Οι ιδιωματικές λογοτεχνίες

Τετάρτη 6 Μαΐου 2015

Η λογοτεχνία κάθε έθνους περιλαμβάνει το σύνολο της δημιουργίας, η οποία, με τον γραπτό λόγο, βρίσκει την έκφρασή της και ζει μέσα στους αιώνες, επιτυγχάνοντας τη γενική αναγνώριση. Η λογοτεχνία αποτελεί το μέτρο της πνευματικότητας ενός λαού, χαρακτηρίζει την ακμή ή την παρακμή του και, γενικά, παρακολουθεί την όλη ιστορική του πορεία.
Για να εξεταστεί η λογοτεχνία ενός έθνους, χρειάζεται μέθοδος, χρειάζεται να τη διαιρέσει κανείς σε διάφορους τομείς, ένας από τους οποίους είναι και ο γλωσσικός, που φέρνει πολύ κοντά στην ιδιωματική λογοτεχνία και επομένως και στη λογοτεχνία των Ποντίων, που αποτελεί κομμάτι της λογοτεχνικής δημιουργίας του ελληνικού έθνους.
Η ελληνική γραμματολογία δεν απορρίπτει καμιά ελληνική ιδιωματική λογοτεχνία και, όπως θα υπογραμμιστεί παρακάτω, η αρχαία ελληνική λογοτεχνία είναι κατεξοχήν ιδιωματική.

Η εξέταση ορισμένων παραμέτρων
Στη λογοτεχνία εξετάζονται η εποχή κατά την οποία γράφτηκε το κάθε είδος της, τα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά κάθε περιόδου, όπως είναι η κοινωνική κατάσταση, η ύπαρξη ή όχι ελευθερίας, οι οικονομικοί παράγοντες και πολλά άλλα συναφή στοιχεία, τα οποία, προκειμένου για τη λογοτεχνία των Ποντίων, και στον Πόντο και κατόπιν στην Ελλάδα, έχουν ιδιαίτερη σημασία.
Επειδή η λογοτεχνία κάθε λαού χαρακτηρίζει την πνευματική του ζωή, απαραίτητη είναι και η συγκριτική εξέτασή της, σε σχέση με τις λογοτεχνίες, άλλων λαών. Η λογοτεχνία των Ποντίων θα μπορούσε π. χ. να συγκριθεί, πρώτα με τη λογοτεχνική παραγωγή των ελλαδιτών λογοτεχνών και όσον αφορά την ποντιακή λογοτεχνία την πριν από το 1923 - 1924 περίοδο, με τις λογοτεχνίες των Τούρκων, των Αρμενίων, των Γεωργιανών, των Ουκρανών και των Ρώσων, με τους οποίους οι Πόντιοι συμβίωναν.

Οι δύο όψεις της λογοτεχνικής δραστηριότητας
 Η λογοτεχνική δραστηριότητα παρουσιάζει δύο όψεις, δύο παραμέτρους. Από το ένα μέρος είναι η δημιουργία και, επομένως, κάθε λογοτεχνικό έργο μπορεί να μελετηθεί ως μαρτυρία της δημιουργικής φαντασίας του συγγραφέα, ενώ από την άλλη, αποτελεί απόδειξη μιας ορισμένης στιγμής του πολιτισμού.
 Η δεύτερη αυτή όψη, η δεύτερη παράμετρος, που αναφέρεται στον πολιτισμό, δεν θα μπορούσε να περάσει απαρατήρητη, γιατί γίνεται αναφορά στη λογοτεχνία των Ποντίων, δηλαδή στον πολιτισμό ενός σημαντικού τμήματος του ελληνισμού, και χθες και σήμερα.

Ιδιωματική μετά την ανταλλαγή των πληθυσμών. 
 Απαραίτητη είναι η διευκρίνιση ότι η λογοτεχνία των Ποντίων γίνεται ιδιωματική μετά την ανταλλαγή των πληθυσμών, κυρίως. Έως τότε, οι Πόντιοι λογοτέχνες έγραφαν τα έργα τους στη γλώσσα που χρησιμοποιούσαν και οι ελλαδίτες συνάδελφοι τους, δηλαδή τα περισσότερα ποιήματα στη δημοτική και όλα, σχεδόν, τα πεζογραφήματα στην καθαρεύουσα. Η ποντιακή διάλεκτος, στα πριν από την ανταλλαγή χρόνια, χρησιμοποιείται ως γλωσσικό όργανο στη λογοτεχνία σχεδόν μόνον από τους Έλληνες της Ρωσίας και από μερικούς λαϊκούς λογοτέχνες, όπως είναι εκείνοι και κυρίως εκείνες της Σάντας και της Κρώμνης.
Για κάποιους λόγους η ιδιωματική λογοτεχνία των Ποντίων αναπτύχθηκε μετά την ανταλλαγή και πιο συγκεκριμένα, μετά το 1950, κυρίως. Ο πρώτος λόγος είναι ότι ως το 1950 οι Έλληνες Πόντιοι, μαζί και με τους υπόλοιπους Έλληνες, έζησαν πολύ δύσκολα χρόνια στερήσεων και πολέμων. Και είναι ιστορικά αποδεδειγμένο ότι κανένας λαός δεν έβγαλε λογοτέχνες σε δύσκολες περιόδους π.χ. ο μεσαίωνας δεν έχει να επιδείξει λογοτέχνες.
 Αλλά η λογοτεχνία αναπτύχθηκε κυρίως μετά την εφεύρεση — από τον Γερμανό Γουτεμβέργιο — και διάδοση της τυπογραφίας, δηλαδή μετά τον 15ο αιώνα. Το πρώτο ελληνικό τυπογραφείο στον Πόντο (;), του Δανιήλ Ξιφιλίνου, συγκεκριμένα, στήθηκε στην Τραπεζούντα γύρω στο 1880.
Ο Γιώργος Ζερζελίδης για τη λογοτεχνία στον Πόντο
Ο άλλος λόγος που συνετέλεσε στην εμφάνιση και ανάπτυξη της ιδιωματικής λογοτεχνίας των Ποντίων, μετά το 1950, είναι η νοσταλγία, με την οποία πρώτο το περιοδικό «Ποντιακή Εστία» πλημμύρισε τις ψυχές των Ποντίων. Υπάρχουν σοβαρές μαρτυρίες που λένε ότι στον Πόντο οι Πόντιοι δεν γνώριζαν να γράφουν το μητρικό γλωσσικό τους ιδίωμα. Συγκεκριμένα, ο Γιώργος Ζερζελίδης γράφει το 1961 στην «Ποντιακή Εστία»:: «Την ποντιακή στον Πόντο δεν την μιλούσανε επίσημα και δεν τη γράφανε ούτε ανεπίσημα, αλλά και δεν ήξερε κανένας να τη γράφει ορθά ούτε και οι γραμματισμένοι, χωρίς να ξέρουν και οι ίδιοι το γιατί. Τους έφτανε να μάθουν τα γράμματα και τη γλώσσα του σχολείου.
 Έτσι εξηγείται και το γεγονός ότι δεν υπάρχει κανένα γραπτό μνημείο στην ποντιακή ιδιωματική, εκτός από τις λαογραφικές μελέτες των καθηγητών Ελευθερίου Κούση και Ιωάννη Βαλαβάνη και μερικά θεατρικά έργα με την αρχή καμωμένη πάλι από τον Ιωάννη Βαλαβάνη. Και τα δημώδη, ακριτικά και λοιπά άσματα, που επέζησαν στο στόμα του λαού και συλλέχτηκαν κάποτε στο χαρτί από καθηγητές,γράφτηκαν αρκετά ανορθόγραφα κι έτσι καταχωρήθηκαν ακόμη και σε ιστορικά συγγράμματα».

Ιδιωματική η αρχαιοελληνική λογοτεχνία
Ολόκληρη η αρχαιοελληνική γραμματολογία θα μπορούσε να χαρακτηριστεί ιδιωματική. Οι περισσότεροι μελετητές συμφωνούν ότι η αρχαία ελληνική γλώσσα παρουσιάζεται, από τις επιγραφές και όχι από τα έργα που διασώθηκαν, τα οποία αλλοίωσαν οι αντιγραφείς, χωρισμένη σε διαλέκτους και ιδιώματα, με βασικές διαλέκτους την ιωνική, την αττική, τη δωρική και την αιολική, στις οποίες προστέθηκε αργότερα και πέμπτη, η λεγάμενη κοινή.
 Ο Αδαμάντιος Κοραής, ο κατεξοχήν «καθαρτής» της ελληνικής γλώσσας, έλεγε: «Η γλώσσα είναι από τα πλέον αναπαλλοτρίωτα κτήματα του έθνους. Από το κτήμα τούτο μετέχουν όλα τα μέλη του έθνους με δημοκρατικήν ισότητα. Κανείς, όσον και αν είναι σοφός, ούτε έχει ούτε δύναται ποτέ να λάβη το δικαίωμα να λέγη προς το έθνος: Ούτω θέλω να λαλής, ούτω θέλω να γράφης».
Η νέα ελληνική γλώσσα έχει πλήθος ιδιώματα και υποδιώματα, όπως συνέβαινε και με την αρχαία. Η ψεύτικη εντύπωση απόλυτης γλωσσικής ομοιομορφίας στα δημοτικά τραγούδια οφείλεται στο γεγονός ότι οι παλιοί εκδότες δεν πήραν τα τραγούδια από την πηγή, δηλαδή από το λαό. Η κοινή ομιλούμενη διαμορφώνεται στα μεγάλα αστικά κέντρα, αλλά είναι πλάνη αν νομίζει κανείς ότι μπορούν να εξαφανιστούν εντελώς τα ιδιώματα.
Τι είναι, όμως, γλωσσικό ιδίωμα; Στα εγκυκλοπαιδικά λεξικά αναφέρονται τα ιδιώματα ως τοπικές, ταξικές, ή άλλες παραλλαγές μιας και της αυτής γλώσσας κατά την προφορά,τη σύνταξη κ. τ. λ.
Φαίδων Κουκουλές
Τη σημασία της ιδιωματικής λογοτεχνίας των Ποντίων υπογράμμισε έμμεσα ο καθηγητής της βυζαντινής ιστορίας στο πανεπιστήμιο της Αθήνας, ακαδημαϊκός Φαίδων Κουκουλές, τονίζοντας, μεταξύ άλλων, ότι με τα δημοσιευόμενα κείμενα στα έντυπα των Ποντίων «θα παραμείνη η ανάμνησις ενός λαού ηρωικού, η γλώσσα και τα έθιμα του οποίου πολύτιμον θα προσφέρουν συμβολήν εις γνώσιν της καθ’ όλου ιστορίας του Ελληνισμού».
Πιο ξεκάθαρα, ο καθηγητής γλωσσολογίας στο πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης, Θρακιώτης στην καταγωγή, Νίκος Ανδριώτης, τόνιζε το 1950:
«Δεν συμφωνώ καθόλου με την γνώμη, ότι δεν έχει κανένα σκοπό η λογοτεχνική καλλιέργεια της ποντιακής διαλέκτου. Απλώς το ότι εκατοντάδες χιλιάδων ανθρώπων την αισθάνονται ως μητρική τους γλώσσα και ζουν με αυτή τις αναμνήσεις τους θα ήταν αρκετός λόγος για να γράφεται σε αυτή κάθε λογοτεχνικό είδος. Αλλά και οι άλλοι Έλληνες και ιδίως η επιστήμη (γλωσσολογία, λαογραφία) κέρδος έχουν από την καλλιέργειά της, γιατί βιβλία σαν «Το καλαντόνερον» (σ. σ. του Γιώργου Ζερζελίδη) μας επιτρέπουν να γνωρίσουμε καλύτερα τη διάλεκτο και την ψυχή των Ποντίων, παρά οι συνήθεις λαογραφικές και γλωσσολογικές συλλογές. Και για τη γλωσσική μας ακόμα ιστορία, το ότι η ποντιακή διάλεκτος, πριν σβήσει, έδωσε και λογοτεχνικές αναλαμπές, νομίζω», καταλήγει ο Νίκος Ανδριώτης, «πως θα θεωρηθεί κάποτε πιο τιμητικό για τον Ελληνισμό που τη μιλεί ακόμα, παρά ένας αφανής και άδοξος θάνατός της».
Στο «Αρχείον Πόντου», σε κριτική για το βιβλίο «Το καλαντόνερον» του Γιώργου Ζερζελί-δη, είχε γραφεί την ίδια εποχή: «Άχρηστα δια την επιστήμην.Τί κρίμα!» Ωστόσο, ο ίδιος κριτικός, στο ίδιο περιοδικό και σε άλλες σελίδες, για να θεμελιώσει τις γλωσσολογικές του έρευνες, παράπεμπε δεκαέξι φορές στο μυθιστόρημα του Ζερζελίδη «Το καλαντόνερον»!
Αξίζει να μεταφέρουμε την άποψη του Γιώργου Ζερζελίδη, που λέει ότι «Η λαογραφική μας λογοτεχνία - αν ο όρος δεν είναι τραβηγμένος - σύμφωνα και με την ορθή γνώμη της επιστήμης, στάθηκε αφορμή στην αναγκαιότητα των λαογραφικών εκδηλώσεων. Και μια από αυτές τις εκδηλώσεις, από τις σοβαρότερες, μάλιστα, είναι το ποντιακό θέατρο. Η αναγκαιότητα του ποντιακού θεάτρου έγινε τόσο πιο αισθητή όσο πιο πλούσιο έγινε, με τον καιρό, και το δραματολόγιο του ποντιακού θεάτρου, με τη λαογραφική λογοτεχνική παραγωγή. Σύμφωνα με τον Ζερζελίδη, η λαογραφική λογοτεχνία, όχι μόνον δεν είναι αντιλαογραφικό είδος, άχρηστο για την επιστήμη, αλλά είναι και ένας ιδεώδης βοηθός της, μια και είναι ο ζωντανός δημιουργός και τροφοδότης των λαογραφικών εκδηλώσεων, που καθρεπτίζουν την παραδοσιακή ζωή με το ποντιακό θέατρο».
Ο Νίκος Ανδριώτης γράφει, επίσης το 1954 στην «Ποντιακή Εστία»: «Προσωπικά δεν συμμερίζομαι τη γνώμη ότι γενικά η ιδιωματική λογοτεχνία μπορεί να γίνει βλαβερή για τη γλωσσική ενότητα του σημερινού Ελληνισμού, κυρίως γιατί η αναλογία της με τη λογοτεχνία που γράφεται στην κοινή μας γλώσσα είναι ασήμαντη και γιατί η ιδιωματική λογοτεχνία διαβάζεται μόνον από μια μικρή μειονότητα που την εννοεί. Εξάλλου, ολόκληρη η αρχαία μας λογοτεχνική δόξα ήταν ιδιωματική. 
Η ομογλωσσία των αλεξανδρινών χρόνων, εξυπηρέτησε όλους τους άλλους σκοπούς της ζωής εκτός από τους λογοτεχνικούς. Και σήμερα, όσο η κοινή μας γλώσσα γίνεται πιο ομοιόμορφη από εκείνη που έγραψαν οι παλαιότεροι λογοτέχνες, χάνει σε χρώμα, σε γραφικότητα, σε φυσικότητα. Κατά την ταπεινή μου γνώμη», τελειώνει ο Νίκος Ανδριώτης, «έξω από κάθε άλλη σκοπιμότητα, το τελειότερο, το ιδανικό λογοτεχνικό όργανο για κάθε περιοχή είναι η ντόπια διάλεκτος».
Νίκος Βέης
Ο ακαδημαϊκός Νίκος Βέης, σε χαιρετισμό του στο περιοδικό «Ποντιακή Εστία», τόνιζε: «Κρατήσατέ την με στοργή την οικογενειακή σας ομιλία, όσοι μπορείτε καλλιεργήσατέ την λογοτεχνικά. Σε άλλες χώρες, τα τοπικά γλωσσικά ιδιώματα έχουν να δείξουν θαυμαστές    λογοτεχνίες και ονομαστούς λογοτέχνες... Τι αρχαιόπρεπα στοιχεία, τι αληθινά διαμάντια βρίσκονται στα προγονικά σας γλωσσικά ιδιώματα, ξέρετε καλά...», καταλήγει ο ακαδημαϊκός Νίκος Βέης.
Ποιους μεγάλους λογοτέχνες εννοούσε ο Νίκος Βέης; Πρώτα πρώτα ήταν ο Δάντης, που έγραψε το αριστούργημά του, τη «Θεία Κωμωδία» στη διάλεκτο που μιλούσε. Αυτή τη διάλεκτο την επέβαλε ως επίσημη γλώσσα στην Ιταλία. Αλλά και ο Φρειδερίκος Μιστράλ, ο κύριος αναγεννητής της διαλέκτου της Νότιας Γαλλίας, έγραφε τα έργα του στην προβηγκιανή διάλεκτο και τιμήθηκε με το βραβείο Νόμπελ. Κανείς Γάλλος δεν βρέθηκε να διαμαρτυρηθεί γι’ αυτό ή να τον ειρωνευτεί.
Τέλος, ο σκηνοθέτης Τάκης Μουζενίδης, σε ομιλία του για το ποντιακό θέατρο, τόνιζε στη δεκαετία του 1950: «Η ιστορία της λογοτεχνίας αναφέρει άπειρα παραδείγματα τοπικών γλωσσικών ιδιωμάτων, που έχουν να δείξουν θαυμάσια λογοτεχνικά και θεατρικά έργα. Θα μπορούσαμε, λοιπόν, κι εμείς να περιμένουμε μια ή περισσότερες τέτοιες αναλαμπές, μέσα από την κίνηση του ποντιακού θεάτρου. Ήδη, σε δύο ή τρία έργα του σύγχρονου ποντιακού θεάτρου συναντούμε σελίδες- αλλά μόνον σελίδες για την ώρα- που μπορούν να θεωρηθούν σαν καθαρή και αξιόλογη λογοτεχνική επίτευξη...».
Κλείνουμε με μία διαπίστωση και με ένα ερώτημα. Ο οδοστρωτήρας της ισοπέδωσης των τοπικών πολιτισμών και επομένως και των ιδιωματικών λογοτεχνιών, προσπαθεί να περάσει και πάνω από την ιδιωματική ποντιακή λογοτεχνία. 
Θα το δεχτούν οι Πόντιοι;

Πάνος Καϊσίδης
Δημοσιογράφος-Συγγραφέας

Share

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

 
Copyright © 2015 Santeos
| Design By Herdiansyah Hamzah