Ήδη το Δεκέμβριο του 1916 στα χωριά Παλτζάνα και Τρούψη είχαν γίνει εξισλαμισμοί Ελ-ληνίδων, οι οποίες στη συνέχεια κατέληξαν σε τουρκικά χαρέμια.Ένας Τούρκος που ζούσε στη Νικόπολη, ο Χαλίλ Τοπάνογλου, έλεγε δημόσια πως πριν από τον πόλεμο κινδύνευε να πεθάνει από την πείνα, όμως τώρα ζούσε πολύ ωραία, σχεδόν όπως στον παράδεισο, με τα πολλά εξισλαμισμένα κορίτσια του (Ελληνοπούλες).
Κορατζά απέμειναν μόνο 26, οι άλλες αφανίστηκαν. Μία από αυτές τις 26 ήταν η οικογένεια του ιερέα του χωριού, η οποία απέφυγε το θάνατο μόνο με τον εξισλαμισμό της κόρης και της νύφης. Συνολικά, από τους 51.660 Έλληνες κατοίκους της επαρχίας Κολωνίας έμεινε μόνο το ένα τρίτο. Πολλοί από αυτούς που επέζησαν, κυρίως γυναίκες και παιδιά, εξισλαμίστηκαν με τη βία.
Σε μια επιστολή προς το Πατριαρχείο Κωνσταντινούπολης το 1917 αναφέρονται πολυάριθμες περιπτώσεις αναγκαστικού εξισλαμισμού σε δέκα συνολικά χωριά της επαρχίας Κολωνίας. Από τις 200 ελληνικές οικογένειες στο χωριό
Ο ορατός κίνδυνος μιας αρμενοποίησης των Ελλήνων του Πόντου ανάγκασε τον Αυστριακό πρόξενο της Αμισού Κβιατόφσκι με αλλεπάλληλα τηλεγραφήματα προς τον πρεσβευτή Παλαβιτσίνι να διαχωρίσει τη θέση του. Τις ανησυχίες του προξένου μετέφερε ο Παλαβιτσί-νι στον Υπουργό Εξωτερικών των Νεότουρκων Χαλίλ μπέη, ο οποίος προσπάθησε να δικαιολογήσει τις ακρότητες λέγοντας ότι οι Έλληνες υποστήριζαν τους Ρώσους και έδειχναν συμπάθεια στους αντάρτες και στους λιποτάκτες.
Η τραγική θέση των Ελλήνων προσφερόταν για διπλωματική εκμετάλλευση, παρά την απουσία Άγγλων, Γάλλων και Ρώσων διπλωματικών αντιπροσώπων από τη Μικρά Ασία, εξαιτίας του πολέμου. Η Αμερική με τον πρόεδρό της Τόμας Γούντροου Γουίλσον εμφανίστηκε δυναμικά, μέσω της πολιτικής των 14 σημείων, στην επίλυση του Ανατολικού Ζητήματος. Ο ικανός πρεσβευτής της Κωνσταντινούπολης Χανς Μοργκεντάου παρακολουθούσε από κοντά την πολιτική των Νεότουρκων και διαφωνούσε δημόσια με τις μεθόδους επίλυσης του ελληνικού ζητήματος της Μικρός Ασίας. Ο διάδοχός του, Έλκους, έλεγε στον καισαροβασιλικό επιτετραμμένο της Αυστρίας Τράουτμανσντορφ ότι ενδιαφερόταν πολύ, για λόγους ανθρωπιστικούς, για την τύχη των Ελλήνων που εκτοπίζονταν στα βάθη της Ανατολής.
Οι δύο διπλωμάτες συμφωνούσαν για τις απάνθρωπες ακρότητες της εφαρμογής των μέτρων. Ερμήνευαν όμως διαφορετικά, σύμφωνα με τα δικά τους γεωπολιτικά και οικονομικά συμφέροντα, τα αίτια της αποσύνθεσης και του εμφυλίου της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας.
Ο Τράουτμανσντορφ γνώριζε πολύ καλά ότι μελλοντικά θα χρεωνόταν μαζί με τη Γερμανία τα εγκλήματα των Νεότουρκων, λόγω της υλικής και στρατιωτικής υποστήριξης που προσέφεραν. Η αναφορά στη Βιέννη ήταν αποκαλυπτική: «Οι Τούρκοι διαπράττουν με τα νέα αυτά άκρως σκληρά μέτρα κατά του ελληνικού στοιχείου ένα μεγάλο λάθος και κανείς δεν λυπάται γι’ αυτό τόσο πολύ όσο εμείς οι Αυστριακοί και οι Γερμανοί, που θα χρεωθούμε και αυτή την τελευταία βαρβαρότητα των Τούρκων».
Κορατζά απέμειναν μόνο 26, οι άλλες αφανίστηκαν. Μία από αυτές τις 26 ήταν η οικογένεια του ιερέα του χωριού, η οποία απέφυγε το θάνατο μόνο με τον εξισλαμισμό της κόρης και της νύφης. Συνολικά, από τους 51.660 Έλληνες κατοίκους της επαρχίας Κολωνίας έμεινε μόνο το ένα τρίτο. Πολλοί από αυτούς που επέζησαν, κυρίως γυναίκες και παιδιά, εξισλαμίστηκαν με τη βία.
Σε μια επιστολή προς το Πατριαρχείο Κωνσταντινούπολης το 1917 αναφέρονται πολυάριθμες περιπτώσεις αναγκαστικού εξισλαμισμού σε δέκα συνολικά χωριά της επαρχίας Κολωνίας. Από τις 200 ελληνικές οικογένειες στο χωριό
Ο ορατός κίνδυνος μιας αρμενοποίησης των Ελλήνων του Πόντου ανάγκασε τον Αυστριακό πρόξενο της Αμισού Κβιατόφσκι με αλλεπάλληλα τηλεγραφήματα προς τον πρεσβευτή Παλαβιτσίνι να διαχωρίσει τη θέση του. Τις ανησυχίες του προξένου μετέφερε ο Παλαβιτσί-νι στον Υπουργό Εξωτερικών των Νεότουρκων Χαλίλ μπέη, ο οποίος προσπάθησε να δικαιολογήσει τις ακρότητες λέγοντας ότι οι Έλληνες υποστήριζαν τους Ρώσους και έδειχναν συμπάθεια στους αντάρτες και στους λιποτάκτες.
Η τραγική θέση των Ελλήνων προσφερόταν για διπλωματική εκμετάλλευση, παρά την απουσία Άγγλων, Γάλλων και Ρώσων διπλωματικών αντιπροσώπων από τη Μικρά Ασία, εξαιτίας του πολέμου. Η Αμερική με τον πρόεδρό της Τόμας Γούντροου Γουίλσον εμφανίστηκε δυναμικά, μέσω της πολιτικής των 14 σημείων, στην επίλυση του Ανατολικού Ζητήματος. Ο ικανός πρεσβευτής της Κωνσταντινούπολης Χανς Μοργκεντάου παρακολουθούσε από κοντά την πολιτική των Νεότουρκων και διαφωνούσε δημόσια με τις μεθόδους επίλυσης του ελληνικού ζητήματος της Μικρός Ασίας. Ο διάδοχός του, Έλκους, έλεγε στον καισαροβασιλικό επιτετραμμένο της Αυστρίας Τράουτμανσντορφ ότι ενδιαφερόταν πολύ, για λόγους ανθρωπιστικούς, για την τύχη των Ελλήνων που εκτοπίζονταν στα βάθη της Ανατολής.
Οι δύο διπλωμάτες συμφωνούσαν για τις απάνθρωπες ακρότητες της εφαρμογής των μέτρων. Ερμήνευαν όμως διαφορετικά, σύμφωνα με τα δικά τους γεωπολιτικά και οικονομικά συμφέροντα, τα αίτια της αποσύνθεσης και του εμφυλίου της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας.
Ο Τράουτμανσντορφ γνώριζε πολύ καλά ότι μελλοντικά θα χρεωνόταν μαζί με τη Γερμανία τα εγκλήματα των Νεότουρκων, λόγω της υλικής και στρατιωτικής υποστήριξης που προσέφεραν. Η αναφορά στη Βιέννη ήταν αποκαλυπτική: «Οι Τούρκοι διαπράττουν με τα νέα αυτά άκρως σκληρά μέτρα κατά του ελληνικού στοιχείου ένα μεγάλο λάθος και κανείς δεν λυπάται γι’ αυτό τόσο πολύ όσο εμείς οι Αυστριακοί και οι Γερμανοί, που θα χρεωθούμε και αυτή την τελευταία βαρβαρότητα των Τούρκων».
Κωνσταντίνος Φωτιάδης
Καθηγητής νέας Ελληνικής Ιστορίας Πανεπιστημίου Δυτ. Μακεδονίας
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου