Το διαρκές και δίκαιο παράπονο των Ελλήνων της Αυστραλίας και γενικά των Ελλήνων ομογενών — μεταναστών σε διάφορες χώρες του κόσμου, είναι ότι πολύ σπάνια τους θυμούνται από την Ελλάδα και ότι τόσοι Έλληνες της Ελλάδας που πέρασαν από εκεί για διάφορους λόγους, είτε ήταν πολιτικοί είτε ομιλητές σε εκδηλώσεις ή δημοσιογράφοι και απλοί επισκέπτες, ποτέ δεν έγραψαν κάτι γι’ αυτούς.
«Ήρθαν, είδαν και απήλθαν», όπως σημείωσε ο Σπύρος Κοροσίδης, από το Άλωρο Αριδαίας, ένας από τους πιο δραστήριους μετανάστες, από το 1954, στη Μελβούρνη της Αυστραλίας, που διατηρεί ακόμη εκεί μεσιτικό γραφείο. Κάποιες ποντιακές εφημερίδες έγραψαν, κατά καιρούς, όχι για τους Έλληνες της Αυστραλίας, αλλά για τους ομιλητές ή τα χορευτικά ή θεατρικά σχήματα, που εμφανίστηκαν εκεί, μερικές φορές, μάλιστα, και με το αζημίωτο! Τα τελευταία χρόνια, μπαίνουν στο διαδίκτυο (ίντερνετ) κάποια ομογενειακά θέματα, γενικής φύσης, συνήθως, ή αναφερόμενα μόνον σε κάποιους διακεκριμένους.
Οι πρώτοι Έλληνες μετανάστες, που έφτασαν στην Αυστραλία - συμπεριλαμβανομένης και της Τασμανίας — από τα πρώτα χρόνια της δεκαετίας του 1950 — το 1953 υπογράφηκε από την Ελλάδα και την Αυστραλία η συμφωνία για τους μετανάστες οι παλαιότεροι κάτοικοι. Ήταν οικοδόμοι, υδραυλικοί, ελαιοχρωματιστές, ηλεκτρολόγοι, εργάτες σε χωματουργικές εργασίες ή σε διάφορα εργοστάσια, που ήταν και οι περισσότεροι.
Η διαφορά με τους Έλληνες μετανάστες της Γερμανίας, π. χ., είναι ότι οι «Αυστραλοί» πολύ γρήγορα άλλαξαν τη ζωή τους και την έκαναν πολύ καλύτερη, ενώ οι «Γερμανοί» έζησαν, τις περισσότερες φορές, σε πιο άθλιες συνθήκες από εκείνες που ζούσαν στην Ελλάδα, για να μαζέψουν, το συντομότερο, χρήματα και να γυρίσουν στην πατρίδα ή για να στείλουν στα παιδιά και τους γονείς τους που έφησαν στην πατρίδα.
Οι Έλληνες της Αυστραλίας μετανάστευσαν οικογενειακά ή δημιούργησαν οικογένειες εκεί και μέσα σε λίγα χρόνια, όχι μόνον ορθοπόδησαν, αλλά και ζουν κάτω από τέτοιες συνθήκες, που οι Έλληνες της Ελλάδας, στη συντριπτική τους πλειοψηφία, δεν μπορούν ούτε να τις ονειρευτούν. Ο Χάρης Προδρομίδης, από την Αγία Κυριακή Κιλκίς, υδραυλικός στη Μελβούρνη, είπε: «Εδώ το κράτος δουλεύει ρολόι, όποια κυβέρνηση κι αν είναι. Ενώ στην Ελλάδα ... Βέβαια, η εκμετάλλευση των εργαζομένων από τους μεγάλους εργοδότες υπάρχει παντού, όμως ο μεγάλος εργοδότης φοβάται εδώ τον νόμο, όπως δεν γίνεται στην Ελλάδα». «Έχουμε δουλειά κάθε μέρα και το κυριότερο, πολύ καλό φέρσιμο από τους Αυστραλούς», λέει ο Μιχάλης Καρακατσανίδης, από το Πολύκαστρο Κιλκίς, ένας καλός λογοτέχνης, με μερικά βιβλία στο ενεργητικό του, που εργάζεται ως ελαιοχρωματιστής και παλαιότερα ήταν ναυτικός.
Ο Γιάννης Σαλπιγκτίδης, από την Κοζάνη, που εργαζόταν μέχρι πρόσφατα ως οδηγός ενός διεθνούς φορέα και συνταξιοδοτήθηκε, δηλώνει πολύ ευχαριστημένος από τους εργοδότες του, που τον βοήθησαν να σπουδάσει τον γιό του, αλλά βοήθησαν και τον ίδιο και τη γυναίκα του.
Ο Κώστας Ευθυμιάδης, από την Κοζάνη, επίσης, που εργάζεται στο τμήμα χορηγήσεων στεγαστικών δανείων σε μεγάλη τράπεζα, στο Σίδνεϊ, τονίζει ότι «στην Αυστραλία αν είσαι καλός στη δουλειά σου, πας μπροστά, κάτι δεν νομίζω να γίνεται στην Ελλάδα, στην οποία, βέβαια, δεν έζησα, γιατί μεγάλωσα στην Αυστραλία». Ο Τάσος Δημητριου, που γεννήθηκε στη Ρουμανία, παιδί πολιτικών προσφύγων, και από εκεί, μαζί με την οικογένειά του, μετανάστευσε στη Μελβούρνη, είναι ηλεκτρολόγος σε ένα εργοστάσιο, πολλά χιλιόμετρα μακριά από εκεί που είναι το σπίτι του. Δηλώνει πολύ ευχαριστημένος από τη δουλειά του. Ο Παρασκευάς Τοτονίδης, από το Άργος Ορεστικό της Καστοριάς, επί πολλά χρόνια διατηρούσε ιχθυοπωλείο στο Χόμπαρτ της Τασμανίας και πήγε πολύ καλά, «γιατί δούλεψα με καλή διάθεση και εργατικότητα», λέει.
Τη γενικότερη αυτή εικόνα της αυστραλιανής κοινωνίας, που τη δίνουν, σε συντομία, οι απόψεις Ελλήνων μεταναστών της πρώτης και δεύτερης γενιάς, τη δέχεται ως ορθή κάθε επισκέπτης της Αυστραλίας.
Πάνος Καϊσίδης
Δημοσιογράφος
Το άρθρο γράφηκε το Μάη- Ιούνη του 2011, κατά την επίσκεψη του κ. Καϊσίδη στην Αυστραλία, καλεσμένος απο την Συντονιστική επιτροπή Ποντιακών Σωματείων Μελβούρνης, ως κύριος ομιλητής για τη γενοκτονία.
Μετανάστες σε βάπτιση στην Μελβούρνη. Από αριστερά: Αλεξάνδρα Ζορμπά, Μαρία Προδρομίδου, Χαράλαμπος Προδρομίδης, άγνωστη, Λαμπρινή Ορφανίδου, Αναστάσιος Ορφανίδης, Παναγιώτα Παυλίδου, Ιωάννης Παυλίδης |
Οι πρώτοι Έλληνες μετανάστες, που έφτασαν στην Αυστραλία - συμπεριλαμβανομένης και της Τασμανίας — από τα πρώτα χρόνια της δεκαετίας του 1950 — το 1953 υπογράφηκε από την Ελλάδα και την Αυστραλία η συμφωνία για τους μετανάστες οι παλαιότεροι κάτοικοι. Ήταν οικοδόμοι, υδραυλικοί, ελαιοχρωματιστές, ηλεκτρολόγοι, εργάτες σε χωματουργικές εργασίες ή σε διάφορα εργοστάσια, που ήταν και οι περισσότεροι.
Η διαφορά με τους Έλληνες μετανάστες της Γερμανίας, π. χ., είναι ότι οι «Αυστραλοί» πολύ γρήγορα άλλαξαν τη ζωή τους και την έκαναν πολύ καλύτερη, ενώ οι «Γερμανοί» έζησαν, τις περισσότερες φορές, σε πιο άθλιες συνθήκες από εκείνες που ζούσαν στην Ελλάδα, για να μαζέψουν, το συντομότερο, χρήματα και να γυρίσουν στην πατρίδα ή για να στείλουν στα παιδιά και τους γονείς τους που έφησαν στην πατρίδα.
Οι Έλληνες της Αυστραλίας μετανάστευσαν οικογενειακά ή δημιούργησαν οικογένειες εκεί και μέσα σε λίγα χρόνια, όχι μόνον ορθοπόδησαν, αλλά και ζουν κάτω από τέτοιες συνθήκες, που οι Έλληνες της Ελλάδας, στη συντριπτική τους πλειοψηφία, δεν μπορούν ούτε να τις ονειρευτούν. Ο Χάρης Προδρομίδης, από την Αγία Κυριακή Κιλκίς, υδραυλικός στη Μελβούρνη, είπε: «Εδώ το κράτος δουλεύει ρολόι, όποια κυβέρνηση κι αν είναι. Ενώ στην Ελλάδα ... Βέβαια, η εκμετάλλευση των εργαζομένων από τους μεγάλους εργοδότες υπάρχει παντού, όμως ο μεγάλος εργοδότης φοβάται εδώ τον νόμο, όπως δεν γίνεται στην Ελλάδα». «Έχουμε δουλειά κάθε μέρα και το κυριότερο, πολύ καλό φέρσιμο από τους Αυστραλούς», λέει ο Μιχάλης Καρακατσανίδης, από το Πολύκαστρο Κιλκίς, ένας καλός λογοτέχνης, με μερικά βιβλία στο ενεργητικό του, που εργάζεται ως ελαιοχρωματιστής και παλαιότερα ήταν ναυτικός.
Ο Γιάννης Σαλπιγκτίδης, από την Κοζάνη, που εργαζόταν μέχρι πρόσφατα ως οδηγός ενός διεθνούς φορέα και συνταξιοδοτήθηκε, δηλώνει πολύ ευχαριστημένος από τους εργοδότες του, που τον βοήθησαν να σπουδάσει τον γιό του, αλλά βοήθησαν και τον ίδιο και τη γυναίκα του.
Ο Κώστας Ευθυμιάδης, από την Κοζάνη, επίσης, που εργάζεται στο τμήμα χορηγήσεων στεγαστικών δανείων σε μεγάλη τράπεζα, στο Σίδνεϊ, τονίζει ότι «στην Αυστραλία αν είσαι καλός στη δουλειά σου, πας μπροστά, κάτι δεν νομίζω να γίνεται στην Ελλάδα, στην οποία, βέβαια, δεν έζησα, γιατί μεγάλωσα στην Αυστραλία». Ο Τάσος Δημητριου, που γεννήθηκε στη Ρουμανία, παιδί πολιτικών προσφύγων, και από εκεί, μαζί με την οικογένειά του, μετανάστευσε στη Μελβούρνη, είναι ηλεκτρολόγος σε ένα εργοστάσιο, πολλά χιλιόμετρα μακριά από εκεί που είναι το σπίτι του. Δηλώνει πολύ ευχαριστημένος από τη δουλειά του. Ο Παρασκευάς Τοτονίδης, από το Άργος Ορεστικό της Καστοριάς, επί πολλά χρόνια διατηρούσε ιχθυοπωλείο στο Χόμπαρτ της Τασμανίας και πήγε πολύ καλά, «γιατί δούλεψα με καλή διάθεση και εργατικότητα», λέει.
Τη γενικότερη αυτή εικόνα της αυστραλιανής κοινωνίας, που τη δίνουν, σε συντομία, οι απόψεις Ελλήνων μεταναστών της πρώτης και δεύτερης γενιάς, τη δέχεται ως ορθή κάθε επισκέπτης της Αυστραλίας.
Πάνος Καϊσίδης
Δημοσιογράφος
Το άρθρο γράφηκε το Μάη- Ιούνη του 2011, κατά την επίσκεψη του κ. Καϊσίδη στην Αυστραλία, καλεσμένος απο την Συντονιστική επιτροπή Ποντιακών Σωματείων Μελβούρνης, ως κύριος ομιλητής για τη γενοκτονία.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου