Η
εξελικτική πορεία της ελληνικής γλώσσας έμεινε γνωστή για τη
συντηρητικότητά της. Γιαυτό και υπάρχουν στη νεοελληνική γλώσσα πολλά
αυτούσια και αναλλοίωτα στοιχεία γραμματικά, συντακτικά και λεξιλογικά
της αρχαίας ελληνικής.
Από
αυτά, άλλα διαμορφώθηκαν κατά την ελληνιστική - μετά τον Μέγα Αλέξανδρο
- και τη βυζαντινή εποχή, καθώς και κατά την τουρκοκρατία, και άλλα
επέζησαν, όπως ήσαν, στη νεότερη εποχή.
Επισκοπώντας την ιστορία της γλώσσας, ο ερευνητής διαπιστώνει την ύπαρξη μιας εξελικτικής συνέχειας.
Βεβαίως, όσα στοιχεία της αρχαίας ελληνικής γλώσσας χάθηκαν, δεν χάθηκαν όλα μαζί, σε μια ορισμένη εποχή.
Άλλα
χάθηκαν νωρίτερα, άλλα αργότερα και άλλα σε διάφορα διαμερίσματα του
ελλαδικού χώρου. Όσα, όμως, στοιχεία επέζησαν, διατηρούνται και
συναντώνται σε μερικές ελληνικές διαλέκτους έως σήμερα.
Μία
από αυτές, που διατήρησε πολλά αρχαϊκά στοιχεία της αρχαίας ελληνικής
γλώσσας, και μάλιστα τα περισσότερα, είναι η ποντιακή διάλεκτος για
καθαρά γεωγραφικούς και ιστορικούς λόγους.
Ο
Πόντος, κλεισμένος από ψηλά δύσβατα βουνά, με τη σχεδόν πάντα
τρικυμισμένη Μαύρη Θάλασσα στο Βορρά, ήταν αρκετά αποκομμένος από τον
υπόλοιπο ελληνισμό. Στα χρόνια της αυτοκρατορίας των Κομνηνών και ιδίως
μετά την άλωση της Τραπεζούντας από τους Τούρκους το 1461, παρέμεινε
όλο μονάχος και αποκομμένος ακόμη περισσότερο. Αυτός ήταν ο βασικός
λόγος που η ποντιακή διάλεκτος δεν είχε στην εξέλιξη της την ίδια τύχη
με την κοινή νεοελληνική γλώσσα. Έμεινε πιο συντηρητική σε εξέλιξη και
αφομοίωση. Γιαυτό διατηρεί περισσότερα στοιχεία βυζαντινά και αρχαία από
άλλα νεοελληνικά ιδιώματα και διαλέκτους.
Οι ρίζες της ποντιακής διαλέκτου φτάνουν ως την ομηρική διάλεκτο, την ιωνική, ως την εποχή, δηλαδή, της ίδρυσης των ελληνικών αποικιών του 8ου αιώνα στη Σινώπη, τα Κοτύωρα, την Τραπεζούντα και στις άλλες παραλιακές πόλεις του Πόντου.
Στα
ελληνιστικά χρόνια και ιδιαίτερα στα χρόνια των Μιθριδατών (1ος π. Χ.
αιώνας) η ελληνική γλώσσα διαδόθηκε σε περιοχές του εσωτερικού του
Πόντου. Τότε αφομοιώθηκαν γλωσσικά πολλές μη ελληνικές φυλές.
Στους βυζαντινούς χρόνους η ελληνική γλώσσα διαδόθηκε πιο πέρα, οπότε θεμελιώθηκε σε όλη την Ανατολή.
Στην
εποχή της αυτοκρατορίας των Κομνηνών - μετά το 1204 - η ελληνική γλώσσα
αρχίζει να απομονώνεται και να διαφοροποιείται σε ιδιάζουσα μορφή από
τις άλλες ελλαδικές περιοχές. Από τότε εξελίσσεται και ξεχωρίζει ως
ποντιακή διάλεκτος.
Τα
μεσαιωνικά, βυζαντινά, στοιχεία της ποντιακής διαλέκτου, που είναι
πολλά. Φαίνονται, έκτοτε, καθαρά. Π. χ. παιδίν, χαρτίν, θάμαν, εξαμώνω,
πλουμίζω, κοπρέα, μερέα, στουράκ'(ιον) κ. τ. λ.
Ακρίτας όντας έλαμνεν 'ς σην άκραν χωραφέαν,
πουλίν έρθεν κι εκόνεψεν 'ς ση ζυγονί' την άκραν.
Κάστρο μ', κάστρο μ', Παλαιόκαστρον και παλαιοθεμελιωμένον
σείτ' έσ'ν' μέγας και δυνατός, το πώς επαραδόθες;
Είχες πορτάρην δίκλωπον, αφέντην φοβετσέαν.
-Έτον ο σκύλον ο Μαρθάς του κάστρου ο παραδότες.
Στα
χρόνια της τουρκοκρατίας, η ποντιακή διάλεκτος ήταν φυσικό να μην
μπορέσει να αποφύγει την επίδραση της γλώσσας του κατακτητή, αλλά και
να επιδράσει σε αυτήν αφομοιωτικά με παραγωγικές καταλήξεις, στα ρήματα
-εύω και —ίζω και στα ονόματα -ης, -ιον και άλλα. Π. χ. σουβάς -
σουβαεύω - σουβατζής.
Με
το πέρασμα, όμως, των αιώνων, η αλλοίωση έγινε τέτοια, ώστε η ποντιακή
διάλεκτος να φαίνεται δυσνόητη, όπως και μερικές άλλες ελληνικές
διάλεκτοι. Άλλη εξέλιξη είχε η ποντιακή διάλεκτος, καθώς ήταν αποκομμένη
από τον κύριο κορμό της ελληνικής γλώσσας και άλλη η νεοελληνική, η
οποία διαμορφώθηκε από τα πολλά νεοελληνικά ιδιώματα.
Η
αποκοπή της ποντιακής διαλέκτου από τον κύριο κορμό της ελληνικής
γλώσσας και ο αποκλεισμός της στον Πόντο ήταν αιτία να κρατήσει πολλά
στοιχεία από την αρχαία γλώσσα, τα οποία διατήρησε μέχρι σήμερα, ή
ακέραια, στον αρχαίο τους τύπο, όπως άβρωτος, δίκλωπος, εμέτερον, εμόν,
έγκα, εγκάλεσα, τρέξον, ποί(η)σον, διαπυρίζω, βιντ(ι)ώ, δώμαν, έμπαιδος,
ωριάζω κ. τ. λ., ή παραφθαρμένα και αλλοιωμένα, σύμφωνα με ορισμένους
γραμματικούς και φθογγολογικούς κανόνες, όπως:
άκλερος, ζάντζια, αδά πάν' και κα, τσούνα, χάταλον, λαλάτσ', αχπάνω, εχτρέβω, ασπαλίζω κ. τ. λ.
Όλες
αυτές οι αρχαίες ελληνικές ή βυζαντινές λέξεις, που διατήρησε αυτούσιες
ή παραφθαρμένες η ποντιακή διάλεκτος, σπάνια τις συναντά κανείς ή και
καθόλου στις άλλες ελληνικές διαλέκτους. Οι άλλες λέξεις, οι κοινές στην
ποντιακή και τη νεοελληνική, δεν αναφέρονται στο σημείωμα αυτό, γιατί
δεν υπάρχει πρόθεση για σύνταξη ποντιακού λεξικού.
Ιδιαίτερα
σημειώνεται ότι στηριχθήκαμε πιο πολύ στο ιδίωμα της Τραπεζούντας,
επειδή το θεωρούμε περισσότερο αντιπροσωπευτικό για την ποντιακή
διάλεκτο.
Νίκος Λαπαρίδης (1920-2004)
φιλόλογος και συγγραφέας
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου