Ο πρώτος κάτοικος (οικιστής) στην ενορία Κοσλαράντων, αναφέρει η παράδοση ότι ονομαζόταν Aλιτσάς και ότι κατοικούσε με άλλους στην ενορία Γιαννάντων (Τερζάντων), είχε πολλά γελάδια, πρόβατα και μεγάλη περιουσία και εξ αιτίας της βοσκής των προβάτων του, πήγε και κατοίκησε στην ενορία Κοσλαράντων.
Το κάτω μέρος της ενορίας ήταν το μέρος που ήταν ο στάβλος των πρoβάτων του (περέν) . Η έκταση μεταξύ των δύο ενοριών καλυπτόταν από έλατα και οξιές και τα πρώτα σπίτια ήταν γύρω τo σημερινόν Αλών’ (τ’ απάν τ’ Αλών), όπου ήταν τα σπίτια Μολόγλη, Κωφού, Τσιράντων κλπ.
Διηγούνται ότι στα πρώτα χρόνια της ίδρυσης της ενορίας (κατοικούνταν μόλις από πέντε ή εξ οικογένειες), κατέλαβαν το χωριό 34 Λεβέντες (Άτακτοι). Ήταν οι Λεβέντες Τούρκοι (τουρκική φυλή) , που γύριζαν όλη την χώρα και πήγαιναν από χωριό σε χωριό και απαιτούσαν απ' όπου πήγαιναν χρήματα, τροφές , περιποίηση και όμορφα κορίτσια, όταν αναχωρούσαν ζητούσαν και επιμίσθιον των οδόντων (τίσ παρασί) .
Αλίμονο στο χωριό εκείνο, που οι κάτοικοι δεν εκπλήρωναν όλες τις απαιτήσεις των αχρείων αυτών. Αμέσως έμπαιναν για να ληστέψουν τα σπίτια και όταν δεν έβρισκαν χρήματα ή κοσμήματα, απήγαγαν τα παιδιά και τις γυναίκες, τους οποίους απέδιδαν μόνο όταν οι οικείοι των αιχμαλωτιζομένων έδιναν πολλά λύτρα.
Όταν ειδοποιήθηκε για το γεγονός ο Αλιτσάς που έβοσκε τα πρόβατα του, έσπευσε αμέσως στην ενορία όπου βρήκε τους Λεβέντες να κάθονται στο αλώνι (εις το αλών') μπροστά από τα πρώτα σπίτια και τον περίμεναν.
Αμέσως έσφαξε πρόβατα και αρνιά και ετοίμασε τραπέζια για να τους ταΐσει, για να προλάβει τις άλλες απαιτήσεις τους, αλλά αυτοί αφού γέμισαν την κοιλιά τους , απαίτησαν από τον Αλιτσά να τους δώσει και μια ωραία κόρη. Ο Αλιτσάς αρνήθηκε να εκπληρώσει το αίτημα τους, τότε έδεσαν τα χέρια και τα πόδια του, τον ξάπλωσαν στον χώμα και τον μαστίγωσαν ανηλεώς. Κινδυνεύοντας ο δυστυχισμένος να πεθάνει, αφου είχε πρηστεί από το πολύ μαστίγωμα και μη βλέποντας κάποιο άλλο τρόπο σωτηρίας, τους είπε ότι αυτός δεν είχε κόρη να τους δώσει, γνώριζε όμως ότι έχει κόρη ο Ουζούν Κωνσταντίν από την ενορία Γιαννάντων(Τερζάντων), την οποία θα μπορούσε να τους την φέρει αν τον έλυναν. Χρησιμοποίησε αυτό το τέχνασμα ο Αλιτσάς όχι από κακή πρόθεση, αλλά για να προκαλέσει την τιμωρία τους, γιατί γνώριζε ότι αν αυτοί τολμούσαν να ζητήσουν το κορίτσι, ο πατέρας της δεν θα τους άφηνε ατιμώρητους και μ' αυτό τον τρόπο είχε την ελπίδα και αυτός και η ενορία να σωθούν από τους Λεβέντες αλλά και αυτοί να "πληρώσουν" γι' αυτό που έκαναν.
Μετά από αυτά οι Λεβέντες έλυσαν τον Αλιτσά και του είπαν να πάει αμέσως με δύο δικούς τους να πάρει την κόρη του Ουζούν. Ο Αλιτσάς αναχώρησε μαζί τους και βρήκε τον Ουζούν Κωνσταντίν να αλωνίζει σιτάρι πάνω απο το παρεκκλήσι της Μεταμόρφωσης και του μετέφερε την παραγγελία από τους Λεβέντες. Ο Ουζούν Κωνσταντίν κατάλαβε αμέσως τι συνέβαινε και τους μεν Λεβέντες έδιωξε λέγοντας τους - σε λίγο ο ίδιος θα φέρει την κόρη του- αυτός έτρεξε στην ενορία, πήρε μαζί του εννιά ή δέκα συντρόφους, οπλίστησαν όλοι καλά και πήγαν στο μέρος που ήταν οι Λεβέντες.
Όταν έφθασαν κοντά τους κρύφτηκαν πίσω από τα δέντρα και άρχισαν να τους πυροβολούν φωνάζοντας διάφορα χριστιανικά και τουρκικά ονόματα . Οι Λεβέντες αιφνιδιάστηκαν και νόμισαν ότι πολιορκήθηκαν από πολλούς και τράπηκαν σε άτακτη φυγή, φεύγοντας προς τα κάτω, ενώ ο Κωνσταντίνος και αυτοί που ήταν μαζί του τους καταδίωξαν.. .
Αυτά λέγονται για την αρχή της ίδρυσης της ενορίας Κοσλαράντων και για τον πρώτο κάτοικο (οικιστή) αυτής Αλιτσά (2) . Στα χρόνια εκείνα κατέφυγαν στην Σαντά και από το χωριό Ζυγανίτα της Αργυρούπολης και κατοίκησαν στην ενορία Κοσλαράντων. Αργότερα χωρίστηκαν και κατοίκησαν δυτικότερα της ενορίας αυτής , δημιουργώντας άλλη ενορία ονομαζόμενη Πινατάντων , γι' αυτό και τη βρύση του χωριού την ονόμασαν Ζυγανίτα.
1) Ευτυχώς καμια φορά δεν έφτασαν σε τέτοιο σημείο θρασύτητας οι Λεβέντες στη Σαντά και αν ποτε επιχείρησαν να πράξουν ότι έκαναν αλλού, τιμωρήθηκαν όπως έπρεπε από τους κατοίκους. Πολλές φορές όμως έκαναν επίθεση πολλοί μαζί και ξαφνικά. Οι κάτοικοι τότε φυγάδευαν τα γυναικόπαιδα στα κοντινότερα των ενοριών δάση. Κάτι τέτοιο ακούσαμε ότι έγινε μια φορά στους κατοίκους της ενορίας Πιστοφάντων, ήταν νύκτα και βρισκόταν στην εκκλησία. Οι Λεβέντες αποχώρησαν αφού τους προσφέρθηκαν όλα τα κοσμήματα των γυναικών, τις οποίες πρόλαβαν οι κάτοικοι να κρύψουν μέσα στο δάσος.
2. Η παράδοση αναφέρει πολλές αρετές του Αλιτσά. Μεταξύ των άλλων αναφέρουν και ότι ενώ μια νύκτα κοιμόταν πάνω στα στάχια (ο τόπος όπου αλώνιζε ήταν το σημερινό «τ' αφκά τ’ άλών»), κάποια χήρα που είχε να θρέψει πολλά ορφανά ήλθε να κλέψει σιτάρι. Ο Αλιτσάς την κατάλαβε και κρατούσε την αναπνοή του, για να μην τον καταλάβει η φτωχή . Αφού γέμισε το τσουβάλι προσπαθούσε μάταια να σηκωθεί. Τότε ο Αλιτσάς άπλωσε το πόδι του...ήρεμα και έσπρωξε το τσουβάλι βοηθώντας την να σηκωθεί. Αυτή σηκώθηκε και έφυγε χωρίς να υποπτευτει την παρουσία του Αλιτσά. Πέθανε πλήρης ημερών και τάφηκε κάτω απο το σπίτι του Πέκονος, οπως λέγεται...
Με πληροφορίες απο τον λαογράφο Στάθη Ευσταθιάδη (Γεροστάθη) και τον Α' Ιστοριογράφο της Σαντάς Φίλιππο παπα Απ. Χειμωνίδη.
Το κάτω μέρος της ενορίας ήταν το μέρος που ήταν ο στάβλος των πρoβάτων του (περέν) . Η έκταση μεταξύ των δύο ενοριών καλυπτόταν από έλατα και οξιές και τα πρώτα σπίτια ήταν γύρω τo σημερινόν Αλών’ (τ’ απάν τ’ Αλών), όπου ήταν τα σπίτια Μολόγλη, Κωφού, Τσιράντων κλπ.
ΣΑΝΤΑ: Ισχανάντων- Πινατάντων- Τερζάντων |
Διηγούνται ότι στα πρώτα χρόνια της ίδρυσης της ενορίας (κατοικούνταν μόλις από πέντε ή εξ οικογένειες), κατέλαβαν το χωριό 34 Λεβέντες (Άτακτοι). Ήταν οι Λεβέντες Τούρκοι (τουρκική φυλή) , που γύριζαν όλη την χώρα και πήγαιναν από χωριό σε χωριό και απαιτούσαν απ' όπου πήγαιναν χρήματα, τροφές , περιποίηση και όμορφα κορίτσια, όταν αναχωρούσαν ζητούσαν και επιμίσθιον των οδόντων (τίσ παρασί) .
Αλίμονο στο χωριό εκείνο, που οι κάτοικοι δεν εκπλήρωναν όλες τις απαιτήσεις των αχρείων αυτών. Αμέσως έμπαιναν για να ληστέψουν τα σπίτια και όταν δεν έβρισκαν χρήματα ή κοσμήματα, απήγαγαν τα παιδιά και τις γυναίκες, τους οποίους απέδιδαν μόνο όταν οι οικείοι των αιχμαλωτιζομένων έδιναν πολλά λύτρα.
Όταν ειδοποιήθηκε για το γεγονός ο Αλιτσάς που έβοσκε τα πρόβατα του, έσπευσε αμέσως στην ενορία όπου βρήκε τους Λεβέντες να κάθονται στο αλώνι (εις το αλών') μπροστά από τα πρώτα σπίτια και τον περίμεναν.
Αμέσως έσφαξε πρόβατα και αρνιά και ετοίμασε τραπέζια για να τους ταΐσει, για να προλάβει τις άλλες απαιτήσεις τους, αλλά αυτοί αφού γέμισαν την κοιλιά τους , απαίτησαν από τον Αλιτσά να τους δώσει και μια ωραία κόρη. Ο Αλιτσάς αρνήθηκε να εκπληρώσει το αίτημα τους, τότε έδεσαν τα χέρια και τα πόδια του, τον ξάπλωσαν στον χώμα και τον μαστίγωσαν ανηλεώς. Κινδυνεύοντας ο δυστυχισμένος να πεθάνει, αφου είχε πρηστεί από το πολύ μαστίγωμα και μη βλέποντας κάποιο άλλο τρόπο σωτηρίας, τους είπε ότι αυτός δεν είχε κόρη να τους δώσει, γνώριζε όμως ότι έχει κόρη ο Ουζούν Κωνσταντίν από την ενορία Γιαννάντων(Τερζάντων), την οποία θα μπορούσε να τους την φέρει αν τον έλυναν. Χρησιμοποίησε αυτό το τέχνασμα ο Αλιτσάς όχι από κακή πρόθεση, αλλά για να προκαλέσει την τιμωρία τους, γιατί γνώριζε ότι αν αυτοί τολμούσαν να ζητήσουν το κορίτσι, ο πατέρας της δεν θα τους άφηνε ατιμώρητους και μ' αυτό τον τρόπο είχε την ελπίδα και αυτός και η ενορία να σωθούν από τους Λεβέντες αλλά και αυτοί να "πληρώσουν" γι' αυτό που έκαναν.
Αργυρούπολη |
Μετά από αυτά οι Λεβέντες έλυσαν τον Αλιτσά και του είπαν να πάει αμέσως με δύο δικούς τους να πάρει την κόρη του Ουζούν. Ο Αλιτσάς αναχώρησε μαζί τους και βρήκε τον Ουζούν Κωνσταντίν να αλωνίζει σιτάρι πάνω απο το παρεκκλήσι της Μεταμόρφωσης και του μετέφερε την παραγγελία από τους Λεβέντες. Ο Ουζούν Κωνσταντίν κατάλαβε αμέσως τι συνέβαινε και τους μεν Λεβέντες έδιωξε λέγοντας τους - σε λίγο ο ίδιος θα φέρει την κόρη του- αυτός έτρεξε στην ενορία, πήρε μαζί του εννιά ή δέκα συντρόφους, οπλίστησαν όλοι καλά και πήγαν στο μέρος που ήταν οι Λεβέντες.
Όταν έφθασαν κοντά τους κρύφτηκαν πίσω από τα δέντρα και άρχισαν να τους πυροβολούν φωνάζοντας διάφορα χριστιανικά και τουρκικά ονόματα . Οι Λεβέντες αιφνιδιάστηκαν και νόμισαν ότι πολιορκήθηκαν από πολλούς και τράπηκαν σε άτακτη φυγή, φεύγοντας προς τα κάτω, ενώ ο Κωνσταντίνος και αυτοί που ήταν μαζί του τους καταδίωξαν.. .
Αυτά λέγονται για την αρχή της ίδρυσης της ενορίας Κοσλαράντων και για τον πρώτο κάτοικο (οικιστή) αυτής Αλιτσά (2) . Στα χρόνια εκείνα κατέφυγαν στην Σαντά και από το χωριό Ζυγανίτα της Αργυρούπολης και κατοίκησαν στην ενορία Κοσλαράντων. Αργότερα χωρίστηκαν και κατοίκησαν δυτικότερα της ενορίας αυτής , δημιουργώντας άλλη ενορία ονομαζόμενη Πινατάντων , γι' αυτό και τη βρύση του χωριού την ονόμασαν Ζυγανίτα.
1) Ευτυχώς καμια φορά δεν έφτασαν σε τέτοιο σημείο θρασύτητας οι Λεβέντες στη Σαντά και αν ποτε επιχείρησαν να πράξουν ότι έκαναν αλλού, τιμωρήθηκαν όπως έπρεπε από τους κατοίκους. Πολλές φορές όμως έκαναν επίθεση πολλοί μαζί και ξαφνικά. Οι κάτοικοι τότε φυγάδευαν τα γυναικόπαιδα στα κοντινότερα των ενοριών δάση. Κάτι τέτοιο ακούσαμε ότι έγινε μια φορά στους κατοίκους της ενορίας Πιστοφάντων, ήταν νύκτα και βρισκόταν στην εκκλησία. Οι Λεβέντες αποχώρησαν αφού τους προσφέρθηκαν όλα τα κοσμήματα των γυναικών, τις οποίες πρόλαβαν οι κάτοικοι να κρύψουν μέσα στο δάσος.
2. Η παράδοση αναφέρει πολλές αρετές του Αλιτσά. Μεταξύ των άλλων αναφέρουν και ότι ενώ μια νύκτα κοιμόταν πάνω στα στάχια (ο τόπος όπου αλώνιζε ήταν το σημερινό «τ' αφκά τ’ άλών»), κάποια χήρα που είχε να θρέψει πολλά ορφανά ήλθε να κλέψει σιτάρι. Ο Αλιτσάς την κατάλαβε και κρατούσε την αναπνοή του, για να μην τον καταλάβει η φτωχή . Αφού γέμισε το τσουβάλι προσπαθούσε μάταια να σηκωθεί. Τότε ο Αλιτσάς άπλωσε το πόδι του...ήρεμα και έσπρωξε το τσουβάλι βοηθώντας την να σηκωθεί. Αυτή σηκώθηκε και έφυγε χωρίς να υποπτευτει την παρουσία του Αλιτσά. Πέθανε πλήρης ημερών και τάφηκε κάτω απο το σπίτι του Πέκονος, οπως λέγεται...
Με πληροφορίες απο τον λαογράφο Στάθη Ευσταθιάδη (Γεροστάθη) και τον Α' Ιστοριογράφο της Σαντάς Φίλιππο παπα Απ. Χειμωνίδη.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου