Οι Καρσλήδες παρέμειναν στους χώρους περίθαλψης μέχρι τα τέλη του ’21. Όσον καιρό περιθάλπονταν, οι κρατικές υπηρεσίες σε συνεργασία με αντιπροσώπους των προσφύγων, μεριμνούσαν για την οριστική εγκατάσταση.
Βασική επιδίωξη του κράτους ήταν να εγκαταστήσει τους πρόσφυγες στη Μακεδονία -όπου και τελικά εγκαταστάθηκαν- και Θράκη, επειδή η περιοχή ήταν πληθυσμιακά αραιή, ύστερα από την αποχώρηση των Τούρκων, αλλά και για να τονωθεί ο Ελληνισμός της Μακεδονίας. Ακόμη, η περιοχή ικανοποιούσε τα οικονομικά ενδιαφέροντα των προσφύγων. Είναι χαρακτηριστικό, κάτι που παρατηρήθηκε και στους άλλους πρόσφυγες, το ότι επεδίωκαν να εγκατασταθούν σε περιοχές παρόμοιες με αυτές που εγκατέλειψαν. Προτιμήθηκε η Μακεδονία για να αναπτύξουν τις γεωργικές και κτηνοτροφικές ασχολίες που γνώριζαν. Την ίδια άποψη είχε υποστηρίξει και ο Σταυριδάκης σε μια έκθεση που έστειλε στην ελληνική κυβέρνηση το καλοκαίρι του ’19, όταν είχε προτείνει τη μετανάστευση των Ελλήνων του Καρς στην Ελλάδα*.
Σε ό,τι αφορά τις περιοχές στις οποίες επρόκειτο να εγκατασταθούν οι Καρσλήδες είναι αλήθεια ότι υπέβοσκε μια διαμάχη ανάμεσα στο Συμβούλιο των Ελλήνων του Πόντου από τη μια μεριά και στον Μητροπολίτη Χρύσανθο από την άλλη. Κατ’ αρχήν σύμφωνα με τις καταθέσεις μελών του Συμβουλίου, όπως τον Ι. Κάλφογλου και Α. Παπαδόπουλο, ο Χρύσανθος δεν επιθυμούσε τη μετανάστευση των Καρσλήδων στην Ελλάδα όχι για κανέναν άλλον λόγο, αλλά μόνο επειδή «... οι Καρσιώται απέλασαν την εθνικήν συνείδησιν, την γλώσσαν και είναι Μπολσεβίκοι».
Στον δε Χρύσανθο αποδίδεται και η καθυστέρηση της μετανάστευσης, υποστηρίζουν οι δύο προηγούμενοι σύνεδροι κι ακόμη ότι μάταια ενεργούσαν το Συμβούλιο και ο ίδιος ο Θεοφύλακτος στην Αθήνα υπέρ της μετανάστευσης. Κι ακόμη υποστήριξαν πως ο Χρύσανθος έστειλε επιστολή στην Ελληνική Κυβέρνηση με ανάλογο περιεχόμενο και ότι για όσους Καρσλήδες είχαν ήδη μεταναστεύσει να οριστούν ως περιοχές εγκατάστασής των Καρσλήδων οι παραμεθόριες.
Από την άλλη μεριά ο Χρύσανθος παραδέχεται ότι πράγματι ήταν αντίθετος με τη μετανάστευση, αλλά δεν κάνει λόγο για μπολσεβικισμό και τέτοια. Πρότεινε δε, για όσους Καρσλήδες είχαν ήδη μεταναστεύσει, σε μια συνάντηση που είχε στις 29/11 Σεπτεμβρίου 1919 με τον Ρέπουλη, αντιπρόεδρο της κυβερνήσεως, τον Α. Διομήδη, υπουργό Εξωτερικών και στην οποία παρευρισκόταν και ο Καθενιώτης, να εγκατασταθούν στην Κρήτη και Πελοπόννησο.
Συμφωνούσε ακόμη και με την περιοχή της Σμύρνης, όταν θα το επέτρεπαν οι συνθήκες, όπως άλλωστε ήταν και η πολιτική του Βενιζέλου. Τέλος, από τα γραφόμενα του Χρύσανθου φαίνεται πως ο ίδιος απέκλεισε την περιοχή της Μακεδονίας.
Πέρα, όμως, από τις διαφωνίες αυτές οι Καρσλήδες εγκαταστάθηκαν τελικά στη Βόρεια Ελλάδα, τη Μακεδονία και τη Θράκη και πιο συγκεκριμένα στις εξής περιοχές: στους Νομούς Θεσσαλονίκης, Πέλλας, Κιλκίς, Δράμας, Ημαθίας και Σερρών. Το μεγαλύτερο μέρος των Καρσλήδων που ήρθαν στην Ελλάδα ως το καλοκαίρι του ’20 εγκαταστάθηκαν κυρίως στο Κιλκίς, στην πόλη και στα γύρω χωριά, αλλά και σε άλλες πόλεις, όπως στην Κοζάνη, την Πτολεμαΐδα, την Ελασσόνα, τον Τύρναβο, στα Ελευθέρια Θεσσαλονίκης, το Λαγκαδά, την Καβάλα, τη Ζίχνη, το Σιδηρόκαστρο, την Αλεξανδρούπολη, το Σουφλί κ.ά.
Μερικές οικογένειες Καρσλήδων εγκαταστάθηκαν, προσωρινά όμως, στην Ανατολική Θράκη και συγκεκριμένα στα χωριά στην πόλη Σαράντα Εκκλησιές, την εποχή κατά την οποία την περιοχή της Ανατολικής Θράκης είχε καταλάβει στη διάρκεια του Μικρασιατικού Πολέμου ο ελληνικός στρατός. Όμως, αναγκάστηκαν να εγκαταλείψουν την Ανατολική Θράκη όταν, μετά την ανακωχή των Μουδανιών (13.10.1920), η περιοχή αυτή παραδόθηκε από τον ελληνικό στρατό στους Άγγλους και οι τελευταίοι την παραχώρησαν αμέσως στους Τούρκους. Οι περισσότεροι Καρσλήδες, με την αποχώρηση του ελληνικού στρατού ακολούθησαν κι αυτοί την τύχη του Ελληνισμού της Ανατολικής Θράκης και αναγκάστηκαν να πάρουν για δεύτερη φορά το δρόμο της προσφυγιάς.
Η εγκατάσταση, λοιπόν, των Καρσλήδων έγινε κυρίως στη Μακεδονία και τη Θράκη. Πριν ακόμη υπογραφεί η Συνθήκη της Λωζάνης (30.1.1923) η οποία πρόβλεπε επίσημα πια την ανταλλαγή των πληθυσμών, σε πολλές περιοχές η Μακεδονία ήταν αραιά κατοικημένη, γιατί πολλοί Μουσουλμάνοι την είχαν ήδη εγκαταλείψει. Ήταν λογικό, λοιπόν, και αναμενόμενο, να προωθηθούν οι Καρσλήδες σε τέτοιες περιοχές. Σε πολλές περιπτώσεις οι πρόσφυγες με αντιπροσώπους τους, αναζητούσαν μόνοι τους τις περιοχές της οριστικής εγκατάστασής τους.
Βασική επιδίωξη του κράτους ήταν να εγκαταστήσει τους πρόσφυγες στη Μακεδονία -όπου και τελικά εγκαταστάθηκαν- και Θράκη, επειδή η περιοχή ήταν πληθυσμιακά αραιή, ύστερα από την αποχώρηση των Τούρκων, αλλά και για να τονωθεί ο Ελληνισμός της Μακεδονίας. Ακόμη, η περιοχή ικανοποιούσε τα οικονομικά ενδιαφέροντα των προσφύγων. Είναι χαρακτηριστικό, κάτι που παρατηρήθηκε και στους άλλους πρόσφυγες, το ότι επεδίωκαν να εγκατασταθούν σε περιοχές παρόμοιες με αυτές που εγκατέλειψαν. Προτιμήθηκε η Μακεδονία για να αναπτύξουν τις γεωργικές και κτηνοτροφικές ασχολίες που γνώριζαν. Την ίδια άποψη είχε υποστηρίξει και ο Σταυριδάκης σε μια έκθεση που έστειλε στην ελληνική κυβέρνηση το καλοκαίρι του ’19, όταν είχε προτείνει τη μετανάστευση των Ελλήνων του Καρς στην Ελλάδα*.
Σε ό,τι αφορά τις περιοχές στις οποίες επρόκειτο να εγκατασταθούν οι Καρσλήδες είναι αλήθεια ότι υπέβοσκε μια διαμάχη ανάμεσα στο Συμβούλιο των Ελλήνων του Πόντου από τη μια μεριά και στον Μητροπολίτη Χρύσανθο από την άλλη. Κατ’ αρχήν σύμφωνα με τις καταθέσεις μελών του Συμβουλίου, όπως τον Ι. Κάλφογλου και Α. Παπαδόπουλο, ο Χρύσανθος δεν επιθυμούσε τη μετανάστευση των Καρσλήδων στην Ελλάδα όχι για κανέναν άλλον λόγο, αλλά μόνο επειδή «... οι Καρσιώται απέλασαν την εθνικήν συνείδησιν, την γλώσσαν και είναι Μπολσεβίκοι».
Στον δε Χρύσανθο αποδίδεται και η καθυστέρηση της μετανάστευσης, υποστηρίζουν οι δύο προηγούμενοι σύνεδροι κι ακόμη ότι μάταια ενεργούσαν το Συμβούλιο και ο ίδιος ο Θεοφύλακτος στην Αθήνα υπέρ της μετανάστευσης. Κι ακόμη υποστήριξαν πως ο Χρύσανθος έστειλε επιστολή στην Ελληνική Κυβέρνηση με ανάλογο περιεχόμενο και ότι για όσους Καρσλήδες είχαν ήδη μεταναστεύσει να οριστούν ως περιοχές εγκατάστασής των Καρσλήδων οι παραμεθόριες.
Αλ. Διομήδης |
Συμφωνούσε ακόμη και με την περιοχή της Σμύρνης, όταν θα το επέτρεπαν οι συνθήκες, όπως άλλωστε ήταν και η πολιτική του Βενιζέλου. Τέλος, από τα γραφόμενα του Χρύσανθου φαίνεται πως ο ίδιος απέκλεισε την περιοχή της Μακεδονίας.
Πέρα, όμως, από τις διαφωνίες αυτές οι Καρσλήδες εγκαταστάθηκαν τελικά στη Βόρεια Ελλάδα, τη Μακεδονία και τη Θράκη και πιο συγκεκριμένα στις εξής περιοχές: στους Νομούς Θεσσαλονίκης, Πέλλας, Κιλκίς, Δράμας, Ημαθίας και Σερρών. Το μεγαλύτερο μέρος των Καρσλήδων που ήρθαν στην Ελλάδα ως το καλοκαίρι του ’20 εγκαταστάθηκαν κυρίως στο Κιλκίς, στην πόλη και στα γύρω χωριά, αλλά και σε άλλες πόλεις, όπως στην Κοζάνη, την Πτολεμαΐδα, την Ελασσόνα, τον Τύρναβο, στα Ελευθέρια Θεσσαλονίκης, το Λαγκαδά, την Καβάλα, τη Ζίχνη, το Σιδηρόκαστρο, την Αλεξανδρούπολη, το Σουφλί κ.ά.
Μερικές οικογένειες Καρσλήδων εγκαταστάθηκαν, προσωρινά όμως, στην Ανατολική Θράκη και συγκεκριμένα στα χωριά στην πόλη Σαράντα Εκκλησιές, την εποχή κατά την οποία την περιοχή της Ανατολικής Θράκης είχε καταλάβει στη διάρκεια του Μικρασιατικού Πολέμου ο ελληνικός στρατός. Όμως, αναγκάστηκαν να εγκαταλείψουν την Ανατολική Θράκη όταν, μετά την ανακωχή των Μουδανιών (13.10.1920), η περιοχή αυτή παραδόθηκε από τον ελληνικό στρατό στους Άγγλους και οι τελευταίοι την παραχώρησαν αμέσως στους Τούρκους. Οι περισσότεροι Καρσλήδες, με την αποχώρηση του ελληνικού στρατού ακολούθησαν κι αυτοί την τύχη του Ελληνισμού της Ανατολικής Θράκης και αναγκάστηκαν να πάρουν για δεύτερη φορά το δρόμο της προσφυγιάς.
Η εγκατάσταση, λοιπόν, των Καρσλήδων έγινε κυρίως στη Μακεδονία και τη Θράκη. Πριν ακόμη υπογραφεί η Συνθήκη της Λωζάνης (30.1.1923) η οποία πρόβλεπε επίσημα πια την ανταλλαγή των πληθυσμών, σε πολλές περιοχές η Μακεδονία ήταν αραιά κατοικημένη, γιατί πολλοί Μουσουλμάνοι την είχαν ήδη εγκαταλείψει. Ήταν λογικό, λοιπόν, και αναμενόμενο, να προωθηθούν οι Καρσλήδες σε τέτοιες περιοχές. Σε πολλές περιπτώσεις οι πρόσφυγες με αντιπροσώπους τους, αναζητούσαν μόνοι τους τις περιοχές της οριστικής εγκατάστασής τους.
Πορείες των προσφύγων και τα μέσα αναχώρησης |
Όταν, όμως, ανακάλυπταν κάποιους εγκαταλειμμένους από τους Μουσουλμάνους οικισμούς, σι κατά τόπους κρατικές αρχές τους απαγόρευσαν να τους εποικίσουν, επικαλούμενοι τυχόν μελλοντική παλιννόστηση των Μουσουλμάνων . Αυτό συνέβη στην Ανατολική Μακεδονία, όπου ο Γενικός Διοικητής της ίδιας περιοχής απαγόρευσε στους πρόσφυγες να εγκατασταθούν στις περιοχές της ευθύνης του. Μια σειρά, λοιπόν, τέτοιων απαγορεύσεων αναστάτωσε τους πρόσφυγες, οι οποίοι αδυνατούσαν να κατανοήσουν τη σκληρή αυτή αντιμετώπιση τους από τις κρατικές αρχές. Ύστερα από πολλές διαμαρτυρίες των προσφύγων προς τα κατά τόπους Γεωργικά Γραφεία Εποικισμού αναγκάστηκε να παρέμβει η κυβέρνηση. Το Υπουργείο Γεωργίας συνέστησε τη Γενική Διοίκηση Ανατολικής Μακεδονίας και των άλλων περιοχών να μην επιμένουν στην αρχική τους απαγόρευση και να επιτρέπουν την εγκατάσταση των προσφύγων στους οικισμούς που είχαν εγκαταλείψει οι Μουσουλμάνοι. Η διαταγή του Υπουργού Γεωργίας αφορούσε όλη την Μακεδονία, κι όχι μόνο τη Δράμα. Η τελευταία όμως έδειξε μιαν ανεξήγητη καθυστέρηση να αποδεχτεί τη διαταγή. Ύστερα όμως από επανειλημμένα τηλεγραφήματα του Δ/τή Εποικισμού Μακεδονίας αναγκάστηκε και ο Νομάρχης Δράμας να δεχτεί τη σχετική άρση της απαγόρευσης, δηλαδή μετά τον Δεκέμβρη του 1920, οι πρόσφυγες Καρσλήδες άρχισαν να εγκαθίστανται και στις περιοχές της Δράμας και σε άλλες της Ανατολικής Μακεδονίας.
Ιωάννης Φ. Καζταρίδης
*Μ.Μ., Αρχείο Βενιζέλου, Φ VIII, 2090, Κανελλόπουλος προς Πολίτη, Κωνσταντινούπολη 25 Αυγ. 1919, όπου ανακοινώνεται τηλεγράφημα Σταυριδάκη με την πρόταση να εγκατασταθούν οι Καρσλήδες στην Ανατολική Μακεδονία προσωρινά τουλάχιστον και αν η κατάσταση το επιτρέψει, μπορούν αργότερα να εγκατασταθούν στη Μικρά Ασία, στην περιοχή της Σμύρνης.
Σ’ αυτό το σημείο φαίνεται και η πολιτική του Βενιζέλου, ο οποίος σχεδίαζε ότι στη διάρκεια της πενταετίας (1920-25) κατά την οποία η Ελλάδα θα διατηρούσε τη διοίκηση της περιοχής της Σμύρνης, πολλοί Έλληνες από τις άλλες περιοχές της Μικράς Ασίας θα συνέρρεαν στην περιοχή της Σμύρνης.
Στους Έλληνες αυτούς λογάριαζε και τους Έλληνες του Πόντου.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου