα συναντήσει πλήθος εγγράφων που αφορούσαν τις βιαιοπραγίες κατά του ελληνικού πληθυσμού, ο τότε υπουργός Εξωτερικών της Αυστρίας Κουρτ Βαλντχάιμ με ενημέρωσε ότι δύο επιφανείς Έλληνες πολιτικοί,ζητούσαν την απαγόρευση της έρευνας. Αυτοί ήταν ο τότε υπουργός Εξωτερικών Ευάγγελος Αβέρωφ και ο Παναγιώτης Πιπινέλης. Το σκεπτικό ήταν ότι η δημοσίευση αυτών των στοιχείων στην Ελλάδα θα μπορούσε να προκαλέσει εμπλοκή στις ελληνοτουρκικές σχέσεις...». Τιμήθηκε με τα παράσημα και μετάλλια,
Του Οικουμενικού Πατριάρχη Κωνσταντινούπολης,
Της προεδρίας της Αυστριακής Δημοκρατίας,
Του πρωθυπουργού της Αυστρίας
Της πόλης της Θεσσαλονίκης.
Πέθανε στις 12 Οκτώβρη 2014, στη Βιέννη της Αυστρίας, σε ηλικία 97 ετών.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου