Ο φωτογράφος Ισμαήλ είναι βαθιά θρησκευόμενος και μόλις άκουσε τον μουεζίνη (σ.σ. ο ιερωμένος του Ισλάμ που από τον μιναρέ ψηλά θυμίζει μελωδικά στους πιστούς την ώρα της προσευχής και τους καλεί σε αυτήν), τρέχει να πλυθεί («να παίρ’ απτές») και να κάνει «ναμάζ» (προσευχή), στην όχθη του ποταμού, για μεσημέρι. Οι άλλοι συνοδοί μου φαίνεται πως δεν δίνουν σημασία σε αυτά, εγώ όμως, για να τους αποδεσμεύσω, μήπως δεν θέλουν να με αφήσουν μόνον και αμελούν τα θρησκευτικά τους καθήκοντα, τους λέω:
—Παιδιά, πηγαίνετε και εσείς μαζί με τον Ισμαήλ για ναμάζ. Και εγώ θα πάω πιο πέρα για το δικό μου χριστιανικό ναμάζ. Εδώ είχαμε μια οικογενειακή μας εκκλησία, της Παναγίας. Βέβαια, τώρα θα είναι χαλασμένη, το ξέρω, αλλά θα προσευχηθώ πάνω στα ερείπια της.
—Ναι, λέει ο Σεκέραλης, να σ’ εκείνα τα δέντρα κοντά είναι. Δεν χάλασε ολότελα. Μόνον από μια άκρη έχει πέσει. Είναι μια εκκλησία, που έχει πάνω στη στέγη της μια γέρικη κρανιά (σ. σ. μικρό δέντρο). Και η κρανιά υπάρχει ακόμη. Αυτή η κρανιά την κρατάει και δεν πέφτει.
—Εκεί θα πάω να προσευχηθώ και όταν τελειώσετε, θα ανταμώσουμε στο χωράφι που είναι πίσω από την Παναγία.
—Καλά, εμείς δεν θα κάνουμε ναμάζ.
Θα σε περιμένουμε να κάνεις το δικό σου το ναμάζ.
Η εκκλησία της Παναγίας είναι κατεστραμμένη. Σώζονται οι τοίχοι μόνον, χωρίς τοιχογραφίες. Οι ρίζες της κρανιάς συγκρατούν μόνον τη σκεπή. Προσευχήθηκα, φίλησα στην αυλή το χώμα της, πήρα μερικά λουλούδια από τη στέγη της και τα φύλαξα στον κόρφο μου. Σε λίγο, ήρθαν τα παιδιά.
—Παιδιά, τους λέω, εδώ στην άκρη του χωραφιού μας αναβλύζει νερό, μπόλικο νερό, σαν ποτάμι, που βγαίνει κοχλακιστά από το βάθος, πηδώντας κατακόρυφα. Το νερό αυτό είναι παράξενο. Το καλοκαίρι, είναι πολύ κρύο, σαν κρύσταλλο, και τον χειμώνα, είναι τόσο ζεστό, που ερχόταν η μάνα μου και έπλυνε τα ρούχα μας, γιατί τα έκανε κάτασπρα σαν χιόνι. Το κεφαλάρι αυτό του νερού το λέγαμε «θερμίδα», γιατί ήταν πολύ θερμό τον χειμώνα, όπως σας είπα. Είναι ιαματικό. Τότε δεν το ήξερα και ούτε κανείς μας είπε ποτέ τέτοιο πράγμα. Αυτήν την πηγή πρέπει να την καλλιεργήσετε και να κάνετε ιαματικές πηγές, όπως της Γιάλοβας. Πάμε να το δείτε και εσείς, αξίζει τον κόπο... Βλέπετε εδώ, πάνω στο νερό, που λιμνάζει πιο κάτω, είναι σαν κίτρινο καϊμάκι, απλωμένο πάνω στην επιφάνεια του νερού. Αυτό αποτελεί γνώρισμα θειούχου ιαματικού νερού και τα μπάνια στο νερό αυτό θεραπεύουν πολλές ασθένειες, ρευματικά, αρθριτικά, νευρικές παθήσεις κ.ά. Φροντίστε να το αξιοποιήσετε. Μπορεί να γίνει εδώ μια καλή επιχείρηση, για το καλό του χωριού (σ. σ. Λαραχανή), αλλά κερδοφόρα και για τον επιχειρηματία. Καλύτερα να το εκμεταλλευτεί η κοινότητα Λαραχανής, για να έχει σοβαρό εισόδημα και να φτιάξει κοινοτικά έργα, να αναπτυχθεί η ξακουστή κωμόπολη της περιοχής.
Κατόπιν, πήραμε τον δρόμο για το χειμερινό μας σπίτι και πρώτα θα περάσουμε από την οικογενειακή μας βρύση, βαδίζουμε ανάμεσα από φουντουκιές και κατάφορτες δαμασκηνιές. Όλη η λουλουδιασμένη περιοχή μοσχοβολά από μεθυστικό κοκτέιλ αρωμάτων. Η βρύση μας είναι πολύ ποιητική, θυμίζει περιγραφές του αρχαίου λυρικού ποιητή Θεόκριτου (σ. σ. 315-260 π. X., έργο του: «Ειδύλλια»), Αναβλύζει κάτω από πελώριο βράχο, του οποίου το κορμί βυθίζεται πλάγια μέσα στο έδαφος, η δε μούρη του σχηματίζει γωνία με το κοίλωμα του δαπέδου, μέσα στο οποίο τρέχει κρυστάλλινο το νερό από την ξύλινη προτεταμένη υδρορροή («κρενίν»).
Έτσι, όλη η εικόνα, βρύσης και περιβάλλοντος της, μοιάζει με στόμα ανοιχτό μεγάλου θεριού, παραμυθένιου δράκου, με άνω γνάθο τον βράχο και κάτω γνάθο τη γούρνα του νερού, το δε κρενίν, γλώσσα προτεταμένη, από την οποία τρέχει το νερό στο πίσω μέρος του ουρανίσκου, μέσα στο ξύλινο «γουρνίν» (σκάφη, γούρνα) για να πίνουν τα ζώα.
Εκείνο που με έκανε εντύπωση και με συγκίνησε πολύ ήταν η παρατήρηση πως το ίδιο κρενίν και το ίδιο γουρνίν είναι εκείνα που αφήσαμε και φύγαμε, σαν τότε παλιά, από εκείνα τα χρόνια! Πώς δεν σάπισαν ακόμη! Για λίγα δευτερόλεπτα, μου φάνηκε πάλι πως ήταν ψέμα ότι φύγαμε πριν τόσα χρόνια και πως πέθαναν όλοι οι δικοί μου και βρέθηκα σε άλλον κόσμο. .. τάχα! Και όλα ήταν ένα εφιαλτικό όνειρο, που δείχνει τη διάρκεια δευτερόλεπτου αιώνα ολάκερο! Νόμισα πως θα ακούσω τη φωνή της μάνας μου να με καλεί...
—Λευτέρ’, ντο στέκ’ς και αναμέντς; Ελα, εβράδυνεν!
Σκύβω και πίνω νερό από τη βρύση μας και ένα δάκρυ μου πέφτει μέσα στο κρενίν. Το ζιζάνιο, ο Σεκέραλης, πάντα έτοιμος να με αποσπάσει από τις θλιμμένες μου αναμνήσεις:
—Λευτέρμπεη, πίντς ασ' σο νερόν ντ' έπινες τράντα χρόνα εμπροστά;
—Καταλαβαίνεις πόσο πρέπει να είμαι συγκινημένος, Σεκέραλη! Αυτό το μονοπάτι πάει στο σπίτι μου το χειμερινό. Πάμε να δούμε τι απόμεινε και από αυτό μας το σπίτι .
(Απόσπασμα από το βιβλίο: Πόντος- επιστροφή στην Ιθάκη)
Ελευθέριος Ελευθεριάδης
Μαθηματικός- βουλευτής
—Παιδιά, πηγαίνετε και εσείς μαζί με τον Ισμαήλ για ναμάζ. Και εγώ θα πάω πιο πέρα για το δικό μου χριστιανικό ναμάζ. Εδώ είχαμε μια οικογενειακή μας εκκλησία, της Παναγίας. Βέβαια, τώρα θα είναι χαλασμένη, το ξέρω, αλλά θα προσευχηθώ πάνω στα ερείπια της.
—Ναι, λέει ο Σεκέραλης, να σ’ εκείνα τα δέντρα κοντά είναι. Δεν χάλασε ολότελα. Μόνον από μια άκρη έχει πέσει. Είναι μια εκκλησία, που έχει πάνω στη στέγη της μια γέρικη κρανιά (σ. σ. μικρό δέντρο). Και η κρανιά υπάρχει ακόμη. Αυτή η κρανιά την κρατάει και δεν πέφτει.
—Εκεί θα πάω να προσευχηθώ και όταν τελειώσετε, θα ανταμώσουμε στο χωράφι που είναι πίσω από την Παναγία.
—Καλά, εμείς δεν θα κάνουμε ναμάζ.
Θα σε περιμένουμε να κάνεις το δικό σου το ναμάζ.
Η εκκλησία της Παναγίας είναι κατεστραμμένη. Σώζονται οι τοίχοι μόνον, χωρίς τοιχογραφίες. Οι ρίζες της κρανιάς συγκρατούν μόνον τη σκεπή. Προσευχήθηκα, φίλησα στην αυλή το χώμα της, πήρα μερικά λουλούδια από τη στέγη της και τα φύλαξα στον κόρφο μου. Σε λίγο, ήρθαν τα παιδιά.
