Και η τύχη αυτού του υπόλοιπου; Ταφόπετρα; Μέρος 2ο

Δευτέρα 9 Μαΐου 2016

I. Αλευράς: Έγινε η Συνθήκη της Λωζάνης, έγινε κατόπιν η Συνθήκη της  Άγκυρας. Η τελευταία ήταν μια μεγαλοφυής σύλληψη δυο μεγάλων ανδρών, του Ελευθερίου Βενιζέλου και του Κεμάλ Μουσταφά, για να σταματήσει η προαιώνια έριδα μεταξύ των δύο γειτονικών Χωρών, της Ελλάδος και της Τουρκίας.
 Δυστυχώς, όμως, η πολιτική αυτή δεν ακολουθήθηκε από την πλευρά της Τουρκίας, από τους διαδόχους του Κεμάλ  και έχουμε σήμερα τη σημερινή ρήξη και διένεξη. Ο κύριος λόγος της σύναψης αυτής της Συνθήκης ήταν αυτά. Μέσα στη Συνθήκη αυτή και για τον μεγάλο αυτό σκοπό εγκαταλείφθηκαν και οι αξιώσεις τις οποίες είχαμε επί της περιουσίας που εγκαταλείφθηκε από τους Έλληνες της Μικράς Ασίας.
Ήλθαν όμως οι δηλώσεις και οι πράξεις όλων των μετέπειτα δημοκρατικών Κυβερνήσεων και είπαν: Έναντι αυτών των αξιώσεων τις οποίες δεν έχετε πλέον από την περιουσία σας, θα σας αποκαταστήσουμε πλήρως. Δηλαδή αναγνώριζαν ότι τουλάχιστον η εδώ μουσουλμανική περιουσία έπρεπε να διατεθεί αποκλειστικά για την αποκατάσταση των προσφύγων στην Ελλάδα.
Τι έγινε μέχρι τώρα; Ποια πολιτική συνεχίζεται από μέρους της Κυβέρνησής σας;
Η μουσουλμανική περιουσία στα διάφορα στάδιά της υπέστη άγρια εκμετάλλευση. Το στοιχείο το οποίο παρέχεται στο βιβλίο του κυρίου Λαυρεντίδη είναι αρκετά χαρακτηριστικό: Επτά τοις εκατό εκ της περιουσίας εκείνης διατέθηκε για την αποκατάσταση των προσφύγων και το 93% σημαίνει ότι διασπαθίστηκε, σημαίνει ότι έγιναν καταχρήσεις - και έγιναν κατά το παρελθόν από διάφορες κυβερνήσεις - και θυμάμαι από μια ιστορική ανάμνηση που έντονα διατηρώ - πολλά σκάνδαλα κατά τη διαχείριση αυτής της περιουσίας. (Σημ. συγγραφέα: Κάνει λάθος εδώ ο I. Αλευράς: Διατέθηκε το 7% της περιουσίας των Ελλήνων που εγκαταλείφθηκε στην Τουρκία). Αλλά παρά τα σκάνδαλα αυτά, έφθασε να έχουν απομείνει 29.000 ακίνητα - και αν κάνω λάθος θα παρακαλέσω τον κύριο Προεδρεύοντα να με διορθώσει - που ανήκαν στην ανταλλάξιμη μουσουλμανική περιουσία, μέχρι το 1957. Είναι γεγονός αυτό ή δεν είναι;
Παράλληλα, γι αυτή τη περιουσία είχε δημιουργηθεί αυτό το περίφημο Ταμείο Ανταλλαξίμου Περιουσίας και Αποκαταστάσεως Προσφύγων Και τι συνέβη μ' αυτό το Ταμείο το οποίο υποτίθεται ότι εισέπραττε τα έσοδα από τη διαχείριση αυτής της ανταλλάξιμης μουσουλμανικής περιουσίας; Αυτά τα έσοδα δεν πήγαιναν στο Ταμείο αυτό. Το Υπουργείο σας και το Υπουργείο Οικονομικών, τα διέθετε για πολύ διαφορετικούς σκοπούς. Δηλαδή γίνεται μια καταδολίευση του ιερού χρήματος και του αναφαίρετου δικαιώματος των προσφύγων Και η καταδολίευση αυτή συνεχίζεται με την αναγγελία που κάνατε τώρα και λέτε ότι τα 29.000 ακίνητα - δεν ξέρω πιθανόν να είναι σήμερα λίγο λιγότερα, είναι περίπου γύρω σ' αυτόν τον αριθμό - περιέρχονται στην Κτηματική Εταιρεία του Δημοσίου (απευθύνεται στην τότε υφυπουργό Κοινωνικών Υπηρεσιών 'Αννα Συνοδινού).
Και μένει από την άλλη μεριά να χρωστάνε από την ίδια τους περιουσία οι πρόσφυγες και μένει ακόμα να μη έχουν αποκατασταθεί, κατά τους λογαριασμούς σας, 2.500 οικογένειες και κατά τους υπολογισμούς των προσφυγικών οργανώσεων περίπου 4.000 με 5.000 οικογένειες. Γιατί και σεις βάζετε το «περίπου»». Και σεις δεν γνωρίζετε πόσες είναι πράγματι οι αναποκατάστατες προσφυγικές οικογένειες. Όλα αυτά τα στοιχεία που παρουσιάζετε με τα «περίπου», με τα «ανευρίσκουμε στα αρχεία μας 50 οικογένειες λιγότερες αναποκατάστατες», με τα «δεν βρίσκουμε δικαιολογητικά», δείχνουν το χάος υπό το οποίο τελεί όλη αυτή η ιστορία αυτών των ατυχών πολιτών μας και ιδιαίτερα μέσα στο Υπουργείο σας Κοινωνικών Υπηρεσιών.
Το πρόβλημα είναι σαφέστατο. Υπάρχει μια περιουσία που ανήκει στους πρόσφυγες. Αν αυτή η περιουσία δεν μπορούσε να εκποιηθεί σήμερα, θα μπορούσε ανετότατα - και αυτή τη γενναία δήλωση θα περιμέναμε να κάνετε και αυτή τη γενναία πολιτική να διαγράψετε - να συναφθεί ένα δάνειο εσωτερικό ή διεθνές, με υπέγγυο αυτή την περιουσία και να γίνει αμεσότατα η αποκατάσταση των μη αποκατασταθέντων προσφυγικών οικογενειών και η παράλληλη διαγραφή των οφειλομένων χρεών («θέση» που είχε το άρθρο μου στο «Βήμα» στις 15 Μαΐου 1976 Γ. Λαμψίδης ).
Για όλα αυτά, και τα απομείναντα ακόμη λείψανα της μουσουλμανικής περιουσίας επαρκούν. Αρκεί να μη θελήσει το Κράτος να επωφεληθεί από τη δυστυχία των προσφύγων με την παραπέρα εκμετάλλευση της δικής του περιουσίας.
Σας τέθηκαν και άλλα θέματα, επί των οποίων δεν λάβατε σαφή θέση. Είπατε, ότι το νομοσχέδιο επί ένα χρόνο «περπατά»· και σύρεται, προσθέτω στο Υπουργείο Οικονομικών και ίσως μετά ένα χρόνο θα ψηφισθεί. Αυτό είναι απόδειξη της επιμέλειας, του ενδιαφέροντος και της ευσυγκινησίας η οποία κατέχει την Κυβέρνηση, για το θέμα των προσφύγων!
Δεν απαντήσατε επίσης σε ένα άλλο επίκαιρο θέμα, το οποίο φοβίζει και κατατρύχει την εδώ τάξη των προσφύγων. Η επαπειλούμενη από την εφαρμογή του νόμου περί οικιστικών περιοχών καταστροφή των οικισμών των προσφύγων και επίσης η επαπειλούμενη από τους συγκοινωνιακούς δακτυλίους σοβαρή βλάβη των οικισμών αυτών της περιοχής Πρωτευούσης.
Είπατε ακόμη, ότι για την διαγραφή των χρεών, αρμόδιο είναι το Υπουργείο Οικονομικών. Για το όνομα του Θεού! Δεν είναι απάντηση του εκπροσώπου της Κυβέρνησης αυτή. Σεις θα έπρεπε να μεταφέρετε επί του θέματος τις απόψεις ολόκληρης της Κυβέρνησης. Γιατί δεν ελέγχεσθε σεις. Ελέγχεται η Κυβέρνηση.
Όλα αυτά τα προβλήματα τα αφήσατε μετέωρα και φοβάμαι ότι αυτή η απαράδεκτη εκκρεμότητα, για την οποία η κύρια ευθύνη βαρύνει όλες τις κυβερνήσεις της Δεξιάς, όπως ορθότατα υπογραμμίσθηκε από όλους τους συναδέλφους, βαρύνει κατά τον αυτό βαθμό - γιατί αποτελεί η Κυβέρνησή σας συνέχεια της παράταξης της Δεξιάς - και την δική σας Κυβέρνηση.
Αυτό το δράμα πρέπει να τελειώσει. Πρέπει να τελειώσει και επαναλαμβάνω ότι είναι απλούστατη η λύση. Δεν είναι θέμα επιβάρυνσης. Υπάρχει η περιουσία. Έναντι αυτής της περιουσίας ας συναφθεί ένα δάνειο, αν δεν μπορεί ο Δημόσιος Προϋπολογισμός αμέσως, να καλύψει την δαπάνη αυτή, για να αποκατασταθούν οι προσφυγές και να διαγραφούν τα χρέη τους. Να δώσουμε επίσης τα παραχωρητήρια και να τελειώσει αυτό το δράμα, το οποίο κινδυνεύει να απασχολεί απαράδεκτα την ελληνική και εθνική ζωή περισσότερο από μισό και πλέον αιώνα.
Αυτό είναι το πρόβλημα. Είναι απλό και στη σύλληψή του και στη λύση την οποία έπρεπε να δώσετε. Επειδή όμως δεν υπάρχει ενδιαφέρον, δυστυχώς η λύση αυτή η ορθή, η δίκαιη, δεν δίνεται.
Και απλώς υπάρχουν σκόπιμες παρεκκλίσεις, που φοβάμαι ότι μετά 2 ή 3 ή 4 χρόνια θα έχουν ανοικτό το μεγάλο αυτό πρόβλημα, που έπρεπε να κλείσει, γιατί αποτελεί όχι μόνο εθνικό πρόβλημα, αλλά ανθρωπιστικό, κοινωνικό και βασικό πολιτικό πρόβλημα. Παρά ταύτα, το έχετε οδηγήσει σε καταστρατήγηση μόνιμη δικαιωμάτων, που έχουν οι Έλληνες, που προήλθαν από τη μικρασιατική τραγωδία. Έχετε μεταβάλλει έτσι το δικαίωμα σε ελεημοσύνη, με τη θλιβερή πολιτική σας.


Προεδρεύων (Ισαάκ Λαυρεντιδης). Επειδή με επεκαλέσθητε, είμαι υποχρεωμένος να πω, ότι η κ. υφυπουργός δεν άφησε καμία αμφιβολία, ότι η ανταλλάξιμος περιουσία ανήκει αποκλειστικώς εις τους πρόσφυγας και υπενθυμίζω, ότι επί υπουργίας του αειμνήστου Χέλμη, ως υπουργού Οικονομικών, είχε γίνει προσπάθεια, όπως έγινε και πολλές άλλες φορές, να φαλκιδευθή η ανταλλάξιμος περιουσία, να ενταχθή στα δημόσια κτήματα και να πάη στον δημόσιο κορβανά.
Επί υπουργίας Χελμη, ο τότε αρμόδιος διευθυντής του υπουργείου Οικονομικών, Θεοδωρόπουλος, είχε πει, ότι η περιουσία να περιέλθη στα δημόσια κτήματα και είπε, ότι θέμα προσφύγων δεν υπήρχε. Ηνοχλούντο να ακούουν ακόμα και την λέξιν πρόσφυγες. Και έφθασε μετά τόσα χρονιά να μη έχη τακτοποιηθή το θέμα ακόμη. Είπα μάλιστα, τότε, να μη γίνεται διάκρισις μεταξύ γηγενών και προσφύγων, έπειτα από τόσα χρόνια κοινής τύχης, να μη διαιρούμε τον κόσμο εις γηγενείς και πρόσφυγες. Κανείς δεν θέλει την διαίρεσιν αλλά πρέπει η περιουσία αυτή να διαφυλαχθή, κ. υφυπουργός, σε χωριστό, ίδιον τμήμα, και εις την περιουσίαν αυτήν το Δημόσιον δεν θα έχη τίποτε άλλο, παρά την ευθύνην διαχειριστού αλλοτρίας περιουσίας. Ανήκει εις την ολότητα των ανταλλαξίμων. Πρέπει οπωσδήποτε το γρηγορώτερον να αποκατασταθούν και αυταί, αι ελάχιστοι χιλιάδες οικογενειών που μένουν ακόμη αναποκατάστατοι.
Όταν το θέμα ετέθη υπ' όψιν του αειμνήστου Κωνσταντίνου Τσαλδάρη, είπε, ότι δεν χωρεί συζήτησις, ότι η περιουσία αυτή είναι των υπαχθέντων εις την υποχρεωτικήν ανταλλαγήν πληθυσμών, των προσφύγων και έτσι θα διαφυλαχθή. Δυστυχώς βλέπω, ότι επιχειρείται κατά καιρούς η περιουσία αυτή να περιέλθη εις το δημόσιον. Πρέπει να αποτραπή τοιαύτη σκέψις και ενέργεια. Το Δημόσιο, απλώς την διαχείρισιν έχει και εξ αυτής ευθύνην, πλέον δε της διαχειρίσεως τίποτε άλλο. Είναι σοβαρό, ότι και η κ. υφυπουργός την ίδιαν γνώμη έχει, άλλωστε εις την καλλίστην και εξόχως διαφωτιστικήν αγόρευση της, σαφώς αυτήν την εντύπωσιν άφησε.

Μερκούρης Κυρατσούς. Κύριε Πρόεδρε το θέμα που συζητούμε σήμερα έχει τεράστια ηθική αξία και κοινωνική σημασία, αφού αφορά τους αναποκατάστατους αυτούς πρόσφυγες. Ύστερα από 57 χρόνια το Ελληνικό Κοινοβούλιο έρχεται να συζητήσει επερώτηση για το θέμα των ξερριζωμένων αυτών ανθρώπων.
Αντιλαμβάνομαι, ότι η κ. υφυπουργός βρίσκεται σε δυσχερή θέση και συμμερίζομαι την ευαισθησία που εξεδήλωσεν, αλλά ας μου επιτρέψει να σημειώσω ότι δεν φθάνει μόνο η ευαισθησία της. Χρειάζεται η εκδήλωσή σοβαρού και θετικού κρατικού ενδιαφέροντος. Το θέμα αιωρείται επί 57 χρόνια και εξακολουθεί δυστυχώς να αιωρείται και να περιμένει την λύση του, ενώ πέρασαν 5 χρόνια μετά την μεταπολίτευση.
Η μη αποκατάσταση των τραγικών αυτών ανθρώπων, κατά την δική μου αντίληψη, οφείλεται σε δύο κυρίως λόγους που εκπηγάζουν από την ίδια βαθύτερη αιτία και αλληλοκαλύπτονται: Ο ένας λόγος αναφέρεται στο γεγονός, ότι το Κράτος, οι Κυβερνήσεις, που πέρασαν, δεν θέλησαν να εκποιήσουν την ανταλλάξιμη περιουσία και δεν διάθεσαν τα οφειλόμενα κονδύλια για αποκατάσταση των προσφύγων. Έχω υπ' όψη μου του βιβλίου του κ. Πρόεδρεύοντος, στο οποίο αναφέρεται, ότι από την ανταλλάξιμη περιουσία εκποιήθηκε ποσοστο μόνο 7%. (Το ίδιο λάθος επαναλαμβάνει εδώ ο ρήτορας, Γ. Λαμ.).
 Το ίδιο ποσοστό προκύπτει και από άλλα επίσημα στοιχεία και έτσι η πολιτεία αθέτησε υποχρεώσεις της, που προκύπτουν από διεθνείς συμβάσεις. Αντιλαμβάνεστε πλέον, κύριοι συνάδελφοι, πόσο ηθικά και κοινωνικά ανεπίτρεπτη και νομικά απαράδεκτη ήταν η πολιτική των Κυβερνήσεων, της δεξιάς, που πέρασαν μέχρι και σήμερα.
Ο δεύτερος λόγος που επικαλύπτει, αλλά και επεξηγεί τον πρώτο λόγο, γιατί ανάγεται στην ίδια αίτια, είναι ο ακόλουθος: Η αστοργία της πολιτείας προς τους πρόσφυγες οφείλεται στο γεγονός, ότι οι άνθρωποι αυτοί, αφού ξεριζώθηκαν και ήρθαν στην Ελλάδα, προσδέθηκαν με τη φιλελεύθερη παράταξη και γι αυτόν το λόγο εκδηλώθηκε εχθρότητα και όχι μόνο αδιαφορία προς αυτούς. Γιατί είχαν ενστερνισθεί τις αρχές, τις πεποιθήσεις μιας συγκεκριμένης πολιτικής παράταξης. Ήρθε αργότερα η ψήφιση του Ν.Δ. 357/56, που όμως δεν ρύθμισε τίποτε θετικά και καμία πληγή δεν θεράπευσε.

Π. Κανελλόπουλος: Ο αξιότιμος συνάδελφος που μίλησε προ ολίγου, αναφέρθηκε εις τους λόγους, οι οποίοι έκαναν ορισμένα Κόμματα, τα Κόμματα όπως είπε της δεξιάς, να μη θέλουν να ικανοποιήσουν τις ανάγκες των προσφύγων. Είπε ότι υπήρχε κάποια εχθρότητα απέναντι αυτών των ανθρώπων, επειδή είχαν ταχθεί με το Κόμμα των Φιλελευθέρων. Δεν είμαι υπερασπιστής κανενός Κόμματος.
Το 1935 ξεκίνησα στην πολιτική μόνος και αφού εγκατέλειψα το Κόμμα, το οποίο παραδοσιακά ήταν συνδεδεμένο με την οικογένεια μου. Αλλά είμαι υποχρεωμένος να πω την αλήθεια και η αλήθεια δεν ευρίσκεται εκεί που την επεσήμανε ο κύριος συνάδελφος.
Αναμφισβήτητα, ο αντιβενιζελικός κόσμος κατά ένα ποσοστό είχε παρασυρθεί σε μία αντίθεση ψυχική προς τους πρόσφυγας, για τον λόγο που είπατε και αυτό είναι κακό και το καυτηρίασα μάλιστα στα 50 χρόνια μετά από την καταστροφή σε μια μεγάλη επιστολή που έστειλα στον μακαρίτη και θαυμάσιο φίλο μου, το Βενέζη, επιστολή που δημοσιεύτηκε στη «Νέα Εστία» 
Τα έζησα αυτά τα γεγονότα και είχα βαθύτατα θλιβεί και αγανακτήσει που είχαν παρασυρθεί. Γιατί εμάς τους Ελληνες μας παρασύρει η πολιτική σε εξωφρενισμούς και σε αδικίες. Δεν συμμερίστηκα προσωπικά ποτέ αυτή την αηδή στάση, αλλά πρέπει να πω ότι αι Κυβερνήσεις, τις οποίες εγώ δεν υπεστήριξα, διότι ήμουν τότε σε πολιτικη δράση, όταν μπήκα στην πολιτική δράση εστράφηκα και εναντίον των Κυβερνήσεων αυτών, οι κυβερνήσεις, λέγω, εκείνες, μετά το 1933 έδειξαν μεγάλη διάθεση και στοργή έναντι των ανθρώπων αυτών και επέλεξαν ως Υπουργό Προνοίας, ως αρμόδιο Υπουργό για τον τομέα αυτό, ένα φανατικό Βενιζελικό και έξοχο άντρα τον Μιχαήλ Κύρκο, το πατέρα του αγαπητού και εξαίρετου συνάδελφου μας, Λεωνίδα Κύρκου. Και αργότερα οι Κυβερνήσεις για τις οποίες έχω και εγώ ευθύνη, οι Κυβερνήσεις του Συναγερμού, επέλεξαν επίσης δύο έξοχους πρόσφυγες για το Υπουργείο αυτό, τον Γιαβάσογλου και τον Σολομωνίδη, παλαιούς Φιλελεύθερους, Βενιζελικούς που είχαν νομίσει την στιγμή εκείνη ότι έπρεπε να συμπαραταχθούν με τον Ελληνικό Συναγερμό υπό τον Στρατάρχη Παπάγο και με εμάς.
Και αργότερα οι Κυβερνήσεις της ΕΡΕ - σε περίοδο κατά την οποία δεν ανήκα στην ΕΡΕ, διότι μπήκα στην ΕΡΕ το 1959, ήμουν ανεξάρτητος από το 1956 έως το 1959 - επέλεξαν ως πρώτο ή δεύτερο Υπουργό Προνοίας - αν θυμάμαι καλά - για να δείξουν την εχθρότητα - όπως είπατε - απέναντι των προσφύγων, ένα έξοχο παλαιό Βενιζελικό πρόσφυγα, τον αείμνηστο Λεβαντή.
Ας μη λέμε λοιπόν εκείνα τα οποία δεν είναι ακριβή. Ακριβές είναι ότι σημειώθηκαν ανωμαλίες. Ακριβές είναι, και έχετε δίκαιο και σεις και όλοι οι κύριοι συνάδελφοι του ΠΑΣΟΚ που εξεφράσατε την αγανάκτηση σας, ότι εξακολουθεί να υπάρχει τέτοιο πρόβλημα, και την αγανάκτηση σας την συμμερίζομαι, διότι συμμεριζόμενος την αγανάκτηση σας κατά κάποιο τρόπο, στρέφω την αγανάκτηση αυτή και εναντίον του εαυτού μου, που ήμουν σε μια ορισμένη περίοδο, για πολλά χρονιά, σε Κυβερνήσεις της λεγόμενης Δεξιάς.
Δε θα υπερασπισθώ τις Κυβερνήσεις αυτές, διότι θα εσήμαινε ότι υπερασπίζομαι τον εαυτό μου. Θα αρκεσθώ να πω ότι η Κυβέρνηση του Συναγερμού ήλθε στην εξουσία, υστέρα από δυο χρονιά που εκυβέρνησε το Κέντρο και μάλιστα ένας έξοχος εκπρόσωπός της αριστεράς μερίδας του Κέντρου, ο Στρατηγός Πλαστήρας, και επέλεξεν ο Ελληνικός Συναγερμός τους δύο διακεκριμένους πρόσφυγες, τον Γιαβάσογλου και τον Σολομωνίδη για το Υπουργείο αυτό.
 Αλλά πρέπει επίσης - χωρίς να θέλω να μειώσω την ευθύνη που είχαμε όταν βρεθήκαμε στην εξουσία, ύστερα από την λαίλαπα της 10ετιας του 1940-1949 - πρέπει να πω ότι η Ελλάς ήταν συντρίμμια. Κάποιες ευθύνες βεβαίως έχομε και βαριές ευθύνες, διότι έπρεπε να είχαμε κατορθώσει να λύσουμε οριστικά το πρόβλημα. Αλλά ελαφρυντικά υπάρχουν από το 1933. Ανέλαβε βεβαίως ο αείμνηστος Μιχαήλ Κύρκος, αλλά τι να κάνει σε μία 2ετία ή 3ετία, η οποία ήταν γεμάτη ανωμαλίες, συνδεδεμένη με δολοφονικές απόπειρες και μάλιστα πρωτοφανούς αγριότητος εναντίον του Ελευθερίου Βενιζέλου, με μια συνεδρίαση σε αυτή τη Βουλή, που ανάγκασε τον Ελευθέριο Βενιζέλο να διακόψει στην μέση τον τελευταίο λόγο που εξεφώνησε στη ζωή του, με ένα κίνημα, όπως ήταν το κίνημα του 1935, και από εκεί και πέρα ήλθε η δικτατορία. Δεν έχω ανάγκη να την υπερασπιστώ, ούτε να την κατηγορήσω.
Ήμουν καθ όλο το διάστημα της Δικτατορίας εξόριστος επί τέσσερα έτη
Όσο για την περίοδο μετά το 1950 δεν θέλω να δικαιολογήσω την ελλιπή αντιμετώπιση του προβλήματος όλων των Κυβερνήσεων και του Κέντρου και του Συναγερμού και της ΕΡΕ, αλλά είχαμε προβλήματα τεράστια να αντιμετωπίσουμε. Εκείνο πάντως το οποίο με έκανε να λάβω τον λόγο, είναι ότι δεν επιτρέπεται να αποδίδουμε τα αισθήματα, που μία κατώτερης στάθμης μερίδα του αντιβενιζελικού κόσμου είχε έναντι των προσφύγων, στους ηγέτες του Αντιβενιζελισμού, γιατί και ο Παναγής Τσαλδάρης επέλεξε τον αείμνηστο Μιχάλη Κύρκο, και ο Παπάγος τον Γιαβάσογλου και τον Σολομωνίδη
Οι επιλογές αυτές τι δείχνουν; Δεν θα το αρνηθείτε, δείχνουν μίαν πραγματική στοργή. Αν αυτή η στοργή είχε έμπρακτα αποτελέσματα ή όχι και πόσα, αυτό είναι άλλο ζήτημα. Και εκεί έχετε το δικαίωμα να κρίνετε και να κατακρίνετε. Αλλά μη αποδίδετε τα αισθήματα αυτά σε εκείνους, που από το 1925 είχαν αναλάβει την ηγεσία ευθύνης των Κομμάτων της αντιβενιζελικής παρατάξεως. Ευχαριστώ.


Γιώργος Λαμψίδης



Share

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

 
Copyright © 2015 Santeos
| Design By Herdiansyah Hamzah