Το ταξίδι στον Πόντο των ανθρώπων.

Πέμπτη 26 Οκτωβρίου 2017

Το σύνολο, σχεδόν, των σύγχρονων περιηγητών του Πόντου είδε και περιέγραφε με λεπτομέρειες μοναστήρια, εκκλησίες, απαραιτήτως την πολυτελή βίλα του Καπαγιαννίδη στο Σοούκ Σου (Κρυονέρι) Τραπεζούντας, την οποία — το επαναλαμβάνουν για να μην ξεχνιέται — την προτιμούσε για διανυκτέρευση ο Μουσταφά Κεμάλ — εθνάρχης, «Ατατούρκ» — όποτε τον έβγαζε ο δρόμος προς την Τραπεζούντα, κάποιοι, ελάχιστοι, μίλησαν για τα κάστρα που αντίκρυσαν, άλλοι για τις πανέμορφες παραλίες και τα δάση με την οργιώδη βλάστηση, αλλά και για «Τη Τρίχας το γεφύρ'» και τον Δαφνοπόταμο, ανακατεύοντας τα με νοστιμότατες λιχουδιές που γεύτηκαν και με αγορές που έκαναν στο τοπικό τσαρσί.
Βίλα  Καπαγιαννίδη
Κανείς από αυτούς δεν πρόσεξε ότι στα μέρη που επισκέφθηκαν ζούσαν και άνθρωποι, με τους οποίους έκαναν συναλλαγές, οι οποίοι εργάζονταν ή έκαναν αμέριμνοι ή σκεφτικοί τον περίπατό τους. Εξαίρεση αποτελούν πάντα στις περιγραφές του ταξιδιού τους, ένας δυο Τούρκοι, που, από αγνότητα ή κάποια σκοπιμότητα, πλησιάζουν την ομάδα των εκδρομέων και ψιθυρίζουν «κι εμείς από εσάς είμες!». Είναι και κάποιοι από τις τοπικές αρχές που αναφέρονται μερικές φορές και αυτοί οι κάποιοι έχουν σε υπέρμετρο βαθμό αναπτυγμένο το αίσθημα της φιλοξενίας. Κανένας άλλος άνθρωπος!...
Κωνσταντίνος Παπαμιχαλόπουλος
Από τον κανόνα αυτόν των εθελοτυφλούντων περιηγητών εξαιρούνται κάποιοι, ελάχιστοι, μετρημένοι στα δάχτυλα του ενός χεριού. Έρχονται στον νου αυτή τη στιγμή, παλαιότερα ο Πελοποννήσιος Κωνσταντίνος Παπαμιχαλόπουλος, που επισκέφθηκε το 1901 τον Πόντο και περιέγραψε τις εντυπώσεις του στο πολύ καλό βιβλίο του «Περιήγησις εις τον Πόντον», κατά τα τέλη της δεκαετίας του 1950, ο Αργυρουπολίτης Νεοκλής Νικολαΐδης, που
αναφέρεται στο βιβλίο του «Έξι Αργυρουπολίται εις τον Πόντον» αρκετές φορές σε απλούς ανθρώπους, όταν δεν περιγράφει τα φοβερά τσιμπούσια με Τούρκους δημάρχους και προύχοντες και τους ύπνους που έριξαν οι έξι Αργυροπολίτες («Εγκατελείφθημεν εις τας αγκάλας του Μορφέως»!), ο δάσκαλος Δημήτρης Παναγιωτίδης, που έγραψε σε συνέχειες τις εντυπώσεις του στο περιοδικό «Ποντιακή Εστία», το 2006 και 2007, με τίτλο «Προσκύνημα στον Πόντο», όπου κάνει κάποιες αναφορές σε ανθρώπους και, το κυριότερο, επειδή γνωρίζει, επαναφέρει στη μνήμη του και πληροφορεί τους αναγνώστες για κάποιες ιστορικές στιγμές του ευρύτερου Πόντου.
Οι άλλοι περιηγητές του Πόντου, που έγραψαν τις εντυπώσεις τους, δεν έβλεπαν το τώρα, οι άνθρωποι των τόπων που επισκέπτονταν περνούσαν σαν σκιές, σαν σε όνειρο, που ξεχνιέται με το ξύπνημα. Δεν είχαν, μνήμη, δηλαδή ξεχνούσαν όσα άκουσαν από τους δικούς τους και από άλλους για τις, κατά τα άλλα,«αλησμόνητες πατρίδες». Και εκείνο που τους χαρακτηρίζει βασικώς είναι ότι δεν συνέδεσαν ποτέ τις περιγραφές τους με την ιστορία, το πιο πιθανόν, γιατί την αγνοούσαν. Κάποια που έγραψε για το ταξίδι της στον Πόντο, δεν είχε ούτε ακουστά την «Καμπάνα του Πόντου» του Φίλωνα Κτενίδη, και στη διήγησή της, για τις βαθύτατα συγκινητικές στιγμές που έζησε, πατώντας τα χώματα που είχαν πατήσει πριν οι γονείς της, χρησιμοποίησε στίχους του Γεώργιου Δροσίνη, του Κωστή Παλαμά και του Κωνσταντίνου Καβάφη! Κι όμως, πόσο ταίριαζαν στην περίπτωσή αυτή οι συγκλονιστικοί στίχοι της «Καμπάνας του Πόντου»!
Για να είναι επιτυχημένη μια διήγηση για ένα ταξίδι, θα πρέπει ο συγγραφέας της να βλέπει το τώρα, να θυμάται, όσα άκουσε για τον τόπο που επισκέφτηκε, δηλαδή να έχει μνήμη, και να γνωρίζει την ιστορία. Χωρίς αυτά τα στοιχεία, δεμένα το ένα με το άλλο, η διήγηση δεν έχει αλάτι και πιπέρι, καταντά, δηλαδή, ανούσια. Όσες μεγαλοστομίες κι αν γραφούν, όσα μοναστήρια κι αν περιγράφουν με όλες τους τις λεπτομέρειες, η διήγηση δεν ξεφεύγει από τη μονομέρεια, την προχειρότητα και τη μετριότητα.

Νίκος Καζαντζάκης
Οι Έλληνες συγγραφείς, που διακρίθηκαν ιδιαιτέρως για τις ταξιδιωτικές τους διηγήσεις, ήταν ο Νίκος Καζαντζάκης, ο Κώστας Ουράνης και ο Μενέλαος Λουντέμης. Και οι τρεις, και ιδίως ο Καζαντζάκης, είχαν πολύ δυνατή όραση για να βλέπουν και εκεί, όπου οι άλλοι δεν έβλεπαν, είχαν, όμως, γερή μνήμη, για να θυμούνται όσα οι άλλοι ξεχνούσαν και ήταν γνώστες της ιστορίας. Επιπλέον, είχαν το ιδιαίτερο συγγραφικό ύφος ως δοκιμασμένοι συγγραφείς.
Μένοντας σε αυτά τα εισαγωγικά, επιχειρούμε να περιγράφουμε ένα ταξίδι στον Πόντο των ανθρώπων. Η πρώτη εντύπωση, που αποκομίζει ο σημερινός επισκέπτης του Πόντου, είναι οι τεράστιες αλλαγές στις πόλεις, όπου οι πολυκατοικίες εξαφάνισαν με τον όγκο τους τις παλιές μονοκατοικίες ή το πολύ τριώροφες κατοικίες, οι νέοι ασφαλτοστρωμένοι δρόμοι, που δεν θυμίζουν σε τίποτε το βασελ’κόν την στράταν της πριν από την ανταλλαγή περιόδου, και οι άνθρωποι που κυκλοφορούν στους δρόμους ή τους συναντά κανείς στα πολυτελή ξενοδοχεία, στα εστιατόρια, στην αγορά και αλλού, δεν είναι εκείνοι οι παλαιοί, με τα τριμμένα τους ρούχα μιας εποχής καθυστερημένης.
Από την πρώτη αυτή εντύπωση βγάζει τον επισκέπτη η άλλη εικόνα της καθυστέρησης, που μερικοί επιμένουν να τη λένε παράδοση, της ανέχειας και της μοιρολατρίας. Πολλά από τα σπίτια, που άφησαν οι χριστιανοί, παραμένουν ερειπωμένα εδώ και οχτώ δεκαετίες, όχι γιατί κρίθηκαν διατηρητέα, αλλά γιατί δεν ενδιαφέρθηκε κανείς για την τύχη τους. «Και το καρφί, που είχαμε καρφώσει στον τοίχο, για να κρεμάμε τα ρούχα, ήταν ακόμη εκεί», έγραψε πριν από μερικά χρόνια ο νοσταλγός της γενέτειράς του Τρίπολης (από την παραλιακή ενορία Παραπόρτιν) Κώστας Παπουλίδης, που πίστευε ότι μπορεί και να μην αναγνωρίσει τα μέρη της αλησμόνητης πατρίδας.
Στη σημερινή Τουρκία, κοντά στο τρακτέρ που οργώνει βαθιά τη γη, υπάρχουν ακόμη, σε ορισμένες περιοχές, τα παλιά αλέτρια με το σιδερένιο υνί, που τα σέρνουν άλογα - στην καλύτερη περίπτωση — αλλά και βόδια και αγελάδες. Ο επιδεικτικός πλούτος των μεγάλων πόλεων, τα πολυτελή εξοχικά σπίτια, τα ακριβά αυτοκίνητα, κάνουν θλιβερότερες τις φτωχογειτονιές και τα χωριά της ανέχειας και της εξαθλίωσης. Μέσα από αυτά βγαίνουν οι κοινωνικοί επαναστάτες, που κάνουν κάποιες φορές την εμφάνισή τους ως Κούρδοι ή αναρχικοί ή «ισλαμιστές». 
Ανάμεσά τους υπάρχουν — σε μικρό ποσοστό, μέχρι στιγμής - και οι καταπιεσμένες εθνότητες, όπως οι Έλληνες μουσουλμάνοι, οι Αρμένιοι, οι Λευκοσύροι κ. ά., αλλά και θρησκευτικές μειονότητες, όπως οι αλεβίτες και οι σιίτες (οι Τούρκοι είναι στη συντριπτική τους πλειοψηφία σουνίτες). Το αυταρχικό τουρκικό καθεστώς δεν αφήνει πολλά περιθώρια για κοινωνικούς ή απελευθερωτικούς αγώνες - στην περίπτωση των Κούρδων — και έτσι όλοι οι αγώνες καταπνίγονται στο αίμα και οι τουρκικές φυλακές είναι γεμάτες με πολιτικούς κρατούμενους.

Πάνος  Καϊσίδης
Δημοσιογράφος- Συγγραφέας


Share

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

 
Copyright © 2015 Santeos
| Design By Herdiansyah Hamzah