Ο ξακουστος λυράρης Ηλίας Λαζαρίδης

Σάββατο 18 Οκτωβρίου 2014

Ο ξακουστός λυράρης και κεμανετζής Ηλίας Λαζαρίδης ή Χαβενίτες γεννήθηκε το 1884 στο Αλήσοφι του Καρς και πέθανε το 1941 στη Μαυροπηγή Πτολεμαΐδας. Τον έλεγαν και Χαβενίτα, γιατί οι γονείς του κατάγονταν από τη Χαβίανα της Αργυρούπολης του Πόντου, αλλά και Αλησοφέτε από το όνομα της γενέτειράς του.
Η φήμη του ως λυράρη και κεμανετζή είχε φτάσει σε όλες τις περιοχές του Καυκάσου. Η μουσική του δεινότητα τον είχε κάνει γνωστό, εκτός από τους Έλληνες, και στους Τούρκους, Αρμένιους, Κούρδους και Γεωργιανούς.
Είχε κάνει μουσικό συγκρότημα (κομπανία) με τον επίσης ξακουστό βιολιτζή του Καρς, τον Ντιβανιά. Ήταν εκπληκτικός λυράρης στους χορευτικούς σκοπούς. Έπαιζε πολύ εντυπωσιακά τον χορό σέρα (τρομαχτόν). Τον συνόδευαν εκλεκτοί τραγουδιστές, όχι μόνον του χωριού του, αλλά και από άλλα χωριά.
Οι συμπατριώτες του Αλησοφλήδες είχαν ιδιαίτερη επίδοση στην απαγωγή (σύρσιμον) όμορφων κοριτσιών. Στις απαγωγές τους έπαιρναν πάντα μαζί τους και τον Ηλία. Έτσι, η απαγωγή κάθε κοριτσιού γινόταν με τους ήχους της μελωδικής λύρας και με το τραγούδι των απαγωγέων.
Στην περιοχή του Καρς ήταν πασίγνωστη αυτή η συνήθεια των Αλησοφλήδων. Έλεγαν χαρακτηριστικά: "Αφορισμέν’ Αλησοφλήδες, όθεν έν’ έναν έμορφον κορίτσ’, θα κλέφν’ ατο", δηλαδή, φοβεροί αυτοί οι Αλησοφλήδες, όπου υπάρχει ένα όμορφο κορίτσι, θα το κλέψουν.
Το 1917, έπρεπε να υπηρετήσει στον ρωσικό στρατό. Επειδή, όμως, με το επάγγελμα του μουσικού ζούσε όλη η οικογένεια, υπηρέτησε, αντί για αυτόν, ο αδελφός του Γιάννης.
Μετά την επανάσταση των μπολσεβίκων, το 1918, η οικογένειά του, για λόγους ασφάλειας μετακόμισε στο Ναβαροσίσκι της Ρωσίας και από εκεί, το 1922, πήγε με πλοίο στον Πειραιά και κατόπιν στην περιοχή του Επταπύργιου Θεσσαλονίκης, για να καταλήξει στην Μαυροπηγή της Πτολεμαΐδας.
Απέκτησε πέντε παιδιά, τον Αναστάση, τον Θεμιστοκλή, τον Αγαθόνικο, τον Ιωσήφ και τη Μαρία,μετέπειτα Ποζίδου.
Στην Ελλάδα, μαζί με τον Σταύρη τον κεμετζετσή, πατέρα του Γώγου Πετρίδη, ήταν οι δύο πιο γνωστοί λυράρηδες. Πολλές φορές συναντήθηκαν σε γλέντια. Λέγεται, μάλιστα, ότι σε ένα πανηγύρι της Παναγίας, ο Σταύρης, αφού άκουσε τον Ηλία, εξέφρασε τον θαυμασμό του για τον ιδιαίτερο τρόπο με τον οποίο έπαιζε τη λύρα.
Ο Ηλίας, επαγγελματίας λυράρης, κρατούσε τη λύρα με τον αντίχειρα και τον δείκτη του χεριού και έπαιζε με τα τρία δάχτυλα, όρθιος, γιατί έτσι απαιτούσαν οι γάμοι και τα πανηγύρια. Έμαθε την τέχνη της λύρας στον γιο του Αναστάση, που τον έπαιρνε μαζί του στα πανηγύρια από την ηλικία των εφτά χρόνων. Με τον τρόπο αυτόν συνέβαλε στη διάσωση του μουσικού πολιτισμού, που αγάπησε και υπηρέτησε με πάθος σε όλη του τη ζωή.
Πέθανε στη διάρκεια της γερμανικής κατοχής, το 1941, σε ηλικία 57 ετών. Πριν πεθάνει, έπαιξε και τραγούδησε ένα αντιναζιστικό τραγούδι, μέσα από το οποίο έβγαλε τον προσωπικό του πόνο για την κατοχή στην Ελλάδα.

Εμέν αούτο 'κ' έπρεπεν, αμάν ντο να ευτάγω;
Για δείξτε μεν έναν στράταν ’ς σην χαμονήν να πάγω.

Τον λυράρη του Καρς έκλαψαν όλοι οι Καρσλήδες, που τον γνώρισαν και τον αγαπούσαν.
Ο Στάθης Ευσταθιάδης, στο βιβλίο του «Τα τραγούδια του ποντιακού λαού, τιμά τον Ηλία Λαζαρίδη, δημοσιεύοντας τη φωτογραφία του και προβάλλοντας το μουσικό του ταλέντο. Σε μια εκδήλωση του Συλλόγου Τέχνης Πτολεμαΐδας, ο Στάθης Ευσταθιάδης παρουσίασε το βιογραφικό του Ηλία Λαζαρίδη και οι μουσικοί Αναστάσιος Λαζαρίδης, Κώστας Ρακόπουλος και Αρης Λαζαρίδης έπαιξαν τα τραγούδια του.
Ο τραγουδιστής Χρύσανθος Θεοδωρίδης τον μνημονεύει με ένα τραγούδι αυτοβιογραφικό του ίδιου του Ηλία Λαζαρίδη, με τον τίτλο «Εγώ είμαι ας σ’ Αλήσοφι».
Ο Ηλίας δεν ήταν καλός τραγουδιστής, έγραφε, όμως, ωραίους στίχους. Μερικούς από αυτούς αναφέρει ο ανεψιός του Άρης Λαζαρίδης. Τους δημοσιεύουμε ως απότιση ελάχιστης τιμής στη μνήμη του Καυκάσιου λυράρη.
Ο Ηλίας, ορφανός και από τους δύο γονείς του, εξέφρασε τον πόνο και το παράπονό του με το παρακάτω τραγούδι:

Θεέ μ’, κανείται ντ’ έβρεξες, θα λείντς και τα λιθάρα
τ’ εμά τ’ ορφανού τα δάκρα κανείνταν τα χορτάρα.

Χάρε,για πέει με ντ’ έγροιξες, εσύ μάναν ’κ’ εγνώρτσες;
Και την μανίτσα μ’ έρπαξες κι εμέν ’ς σα μαύρα εφόρτσες!

Τα παρακάτω δίστιχα που είναι αυτοβιογραφικά, διασώθηκαν από τους συγγενείς του και δείχνουν την αγνή αγάπη του στη γυναίκα του, φανερώνοντας, ταυτόχρονα τον εύθυμο και εκφραστικό χαρακτήρα του.

Εγώ είμ’ ας σ’ Αλήσοφι, άξιον παλικάρι
Τρία σερτζίνα έσκισα με το κόρ’ τ’ αξινάρι.

Εγώ είμ’ ας σ’ Αλήσοφι ας σοι Χαβενιτάντας,
Χωρίς εμέν’ ’κι ίνουνταν σουμάδα και χαράντας.

Εγώ είμ’ ας σ’ Αλήσοφι τ’ όνομά μ’ έν’ Ηλία
τραγωδώ κι εντρέπουμαι ’ς σα ξένα τα χωρία.

Για τον έρωτά του στην αγαπημένη του γυναίκα, έγραψε πολλούς ερωτικούς στίχους. Να μερικοί:

Πάντα τη νύχταν τραγωδώ και σ’ εμόν το χωρίον,
Ακούει τ’ αρνί μ’ και έξ’ 'κ' εβγαίν’ και τρώγω την καρδία μ’

-'Εβγα, πουλί μ’ μ’ αντρέπεσαι, μη χαλάντς το χατήρι μ’
Ηλία, πώς να εβγαίνω; Εμέν’ ωράζ’ ο κύρη μ’.

’Σ σ’ Αλήσοφι’ς σ’ έναν κορίτς εχάσα την καρδία μ’
Τη νύχταν, όντες τραγωδώ, ατέ ακούει τη λαλία μ’.

Παναγιώτης Μωϋσιάδης

Share

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

 
Copyright © 2015 Santeos
| Design By Herdiansyah Hamzah