—Παιδιά, τους λέω, εδώ στην άκρη του χωραφιού μας αναβλύζει νερό, μπόλικο νερό, σαν ποτάμι, που βγαίνει κοχλακιστά από το βάθος, πηδώντας κατακόρυφα. Το νερό αυτό είναι παράξενο. Το καλοκαίρι, είναι πολύ κρύο, σαν κρύσταλλο, και τον χειμώνα, είναι τόσο ζεστό, που ερχόταν η μάνα μου και έπλυνε τα ρούχα μας, γιατί τα έκανε κάτασπρα σαν χιόνι. Το κεφαλάρι αυτό του νερού το λέγαμε «θερμίδα», γιατί ήταν πολύ θερμό τον χειμώνα, όπως σας είπα. Είναι ιαματικό. Τότε δεν το ήξερα και ούτε κανείς μας είπε ποτέ τέτοιο πράγμα. Αυτήν την πηγή πρέπει να την καλλιεργήσετε και να κάνετε ιαματικές πηγές, όπως της Γιάλοβας. Πάμε να το δείτε και εσείς, αξίζει τον κόπο... Βλέπετε εδώ, πάνω στο νερό, που λιμνάζει πιο κάτω, είναι σαν κίτρινο καϊμάκι, απλωμένο πάνω στην επιφάνεια του νερού. Αυτό αποτελεί γνώρισμα θειούχου ιαματικού νερού και τα μπάνια στο νερό αυτό θεραπεύουν πολλές ασθένειες, ρευματικά, αρθριτικά, νευρικές παθήσεις κ.ά. Φροντίστε να το αξιοποιήσετε. Μπορεί να γίνει εδώ μια καλή επιχείρηση, για το καλό του χωριού (σ. σ. Λαραχανή), αλλά κερδοφόρα και για τον επιχειρηματία. Καλύτερα να το εκμεταλλευτεί η κοινότητα Λαραχανής, για να έχει σοβαρό εισόδημα και να φτιάξει κοινοτικά έργα, να αναπτυχθεί η ξακουστή κωμόπολη της περιοχής.
Κατόπιν, πήραμε τον δρόμο για το χειμερινό μας σπίτι και πρώτα θα περάσουμε από την οικογενειακή μας βρύση, βαδίζουμε ανάμεσα από φουντουκιές και κατάφορτες δαμασκηνιές. Όλη η λουλουδιασμένη περιοχή μοσχοβολά από μεθυστικό κοκτέιλ αρωμάτων. Η βρύση μας είναι πολύ ποιητική, θυμίζει περιγραφές του αρχαίου λυρικού ποιητή Θεόκριτου (σ. σ. 315-260 π. X., έργο του: «Ειδύλλια»), Αναβλύζει κάτω από πελώριο βράχο, του οποίου το κορμί βυθίζεται πλάγια μέσα στο έδαφος, η δε μούρη του σχηματίζει γωνία με το κοίλωμα του δαπέδου, μέσα στο οποίο τρέχει κρυστάλλινο το νερό από την ξύλινη προτεταμένη υδρορροή («κρενίν»).
Έτσι, όλη η εικόνα, βρύσης και περιβάλλοντος της, μοιάζει με στόμα ανοιχτό μεγάλου θεριού, παραμυθένιου δράκου, με άνω γνάθο τον βράχο και κάτω γνάθο τη γούρνα του νερού, το δε κρενίν, γλώσσα προτεταμένη, από την οποία τρέχει το νερό στο πίσω μέρος του ουρανίσκου, μέσα στο ξύλινο «γουρνίν» (σκάφη, γούρνα) για να πίνουν τα ζώα.
Εκείνο που με έκανε εντύπωση και με συγκίνησε πολύ ήταν η παρατήρηση πως το ίδιο κρενίν και το ίδιο γουρνίν είναι εκείνα που αφήσαμε και φύγαμε, σαν τότε παλιά, από εκείνα τα χρόνια! Πώς δεν σάπισαν ακόμη! Για λίγα δευτερόλεπτα, μου φάνηκε πάλι πως ήταν ψέμα ότι φύγαμε πριν τόσα χρόνια και πως πέθαναν όλοι οι δικοί μου και βρέθηκα σε άλλον κόσμο. .. τάχα! Και όλα ήταν ένα εφιαλτικό όνειρο, που δείχνει τη διάρκεια δευτερόλεπτου αιώνα ολάκερο! Νόμισα πως θα ακούσω τη φωνή της μάνας μου να με καλεί...
—Λευτέρ’, ντο στέκ’ς και αναμέντς; Ελα, εβράδυνεν!
Σκύβω και πίνω νερό από τη βρύση μας και ένα δάκρυ μου πέφτει μέσα στο κρενίν. Το ζιζάνιο, ο Σεκέραλης, πάντα έτοιμος να με αποσπάσει από τις θλιμμένες μου αναμνήσεις:
—Λευτέρμπεη, πίντς ασ' σο νερόν ντ' έπινες τράντα χρόνα εμπροστά;
—Καταλαβαίνεις πόσο πρέπει να είμαι συγκινημένος, Σεκέραλη! Αυτό το μονοπάτι πάει στο σπίτι μου το χειμερινό. Πάμε να δούμε τι απόμεινε και από αυτό μας το σπίτι .
(Απόσπασμα από το βιβλίο: Πόντος- επιστροφή στην Ιθάκη)
Ελευθέριος Ελευθεριάδης
Μαθηματικός- βουλευτής
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου