Για τη συμβολή των προσφύγων στην οικονομική ανάπτυξη της Ελλάδας και, ειδικότερα της Μακεδονίας, η βιβλιογραφία είναι αρκετά εκτεταμένη. Κι αυτό, γιατί τα οικονομικά αποτελέσματα της παρουσίας τους στον ελλαδικό χώρο από πολύ νωρίς έγιναν ορατά και αισθητά στην ευρύτερη κοινωνία, αντίθετα με τις πολιτιστικές διαφοροποιήσεις που εκδηλώθηκαν στις επόμενες δεκαετίες.
Πράγματι, η προσφορά των προσφύγων στην οικονομική πρόοδο της χώρας, αμέσως μετά την εγκατάστασή τους, έχει εντυπωσιάσει τον Πρωθυπουργό Ελευθ. Βενιζέλο, ο οποίος στην ιστορική του αγόρευση, της 25 Ιουνίου 1930, δήλωσε: «Ο προσφυγικός πληθυσμός εις όλα σχεδόν τα στάδια της ανθρώπινης δραστηριότητος διακρίνεται και είδομεν ήδη τα αποτελέσματα της παρουσίας του εδώ, κυρίως εις την γεωργίαν, την αλιείαν, το εμπόριον, δια να περιοριστώ μόνον εις αυτά».
Εξάλλου, το μέγεθος και την ποιότητα αυτής της συμβολής επισημαίνει και ο Κάμπελ, αντιπρόεδρος της ΕΑΠ, με τη διαπίστωσή του ότι οι αγρότες πρόσφυγες προήγαγαν τη Μακεδονία και τη Θράκη από το 17ο στον 20ό αιώνα. Την ίδια περίοδο η εφημερίδα Ελεύθερον Βήμα των Αθηνών σημειώνει ότι η κρατική μέριμνα και η προσφυγική αντιπροσφορά εξισορροπήθηκαν. Οι πρόσφυγες δηλ. πήραν, αλλά και έδωσαν στο κράτος.
Για να κατανοηθεί πληρέστερα το οικονομικό άλμα της χώρας μας αρκεί να έχουμε υπόψη ορισμένες αισθητές αλλαγές:
1) Η γνωστή αγροτική μεταρρύθμιση του 1917 υλοποιήθηκε με την άφιξη των προσφύγων τον 1922.
2) Η τσιφλικική γεωργία αντικαταστάθηκε από την οικογενειακής Πράγματι, στα 1930 το 80% των γεωργικών επιχειρήσεων διευθύνοντα από τους ιδιοκτήτες τους, δηλ. από τους ίδιους τους γεωργούς, οι οποίοι διέθεταν μικροϊδιοκτησίες από 30 μέχρι 100 στρέμματα ο καθένας.
3) Η αστική ανάπτυξη της Ελλάδας είναι απόρροια της αγροτικής μεταρρύθμισης, εξαιτίας της οποίας οι καλλιεργούμενες εκτάσεις, από το 1922 ως το 1938, αυξήθηκαν κατά 14.600.000 στρέμματα και ανέβηκαν σε 27.000.000 στέμματα.
4) Ενώ το 1923 το εθνικό εισόδημα ήταν του ύψους των 16.163.816.120 δρχ., το 1928 ανεβαίνει στα 26.750.000.000.
5) Στην πριν από την Ανταλλαγή περίοδο έχουμε τις γνωστές παραδοσιακές καλλιέργειες, με κορυφαία την καλλιέργεια των σιτηρών. Με την άφιξη των προσφύγων σημειώνεται πραγματική επανάσταση στα καλλιεργούμενα προϊόντα και στις καλλιεργητικές μεθόδους.
6) Η βιομηχανία της ταπητουργία;, σχεδόν άγνωστη στην Ελλάδα και πολύ γνωστή στην Ανατολή, γνώριζε αλματώδη πρόοδο μετά την προσφυγική εγκατάσταση και ενισχύει με 500.000 Λ.Α. το ετήσιο εθνικό εισόδημα.
Αλλά και το ζωικό κεφάλαιο της χώρας αυξάνει με ρυθμό που ξεπερνά το 100% στα περισσότερα από τα ζώα των αγροτών (βόδια, αγελάδες, βουβάλια, άλογα) και παρέχει στην αγροτική οικονομία ευρύτερες δυνατότητες ανάπτυξης.
Να σημειωθεί εδώ ότι, ακόμη και στις παραδοσιακές καλλιέργειες των δημητριακών, η αύξηση της παραγωγής ήταν ραγδαία αμέσως μετά την εγκατάσταση των προσφύγων. Ο παρακάτω πίνακας δείχνει την ανοδική αύξηση της παραγωγής, από χρόνο σε χρόνο, σ’ όλη τη χώρα:
Ε. Βενιζέλος |
Εξάλλου, το μέγεθος και την ποιότητα αυτής της συμβολής επισημαίνει και ο Κάμπελ, αντιπρόεδρος της ΕΑΠ, με τη διαπίστωσή του ότι οι αγρότες πρόσφυγες προήγαγαν τη Μακεδονία και τη Θράκη από το 17ο στον 20ό αιώνα. Την ίδια περίοδο η εφημερίδα Ελεύθερον Βήμα των Αθηνών σημειώνει ότι η κρατική μέριμνα και η προσφυγική αντιπροσφορά εξισορροπήθηκαν. Οι πρόσφυγες δηλ. πήραν, αλλά και έδωσαν στο κράτος.
Για να κατανοηθεί πληρέστερα το οικονομικό άλμα της χώρας μας αρκεί να έχουμε υπόψη ορισμένες αισθητές αλλαγές:
1) Η γνωστή αγροτική μεταρρύθμιση του 1917 υλοποιήθηκε με την άφιξη των προσφύγων τον 1922.
2) Η τσιφλικική γεωργία αντικαταστάθηκε από την οικογενειακής Πράγματι, στα 1930 το 80% των γεωργικών επιχειρήσεων διευθύνοντα από τους ιδιοκτήτες τους, δηλ. από τους ίδιους τους γεωργούς, οι οποίοι διέθεταν μικροϊδιοκτησίες από 30 μέχρι 100 στρέμματα ο καθένας.
3) Η αστική ανάπτυξη της Ελλάδας είναι απόρροια της αγροτικής μεταρρύθμισης, εξαιτίας της οποίας οι καλλιεργούμενες εκτάσεις, από το 1922 ως το 1938, αυξήθηκαν κατά 14.600.000 στρέμματα και ανέβηκαν σε 27.000.000 στέμματα.
4) Ενώ το 1923 το εθνικό εισόδημα ήταν του ύψους των 16.163.816.120 δρχ., το 1928 ανεβαίνει στα 26.750.000.000.
5) Στην πριν από την Ανταλλαγή περίοδο έχουμε τις γνωστές παραδοσιακές καλλιέργειες, με κορυφαία την καλλιέργεια των σιτηρών. Με την άφιξη των προσφύγων σημειώνεται πραγματική επανάσταση στα καλλιεργούμενα προϊόντα και στις καλλιεργητικές μεθόδους.
6) Η βιομηχανία της ταπητουργία;, σχεδόν άγνωστη στην Ελλάδα και πολύ γνωστή στην Ανατολή, γνώριζε αλματώδη πρόοδο μετά την προσφυγική εγκατάσταση και ενισχύει με 500.000 Λ.Α. το ετήσιο εθνικό εισόδημα.
Αλλά και το ζωικό κεφάλαιο της χώρας αυξάνει με ρυθμό που ξεπερνά το 100% στα περισσότερα από τα ζώα των αγροτών (βόδια, αγελάδες, βουβάλια, άλογα) και παρέχει στην αγροτική οικονομία ευρύτερες δυνατότητες ανάπτυξης.
Να σημειωθεί εδώ ότι, ακόμη και στις παραδοσιακές καλλιέργειες των δημητριακών, η αύξηση της παραγωγής ήταν ραγδαία αμέσως μετά την εγκατάσταση των προσφύγων. Ο παρακάτω πίνακας δείχνει την ανοδική αύξηση της παραγωγής, από χρόνο σε χρόνο, σ’ όλη τη χώρα:
Έτος
|
Σίτος
|
Δημητριακά
|
1924
|
118.286 τόνοι
|
294.120 τόνοι
|
1925
|
171.824 τόνοι
|
434.460 τόνοι
|
1926
|
189.927 τόνοι
|
478.580 τόνοι
|
1927
|
246.637 τόνοι
|
-
|
Η εντυπωσιακή αυτή
παραγωγή σίτου είχε ως συνέπεια την αντίστοιχη μείωση της εισαγωγής αυτού του
προϊόντος:
Έτος
|
Εισαγόμενοι
τόνοι σίτου
|
1924
|
407.161
|
1925
|
364.367
|
1926
|
313.605
|
Στάθης Πελαγίδης
Καθηγητής ΑΠΘ
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου