Είναι γεγονός αναμφισβήτητο ότι η ευρωπαϊκή Αντίσταση υπήρξε η έκφραση της ηθικής επιταγής η οποία ριζωμένη στη Βίβλο και την κλασσική αρχαιότητα, διέπει ακόμη και τους σκοτεινούς χρόνους του μεσαίωνα. Η χριστιανική ηθική δικαιώνει την αντίσταση κατά της τυραννίας.
Καλβίνος |
Όλο αυτό το μεγαλείο στα κινήματα του ελεύθερου ανθρώπου, στο διάβα των αιώνων κατέληξε στη χάρτα των ανθρώπινων δικαιωμάτων της εποχής μας. Ειδικά στην περίπτωση της Ελλάδος υπήρχαν πάντοτε οι άγραφοι νόμοι, που η ελεύθερη ηθική συνείδηση του ανθρώπου τους έθετε υπεράνω των γραπτών κειμένων της εξουσίας, όπως μας παραδίνει ο Σοφοκλής στην Αντιγόνη του.
Όμως εδώ πρέπει να σημειωθεί πως ο πρώτος στέφανος δάφνης για τους τυραννοκτόνους επιλέχτηκε στην Ελλάδα. Οι τυραννοκτόνοι του Ιππάρχου Αρμόδιος και Αριστογείτονας αναγορεύτηκαν ήρωες της πόλης και μάλιστα με νόμο. Οι αρχαίοι Αθηναίοι αναγόρευαν σε ήρωες της πατρίδας όσους στρέφονταν κατά των τυράννων για την εξόντωση τους.
Στην εισαγωγή για το Jus Resiestenciae, βλέπουμε στην αρχαία Αθήνα την ψήφιση ειδικών νόμων. Ο Νόμος της Αθήνας για την υπεράσπιση της δημοκρατίας με απόφαση της Βουλής και της Εκκλησίας του Δήμου είναι καταλυτικός.... "Αν κανείς καταλύσει τη δημοκρατία της Αθήνας ή καταλάβει κάποιο αξίωμα σε περίοδο που η δημοκρατία έχει καταλυθεί αυτός θα θεωρείται εχθρός των Αθηναίων και να θανατώνεται.
Η περιουσία του να δεσμεύεται και το ένα δέκατο από αυτήν να αφιερώνεται στη θεά. Εκείνος που θα σκοτώσει τον ένοχο ή που θα συμβουλέψει να τον σκοτώσουν να είναι καθαρός από κάθε μόλυνση και να μη τιμωρείται. Κι εκείνος που τυχόν σκοτωθεί, προσπαθώντας να σκοτώσει τον τύραννο ή τον ένοχο για τυραννία, να έχει την ευγνωμοσύνη των Αθηναίων, όπως έγινε με τον Αρμόδιο και τον Αριστογείτονα και τους απογόνους τους.
Τον Ίππαρχο ως γνωστόν σκότωσαν οι τυραννοκτόνοι Αρμόδιος και Αριστογείτονας, ενώ ο Ιππίας έφυγε για την Περσία.
Πάντα πρέπει να τιμωρούνται οι πρωταίτιοι, μαζί και οι στυλοβάτες και οι συνεργάτες και να κηρύσσεται η λήθη. Μάλιστα σε τέτοιο βαθμό ώστε να μην επιτρέπεται η αναμόχλευση παθών, όπως γίνονταν εδώ και τέσσερεις δεκαετίες στη χώρα μας και ιδίως τα τελευταία χρόνια της τριτοκοσμικής εξουσίας όπου το μένος κατά της λεγόμενης δεξιάς έφτασε στο κατακόρυφο. Για το μεγάλο αυτό θέμα πάλι οι αρχαίοι Έλληνες μας δίνουν το παράδειγμα.
Μετά την κατάλυση της τυραννίας, κάποιος που γύρισε από την εξορία και άρχισε να κατηγορεί τους τυράννους, πιάστηκε από τον Αρχίνο, οδηγήθηκε στη Βουλή και θανατώθηκε χωρίς δίκη, γιατί αναμόχλευσε το παρελθόν.
Η πράξη αυτή του Αρχίνου επαινέθηκε τότε τόσο από το λαό όσο και από τον ίδιο τον Αριστοτέλη, ενώ στις μέρες μας οι πράξεις αυτές θα ταίριαζε να χαρακτηρίζονταν σαν ένα είδος πρόκλησης ή με άλλη έκφραση προβοκάτσιας.
'Οταν οι ηγέτες που σφετερίζονται στην εξουσία και οι συνεργάτες τους ξέρουν ότι θα τιμωρηθούν χωρίς αναβολή από το λαό τότε με πολύ σκεπτικισμό θα αποφασίζουν κάθε φορά την κατάλυση της συνταγματικής τάξης. Βέβαια οι σφετεριστές της εξουσίας παρουσιάζονται σαν σωτήρες, σαν μεταρρυθμιστές, σαν αναμορφωτές και σαν κήρυκες της δικαιοσύνης και αρετής.
Όμως οι διακηρύξεις τους είναι απατηλές και κρύβουν συστηματικά την αλήθεια.
Κρύβουν ακόμα και τα εγκλήματά τους σε κάθε εποχή και μάλιστα από την αρχαιότητα ακόμη.
Και ενώ από τους ηγέτες των δημοκρατικών διακηρύσσεται περήφανα "πως κανένα θύμα δε δημιουργήθηκε και καμία μάνα δε μαυροφόρεσε από την άσκηση της εξουσίας τους, αντίθετα από το σκληρό αρχηγό των τριάκοντα Κριτία ομολογείται κυνικά πως η πόλη είναι πολυανθρωπότατη και ο αριθμός αυτών που πρέπει να εξοντωθούν δεν είναι πολύ μεγάλος.
Έτσι, ως τυραννοκτόνοι και ως ήρωες θεωρούνται από τους απαράγραπτους νόμους της ηθικής και κανένας κανόνας γραπτού δικαίου δε μπορεί να τους καταργήσει, για όσους έπεσαν στο καθήκον τους για το γκρέμισμα των τυράννων.
Έτσι οι λαοί αμείβουν τα τέκνα τους και έτσι όλοι οι λαοί τιμούν τους ήρωες τους τόσο στις ίδιες χώρες τους όπου γεννήθηκαν, αλλά και στις χώρες όπου έπεσαν ηρωικά, καθώς και όλοι όσοι έπεσαν στα διάφορα πολεμικά πεδία, σε διάφορα μέρη της γης. Το ξερό εκείνο λατινικό JUS RESISTENTIAE, δημιούργησε στον τόπο αυτό τις δραματικές συγκρούσεις μιας νέας τέχνης του ωραιότερου ανθρώπινου πνεύματος, δημιούργησε με άλλα λόγια την αρχαία ελληνική τραγωδία.
Χωρίς το δικαίωμα της αντιστάσεως κατά του εξωτερικού και στην ανάγκη και του εσωτερικού εχθρού, δηλ. των σφετεριστών της εξουσίας, δε θα υπήρχε ούτε Αναγέννηση, ούτε γαλλική επανάσταση, ούτε δημοκρατία. Αλλά όμως για να υπάρχουν όλα αυτά και για να εξακολουθεί ο άνθρωπος να χαίρεται την ελευθερία του και την ομορφιά της, θα πρέπει όταν έρθει η τρομερή ώρα, σα νύχτα ατέλειωτη οι "κανονισμοί" να καταστρέφονται από τη λάμψη των κεραυνών.
"Για την ποντιακή ηγεσία, οι μεγάλοι ανταρτοπόλεμοι και τα αντιστασιακά κινήματα αποτέλεσαν μία πραγματική έκπληξη. Οι μορφές της άμυνας στον πόλεμο αυτό από το σκοτάδι, για έναν πόλεμο χωρίς πρότυπο, χωρίς κανονισμούς και δικαιϊκές διατάξεις, έπρεπε κατ' αρχήν να γεννηθούν από την εξέλιξη των γεγονότων.
'Αλλωστε αυτός είναι ο λόγος για τον οποίο ο ανταρτοπόλεμος, οι Παρτιζάνοι, οι Μακί, οι Γαλιβαλινδοί κ.ά., έπαιξαν έναν αποφασιστικό ρόλο στις μεταπολεμικές δίκες, ενώ το κωδικοποιημένο δίκαιο που ίσχυε μέχρι τότε, αποδείχτηκε απέναντι των νέων μορφών δικαίου για τις εξελίξεις που δεν είχαν προβλεφθεί σαν ανεπαρκές".
Για τη νομική φύση των ανταρτικών κινημάτων γενικά τόσο της Ευρώπης όσο άλλων χωρών και ηπείρων, για τη θέση δικαίου των αντιστασιακών κινημάτων, η επιστήμη και η νομολογία σιωπούν, κι αυτό γιατί το JUS RESISTENTIAE, (το δίκαιο της Αντίστασης), γεννήθηκε κυρίως μέσα στις ιαχές του Β' παγκόσμιου πολέμου. Αλλά και για άλλους λόγους.
Οι στρατιωτικοί ηγέτες των νικητριών χωρών, οι στρατάρχες, οι στρατηγοί και άλλοι μικρότεροι στην ιεραρχία, χρέωσαν στη δική τους πίστωση τα επιτεύγματα των ανταρτικών οργανώσεων. Αλλά το ίδιο έπραξαν και οι πολιτικοί ηγέτες. Δεν άντεχαν να μοιραστούν τη δόξα με τους φυσικούς ηγέτες και μαχητές των ηρωικών πράξεων των ανταρτικών σωμάτων, γιατί η δόξα δε μοιράζεται.
Γεννάται λοιπόν το ερώτημα: Είχαν νομική ισχύ τα ανταρτικά κινήματα κάθε εποχής ή ήσαν εκτός νόμου; Στο ερώτημα λοιπόν αν τα αντιστασιακά κινήματα ήσαν πράγματι εκτός νόμου, δε γίνεται δεκτή από μας η άποψη του γερμανού στρατηγού Ρέντουλιτς του Β' παγκόσμιου ,πολέμου, που πρεσβεύει: πως αφού δεν προβλέπονται από τις διεθνείς συνθήκες και τον κανονισμό της Χάγης και το δίκαιο του πολέμου, άρα είναι εκτός νόμου.
Για μας η νομική θέση των αντιστασιακών κινημάτων είναι σύμφωνη με το δίκαιο του πολέμου, άρα δεν είναι εκτός νόμου. Όμως ο αναλλοίωτος, νόμος της ηθικής συνείδησης του ελεύθερου ανθρώπου, από την αρχαιότητα μέχρι σήμερα, μας διδάσκει ότι η νομική θέση των αντιστασιακών κινημάτων είναι σύμφωνη και με το δίκαιο και την ηθική και οι πράξεις των κινημάτων ήσαν και είναι de facto και de jure ισχυρές. Ο ανταρτοπόλεμος είχε τόση σημασία ιδιαίτερα στον τελευταίο Β' παγκόσμιο πόλεμο, ώστε αποτέλεσε σε όλη του την έκταση κάτι το νέο στην ιστορία του πολέμου και στο δίκαιο του πολέμου.
Η επίδρασή του, σ' αυτά τα ίδια τα μαχόμενα στρατεύματα, για ολόκληρο το πρόβλημα του ανεφοδιασμού, για τη δυσχερή θέση των σταθμευμένων μονάδων, καθώς και για τη διοίκηση των κατεχομένων εδαφών, η συλλογή και η μετάδοση των πληροφοριών, όλα αυτά μαζί κατέστησαν τον ανταρτοπόλεμο ένα σπουδαίο μέρος του ολοκληρωτικού πολέμου. Έτσι μπορούμε να πούμε χωρίς δισταγμό, πως η έκρηξη του ανταρτοπόλεμου και η σταθερά αυξανόμενη ένταση του, που αυξάνονταν συνεχώς στις χώρες Ρωσία, Πολωνία, στα Βαλκάνια και μάλιστα ιδιαίτερα στην Ελλάδα, στη Γιουγκοσλαβία, αλλά επίσης στη Γαλλία και την Ιταλία, τη Νορβηγία και το Βέλγιο, συνπροσδιόρισαν την όψη του δευτέρου παγκοσμίου πολέμου.
Εθνική Αντίσταση, λοιπόν, σημαίνει κυρίως, την αντίσταση του έθνους κατά της επιβολής άλλου έθνους, σημαίνει την αντίσταση ενός κράτους κατά της επιβολής άλλου κράτους, ενώ ο αγώνας των δημοκρατικών δυνάμεων μιας χώρας κατά των απολυταρχικών καθεστώτων σημαίνει ακριβώς τη δράση και την αντίσταση των δυνάμεων του κοινοβουλευτισμού και της δημοκρατίας εναντίον των σφετεριστών της εξουσίας. Συχνά η διένεξη μεταξύ δημοκρατικών και ολιγαρχικών οδηγείται σε εμφύλιο πόλεμο, με δραματικές εξελίξεις και για τις δύο πλευρές.
Πάνω λοιπόν στις αρχές του δικαίου και της ηθικής, για την υπεράσπιση των αγαθών της ελευθερίας, της δημοκρατίας και της δικαιοσύνης συγκροτήθηκαν τα κινήματα Αντιστάσεως τόσο πριν και μετά τον Α' παγκόσμιο πόλεμο όσο και στην Ευρώπη κατά το Β' παγκόσμιο πόλεμο 1940-1945.
Στη διάρκεια του Β' παγκόσμιου πολέμου μάλιστα, η φύση της καταπιεστικής μηχανής της γερμανικής κατοχής, προκάλεσε έντονες αντιδράσεις των λαών που εκδηλώθηκαν με τις μορφές των κινημάτων Αντιστάσεως σε διάφορα μέρη της Ευρώπης.
Από τα διάφορα πολιτικά κόμματα των κατεχομένων χωρών, οργανώθηκαν πολύ γρήγορα διάφορες αντιστασιακές ομάδες, για τη διενέργεια σαμποτάζ και την οργάνωση παθητικής και δραστικής αντίστασης. Έτσι, ανατινάζονταν αμαξοστοιχίες, γέφυρες, εργοστάσια, δρόμοι, αυτοκίνητα, πλοία κλπ. Ακόμα στα διάφορα εργοστάσια οργανώνονταν σαμποτάζ για την επιβράδυνση της παραγωγής κ.ά. Από όσα γνωρίζουμε κατά τις πρώτες ημέρες και ώρες κατοχής ήταν αδύνατο στους Γερμανούς να κινούνται μεμονωμένοι.
Εκτελούνταν από τις ένοπλες δυνάμεις των ομάδων της Αντίστασης, είτε οργανωμένων σε διάφορες αντιστασιακές οργανώσεις, είτε από μεμονωμένους αγωνιστές πατριώτες.
Βέβαια σε αντίποινα, οι Γερμανοί συλλάμβαναν και εκτελούσαν ομαδικά και μαζικά, αδιάκριτα κυρίως από τους αμάχους πληθυσμούς, ενώ αυτοί που θεωρούνταν μάχιμοι, βασανίζονταν, κλείνονταν στα διάφορα στρατόπεδα συγκεντρώσεως και εκτελούνταν ομαδικά, χωρίς να τηρούνται έστω και οι στοιχειώδεις κανονισμοί του δικαίου του πολέμου.
Εδώ πρέπει να επισημάνουμε ότι η θεωρία των αντιποίνων του τουρκικού ρατσισμού εναντίον του ελληνικού πληθυσμού του Πόντου και της Ιωνίας, εξαιτίας της δράσης των ποντιακών ανταρτικών σωμάτων, αποτέλεσε αντικείμενο έντονων συζητήσεων.
Στη διάρκεια του Β' παγκοσμίου πολέμου, οι στρατοί κατοχής στην Ελλάδα των χωρών Γερμανίας, Ιταλίας και Βουλγαρίας, εφάρμοσαν τη θεωρία των αντιποίνων με σκληρότητα και ιδιαίτερη αγριότητα, λ.χ. για ένα σαμποτάζ μιας σιδηροδρομικής γραμμής, για την εξόντωση ενός γερμανού στρατιώτη, εξοντώθηκαν μαζικά εκατοντάδες και χιλιάδες αιχμάλωτοι σαν αντίποινα και εκφοβισμό των αμάχων.
Έτσι οι συντηρητικοί κύκλοι της χώρας μας κατηγόρησαν επίσημα τις δυνάμεις της Εθνικής Αντίστασης ότι η εξόντωση ενός μέλους του εχθρικού στρατοπέδου αποτελούσε έγκλημα, ακριβώς γιατί η ανταπόδοση από τις δυνάμεις κατοχής ήταν κάθε φορά σκληρή και αδυσώπητη.
Το ίδιο βέβαια κατηγορητήριο εκτοξεύθηκε και κατά των ανταρτικών σωμάτων του Πόντου όπως λ.χ. "αν δεν έβγαιναν στα βουνά οι αντάρτες, οι Τούρκοι δε θα πείραζαν τους άμαχους", ισχυρίζονται οι Τραπεζούντιοι, ενώ στην πραγματικότητα δεν έπαθαν τίποτα.
Όμως οι απόψεις αυτές δε θεμελιώνουν το επιχείρημα ότι η εφαρμογή των αντιποίνων αποτελεί έγκλημα που μόνο στην κοσμοθεωρία του τουρανισμού, του ναζισμού και του φασισμού μπορούσε και μπορεί να θεμελιωθεί. Το έγκλημα διαπράττεται από τους ίδιους τους εφαρμοστές της θεωρίας των αντιποίνων και όχι από εκείνους που αγωνίζονται υπέρ βωμών και εστιών. Έτσι λοιπόν το βάρος των αντιποίνων βρίσκεται στους ώμους των δραστών και όχι των αμυνομένων και των αμάχων.
Ήδη οι σύγχρονοι συγγραφείς μεταξύ τους και ο Neubacher (Γερμανός επιτετραμμένος πρεσβευτής) στην Αθήνα στην κατοχή αναγνωρίζει ότι η θεωρία των αντιποίνων έχει και φέρνει τα αντίθετα αποτελέσματα από τα επιδιωκόμενα.
Είναι πολύ σημαντικό να τονίσουμε πως οι ομάδες της Αντίστασης, στις διάφορες χώρες, κατευθύνονταν κυρίως από τα διάφορα κέντρα του Λονδίνου, όπου κατέφυγαν οι εξόριστες ευρωπαϊκές κυβερνήσεις και οι αντίθετοι προς τις αρχές και δοξασίες του ναζισμού.
Και βέβαια οι εξόριστες κυβερνήσεις είχαν η κάθε μια τις δικές της ένοπλες δυνάμεις μικρές ή μεγάλες, όπως λ.χ. συνέβη αυτό με τη Γαλλία, την Πολωνία, την Ελλάδα και άλλες χώρες.
Πάντως, η καθοδήγηση και οι οδηγίες προς τα διάφορα αντιστασιακά κινήματα γίνονταν κυρίως από το B.B.C. και αργότερα, με αποστολές αλεξιπτωτιστών και πρακτόρων και τακτικά με το ραδιόφωνο, για την προμήθεια τροφίμων και πολεμικού υλικού, υλικών για σαμποτάζ, με την εκπαίδευση δολιοφθορέων κ.ά.
Οι μυστικές ομάδες από δραπέτες των κατεχομένων περιοχών οργανώθηκαν πολύ γρήγορα στο Λονδίνο. Ανταλλαγή πληροφοριών και ειδήσεων γίνονταν με την έκδοση παράνομων και μυστικών εντύπων, που κυκλοφορούσαν μεταξύ των ομάδων της Αντίστασης. Μετά το έτος 1941, όταν οι Γερμανοί εισέβαλαν στη Σοβιετική Ένωση, αρκετές από τις ομάδες Αντίστασης, οργανώθηκαν στις ανατολικές χώρες από τα κατά τόπους κομμουνιστικά κόμματα, όπως την Πολωνία, τη Γιουγκοσλαβία, καθώς και την Αλβανία και αλλού.
Βέβαια η συγκρότηση των ανταρτικών κινημάτων συνδέονταν με τις ιδιαίτερες συνθήκες που επικρατούσαν σε κάθε χώρα και μάλιστα ανάλογα με τη μορφή του εδάφους και τη διαμόρφωση των πολιτικών δεδομένων της εποχής. Η Ουγγαρία, η Βουλγαρία και η Ρουμανία, ήταν με το χιτλερικό στρατόπεδο και έτσι για ένα κίνημα Αντίστασης στις χώρες αυτές δε γίνεται λόγος.
Γοργοπόταμος |
Στα δάχτυλα των χεριών μετριούνται οι αντιστασιακοί στη Βουλγαρία και ας γράφουν οι σοβιετικοί ότι το κίνημα στη χώρα αυτή ήταν σημαντικό. Μάλιστα στην ελληνική επικράτεια στη διάρκεια της κατοχής, ήσαν περισσότεροι βούλγαροι εθελοντές αντάρτες, παρά στην ηπειρωτική Βουλγαρία. Στα Βαλκάνια και ιδίως στις χώρες Ελλάδα και Γιουγκοσλαβία τα κινήματα Αντίστασης βρίσκονταν στην πρωτοπορία.
Με επίσημα στοιχεία βεβαιώνεται ότι οι Γερμανοί δέσμευαν στην μεν Γιουγκοσλαβία 750.000 επίλεκτες μονάδες (Woundhouse), για να αντιμετωπίσουν τους γιουγκοσλάβους παρτιζάνους, ενώ στην Ελλάδα δέσμευσαν 300.000 επίλεκτες μονάδες, διαρθρωμένες σε εννέα μεραρχίες στρατού, για να αντιμετωπίσουν τους 60.000 περίπου αντάρτες του ΕΛΛΑΣ του ΕΔΕΣ του ΕΚΑ και άλλων μικρότερων ομάδων Αντίστασης.
Στις δύο αυτές χώρες, έγιναν φονικές και φαρμακερές μάχες με τις δυνάμεις κατοχής, με σημαντικές απώλειες και από τις δύο πλευρές, με βαρύτερο όμως τίμημα σε βάρος των λαών της Ελλάδος και Γιουγκοσλαβίας.
Οι μονάδες της Αντίστασης, εφορμούσαν σε νηοπομπές συρμών, σε στρατιωτικές νηοπομπές και σε απομονωμένα φυλάκια και στρατώνες. Στην Ελλάδα, το κατακόρυφο της προσφοράς για το στρατόπεδο των νικητών επιτυχαίνει η ελληνική Αντίσταση με την ανατίναξη της γέφυρας του Γοργοπόταμου, που καθυστερεί την επικοινωνία με την Αφρική για ένα δίμηνο και πλέον, με ανυπολόγιστες συνέπειες για τη στρατιά του Rommel στην Αφρική.
Το κείμενο που αναφέρεται, σχετικά με το Jus Resiestenciae, δόθηκε ως διάλεξη στο Ινστιτούτο Γκαίτε Θεσσαλονίκης στις 25-4-1990.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου