Η ζωή της Ειρήνης Ευθυβούλη στην Ελλάδα
Δεν είναι του παρόντος η συνέχιση σε αυτήν την παράγραφο, γιαυτό συνοψίζουμε την εξέλιξη των γεγονότων: Η Ειρήνη αρρώστησε στο Σάλτικλι και κατέφυγε στη Νέα Κρώμνη Δράμας, κοντά στον κουνιάδο της, τον Πανίκα. Ο γιος της Γιώργος διορίστηκε δάσκαλος -ήταν απόφοιτος του Φροντιστηρίου Τραπεζούντας , υπηρέτησε και στον στρατό ως έφεδρος υπαξιωματικός, έκανε και οικοδόμος. Τελικά, με εξετάσεις, κατέλαβε θέση στα γραφεία ΤΤΤ (Ταχυδρομείο - Τηλεγραφείο - Τηλεφωνείο) της Δράμας και έφτασε στον βαθμό του διευθυντή. Ήμασταν γείτονες, γίναμε και τρεις φορές κουμπάροι. Ο Γιώργος
παντρεύτηκε τη Φούλα (Κυριακή) Κωφίδου του Κοσμά του φουρουντσή (φουρνάρη).
Στο σπίτι του, όσο ζούσαν, είχε τη μητέρα του Ειρήνη και την πεθερά του Αναστασία Κωφίδου. Απέκτησε δύο αγόρια, από τα οποία, το μικρό, ο Νεοκλής (Κλήμης) πέθανε από πολιομυελίτιδα όταν πήγαινε στο γυμνάσιο. Ο μεγαλύτερος γιος του, ο Κοσμάς, είναι σήμερα 81 χρόνων(σ.σ. 2010).
Οι περιπέτειες του Πανίκα Ευθυβούλη
Ο Πανίκας, μετά τη δραματική κατάσταση και ανατροπή που προξένησε η δολοφονία του Νεοκλή και λόγω της ζοφερής πολιτικής εικόνας που δημιουργήθηκε στη Ρωσία, ξενοίκιασε τον φούρνο και έφυγε για τη Γεωργία. Δεν υπάρχουν εξακριβωμένα στοιχεία για τους δύο γάμους που έκανε μέχρι τότε. Του πέθαναν οι δύο γυναίκες από κακό τοκετό. Αυτό μόνον είναι γνωστό, τόσο από τη μητέρα μου Σοφία όσο και από άλλους.
Φτάνοντας στο Βατούμ, του έγινε προξενιό για την κατά 14 χρόνια νεότερη του Θεοπίστη. Από τον γάμο τους απέκτησαν τον πρωτότοκο Χαρίλαο το 1920. Αυτό τεκμηριώνεται στην Ελλάδα από το ότι ο Χαρίλαος υπήρξε νεοσύλλεκτος το 1940. Δεν είναι εξακριβωμένο αν ο Πανίκας εργάστηκε στη Ρωσία από το 1914 και μετά. Το βέβαιο είναι ότι ναύλωσε πλοίο για να φύγει από το λιμάνι του Τουαψέ, αλλά εγκλωβίστηκε, λόγω των συρράξεων μεταξύ μπολσεβίκων επαναστατών και αντεπαναστατών.
Ο Πανίκας, παρ' όλη την πείρα του ως εμπόρου, δεν άκουσε τις συμβουλές των φίλων του να μην καταθέτει τα χρήματά του σε ρωσική τράπεζα. Έτσι, τα έχασε όλα με την τελική επικράτηση των μπολσεβίκων.
Τελικά, το ελληνικό διπλωματικό κλιμάκιο (Νίκος Καζαντζάκης, Ηρακλής Πολεμαρχάκης κ. ά.) τους διευκόλυνε να ξεκολλήσουν, επιτέλους, από το Τουαψέ και να έλθουν στην Ελλάδα. Εγκαταστάθηκαν, αρχικά, με άλλους συμπατριώτες και συγγενείς στους Γεωργιανούς Ημαθίας και ξανάρχισαν τη ζωή τους από το μηδέν στην ταραχώδη για την Ελλάδα, μετά το 1922, περίοδο.
Τα νεότερα χρόνια
Η ζωή στην Ελλάδα του 1922 τους επιφύλαξε πολλά. Δεύτερος τόπος προσωρινής εγκατάστασής τους ήταν η Αγγίστα Σερρών, όπου το εμπόριο πήγε καλά και το 1924 γεννήθηκε ο δευτερότοκος Μίμης (Δημήτριος). Όμως, ο Πανίκας έβαλε τον πήχη ψηλότερα και αποφάσισε να εγκατασταθεί οριστικά στη φτωχομάνα, την προσφυγούπολη Δράμα. Δημιούργησε στην αγορά, στην οδό Φιλίππου, ένα από τα καλύτερα μαγαζιά της τότε εποχής και δούλεψε καλά. Το εμπόρευμά του ήταν είδη σιδηρικών, εργαλεία, υαλοπίνακες (τζάμια), χρώματα, είδη για βαφείς κ.τ.λ. Το μαγαζί γρήγορα θεμελίωσε πολύ καλή πελατεία λόγω της τιμιότητας και φερεγγυότητας του μαγαζάτορα, που έγινε κιόλας φίρμα.
Η εμπορική κίνηση Δράμας ήταν καλή λόγω του οργασμού ανάπτυξης, του εμπορίου καπνού, της πλούσιας γεωργικής παραγωγής, της πολυκοσμίας, του εξελιγμένου επιπέδου των κατοίκων της και της ανάλογης προσφοράς εργασίας.
Ο πρώτος υπάλληλος του Πανίκα ήταν ο Γιάννης Γιαχουστίδης του Σαββέλη. Αυτός τραγουδούσε παλιούς ποντιακούς σκοπούς με ιδιάζοντα τρεμουλιαστό παλμό, για τα οποία πήρε βραβείο σε φεστιβάλ της Θέρμης Θεσσαλονίκης. Θυμήθηκα και διήγηση του (μακαρίτης πια), σύμφωνα με την οποία ομάδα Γιαχουστάντων ξεκίνησε από την Ίμερα για τους Αγίους Τόπους και αντιμετώπισε μεγάλες περιπέτειες. Στην επιστροφή πέθαναν δύο. Οι υπόλοιποι, πλην του Σαββέλη, μετονομάστηκαν Χατζηπαναγιωτίδης, Χατζηγιάννης κλπ. Αυτός μου είπε ακόμα, ότι ένας πρώτος ξάδελφος του Πανίκα (Κελετσέκης) ήταν ζάμπλουτος στην Περσία.
Από άποψη κατοικίας η οικογένεια του Πανίκα πήρε σπίτι στην περιοχή ‘Τσοπάγκα’ της Νέας Κρώμνης. Το όνομα είναι της ωραίας Κρήνης (διατηρητέο μνημείο), που παρέχει καθαρό, δροσερό νερό και βρίσκεται στο ακροδυτικό πέρας του συνοικισμού δίπλα στη μεγάλη ταφρορεματιά (ξηροχείμαρρο). Η περιοχή είναι σήμα κατατεθέν για τον τόπο. Πριν λίγα χρόνια κοντά ήταν και το μοναστηράκι - εκκλησία μας - της Μεταμορφώσεως, που κατεδαφίστηκε πρόσφατα. Στην περιοχή αυτή συγκεντρώθηκαν ο Λαυρέντιος με τους συγγενείς του (όλοι Βαρενέτ), αρκετοί Ματσουκάτηδες, μερικοί Ιμεραίοι, Πόντιοι από τη Ρωσία κ.α.
Η παραδοσιακή βρύση της Τσοπάγκας στη Νέα Κρώμνη Δράμας |
Τους προσέλκυσε το νερό γιατί η Νέα Κρώμνη ήταν αρχικά ένας ξηροχωραφότοπος με βατσινιές, αγρίμια, γεράκια και κανένα νυχτερινό επισκέπτη λύκο. Ο αρχικός συνοικισμός περιλάμβανε εκατό οικογένειες Ποντίων εκτός από δύο Θρακιώτικες των αδερφών Ογρεζή. Ανάμεσά τους υπήρχαν πολλοί εγγράμματοι, αρκετοί ιερωμένοι και πολλοί επιτηδευματίες και επαγγελματίες. Ο κόσμος ήταν νεαρής ηλικίας, φίλεργοι και κανένας τους δεν έμεινε στο περιθώριο, ούτε ζητιάνεψε.
Πρέπει να τονισθεί ότι το όνομα και την υπόστασή της η Νέα Κρώμνη τα χρωστά στον μητροπολίτη Λαυρέντιο Βασ. Παπαδόπουλο (Βαρενέτεν). Αυτός ήταν υπότροφος του Γερβάσιου Αθ. Σουμελίδη και τον διαδέχθηκε στον θρόνο της Χαλδίας το 1906. Έπεσε στην πιο δύσκολη περίοδο, τότε που οι Νεότουρκοι και αργότερα ο Μουσταφά Κεμάλ πασάς με τον Τοπάλ Οσμάν, βάλθηκαν να ξεκληρίσουν τελειωτικά τους Πόντιους.
Ο Λαυρέντιος ήρθε φυγάς στη Δράμα το 1921. Ήταν προσωπικά γνωστός με τον Ελ. Βενιζέλο, εντεταλμένος για την προώθηση των μετοικούντων προσφύγων στο νομό Δράμας, την αποκατάστασή τους κλπ. Έκανε αρκετά έργα, αλλά πέθανε ξαφνικά (υπέρταση και έμφραγμα) τον Ιούνιο του 1928 όντας μόλις 60 χρονών.
Όνειρό του ήταν να αναδείξει τη Νέα Κρώμνη πρότυπο συνοικισμό και ευτυχώς πρόλαβε να κάνει το πρώτο δημοτικό σχολείο με τεράστιο οικόπεδο, έργα οδοποιίας και φωτισμού, το Μοναστηράκι, την ρυμοτόμηση, την οριοθέτηση του μεγάλου πάρκου, τον σχεδίασμά για το δίκτυο υδροδότησης, αλλά, προπάντων να συγκεντρώσει εκλεκτό κόσμο, που τους αφιέρωσε αγάπη. Δεν αναφέρω τα έργα που έκανε στο νομό Δράμας. Στην αποστολή που του ανατέθηκε τον βοήθησαν και ανιψιοί του από τους Χαριτάντηδες. Στο έργο κατάθεση ψυχής, το Μοναστηράκι, ο Λαυρέντιος τοποθέτησε μόνιμο λειτουργό τον ιερομόναχο Πολύκαρπο, προερχόμενο από την τραπεζουντιακή Παναγία Σουμελά.
Πρέπει να τονισθεί ότι το όνομα και την υπόστασή της η Νέα Κρώμνη τα χρωστά στον μητροπολίτη Λαυρέντιο Βασ. Παπαδόπουλο (Βαρενέτεν). Αυτός ήταν υπότροφος του Γερβάσιου Αθ. Σουμελίδη και τον διαδέχθηκε στον θρόνο της Χαλδίας το 1906. Έπεσε στην πιο δύσκολη περίοδο, τότε που οι Νεότουρκοι και αργότερα ο Μουσταφά Κεμάλ πασάς με τον Τοπάλ Οσμάν, βάλθηκαν να ξεκληρίσουν τελειωτικά τους Πόντιους.
Ο Λαυρέντιος ήρθε φυγάς στη Δράμα το 1921. Ήταν προσωπικά γνωστός με τον Ελ. Βενιζέλο, εντεταλμένος για την προώθηση των μετοικούντων προσφύγων στο νομό Δράμας, την αποκατάστασή τους κλπ. Έκανε αρκετά έργα, αλλά πέθανε ξαφνικά (υπέρταση και έμφραγμα) τον Ιούνιο του 1928 όντας μόλις 60 χρονών.
Όνειρό του ήταν να αναδείξει τη Νέα Κρώμνη πρότυπο συνοικισμό και ευτυχώς πρόλαβε να κάνει το πρώτο δημοτικό σχολείο με τεράστιο οικόπεδο, έργα οδοποιίας και φωτισμού, το Μοναστηράκι, την ρυμοτόμηση, την οριοθέτηση του μεγάλου πάρκου, τον σχεδίασμά για το δίκτυο υδροδότησης, αλλά, προπάντων να συγκεντρώσει εκλεκτό κόσμο, που τους αφιέρωσε αγάπη. Δεν αναφέρω τα έργα που έκανε στο νομό Δράμας. Στην αποστολή που του ανατέθηκε τον βοήθησαν και ανιψιοί του από τους Χαριτάντηδες. Στο έργο κατάθεση ψυχής, το Μοναστηράκι, ο Λαυρέντιος τοποθέτησε μόνιμο λειτουργό τον ιερομόναχο Πολύκαρπο, προερχόμενο από την τραπεζουντιακή Παναγία Σουμελά.
Αυτός είχε καλή μόρφωση και ήταν νοικοκύρης, αλλά σκωπτικός. Δείγμα αυτού του ιδιώματος του είναι το ακόλουθο ψαλμοτράγουδό του, που το διέσωσε ο οδοντίατρος Γιώργος Λυπηρίδης. Σύντομο μέλος, ήχος πρώτος. ‘Της Συνόδου της Κρώμνης ανεδείχθης Ουστάπασης και θαυματουργός Εωσφόρος, Γοργορίνας Σπυρίδων. Και γαρ τσιαμούρ εις χύμαν μετέβαλες· δεκαοχτώ δε παρμάχα εις εννέα μετρησάμενος έρθες και εφάνθες Ουστάπασης τσεπλέας. Κατά πάσα πιθανότητα αναφέρεται σε άτομο παλιότερης γενιάς
Θεός σχωρέσ’τον. Μου δίδαξε Τυπικό και τα βασικά της Οκταήχου. Ο κεντρικός οδικός άξονας, οδός Ευξείνου Πόντου, της Νέας Κρώμνης διασχίζει κατά μήκος τον συνοικισμό και οδηγεί προς δυσμάς. Δρόμος πολυθόρυβος.
Τα φυσικά προσόντα της Νέας Κρώμνης ήσαν η ανοιχτωσιά, η έλλειψη τριβών με ντόπιους και ο αμιγής ποντιακός πληθυσμός, που γρήγορα δημιούργησε ισχυρό κοινωνικό ιστό. Εκτός απ’ αυτά οι δουλειές στην Δράμα εξασφάλιζαν καλό βιοτικό επίπεδο. Ήταν μεγάλο προσόν το ότι ο συνοικισμός ανήκε στον Δήμο Δράμας.
Ο Πανίκας πήρε σπίτι με οικόπεδο ανάμεσα στις οδούς Ευξείνου Πόντου και Μητροπολίτου Λαυρέντιου (πρώτο παράλληλο της προς βορράν). Το ίδιο και ο γείτονας και ανιψιός του Γεώργιος Ν, Ευθυβούλης. Το δικό μας το σπίτι είχε πρόσοψη στην οδό Μητροπολίτου Λαυρέντιου. Πιο μέσα ήσαν χωράφια, όπου ο Πανίκας έσπειρε 2 στρέμματα τριφύλλι. Υπόγειο νερό υπήρχε. Ο τόπος είναι λεκανοπέδιο. Όσοι μπόρεσαν άνοιξαν πηγάδι, ενώ η Δράμα έχει τα αναβλύζοντα νερά της Αγίας Βαρβάρας με το ποταμάκι της.
Το σπιτάκι του Πανίκα ήταν το γνωστό προσφυγικό ανισοσκελές, χωρίς τοιχοποιία, χωρίς σωστά θεμέλια καταφύγιο. Είχε βέβαια ένα καλό οικόπεδο και κάποια καλλιεργήσιμη γη. Το σπιτάκι γρήγορα μεταμορφώθηκε σε ωραία μονοκατοικία με ορισμένα στοιχεία ρωσικού πολιτισμού και πετρόχτιστη κουζινοτραπεζαρία (προσθήκη). Στην αυλή υψώθηκε μεγάλη μουριά, χτίστηκε μάνδρα για τις δύο αγελάδες και τον ‘Κίτσο’ τον γαϊδαράκο που πήγαινε τον Πανίκα στη δουλειά. Χτίστηκε φούρνος, κοτέτσι και σπιτάκι για το ωραίο λυκόσκυλο, τον Ντίγκο, που τον αγαπούσαμε και τον παίζαμε όλοι. Τον κλάψαμε, όταν τον παρέσυρε αυτοκίνητο. Ο Πανίκας δακρύβρεχτος τον έθαψε στη ρίζα της μουριάς.
Χτίστηκε δεξαμενή (χαβούζα) για να συγκεντρώνεται νερό από το παρακείμενο πηγάδι, του οποίου η τουλούμπα ήταν καμωμένη ώστε με υποκλοπή να διοχετεύει ένα μέρος του αντλήματος στη δεξαμενή. Σ' αυτό, θέλοντας και μη, συνεργούσε όλη η γειτονιά γιατί όλοι έρχονταν να αντλήσουν νερό για τις ανάγκες τους. Εχοντας νερό δημιουργήθηκε ωραίο περιβόλι. Στήθηκαν και μερικές κυψέλες.
Ο Πανίκας έκανε συστηματική μελισσοκομία, μόνο που οι μέλισσες τρύπωναν μέσα στο σπίτι. Ξαναπήρε σκύλο και του έδωσε πάλι το όνομα Ντίγκο. Εκείνη την εποχή, ο ήρωας των καουμπόϊδων, ο Τομ Μιξ, είχε σκύλο με όνομα Ντίγκο. Τότε μεσουρανούσε και η αξέχαστη μικρή στάρ Σίρλεϊ Τέμπλ.
Ο Πανίκας, ως μοντέρνος άνθρωπος, πρώτος εισήγαγε στο σπίτι του καινοτομίες και ευκολίες της εποχής, όπως ηλεκτρικό ρεύμα (80 Βολτ συνεχές τότε), ραδιόφωνο κλπ., όμως, δεν προμηθεύτηκε μεταφορικό μέσο. Προτιμούσε τον ‘Κίτσο’ του που τον είχε με μεράκι στολισμένο.
Αγία Βαρβάρα - Δράμας |
Το σπιτάκι του Πανίκα ήταν το γνωστό προσφυγικό ανισοσκελές, χωρίς τοιχοποιία, χωρίς σωστά θεμέλια καταφύγιο. Είχε βέβαια ένα καλό οικόπεδο και κάποια καλλιεργήσιμη γη. Το σπιτάκι γρήγορα μεταμορφώθηκε σε ωραία μονοκατοικία με ορισμένα στοιχεία ρωσικού πολιτισμού και πετρόχτιστη κουζινοτραπεζαρία (προσθήκη). Στην αυλή υψώθηκε μεγάλη μουριά, χτίστηκε μάνδρα για τις δύο αγελάδες και τον ‘Κίτσο’ τον γαϊδαράκο που πήγαινε τον Πανίκα στη δουλειά. Χτίστηκε φούρνος, κοτέτσι και σπιτάκι για το ωραίο λυκόσκυλο, τον Ντίγκο, που τον αγαπούσαμε και τον παίζαμε όλοι. Τον κλάψαμε, όταν τον παρέσυρε αυτοκίνητο. Ο Πανίκας δακρύβρεχτος τον έθαψε στη ρίζα της μουριάς.
Χτίστηκε δεξαμενή (χαβούζα) για να συγκεντρώνεται νερό από το παρακείμενο πηγάδι, του οποίου η τουλούμπα ήταν καμωμένη ώστε με υποκλοπή να διοχετεύει ένα μέρος του αντλήματος στη δεξαμενή. Σ' αυτό, θέλοντας και μη, συνεργούσε όλη η γειτονιά γιατί όλοι έρχονταν να αντλήσουν νερό για τις ανάγκες τους. Εχοντας νερό δημιουργήθηκε ωραίο περιβόλι. Στήθηκαν και μερικές κυψέλες.
Ο Πανίκας έκανε συστηματική μελισσοκομία, μόνο που οι μέλισσες τρύπωναν μέσα στο σπίτι. Ξαναπήρε σκύλο και του έδωσε πάλι το όνομα Ντίγκο. Εκείνη την εποχή, ο ήρωας των καουμπόϊδων, ο Τομ Μιξ, είχε σκύλο με όνομα Ντίγκο. Τότε μεσουρανούσε και η αξέχαστη μικρή στάρ Σίρλεϊ Τέμπλ.
Ο Πανίκας, ως μοντέρνος άνθρωπος, πρώτος εισήγαγε στο σπίτι του καινοτομίες και ευκολίες της εποχής, όπως ηλεκτρικό ρεύμα (80 Βολτ συνεχές τότε), ραδιόφωνο κλπ., όμως, δεν προμηθεύτηκε μεταφορικό μέσο. Προτιμούσε τον ‘Κίτσο’ του που τον είχε με μεράκι στολισμένο.
Δεν ήταν όποιος κι’ όποιος. Η ευφυΐα του μαζί με την μακρόχρονη και υπό δύσκολες συνθήκες αποκτημένη μεγάλη πείρα του δημιούργησαν ένα ιδιαίτερο τύπο ανθρώπου. Άφησαν επάνω του τα σημάδια τους. Η θωριά του προκαλούσε υπόληψη και σεβασμό χωρίς να καθηλώνει. Κι’ όμως ήταν πολύ απλός, όπως όλοι οι άνθρωποι με αυτοεκτίμηση και πλούσιο εσωτερικό περιεχόμενο. Ήταν αρκετά ψηλός, 1,75 μ. καλά ντυμένος και καλοβαλμένος. Είχε μαλακιά λαλιά και ήταν πάντοτε πρόθυμος να προσφέρει τις συμβουλές του σε ότι μπορούσε. Ήξερε πολλά κι’ έκανε σωστές δουλειές. Τεκμήριο υπόληψης προς την οικογένειά του ήσαν οι συχνές από σημαίνοντες, επισκέψεις που δέχονταν στο σπίτι τους. Η Θεοπίστη, που ήταν το ίδιο δημοφιλής και άξιο ταίρι του Πανίκα, ήταν φιλόξενη και κρατούσε συγγενικά τους παιδιά για να φοιτούν στο Γυμνάσιο Δράμας. Ο Πανίκας ιδιαίτερα την αγαπούσε γιατί του έκανε τέσσερα παιδιά χωρίς να παρουσιαστούν προβλήματα. Ανά διετία, μετά τον Μίμη, γεννήθηκαν άλλα δύο παιδιά. Πρώτα ο Λάκης (Σταύρος, ή Ανανίας), γερός, αρκετά ψηλός, ζωηρός, καλός στο παιχνίδι και στην παρέα. Πηγαίναμε μαζί στη λασίδα τις αγελάδες της γειτονιάς και παίζαμε ολημερίς τα καλοκαίρια στην ανοιχτωσιά. Το στερνοπαίδι τους η Σοφούλα ήταν υπόξανθη, ομορφούλα, καλοφτιαγμένη, κοινωνική και χαμογελαστή. Ο Μίμης απο μικρός ήταν συγκρατημένος, νοικοκυρεμένος , υπεύθυνος και απέφευγε τους καβγάδες.
Άφησα τελευταίο τον Χαρίλαο. Ήταν κατά 4 χρόνια μεγαλύτερος από εμάς, αλλά όσο φοιτούσε στο γυμνάσιο έπαιζε με εμάς. Μάθαινε στα κορίτσια της γειτονιάς το ταγκό. Ήταν χαμογελαστός και καλόκαρδος. Όταν έμαθα κάπως το τάβλι, με καλούσε για μερικές παρτίδες. Παίζαμε και χαρτιά, το σκαμπίλ’. Όσες φορές συναντιόμασταν στην πόλη, πάντοτε επέμενε να κεράσει γλυκό. Τον θαύμαζα για τη θωριά του, τον αέρα στους τρόπους του και ήθελα να συζητώ μαζί του. Μου χάριζε τα γυμνασιακά του βιβλία των περασμένων τάξεων, που τότε τα κρατούσαμε.
Μετά την αποφοίτησή του δούλευε στο μαγαζί του πατέρα του. Μπαινόβγαινα ελεύθερα στο σπίτι τους. Ο θείος Πανίκας ήταν ομιλητικός και ήμουν όλος αυτιά και περιέργεια να τον ακούω να διηγείται παλιές ιστορίες, όπως αυτή με τον τσάρο, τον Μεγάλο Πέτρο. Τον ρώτησαν οι μηχανικοί του, πώς θα ήθελε να χαραχθεί η σιδηροδρομική γραμμή βορρά-νότου. Αυτός πήρε ρίγα και μολύβι και τράβηξε μια ευθεία πάνω στον χάρτη.
Η κουζίνα τους, που την είχαν και τραπεζαρία έχει δύο μεγάλα παράθυρα. Στις πλατιές μαρκίζες τους βρίσκονταν στοιβαγμένα κάμποσα βιβλία. Άνοιγα και διάβαζα, ιδιαίτερα τον Ιερό Συνέκδημο, γιατί μάθαινα ψαλμωδία. Ο Πανίκας είχε συχνό επισκέπτη τον αδελφό του Λαυρέντιου, τον Γιάννη, που ήταν και ψάλτης και με ενθάρρυναν και οι δυο να μάθω βυζαντινή μουσική, επειδή είχα την κλίση και τα κατάφερνα.
Πέρασαν πάνω από 12 χρόνια χωρίς εξωτερικό πόλεμο και με όλη την ταραχώδη εσωτερική κατάσταση, η πατρίδα μας, η Νέα Κρώμνη, προόδεψε κοινωνικά, οικονομικά, πολιτιστικά, χάρη στην ειρήνη, την ελευθερία, τη δικαιοσύνη, αλλά κυρίως στο εξαιρετικό ανθρώπινο δυναμικό της. Το επιστέγασμα της οργάνωσης της τοπικής κοινωνίας ήταν η παλλαϊκή συμμετοχή στη σύσταση και λειτουργία του Φιλοπροοδευτικού Συλλόγου «Κομνηνοί», που ήταν ο μοχλός προόδου για τον συνοικισμό επί μισό αιώνα, τουλάχιστον. Επικεφαλής ήταν ο Κόλιας (Νίκος) Γεωργιάδης, που για να συγκεντρώσει χρήματα για το σύλλογο έκανε αγώνα. Φυσικά, ζητούσε και τη συνδρομή των οικονομικά ισχυρότερων, που ήσαν αρκετοί στη Νέα Κρώμνη, όπως έμποροι κλπ.
Το Δ.Σ. Κομνηνών 1930. Διακρίνονται από αριστερά :Νίκος Γεωργιάδης πρόεδρος, Ιωάννης Ιγνατιάδης ταμίας, Θεοφύλακτος Χρυσοχόου γραμματέας και Παύλος Παυλόπουλος σύμβουλος. |
Εκείνα τα χρόνια της προσαρμογής των μετοίκων προσφύγων στις νέες συνθήκες η ψυχολογία τους ήταν διαφορετική. Αναζητούσαν ο ένας τον άλλον και έκαναν μακρινά ταξίδια για να ανταμώσουν και να πουν τα βάσανά τους, τα παλιά και τα νέα. Αφήνω και τα ωραία εκείνα παρακάθια. Όμως φθάσαμε στα πρόθυρα του δεύτερου παγκόσμιου πολέμου. Οι ιταλικές προκλήσεις σε βάρος της Ελλάδας κορυφώθηκαν και στις 28 Οκτωβρίου 1940 αρμαγεδδών στα ελληνοαλβανικά σύνορα.
Ο Χαρίλαος, Π. Ευθυβούλης, με την υποχώρηση, βρέθηκε στην Κρήτη, κλεισμένος σε γερμανικό στρατόπεδο. Εκεί χάθηκαν τα ίχνη του. Μόνον το ρολόι του και μερικά ακόμη προσωπικά αντικείμενα παραδόθηκαν στην οικογένειά του, για την οποία το πλήγμα ήταν βαρύτατο. Έψαξαν, ερεύνησαν παντού, χωρίς αποτέλεσμα. Πάντοτε με πιάνει σφίξιμο στην καρδιά, όταν τον θυμάμαι κι ας πέρασαν τόσα χρόνια από τότε. Ας είναι τα λίγα λόγια που του αφιέρωσα ένα λιτό μνημόσυνο αγάπης και νοσταλγίας γι’ αυτόν, που θα ήταν άδικο να περάσει στη λήθη.
Κατά την βουλγαρική κατοχή, ο Πανίκας, ψύχραιμος, δεν έφυγε νωρίς από τη Δράμα. Παρέμεινε μέχρι τον Σεπτέμβριο, οπότε πήρε πρόσκληση από τη Θεσσαλονίκη και αναχώρησε με κάρο. Είχαν δυσκολίες στο ταξίδι, αλλά τα κατάφεραν. Εγκαταστάθηκαν στη Χαριλάου, περιμένοντας την αποχώρηση των Βουλγάρων. Όταν επέστρεψαν, βρήκαν το σπίτι τους σε κακό χάλι και χρειάστηκε πάλι αγώνας για να ανασυγκροτηθεί το μαγαζί. Ο χαλκέντερος Πανίκας, με τη βοήθεια και των παιδιών του, ξανάβαλε το νερό στο αυλάκι και τα πράγματα πήγαν καλά. Το 1944 ήταν 67 ετών. Δεν άργησε να συνταξιοδοτηθεί και τη σκυτάλη την πήραν τα παιδιά.
Το 1946 ήμουν τεταρτοετής στην ιατρική. Μας επιστράτευσαν εκτάκτως και, περαστικός από τη Δράμα, είδα με χαρά όλους, όπως και τον ιερομόναχο Πολύκαρπο, που εξακολουθούσε να τραγουδά το «Της Συνόδου της Κρώμνης. Ο Πανίκας και η Θεοπίστη ήσαν ακόμη ακμαίοι και η ζωή στο σπίτι τους συνεχιζόταν, όπως τα παλιά χρόνια και με φυσιολογικές εξελίξεις.
Το 1954 έφυγα για την Αμερική και επέστρεψα το 1964. Απορροφημένος από τη δουλειά και άλλες ασχολίες, δεν πήγα στη Δράμα για πολύ καιρό. Ο Πανίκας, στα βαθιά γεράματα, είχε αμβλυωπία, αλλά πνευματικά ήταν διαυγής. Πέθανε το 1975, όντας 98 ετών. Η Θεοπίστη πέθανε ειρηνικά το 1985 σε ηλικία 94 ετών. Αιώνια τους η μνήμη. Δεν τους λησμονώ. Αναπαύονται στα κοιμητήρια της Νέας Κρώμνης.
Οφείλω θερμές ευχαριστίες στους Ευθυβουλαίους στη Δράμα, Σοφία, Δημήτριο (Μίμη) και Κοσμά, αλλά και σε πολλούς άλλους, στους οποίους έκανα δεκάδες τηλεφωνήματα για διασταύρωση πληροφοριών. Τα προσωπικά μου βιώματα δεν θα ήσαν αρκετά.
Γιατρός
Βοηθήματα είχα:
1. Τα δύο περί Ίμέρας βιβλία, του Αγαθάγγελου Φωστηρόπουλου και του Παναγιώτη Τανιμανίδη.
2.Το βιβλίο «Ο Άγιος της παιδείας» του Φώτη Κουτσουπιά απο την Εύξεινο Λέσχη Νάουσας.
3. Τα αδημοσίευτα έργα των Π. Πιστοφίδη και Γ. Γανωτίδη («Νέα Κρώμνη» και
«Οδύσσεια»),
4. Τη Μεγάλη Ελληνική Εγκυκλοπαίδεια του «Πυρσού».
5. Πολύτιμες σημειώσεις του Γ. Π. Σιαμανίδη.
6. Το βιβλίο του καθηγητή Γιάννη Χαριτάντη «Οδός Ευξείνου Πόντου», Πανεπιστημιακές Εκδόσεις, Πάτρα.
7. Το βιβλίο «Από το Μπορζόμ στην Ίμερα», του εξαδέλφου μου Λάζαρου Νικολάου Παναγιωτίδη, Πανόραμα 2005 και
8. Το περιοδικό «Ποντιακά Φύλλα», τεύχος Απριλίου 1936.
Πηγή :Περιοδικό "ΠΟΝΤΙΑΚΑ" 2010
Πηγή :Περιοδικό "ΠΟΝΤΙΑΚΑ" 2010
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου