Η φυγή των Ελλήνων από την Κωνσταντινούπολη

Πέμπτη 17 Δεκεμβρίου 2015

Η πολιτεία των αντίσκηνων στις όχθες του Έβρου
Άλλη μια ομάδα 25.000 προσφύγων είχε συγκεντρωθεί στην είσοδο της Κωνσταντινούπολης, κατά μήκος των στενών των Δαρδανελίων, ενόσω ο στρατός των εθνικιστών προχωρούσε κυκλικά, βόρεια από την κατακτημένη Σμύρνη. Φτάνοντας στην πρωτεύουσα, όπου ανέμιζαν σι πράσινες σημαίες του ιερού πολέμου και ανάβλυζε το αίμα απ’ τις θυσίες των κριαριών, εν μέσω θερμών χαιρετισμών, ο έκτακτος αρμοστής ύστερα από πολλές συσκέψεις με τους επικεφαλής των Συμμάχων, έβγαλε την παρακάτω ανακοίνωση: «Δεδομένου ότι από σήμερα το μεσημέρι η κυβέρνηση της πόλης δεν υφίσταται πλέον, αναλαμβάνω τον έλεγχο».
Εκείνο το βράδυ όλοι οι μιναρέδες της Κωνσταντινούπολης είχαν φωταγωγηθεί όπως στις γιορτές. Μπροστά από τις ξένες πρεσβείες, στη συνοικία Πέραν, είχαν συγκεντρωθεί πλήθη Τούρκων φοιτητών που φώναζαν: «Κάτω η μοναρχία! Ζήτω η νέα Τουρκία!» Κατόπιν τούτου, όσοι Έλληνες είχαν τη δυνατότητα να φύγουν από την πρωτεύουσα το έπραξαν.
Την Παρασκευή, ημέρα του Σελαμλίκ - κατά την οποία, σύμφωνα με την παράδοση, ο σουλτάνος πήγαινε στην προσευχή-, τα πλήθη των μωαμεθανών περίμεναν μάταια το μονάρχη, αφού ο Μωάμεθ ΣΤ' το είχε σκάσει για τη Μάλτα την προηγούμενη νύχτα. 
Οι εθνικιστικές δυνάμεις μπήκαν τελικά στην πόλη. Διέσχισαν τη γέφυρα του Γαλατά, βαδίζοντας πάνω στα στρωμένα με λουλούδια καλντερίμια όπου κυλούσε το αίμα των κριαριών, και ανέβηκαν στο λόφο του Γαλατά, αφού πέρασαν μια θάλασσα από κόκκινα φέσια. Σειρήνες στρίγκλιζαν στην Ευρώπη και στην Ασία, μεταφέροντας παντού την είδηση ότι σι Τούρκοι γύρισαν πίσω στην Κωνσταντινούπολη.
Αμέσως μετά τα γεγονότα αυτά το εθνικιστικό διάταγμα τοιχοκολλήθηκε σ’ όλες τις περιοχές της Μικράς Ασίας. Ανακοίνωνε επίσημα ότι παρεχόταν η «άδεια» σ’ όλους τους αλλόθρησκους να εγκαταλείψουν τη χώρα μέχρι και την 30ή Νοεμβρίου. Πολύ σύντομα όλοι οι εναπομείναντες χριστιανοί στο εσωτερικό της Μικράς Ασίας έφυγαν μαζικά προς τις ακτές της Μαύρης Θάλασσας.
Πρόσφυγας στο λιμάνι της Σαμψούντας

Σχεδόν ταυτόχρονα 40.000 γυναίκες, παιδιά και γέροι -οι άντρες κρατήθηκαν ως αιχμάλωτοι πολέμου- κατέκλυσαν το λιμάνι της Σαμψούντας. Μέσα σε τρεις βδομάδες άλλοι 250.000 πρόσφυγες πορεύονταν με βαριά βήματα στους χιονισμένους δρόμους που οδηγούσαν στην Τραπεζούντα, στη Σινώπη και στην Ινέπολη.
Η «άδεια» ερμηνεύτηκε ως «απέλαση». Από διάφορα σημεία της ενδοχώρας, μέχρι και σε 800 χιλιόμετρα απόσταση από τα παράλια, χωρικοί και κάτοικοι των πόλεων μαζεύονταν και με τις πλάτες κυρτές από το βάρος των σκεπασμάτων και των μωρών τους έριχναν μια τελευταία ματιά στο σπίτι και στ’ αμπέλι τους και ξεκινούσαν να διασχίσουν την παγωμένη πεδιάδα.
Από τη μια ερημωμένες από πλοία προκυμαίες, όπως στο λιμάνι της Σμύρνης, από την άλλη λιμάνια της Μαύρης Θάλασσας πλημμυρισμένα από ανθρώπους που κοιμόνταν στα πεζοδρόμια, εξαθλιωμένοι, καταρρακωμένοι και τσακισμένοι απ’ τις αρρώστιες. Όμως, όλοι αυτοί λίγες βδομάδες νωρίτερα ήταν νοικοκυραίοι αγρότες. Το χάσμα θα γεφυρωνόταν τελικά με τον ερχομό των ελληνικών πλοίων με τις αστερόεσσες να κυματίζουν. Λίγο πιο πίσω ακολουθούσαν τα αμερικανικά αντιτορπιλικά.
Τον Ιανουάριο του 1923 ογδόντα χιλιάδες πρόσφυγες, το ένα δέκατο δηλαδή του τέταρτου αλλά πιο ορμητικού κύματος της μεγάλης αυτής προσφυγιάς, έφτασαν στην Ελλάδα. Η χώρα υπέφερε από την ατελείωτη εισροή προσφύγων, που στο τέλος έγινε τόσο δυσβάσταχτη, ώστε η Αθήνα αναγκάστηκε να κλείσει επισήμως τις πύλες της, διαμαρτυρόμενη για τις συνεχιζόμενες «απελάσεις».
Εναλλακτική λύση ήταν, όπως φάνηκε, σι αχρηστευμένοι στρατώνες και οι στάβλοι γύρω από την Κωνσταντινούπολη: Μια μεγάλη «χωματερή» για να στοιβαχτεί το πλήθος των 100.000 Ελλήνων της Ανατολίας, όπου η θνησιμότητα ξεπερνούσε τις 300 ψυχές τη μέρα.

National Geographic Magazine


Share

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

 
Copyright © 2015 Santeos
| Design By Herdiansyah Hamzah