ΓΕΝΙΚΑ ΓΙΑ ΤΟΝ ΠΟΝΤΟ

Τρίτη 15 Δεκεμβρίου 2015


Η περιοχή του Πόντου θεωρούνταν από ελληνική πλευρά, ανατολικά από τη Ριζούντα και δυτικά από τη Σινώπη, με βάθος περίπου 200 χιλιομέτρων. Ο Ελευθέριος Παυλίδης στο έργο του «Πως και διατί εματαιώθη η Δημοκρατία του Πόντου» γράφει ότι η έκταση του Πόντου έφθανε τα 70.000 τετρ. χιλιόμετρα, δηλαδή, ήταν κάπως μεγαλύτερη από τη μισή έκταση της σημερινής Ελλάδος (132.000 τ.χ.), ενώ ο πληθυσμός του πλησίαζε τα δυο εκατομμύρια, απ' του οποίου, οι 600.000 ήσαν Έλληνες, 450.000 Τούρκοι και οι υπόλοιποι Αρμένιοι, Κούρδοι κλπ. . Κατά περιοχές, ο πληθυσμός του Πόντου -ο ελληνικός- κατανέμονταν ως εξής, με τις εκκλησίες του , τα σχολεία του και τους μαθητές του:
Περιοχές                      Ελληνες      Εκκλησίες    Σχολεία       Μαθητές
Τραπεζούντος                  94.000            265                  130         12.500
Ροδοπόλεως                     57.000              80                    79                        4.500
Χαλδείας                          128.000           280                  227       14.200
Νεοκαισαρείας                98.000           425                   290                     19.290
Αμασείας                         183.000           440                  396                      30.000
Κολωνίας                          68.000           155                     40                        5.200
Σινώπης                            22.000           155                    139                        5.200
Σύνολο                          650.000      1.890          1.401                   85.890 
Η οικονομία του Πόντου στηριζόταν περισσότερο στη γεωργική παραγωγή και το εξαγωγικό και εισαγωγικό εμπόριο καθώς και στην έντονη συναλλακτική ζωή και σαν συνέπεια, στις τραπεζικές εργασίες, παρά στη βιομηχανία, της οποίας οι αρχές θα αναφανούν πολύ αργότερα, όταν πια, μια σκληρή και αδυσώπητη συγκυρία, θα βάλει την εφιαλτική της τελεία πάνω στην ελληνική αυτή περιοχή. Και η περιοχή αυτή θα υποστεί τα πάνδεινα, πριν ακόμα φθάσει η μεγάλη τραγωδία του 1922, που θα αποτελέσει τη χαριστική βολή για την εξαφάνιση του Ελληνισμού του Πόντου.
Αντίθετα, παρά τη γεωργική μορφή της οικονομίας της περιοχής (φυτική παραγωγή), άκμαζε η βιοτεχνία, όπως η χρυσοχοΐα, η λεπτουργία, η σιδηρουργική και η ναυπηγική, ιστιοφόρων, φυσικά.
Η δενδροκομία είχε στην περιοχή του Πόντου εξαιρετική σπουδαιότητα, χάρη στη μεγάλη γονιμότητα του εδάφους της. Γύρω από τη Ριζούντα παράγονταν πορτοκάλια, πατάτες, κρεμμύδια. Η επαρχία Τραπεζούντας είχε σιτάρι, καλαμπόκι, κριθάρι, βούτυρο, τυρί και όσπρια. Οι επαρχίες Κερασούντας, Τρίπολης και ένα μέρος της Τραπεζούντας είχαν τεράστια παραγωγή φουντουκιών. Κέντρο εξαγωγής των φουντουκιών ήταν η Κερασούντα, απ' την οποία εξάγονταν κάθε χρόνο γύρω στις 20.000 τόν. που προορίζονταν για τη Μασσαλία, το Αμβούργο, την Τεργέστη, τη Νέα Υόρκη και τη Ρωσία.
Η περιοχή Αμισού και Πάφρας, εκτός από δημητριακά, ήταν περίφημη για τα καπνά της, που η παραγωγή της ανερχόταν περίπου σε 7.000 τόν. Καπνά εξαιρετικό είχαν και τα Πλάτανα, κοντά στην Τραπεζούντα.
Όλο το εξαγωγικό και το εισαγωγικό εμπόριο βρίσκονταν σχεδόν στα χέρια των Ελλήνων και εν μέρει των Αρμενίων μέχρι το 1914. Όμως, κατά το A' Παγκόσμιο πόλεμο, οι Τούρκοι θέλοντας να υφαρπάσουν την πρωτοβουλία από τους Έλληνες, εξέδιδαν έκτακτους νόμους, με τους οποίους παρεμβάλλονταν σωρεία από εμπόδια στη διεξαγωγή του εμπορίου από τους  Έλληνες, ώστε, σε λίγο χρονικό διάστημα, κατόρθωσαν να αναγκάσουν τους  Έλληνες εμπορευόμενους να διακόψουν τη δράση τους. 
«Κατόπιν τούτου, γράφει ο Βαλαβάνης, διάφοροι μανάβηδες, λεμβούχοι και κυβερνητικοί υπάλληλοι μετασχηματίσθησαν σε αυτοσχέδιους εμπόρους και με την ηθικήν και υλικήν βοήθειαν της τουρκικής κυβερνήσεως έμειναν οριστικώς επί του πεδίου της εργασίας. Εν τω μεταξύ όμως, οι μεν Αρμένιοι έμποροι εσφάγησαν, οι δε Έλληνες είχον εκτοπισθεί και αι κινηταί και αι ακίνηται περιούσιοι των εδημεύθησαν και κατεσχέθησαν.
Κ. Κωνσταντινίδης
Κατά το 1919, όταν συνήλθε η Διάσκεψη της Ειρήνης, ύστερα από τον A' Παγκόσμιο πόλεμο, ένας έγκριτος Πόντιος, που διέμενε στη Γαλλία, ο Κ. Κωνσταντινίδης, απευθύνοντας ένα έγγραφό του προς τον αρχηγό της Ελληνικής Αντιπροσωπείας Ελευθέριο Βενιζέλο, τον πληροφορούσε: «Ο κ. Νικόλαος Πολίτης (υπουργός τότε των Εξωτερικών της Ελλάδος) φέρεται ειπών ότι ο Πόντος ζη δια του μετακομιστικού εμπορίου της Αρμενίας και της Περσίας. Δεν γνωρίζω πού βασίζεται η ιδέα αύτη του κ. Πολίτη, οφείλω όμως να πληροφορήσω την υμετέραν εξοχότητα, ότι δεν ανταποκρίνεται προς την πραγματικότητα και ταύτα, διότι ατυχώς, οι εις τα μέρη εκείνα πρόξενοι της Ελλάδος δεν έλαβον ποτέ τον κόπον να πληροφορήσουν την κυβέρνησιν περί της καταστάσεως της χώρας του Πόντου υπό τας διαφόρους απόψεις, δια τούτο δεν εδόθη και η δέουσα προσοχή εις το ζήτημα του Πόντου.
 Εμπορευόμενος με τον Πόντο από 35ετίας και έχων εξ υποκαταστήματα εις τας διαφόρους παραλιακάς πόλεις τούτου, δύναμαι να δώσω τας καλυτέρας πληροφορίας όσον αφορά εις το ζήτημα τούτο. Και το μεν διαμετακομιστικόν εμπόριον της Περσίας, το οποίον άλλοτε διενεργείτο δια καραβανιών συνεπαγόμενον μεγάλα μεταφορικά έξοδα, από είκοσι και πλέον ετών, αφότου, δηλαδή, έχει κατασκευασθή η προς το ρωσικόν Βατούμ σιδηροδρομική γραμμή, εστράφη προς τον λιμένα τούτον δια της πόλεως Τζούλφα, παρα τα Ρωσοπερσικά σύνορα, το δε της Αρμενίας είναι όλως ασήμαντον, αντιπροσωπεύον μόνον το του νομού Ερζερούμ κατά το ήμισυ και νομού Μπιτλίς εν μέρει.

Τρίπολη
»Δεν πρέπει να λησμονηθή ότι η Αρμενία, χώρα ορεινή και άγονος, δεν παρουσιάζει έδαφος πρόσφορον δια την ανάπτυξιν μεγάλης εμπορικής κινήσεως. Ενώ, τουναντίον ο Πόντος ζή και ευημερεί δια των πλουσίων και ποικίλων προϊόντων των ευφόρων πεδιάδων του. Τα μεν καπνά Πλατάνων και Αμισού, απολαύνοντα παγκοσμίου φήμης, αποφέρουσιν εις τον τόπον πολλάς δεκάδας εκατομμυρίων χρυσών φράγκων, τα δε λεπτοκάρυα, παραγόμενα εν Κερασούντι, Τραπεζούντι, Τριπόλει και Κοτυώροις μέχρι αποστάσεως 15 χιλιομέτρων περίπου προς το εσωτερικόν, χρησιμοποιούμενα ως επί τω πλείστον δια σοκολατοποιίαν, αποφέρουσιν εκ της εξαγωγής των 30 εκατομμύρια χρυσών φράγκων ετησίως περίπου. Η μεγάλη εξαγωγή αυγών, οσπρίων, πεφημισμένων ιδία της Τραπεζούντος, αποφέρει περί τα 20 εκατομμύρια φράγκων ετησίως. Εξάγονται επίσης σημαντικά ποσά κανάβεως και καναβοσπόρου, λινοσπόρου, δερμάτων, κηρού και μέλιτος, αφθόνου ξυλείας, ψαρελαίων και ποικίλων άλλων προϊόντων.
»0 Πόντος έχει προς τούτοις μεταλλεία μαγγανίου, αργυρούχου μολύβδου, ιδίως περί την Αργυρούπολιν και την Νικόπολιν, αλλαχού δε και χαλκού και άλλων μετάλλων, των οποίων όμως την εκμετάλλευσιν, εμποδίζει η τουρκική κυβέρνησις. Πρέπει να σημειωθεί και η ύπαρξις πολλών καταρρακτών, δυναμένων να παράγωσι μεγάλην ηλεκτρικήν δύναμιν δια την αναπτυξιν της βιομηχανίας της χώρας... Το σύνολον των εξαγωγών του Πόντου υπερβαίνει τα 150 εκατομμύρια φράγκων χρυσών, ο δε αριθμός ούτος δύναται εντός ολίγων ετων να πολλαπλασιασθεί...».
Πέρα από τα παραπάνω, που τα βεβαιώνει ένας που έζησε στενά την εποχή του πυκνού εμπορίου Πόντου-Ευρώπης-Ασίας, μεγαλέμπορος ο ίδιος, το λιμάνι της περίφημης πρωτεύουσας του Πόντου, η Τραπεζούντα, δεν έπαψε να αποτελεί όχι μόνο εισαγωγικό και εξαγωγικό κέντρο, αλλά και διαμετακομιστικό, επειδή οι ρωσικοί λιμένες δεν ήσαν πάντοτε ευπρόσδεκτοι να δεχθούν εμπορεύματα χωρών, με τις οποίες συχνά βρίσκονταν σε πόλεμο και ψυχρότητα. 
Και πάλιν, παρά την κατασκευή της σιδηροδρομικής γραμμής Βατούμ και ενδοχώρας, καραβάνια από καμήλες και άλλα υποζύγια και ποικίλα τροχοφόρα, ξεκινούσαν αδιάκοπα από τις Ινδίες, την Κίνα και δια μέσου των κοιλάδων των ποταμών Ευφράτη, Κάνιος (Αργυρουπόλεως) και Πυξίτη ή Μυλοποτάμου (Ντεϊρμέν ντερέ), έφταναν στην Τραπεζούντα και από εκεί με τα πλοία στέλνονταν στα δυτικά κράτη. Αυτά πάλι έφερναν εκεί για ανταλλαγή δικά τους προϊόντα.Τα εμπορεύματα που συσσωρεύονταν στην Τραπεζούντα από τις δυο μεριές του κόσμου ήσαν ποικιλότατα: χρυσοκέντητα υφάσματα της Βαγδάτης, μεταξωτά και μάλλινα υφάσματα των Ινδιών και της Βουχάρας, γούνες της Κίνας, μαργαριτάρια και πολύτιμα πετράδια της Κεϋλάνης, υφάσματα της Φλαμανδίας και της Ιταλίας, γιαλιά και ατσάλι της Γερμανίας, σιτηρά της Κριμαίας, κεντημένα ενδύματα και ποικιλόχρωμα λινά της Ριζούντος.
 Η όλη αυτή κίνηση του εμπορίου ήταν σχεδόν στα χέρια των Ελλήνων εμπορευομένων της Τραπεζούντος... Οι τρεις μεγάλοι τραπεζιτικοί και εμπορικοί οίκοι Γ. Καπαγιαννίδη, Αδελφών Φωστηρόπουλου, Αδάμ Κ. Θεοφυλάκτου και Α. Λεοντίδη κρατούσαν στα χέρια τους την οικονομία και το εμπόριο έως το Μπατούμ και το Ερζερούμ....
Κερασούντα

Η δεύτερη, μετά την Τραπεζούντα πόλη του Πόντου, η Κερασούντα, αποτελούσε το κέντρο της φουντουκοπαραγωγής, που αναπτύχθηκε ταχύτατα, όταν στις ξένες αγορές η τιμή του προϊόντος ανήλθε πολύ ψηλά. Τα χωράφια των χωρικών της περιοχής Κερασούντας μεταβλήθηκαν σε λεπτοκαρεώνες και το εμπόριο των φουντουκιών διεξαγόταν από Έλληνες, κυρίως από τον οίκο Κωνσταντινίδη - εκπρόσωπος του οίκου αυτού ήταν στην Ευρώπη ο Κ. Κωνσταντινίδης, που υπόβαλε το σχετικό έγγραφο στον Ε. Βενιζέλο, όπως προαναφέραμε.
Η ετήσια εξαγωγή των φουντουκιών της περιοχής αυτής ανερχόταν περίπου σε 50.000 τόν., αξίας περίπου 5 εκατομ. χρυσών λιρών. «Νέα καταστήματα, νέες οικοδομές, σαν μέγαρα, ανεγέρθηκαν από τους δραστήριους Έλληνες επιχειρηματίες. Υφασματοπωλεία, παντοπωλεία, μαγειρεία, ξενοδοχεία, καφενεία ανακαινίστηκαν. Δραστηριότητα, κίνηση, πρόοδος και γενικά βελτίωση των όρων της ζωής, παρατηρείτο σ' όλη τη Τζενικία (η περιοχή της Κερασούντας), ένεκα που από μέρα σε μέρα αυξανόταν η βιομηχανοποίηση του εκλεκτού προϊόντος της, του φουντουκιού.
Παράλληλα με τη φουντουκοκαλλιέργεια, οι Κεραοούντιοι ανέπτυξαν και τη Κτηνοτροφία, τα προϊόντα της οποίας - κρέας, γάλα, βούτυρο, τυρί -μεταφέρονταν στις άλλες πόλεις για την κάλυψη των αναγκών τους.

Γιώργος Ν. Λαμψίδης

Βιβλιογραφία
Ελ. Παυλίδη: Πως και διατί εματαιώθη η Δημοκρατία του Πόντου, Αθήνα 1956, σελ. 9
 Γεωργίου Βαλαβάνη: Σύγχρονος γενική ιστορία του Πόντου από το 1914-1923, Αθήναι 1924, σελ. 19-20
Θεοδ. Μ. Παπαθεοδωρίδου: Αξέχαστα από τον Πόντον, Αθήνα 1953, σελ. 55, 66








Share

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

 
Copyright © 2015 Santeos
| Design By Herdiansyah Hamzah