Ο χορός, όπως χαρακτηριστικά γράφει σε άρθρο του ο Ευάγγελος Φραγκίδης στην Ποντιακή Εστία, είναι μία από τις καλές τέχνες που εκφράζεται με αρμονικές και ρυθμικές κινήσεις των άκρων, χεριών και ποδιών, καθώς και του σώματος του χορευτή. Η ετυμολογία της λέξης χορός προέρχεται από τους αρχαίους που την ονόμαζαν όρχηση, από το ρήμα ορχέομαι.
Για τους Έλληνες του Πόντου, ο χορός δεν είναι μόνο τρόπος διασκέδασης και εκτόνωσης, είναι ο πιο ζωντανός τρόπος έκφρασης της λαϊκής ψυχής αλλά και της ίδιας της ζωής. Οι χορευτικοί ρυθμοί αιώνες τώρα περπατούν σταθερά με τους χορευτές κάθε γενιάς στους δρόμους των καιρών.
Σε όλες τις κοινωνικές εκδηλώσεις της ζωής των Ποντίων στην ιστορική μας πατρίδα τον Πόντο, στα αρραβωνιάσματα, τους γάμους, τα βαφτίσια, στις ονομαστικές εορτές, πάντα υπήρχε ανάμεσά τους ο λυράρης, που δεν αργούσε με τις δοξαριές του να ξεσηκώσει τις παρέες για χορό.
Συχνά τα απογεύματα στα καφενεία οι άνδρες μετά την κοπιαστική μέρα συγκεντρωνόταν παρέες παρέες για να πιουν το «ρακόπον» και να σχολιάσουν τη μέρα που πέρασε, να ανταλλάξουν ειδήσεις όχι μόνο για τα όσα συνέβαιναν στο χωριό τους αλλά και για όσα καθημερινά διαδραματίζονταν στον Πόντο.
Ο χορός ήταν συνυφασμένος με τη ζωή στον Πόντο. Η σέρρα (πυρρίχιος χορός), το τικ, το κότσαρι, η λεμόνα, η τρυγώνα, το ομάλ, η λετσίνα, το διπάτ, το κοτσαγκέλ, τ’ εμπροπί ’σ βρίσκονταν στο καθημερινό χορευτικό ρεπερτόριο κάθε συντροφιάς. Οι χορευτές σχημάτιζαν μικρούς κύκλους, πιανόταν σφιχτά χέρι χέρι και χόρευαν όλοι με την ίδια ένταση, το ίδιο πάθος, σχεδόν εκστατικά, από τον πρώτο που οδηγούσε το χορό μέχρι τον τελευταίο που έκλεινε τον κύκλο.
Στους χορευτικούς κύκλους σύμβολο ισότητας, ομόνοιας και σύμπνοιας μεταξύ τους, κανείς δεν σολάριζε, κανείς δεν ζητούσε από τους οργανοπαίχχες να παίξει ένα σκοπό μόνο γι’ αυτόν. Όλοι συμμετείχαν ίσα, δένονταν σωματικά και ψυχικά, ενώνοντας τα συναισθήματά τους και εκδηλώνοντάς τα ομαδικά. Βρίσκονταν αντικριστά για να αλληλοελέγχονται και να μπορούν με καθαρότητα να κοιτάζονται στα μάτια.
Αντιμετώπιζαν το χορό, όπως και τη ζωή στο χωριό, εκεί όπου όλοι μαζί είχαν το βάρος και την ευθύνη για την επιβίωση της κοινότητας. Οι χορευτικές ομάδες δεν απλώνονταν, πρόσεχαν, χόρευαν μαζεμένες. Πότε το ψυχρό κλίμα, πότε οι καλοκαιρινές βροχές, μα κυρίως οι απαραίτητες προφυλάξεις που έπρεπε συχνά να παίρνουν στα 455 χρόνια της τουρκικής κατοχής που βίωναν τους υποχρέωναν να είναι προσεκτικοί, πάντα έτοιμοι, ο ένας κοντά στον άλλο.
Οι χοροί αποτελούσαν εκδήλωση των συναισθημάτων τους, ενώ πολλές φορές, όταν συνοδεύονταν από επικά τραγούδια, αυτά συμβόλιζαν για τους χορευτές κάτι βαθύτερο. Τότε κάθε φιγούρα τους, κάθε κίνηση συμβόλιζε μια πράξη, συναισθήματα (οργή, χαρά κλπ.), μια ενέργεια.
Ο πυρρίχιος χορός (Σέρα) είχε σταθμούς και επεισόδια με δραματική ή επική κατάληξη.
Οι ποντιακοί χοροί, μαζί με την ποντιακή μουσική και τα δίστιχά της (όπως γράφει και ο Ευάγγελος Φραγκίδης) είναι αυτά που αντέχουν μέσα στο χρόνο και σίγουρα μέσα από αυτά οι επόμενες γενιές θα κρατούν ζωντανή την ιστορία και την παράδοση αιώνων, τη μνήμη για την ιστορική πατρίδα του Πόντου.
Ανάμεσά τους οι μουσικοί, βιολιτζήδες, λυράρηδες, ζουρνατζήδες, νταουλτζήδες, τουλουμτζήδες, κλαριντζήδες, γαβαλοπαίκτες, έπαιζαν παρακολουθώντας τους χορευτές και ακολουθώντας το ρυθμό της μουσικής τους.
Ο πυρρίχιος χορός ή Σέρα χορός
Ο χορός ο οποίος έχει τη σφραγίδα της ποντιακής λεβεντιάς και αποτελεί το κορύφωμα όλων των ποντιακών χορών είναι ο πυρρίχιος. Πρόκειται για έναν πανάρχαιο πολεμικό πανελλήνιο χορό που μαρτυρείται από τους μυθικούς χρόνους.
Τον τραγούδησαν ο Όμηρος, ο Πλάτωνας, ο Λυσίας, ο Ξενοφώντας, ο Λουκιανός, ενώ τον χόρευαν οι Κουρήτες της Κρήτης κι οι Κορύβαντες της Μικρός Ασίας, οι Αθηναίοι στα Παναθήναια, οι Σπαρτιάτες στα Διοσκούρια και οι θρυλικοί ακρίτες στον Πόντο.
Οι αρχαίοι πίστευαν ότι ο πυρρίχιος ήταν επινόηση της θεάς Αθηνάς ή των Διόσκουρων, ενώ άλλοι υποστήριζαν ότι επινοητές του χορού αυτού ήταν οι Κουρήτες και ότι ο χορός αυτός προήλθε από την Κρήτη. Αναφέρουν δε ως πρωτοχορευτή του χορού τον ήρωα του Τρωικού πολέμου Πύρριχον από την Κρήτη, που ετοίμαζε πολεμιστές στην αρχαία Ελλάδα, και ο χορός αυτός ήταν η ψυχαγωγία και η γυμναστική των ανίκητων πολεμιστών.
Οι εκδοχές που υπάρχουν για τον εν λόγω χορό είναι πολλές. Επικρατέστερη θεωρώ αυτή που διατυπώνει ο Όμηρος:
Όταν στον Τρωικό πόλεμο σκοτώθηκε ο αγαπημένος φίλος του Αχιλλέα Πάτροκλος, από τον 'Εκτορα, ο Πύρριχος, αχώριστος φίλος του, τόσο πολύ πόνεσε για το θάνατό του, ώστε θέλοντας να διώξει τη λύπη του άρχισε να χορεύει γύρω από το νεκρό σώμα του φίλου του. Παρών στο χορό ήταν και ο Αχιλλέας, ο οποίος θέλοντας να τιμήσει τον κοινό τους φίλο, διέταξε να γίνονται αγώνες προς τιμήν του Πάτροκλου στην Τροία. Ακολούθησε χορός του Πύρριχου μαζί με ένοπλους συμπολεμιστές τους την ώρα που η φωτιά έκαιγε το σώμα του Πάτροκλου, εξαγνίζοντάς το.
Οι χορευτές στο χορό αυτό μιμήθηκαν όλες τις αμυντικές και επιθετικές κινήσεις των χορευτών στη μάχη. Ο πυρρίχιος χορεύτηκε με τη συνοδεία λύρας ή αυλού και οι χορευτές έφεραν ασπίδα, δόρυ, ξίφος και κατά τις διάφορες φάσεις του χορού ο ένας επιτίθετο και ο άλλος αμυνόταν. Ο χορός αυτός μεταφέρθηκε στην αρχαία Ελλάδα και αποτέλεσε και ολυμπιακό αγώνισμα.
1908 : Γλέντι στα Σούρμενα |
Για τους Έλληνες του Πόντου, ο χορός δεν είναι μόνο τρόπος διασκέδασης και εκτόνωσης, είναι ο πιο ζωντανός τρόπος έκφρασης της λαϊκής ψυχής αλλά και της ίδιας της ζωής. Οι χορευτικοί ρυθμοί αιώνες τώρα περπατούν σταθερά με τους χορευτές κάθε γενιάς στους δρόμους των καιρών.
Σε όλες τις κοινωνικές εκδηλώσεις της ζωής των Ποντίων στην ιστορική μας πατρίδα τον Πόντο, στα αρραβωνιάσματα, τους γάμους, τα βαφτίσια, στις ονομαστικές εορτές, πάντα υπήρχε ανάμεσά τους ο λυράρης, που δεν αργούσε με τις δοξαριές του να ξεσηκώσει τις παρέες για χορό.
Συχνά τα απογεύματα στα καφενεία οι άνδρες μετά την κοπιαστική μέρα συγκεντρωνόταν παρέες παρέες για να πιουν το «ρακόπον» και να σχολιάσουν τη μέρα που πέρασε, να ανταλλάξουν ειδήσεις όχι μόνο για τα όσα συνέβαιναν στο χωριό τους αλλά και για όσα καθημερινά διαδραματίζονταν στον Πόντο.
Ο χορός ήταν συνυφασμένος με τη ζωή στον Πόντο. Η σέρρα (πυρρίχιος χορός), το τικ, το κότσαρι, η λεμόνα, η τρυγώνα, το ομάλ, η λετσίνα, το διπάτ, το κοτσαγκέλ, τ’ εμπροπί ’σ βρίσκονταν στο καθημερινό χορευτικό ρεπερτόριο κάθε συντροφιάς. Οι χορευτές σχημάτιζαν μικρούς κύκλους, πιανόταν σφιχτά χέρι χέρι και χόρευαν όλοι με την ίδια ένταση, το ίδιο πάθος, σχεδόν εκστατικά, από τον πρώτο που οδηγούσε το χορό μέχρι τον τελευταίο που έκλεινε τον κύκλο.
Στους χορευτικούς κύκλους σύμβολο ισότητας, ομόνοιας και σύμπνοιας μεταξύ τους, κανείς δεν σολάριζε, κανείς δεν ζητούσε από τους οργανοπαίχχες να παίξει ένα σκοπό μόνο γι’ αυτόν. Όλοι συμμετείχαν ίσα, δένονταν σωματικά και ψυχικά, ενώνοντας τα συναισθήματά τους και εκδηλώνοντάς τα ομαδικά. Βρίσκονταν αντικριστά για να αλληλοελέγχονται και να μπορούν με καθαρότητα να κοιτάζονται στα μάτια.
Αντιμετώπιζαν το χορό, όπως και τη ζωή στο χωριό, εκεί όπου όλοι μαζί είχαν το βάρος και την ευθύνη για την επιβίωση της κοινότητας. Οι χορευτικές ομάδες δεν απλώνονταν, πρόσεχαν, χόρευαν μαζεμένες. Πότε το ψυχρό κλίμα, πότε οι καλοκαιρινές βροχές, μα κυρίως οι απαραίτητες προφυλάξεις που έπρεπε συχνά να παίρνουν στα 455 χρόνια της τουρκικής κατοχής που βίωναν τους υποχρέωναν να είναι προσεκτικοί, πάντα έτοιμοι, ο ένας κοντά στον άλλο.
Οι χοροί αποτελούσαν εκδήλωση των συναισθημάτων τους, ενώ πολλές φορές, όταν συνοδεύονταν από επικά τραγούδια, αυτά συμβόλιζαν για τους χορευτές κάτι βαθύτερο. Τότε κάθε φιγούρα τους, κάθε κίνηση συμβόλιζε μια πράξη, συναισθήματα (οργή, χαρά κλπ.), μια ενέργεια.
Ο πυρρίχιος χορός (Σέρα) είχε σταθμούς και επεισόδια με δραματική ή επική κατάληξη.
Οι ποντιακοί χοροί, μαζί με την ποντιακή μουσική και τα δίστιχά της (όπως γράφει και ο Ευάγγελος Φραγκίδης) είναι αυτά που αντέχουν μέσα στο χρόνο και σίγουρα μέσα από αυτά οι επόμενες γενιές θα κρατούν ζωντανή την ιστορία και την παράδοση αιώνων, τη μνήμη για την ιστορική πατρίδα του Πόντου.
Ανάμεσά τους οι μουσικοί, βιολιτζήδες, λυράρηδες, ζουρνατζήδες, νταουλτζήδες, τουλουμτζήδες, κλαριντζήδες, γαβαλοπαίκτες, έπαιζαν παρακολουθώντας τους χορευτές και ακολουθώντας το ρυθμό της μουσικής τους.
Βάλιας Σεμερτζίδης 1982 |
Ο πυρρίχιος χορός ή Σέρα χορός
Ο χορός ο οποίος έχει τη σφραγίδα της ποντιακής λεβεντιάς και αποτελεί το κορύφωμα όλων των ποντιακών χορών είναι ο πυρρίχιος. Πρόκειται για έναν πανάρχαιο πολεμικό πανελλήνιο χορό που μαρτυρείται από τους μυθικούς χρόνους.
Τον τραγούδησαν ο Όμηρος, ο Πλάτωνας, ο Λυσίας, ο Ξενοφώντας, ο Λουκιανός, ενώ τον χόρευαν οι Κουρήτες της Κρήτης κι οι Κορύβαντες της Μικρός Ασίας, οι Αθηναίοι στα Παναθήναια, οι Σπαρτιάτες στα Διοσκούρια και οι θρυλικοί ακρίτες στον Πόντο.
Οι αρχαίοι πίστευαν ότι ο πυρρίχιος ήταν επινόηση της θεάς Αθηνάς ή των Διόσκουρων, ενώ άλλοι υποστήριζαν ότι επινοητές του χορού αυτού ήταν οι Κουρήτες και ότι ο χορός αυτός προήλθε από την Κρήτη. Αναφέρουν δε ως πρωτοχορευτή του χορού τον ήρωα του Τρωικού πολέμου Πύρριχον από την Κρήτη, που ετοίμαζε πολεμιστές στην αρχαία Ελλάδα, και ο χορός αυτός ήταν η ψυχαγωγία και η γυμναστική των ανίκητων πολεμιστών.
Οι εκδοχές που υπάρχουν για τον εν λόγω χορό είναι πολλές. Επικρατέστερη θεωρώ αυτή που διατυπώνει ο Όμηρος:
Όταν στον Τρωικό πόλεμο σκοτώθηκε ο αγαπημένος φίλος του Αχιλλέα Πάτροκλος, από τον 'Εκτορα, ο Πύρριχος, αχώριστος φίλος του, τόσο πολύ πόνεσε για το θάνατό του, ώστε θέλοντας να διώξει τη λύπη του άρχισε να χορεύει γύρω από το νεκρό σώμα του φίλου του. Παρών στο χορό ήταν και ο Αχιλλέας, ο οποίος θέλοντας να τιμήσει τον κοινό τους φίλο, διέταξε να γίνονται αγώνες προς τιμήν του Πάτροκλου στην Τροία. Ακολούθησε χορός του Πύρριχου μαζί με ένοπλους συμπολεμιστές τους την ώρα που η φωτιά έκαιγε το σώμα του Πάτροκλου, εξαγνίζοντάς το.
Οι χορευτές στο χορό αυτό μιμήθηκαν όλες τις αμυντικές και επιθετικές κινήσεις των χορευτών στη μάχη. Ο πυρρίχιος χορεύτηκε με τη συνοδεία λύρας ή αυλού και οι χορευτές έφεραν ασπίδα, δόρυ, ξίφος και κατά τις διάφορες φάσεις του χορού ο ένας επιτίθετο και ο άλλος αμυνόταν. Ο χορός αυτός μεταφέρθηκε στην αρχαία Ελλάδα και αποτέλεσε και ολυμπιακό αγώνισμα.
Οι Έλληνες του Πόντου ήταν αυτοί που τον διατήρησαν και τον μετέφεραν μέχρι τις μέρες μας.
Ο ιστορικός και γεωγράφος Στράβων από την Αμάσεια του Πόντου αναφέρει ως εφευρέτη του τον Νεοπτόλεμο, το γιο του Αχιλλέα.
Την ίδια αναγκαιότητα εξυπηρετούσε ο πυρρίχιος χορός και στο Πόντο. Χορεύονταν από τους ασύγκριτους χορευτές της περιοχής του ποταμού Σέρα της Τραπεζούντας από όπου πήρε και το ποντιακό όνομά του «Σέρα χορός».
Στέφανος Τανιμανίδης
Στέφανος Τανιμανίδης
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου