Με τη συναίσθηση ενός βαθύτερου συμβολισμού, αφιερώθηκε, υποθέτω, από τους
οργανωτές
του το Β’ παγκόσμιο Συνέδριο των Ποντίων στις δύο αγνές μορφές του ελληνισμού: τον Αλέξανδρο και τον Δημήτριο Υψηλάντη.
Αλέξανδρος Υψηλάντης |
Η αφιέρωση καλύπτεται
από την ιστορική, τη γενεαλογική και την ψυχολογική πραγματικότητα πλήρως. Οι Υψηλάντες κατάγονται από τα Υψηλά ή την Υψηλή,
χωριό της Τραπεζούντας, είναι οι κατεξοχήν Πόντιοι μετανάστες, αφού η
οικογένεια βρίσκεται ήδη από τον 18ο
αιώνα μόνιμα στην Κωνσταντινούπολη, για
να μετατεθεί στο τέλος στη Μολδοβλαχία, επικεφαλής των ηγεμονιών.
0 Αλέξανδρος συνεχίζει με επιτυχία την καριέρα
του σαν αξιωματικός στο ρωσικό στρατό
- χάνει το ένα του χέρι στη μάχη Μπάουτσιν κατά του Ναπολέοντα, κοντά στη
Λειψία το 1814 - για να γίνει αργότερα
αρχηγός της Φιλικής Εταιρείας και εθνεγέρτης
του 1821 έξω από τα τείχη της Ελλάδας,
όπου βρίσκεται ο αδελφός του Δημήτριος ως μια γέφυρα με τον απόδημο ελληνισμό.
Είναι η ίδια αόρατη
αυτή γέφυρα που συνδέει όλους τους Πόντιους και στο συνέδριο αυτό, και όλους
τους Έλληνες με την πατρίδα τους. Μια γέφυρα που περνάει πάνω από ωκεανούς και
πανύψηλα βουνά, το σώμα του απόδημου μπορεί να βρίσκεται σε χώρες που ευδαιμονούν, αλλά η ψυχή του θέλει το άπειρο για να χορτάσει. Κι αυτό το
βρίσκει στη μακρινή του πατρίδα, τη γεμάτη ήλιο, λευτεριά και άπλετη ρωμιοσύνη.
Διερωτάται κανείς
ποια είναι εκείνη η δύναμη του Έλληνα, που μαζί με τις άλλες του αρετές και
δίπλα στα λίγα αλλά φοβερά του ελαττώματα, όπως η διχόνοια, ο εγωκεντρισμός κ. τ. λ., ποια δύναμη τον κάνει να ανανεώνεται έπειτα από κάθε
καταστροφή, να ξεκινάει και πάλι και στις εθνικές του εξάρσεις, να τινάζεται
προς τ' άστρα!
Από τη ζωτικότητα,
το αίσθημα και την αισιοδοξία για τη ζωή και τη δημιουργική ορμή, την
αυτοπεποίθηση και την υπερήφανη συνείδηση του ότι είναι ο κατ' εξοχήν εντεταλμένος της ιστορίας του για ν' αγωνίζεται για την ελευθερία, θα ξεχώριζα και
την τάση του προς τον ιδεαλισμό, την πεποίθηση του ότι σαν πνευματική
φύση, που κατά βάθος είναι, πρέπει να παραδειγματίζει από καιρό σε καιρό τον
άνθρωπο, περιφρονώντας, στην ανάγκη, τα δεδομένα μιας άτεγκτης πραγματικότητας.
Από τα μεγάλα παραδείγματα ασυμβίβαστου ιδεαλισμού, ορθώνεται μπροστά μας και ο
ποντιακής καταγωγής Αλέξανδρος Υψηλάντης και η μεγάλη του πράξη, το ξεκίνημα
της επανάστασης του 1821. Όχι η νίκη,
αλλά το κίνητρο ενθουσιάζει τον άνθρωπο που θέλει
να γίνει παράδειγμα και σύμβολο.
Δημήτριος Υψηλάντης |
Στα εφτά χρόνια που
μεσολάβησαν από τον Ιούνιο του 1821,
μετά το ολοκαύτωμα στο Δραγατσάνι και ως τον Νοέμβριο του 1827, τα πέρασε ο Αλέξανδρος Υψηλάντης μαζί
με τ' αδέλφια του και τη μικρή
ακολουθία των πιστών του συναγωνιστών ως αιχμάλωτος του Μέτερνιχ και κατ' εντολή του τσάρου στα μπουντρούμια του
φρουρίου Μούνκατς της τότε Ουγγαρίας και τελικά στο Τερεσίνταντ της Τσεχοσλοβακίας,
που και στην εποχή μας απέκτησε τη δυσοίωνη φήμη στρατοπέδου συγκέντρωσης αθώων
και αγωνιστών κατά της τυραννίας.
Η τελευταία πράξη του Γολγοθά του Υψηλάντη
ολοκληρώθηκε στο «Χρυσό Απίδι» τον Φεβρουάριο του 1828.
Είναι το πανδοχείο εκείνο της Βιέννης, στη
Λάντ Στράσε - Χάμπστράσε, όπου ο
Μπετόβεν έπαιζε κατά καιρούς πιάνο για τη ψυχαγωγία των θαμώνων του.
Στον χώρο όπου βρισκόταν άλλοτε το κτίριο
αυτό, υψώνεται
σήμερα μια σύγχρονη πολυκατοικία, στην πρόσοψη της οποίας εντοίχισαν,
πριν από μερικά χρόνια, οι Πόντιοι της Ευξείνου Λέσχης Θεσσαλονίκης μια ελληνογερμανική
πινακίδα, που να θυμίζει στις επερχόμενες γενιές των Ελλήνων και
των ξένων την τελευταία πράξη της ζωής και της θυσίας ενός αγωνιστή του ποντιακού
ιδεαλισμού.
Καθώς το συνέδριο
αυτό των Ποντίων είναι αφιερωμένο στο όνομα και τη θυσία του
Αλέξανδρου Υψηλάντη, θα σας αναφέρω τα τεκμήρια εκείνα που στοιχειοθετούν το
παράδειγμά του για τη θεωρία μας περί
ελληνικού ιδεαλισμού, της μυστικής εκείνης δύναμης που τρέφει και ψηλώνει
το πνεύμα και το σώμα στις μεγάλες ώρες της ιστορίας μας.
Οι Υψηλάντηδες |
Οι υπόλοιπες
μπορούν και να είναι λιγότερες ή και να μας λείπουν εντελώς. Και καθώς η
γλώσσα του ιδεαλισμού, όπως και η φύση του, που αρνιέται την
πραγματικότητα, για να μπορεί να την ξεπεράσει, δεν είναι ο πανηγυρικός λόγος
ή η ρητορεία της επετειακής ομιλίας, αλλά η γλώσσα του λαού, όπου τα πάντα,
μολονότι είναι δρώμενα, γίνονται, όμως, συμβολισμός και αλληγορία και μύθος, ας
μου επιτραπεί να εγκαταλείψω τον μονόλογο, αυτόν του λογίου και να σας τα πω,
να τα πω στους απανταχού Ποντίους και γενικότερα τους Έλληνες στη γλώσσα του
διαλόγου, που είναι η γλώσσα και της ελληνικής τραγωδίας. Αυτήν προτιμάει ο
ιδεαλισμός.
2ο παγκόσμιο Συνέδριο Ποντιακού Ελληνισμού 31 Ιούλη-7 Αυγούστου 1988 Θεσσαλονίκη
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου