Οι Σανταίοι
που μετανάστευσαν στον Καύκασο, είχαν μεταφέρει εκεί γλώσσα, ήθη,
έθιμα, παραδόσεις, μύθους, βαθιά θρησκευτική πίστη και ευλάβεια,
ικανότητες και αρετές της φυλής μας, καθώς και το συντηρητισμό τους· την
πολύτιμη αυτή κληρονομιά του παρελθόντος κατέβαλαν μεγάλες προσπάθειες
να τη διατηρήσουν σαν μέσο αυτοσυντήρησης και άμυνας.
Όσοι από τους Έλληνες έζησαν στον Καύκασο γράφει σ' ένα άρθρο του ο Γρ. Τηλικίδης που ήταν σε θέση να χαρακτηρίσει πρόσωπα και πράγματα καλύτερα από κάθε άλλο, θυμούνται με πόσο σεβασμό και εκτίμηση τους περιέβαλαν οι Γεωργιανοί και οι Ρώσοι. Οι Ρώσοι μάλιστα με την αντικειμενικότητα που τους διακρίνει, σαν παράδειγμα άξιο μίμησης έδειχναν στους συμπατριώτες τους το δραστήριο απόγονο του Οδυσσέα, όπως μας ονόμασε ο Γ. Γκόγκολ.
Για την τύχη των Σανταίων του Καυκάσου μπορεί να λεχθεί ό,τι ισχύει για κάθε μικρή εθνική ομάδα, που με συνθήκες δυσμενείς προσπαθεί να διαφύγει από την επίδραση ενός πολιτισμού ανώτερου σχετικά, υπερεθνικού κατά τους σκοπούς και συγκεντρωτικού κατά το κρατικό σύστημα.
Αν δεν μεσολαβήσουν γεγονότα που να μεταβάλλουν ή να τροποποιήσουν τις κατευθύνσεις της εθνικής πολιτικής του κράτους μέσα στο οποίο ζουν, μετά τρεις, τέσσερις γενεές χάνουν τη γλώσσα τους, και σιγά σιγά αφομοιώνονται· η αφομοίωση γίνεται τόσο γρηγορότερα, όσο περισσότερα είναι τα σημεία της πνευματικής επαφής και συγγένειας ανάμεσα στους δύο λαούς.
Οι Σανταίοι του Καυκάσου, όπως και όλοι οι εκεί Έλληνες, παρά την οικονομική τους εξάντληση από την προσφυγική ζωή και τους πολέμους, παρά τις απαγορεύσεις του κράτους, ίδρυσαν στα χωριά τους αυτοσυντήρητα ελληνικά σχολεία. Στις αρχές του 20ου αιώνα, ύστερα από εισηγήσεις των τοπικών αρχών, είχε απαγορευθεί η διδασκαλία της ελληνικής γλώσσας, και η λειτουργία των ελληνικών σχολείων.
Τότε συνέπεσε να επισκεφθεί τη Ρωσία και τον Καύκασο η βασίλισσα της Ελλάδος Όλγα, αδελφή του Τσάρου· οι κάτοικοι των ελληνικών χωριών υπέβαλαν στη βασίλισσα υπόμνημα, παρακαλώντας να μεσολαβήσει για να αρθεί η απαγόρευση- το αποτέλεσμα ήταν να επιτραπεί η λειτουργία των αυτοσυντήρητων ελληνικών σχολείων. Ούτε όμως τα σχολεία αυτά, ούτε η προσήλωση στην Eλληνική εκκλησία, ούτε άλλο πράγμα ήταν δυνατό να αποτρέψει τον εκρωσισμό των Ελλήνων, που ερχόταν ραγδαία.
Τα σχολεία για λόγους οικονομικούς, κοινωνικούς και κρατικούς άρχισαν να κλείνουν.Στις εκκλησίες, μαζί με τους ρωσομαθείς ιερείς , μπήκε το πνεύμα του βαθμιαίου προσανατολισμού προς τους τύπους της ρωσικής εκκλησίας. και αυτά τα ήθη και έθιμα, που έχουν στην ψυχή του λαού ρίζες πιο βαθιές και από αυτή την γλώσσα και τη θρησκεία και μένουν ως τα τελευταία ίχνη της αυθυπαρξίας του έθνους και αυτά άρχισαν να αποχρωματίζονται.
Στα 1907 ο Γενικός Επιθεωρητής των εκκλησιαστικών σχολείων (της εξαρχίας) του Καυκάσου, έγραφε στην έκθεση του: Παρακολουθούμε το φαινόμενο του εθνικού εκφυλισμού των Ελλήνων, την Γρετσέσκαγια τρανσφορμάτσια, κατά την έκφραση του. Ανεξάρτητα όμως από τον πολιτικό σκοπό των εισηγήσεων του Γενικού επιθεωρητή και άλλων ανώτερων υπαλλήλων, στις αντιλήψεις αυτές υπήρχε και μια ορθή διαπίστωση ότι η γλωσσική ακαταστασία μεταξύ των Ελλήνων προπάντων της νεολαίας της μορφωμένης στα ρωσικά σχολεία ήταν μεγάλη, η κατασκευή των φράσεων γινόταν με αναλογία δύο λέξεων ρωσικών με τρεις ελληνικές και κάποτε τριών με δύο. Στο δράμα του Φωτιάδη ο Λαζάρ - αγάς, μπορεί να βρει πολλούς τέτοιους θησαυρούς. Αλλά και οι Τσαλκαλήδες, φανατικοί πατριώτες, των οποίων μητρική γλώσσα ήταν η τουρκική, με υπολείμματα λέξεων και καταλήξεων ήθελαν να διατηρήσουν τη φλόγα της εθνικής συνείδησης.
Στην περίπτωση αυτή δυο πράγματα ήρθαν να επιβραδύνουν και αποτρέψουν τον εθνικό θάνατο της ελληνικής μειονότητας: η ρωσική επανάσταση του 1905 και οι Βαλκανικοί πόλεμοι. Στους βαλκανικούς πολέμους η συμμετοχή των Ελλήνων ήταν άμεση με την αποστολή εθελοντών, μεταξύ των οποίων και Σανταίοι. Μεγαλύτερη όμως ήταν η έμμεση, δηλ. η συμμετοχή με εράνους, που το Ελληνικό Τραπεζικό κατάστημα Βατούμ το οποίο τους έστελνε στην Ελληνική Κυβέρνηση, τους υπολογίζει σε 7 εκ. δραχμές του καιρού εκείνου ή 350.000 χρυσά εικοσόφραγκα.
Πριν όμως από την επανάσταση και τους βαλκανικούς πολέμους, αντίθετες αντιλήψεις αγωνίζονταν μεταξύ των Ελλήνων ποια να επικρατήσει. Σύμφωνα με τη μία, τα ιδιαίτερα συμφέροντα των Ελλήνων θα εξυπηρετούνταν καλύτερα, αν δεν επηρεάζονταν από τη σκέψη για τη μελλοντική εθνική υπόσταση της μειονότητας, αν συνεπώς μορφώνονταν "ρωσοπρεπώς " και έπαιρναν μέρος στην κρατική και κοινωνική ζωή. Σύμφωνα με την άλλη, την ιδεαλιστική, την εθνική, έπρεπε να περιφρουρηθεί ο εθνισμός με κάθε μέσα, και γ' αυτό αργά ή γρήγορα έπρεπε να μεταναστεύσουν στην Ελλάδα.
Υπήρχε όμως και τρίτο ρεύμα, τρόπον τινά συμβιβαστικό· οι οπαδοί του άκουγαν πόσοι από το ελεύθερο κράτος μετανάστευαν κάθε χρόνο στην Αμερική και στη Ρωσία, από τη μια μεριά έβλεπαν την πανσλαβιστική αδιαλλαξία των ιμπεριαλιστών και από την άλλη το δυνατό προοδευτικό πνεύμα του ρωσικού λαού και υποστήριζαν ότι, ήταν δυνατό να ικανοποιηθούν και τα γενικότερα κοινωνικά και τα ιδιαίτερα εθνικά συμφέροντα των Ελλήνων, αν ήθελε επιβληθεί το ρωσικό μετριοπαθές μεταρρυθμιστικό ρεύμα.
Η επανάσταση του 1905, αν και απέτυχε, δικαίωσε την τρίτη μερίδα, οι Βαλκανικοί όμως πόλεμοι έδωσαν θάρρος και ελπίδες στους εθνικιστές και από όλες τις περιοχές του Καυκάσου μετανάστευσαν στην Ελλάδα, ανάμεσα σ’ αυτούς ήσαν βέβαια και Σανταίοι.
Μετά την Οκτωβριανή επανάσταση στη Ρωσία (1917), η Γεωργία έγινε ανεξάρτητη και επειδή είχε σοσιαλιστική κυβέρνηση, συνέδραμε τις μειονότητες να αναπτυχθούν με τη γενναία υλική συνδρομή τους, οι Έλληνες πέτυχαν την τέλεια εθνικοποίηση των σχολείων τους.
Κατά την εποχή αυτή οι Έλληνες είχαν αναπτύξει υπολογίσιμη εθνική δράση. Όχι μόνο στις παραλιακές περιοχές (Βατούμ, Σουχούμ) όπου από πολλά χρόνια υπήρχαν κέντρα εθνικά, διότι πολλοί από τους Έλληνες κατοίκους τους είχαν ελληνική υπηκοότητα, αλλά και στις αγροτικές περιφέρειες, όπου είχαν ρωσική υπηκοότητα, οι Έλληνες έδειξαν αξιοσημείωτη δραστηριότητα, για να ωφεληθούν από τις ευνοϊκές περιστάσεις:
1) Οργανώσεις και άτομα κατέβαλαν μεγάλες προσπάθειες για καθιέρωση της Ελληνικής γλώσσας ως υποχρεωτικής στα σχολεία της στοιχειώδους εκπαίδευσης· για πρώτη φορά σε ρωσικό βιβλίο επετράπη να καταχωρηθεί Ελληνικό λεξιλόγιο, κάτω από το ρωσικό κείμενο (Χρηστομάθεια Κορχανίδη).
2) Στο ρωσικό πρακτικό λύκειο του Κάρς, όπου φοιτούσαν Ελληνόπαιδες, είχε εισαχθεί ως γλωσσικό μάθημα η ελληνική.
3) Στο θεολογικό Σεμινάριο της Τιφλίδας, όπου σπούδαζαν παιδιά Ελλήνων κληρικών, είχε εισαχθεί η νεοελληνική ως προαιρετικό μάθημα ύστερα από μεγάλες προσπάθειες δυο Ελλήνων αποφοίτων της ανωτάτης Ακαδημίας Πετρούπολης και Κιέβου και υπαλλήλων του Κράτους, του Συγγαρέως και Ν. Ναλπάνη· ο πρώτος τιμωρήθηκε για την εθνική του δράση με μετάθεση στα σύνορα της Σιβηρίας. Αλλά και ο φιλέλληνας Ρώσος καθηγητής του Σεμιναρίου Μιχ. Πρεομπρανζένσκι ενέπνεε στους Έλληνες μαθητές του την αγάπη προς την αρχαία και τη νέα Ελλάδα και διέθετε το μισθό του για αγορά νεοελληνικών βιβλίων που χάριζε στους μαθητές του! Κι αυτός μετατέθηκε στην κεντρική Ρωσία.
4) Ερασιτέχνες και θεατρόφιλοι νέοι ίδρυσαν δραματικούς συλλόγους στην Τιφλίδα, Βατούμ, Σουχούμ και οργάνωσαν Ελληνικές θεατρικές παραστάσεις στις πόλεις όπου ήσαν εγκατεστημένοι ελληνικοί πληθυσμοί.
5) Οργάνωσαν εθνικιστικές οργανώσεις για προστασία των αδικούμενων ομοεθνών.
Δυστυχώς οι μπολσεβίκοι με φθόνο έβλεπαν την πρόοδο και ευημερία στη σοσιαλιστική Γεωργία που ήταν καρφί στα μάτια τους και το Μάρτιο του 1921 την κατέλαβαν και ισοπέδωσαν τα πάντα. Στην αρχή εξόρισαν άτομα πολλά που είχαν διακριθεί για την εθνική τους δράση και κατόπιν ολόκληρα χωριά σκόρπισαν στην Κεντρική Ασία ως τα σύνορα της Κίνας
Πηγή: " Ιστορία και Λαογραφία της Σάντας του Πόντου" του Σανταίου συγγραφέα Στάθη Αθανασιάδη.
Santeos
Όσοι από τους Έλληνες έζησαν στον Καύκασο γράφει σ' ένα άρθρο του ο Γρ. Τηλικίδης που ήταν σε θέση να χαρακτηρίσει πρόσωπα και πράγματα καλύτερα από κάθε άλλο, θυμούνται με πόσο σεβασμό και εκτίμηση τους περιέβαλαν οι Γεωργιανοί και οι Ρώσοι. Οι Ρώσοι μάλιστα με την αντικειμενικότητα που τους διακρίνει, σαν παράδειγμα άξιο μίμησης έδειχναν στους συμπατριώτες τους το δραστήριο απόγονο του Οδυσσέα, όπως μας ονόμασε ο Γ. Γκόγκολ.
Για την τύχη των Σανταίων του Καυκάσου μπορεί να λεχθεί ό,τι ισχύει για κάθε μικρή εθνική ομάδα, που με συνθήκες δυσμενείς προσπαθεί να διαφύγει από την επίδραση ενός πολιτισμού ανώτερου σχετικά, υπερεθνικού κατά τους σκοπούς και συγκεντρωτικού κατά το κρατικό σύστημα.
Αν δεν μεσολαβήσουν γεγονότα που να μεταβάλλουν ή να τροποποιήσουν τις κατευθύνσεις της εθνικής πολιτικής του κράτους μέσα στο οποίο ζουν, μετά τρεις, τέσσερις γενεές χάνουν τη γλώσσα τους, και σιγά σιγά αφομοιώνονται· η αφομοίωση γίνεται τόσο γρηγορότερα, όσο περισσότερα είναι τα σημεία της πνευματικής επαφής και συγγένειας ανάμεσα στους δύο λαούς.
Οι Σανταίοι του Καυκάσου, όπως και όλοι οι εκεί Έλληνες, παρά την οικονομική τους εξάντληση από την προσφυγική ζωή και τους πολέμους, παρά τις απαγορεύσεις του κράτους, ίδρυσαν στα χωριά τους αυτοσυντήρητα ελληνικά σχολεία. Στις αρχές του 20ου αιώνα, ύστερα από εισηγήσεις των τοπικών αρχών, είχε απαγορευθεί η διδασκαλία της ελληνικής γλώσσας, και η λειτουργία των ελληνικών σχολείων.
Τότε συνέπεσε να επισκεφθεί τη Ρωσία και τον Καύκασο η βασίλισσα της Ελλάδος Όλγα, αδελφή του Τσάρου· οι κάτοικοι των ελληνικών χωριών υπέβαλαν στη βασίλισσα υπόμνημα, παρακαλώντας να μεσολαβήσει για να αρθεί η απαγόρευση- το αποτέλεσμα ήταν να επιτραπεί η λειτουργία των αυτοσυντήρητων ελληνικών σχολείων. Ούτε όμως τα σχολεία αυτά, ούτε η προσήλωση στην Eλληνική εκκλησία, ούτε άλλο πράγμα ήταν δυνατό να αποτρέψει τον εκρωσισμό των Ελλήνων, που ερχόταν ραγδαία.
Τα σχολεία για λόγους οικονομικούς, κοινωνικούς και κρατικούς άρχισαν να κλείνουν.Στις εκκλησίες, μαζί με τους ρωσομαθείς ιερείς , μπήκε το πνεύμα του βαθμιαίου προσανατολισμού προς τους τύπους της ρωσικής εκκλησίας. και αυτά τα ήθη και έθιμα, που έχουν στην ψυχή του λαού ρίζες πιο βαθιές και από αυτή την γλώσσα και τη θρησκεία και μένουν ως τα τελευταία ίχνη της αυθυπαρξίας του έθνους και αυτά άρχισαν να αποχρωματίζονται.
Στα 1907 ο Γενικός Επιθεωρητής των εκκλησιαστικών σχολείων (της εξαρχίας) του Καυκάσου, έγραφε στην έκθεση του: Παρακολουθούμε το φαινόμενο του εθνικού εκφυλισμού των Ελλήνων, την Γρετσέσκαγια τρανσφορμάτσια, κατά την έκφραση του. Ανεξάρτητα όμως από τον πολιτικό σκοπό των εισηγήσεων του Γενικού επιθεωρητή και άλλων ανώτερων υπαλλήλων, στις αντιλήψεις αυτές υπήρχε και μια ορθή διαπίστωση ότι η γλωσσική ακαταστασία μεταξύ των Ελλήνων προπάντων της νεολαίας της μορφωμένης στα ρωσικά σχολεία ήταν μεγάλη, η κατασκευή των φράσεων γινόταν με αναλογία δύο λέξεων ρωσικών με τρεις ελληνικές και κάποτε τριών με δύο. Στο δράμα του Φωτιάδη ο Λαζάρ - αγάς, μπορεί να βρει πολλούς τέτοιους θησαυρούς. Αλλά και οι Τσαλκαλήδες, φανατικοί πατριώτες, των οποίων μητρική γλώσσα ήταν η τουρκική, με υπολείμματα λέξεων και καταλήξεων ήθελαν να διατηρήσουν τη φλόγα της εθνικής συνείδησης.
Στην περίπτωση αυτή δυο πράγματα ήρθαν να επιβραδύνουν και αποτρέψουν τον εθνικό θάνατο της ελληνικής μειονότητας: η ρωσική επανάσταση του 1905 και οι Βαλκανικοί πόλεμοι. Στους βαλκανικούς πολέμους η συμμετοχή των Ελλήνων ήταν άμεση με την αποστολή εθελοντών, μεταξύ των οποίων και Σανταίοι. Μεγαλύτερη όμως ήταν η έμμεση, δηλ. η συμμετοχή με εράνους, που το Ελληνικό Τραπεζικό κατάστημα Βατούμ το οποίο τους έστελνε στην Ελληνική Κυβέρνηση, τους υπολογίζει σε 7 εκ. δραχμές του καιρού εκείνου ή 350.000 χρυσά εικοσόφραγκα.
Πριν όμως από την επανάσταση και τους βαλκανικούς πολέμους, αντίθετες αντιλήψεις αγωνίζονταν μεταξύ των Ελλήνων ποια να επικρατήσει. Σύμφωνα με τη μία, τα ιδιαίτερα συμφέροντα των Ελλήνων θα εξυπηρετούνταν καλύτερα, αν δεν επηρεάζονταν από τη σκέψη για τη μελλοντική εθνική υπόσταση της μειονότητας, αν συνεπώς μορφώνονταν "ρωσοπρεπώς " και έπαιρναν μέρος στην κρατική και κοινωνική ζωή. Σύμφωνα με την άλλη, την ιδεαλιστική, την εθνική, έπρεπε να περιφρουρηθεί ο εθνισμός με κάθε μέσα, και γ' αυτό αργά ή γρήγορα έπρεπε να μεταναστεύσουν στην Ελλάδα.
Υπήρχε όμως και τρίτο ρεύμα, τρόπον τινά συμβιβαστικό· οι οπαδοί του άκουγαν πόσοι από το ελεύθερο κράτος μετανάστευαν κάθε χρόνο στην Αμερική και στη Ρωσία, από τη μια μεριά έβλεπαν την πανσλαβιστική αδιαλλαξία των ιμπεριαλιστών και από την άλλη το δυνατό προοδευτικό πνεύμα του ρωσικού λαού και υποστήριζαν ότι, ήταν δυνατό να ικανοποιηθούν και τα γενικότερα κοινωνικά και τα ιδιαίτερα εθνικά συμφέροντα των Ελλήνων, αν ήθελε επιβληθεί το ρωσικό μετριοπαθές μεταρρυθμιστικό ρεύμα.
Η επανάσταση του 1905, αν και απέτυχε, δικαίωσε την τρίτη μερίδα, οι Βαλκανικοί όμως πόλεμοι έδωσαν θάρρος και ελπίδες στους εθνικιστές και από όλες τις περιοχές του Καυκάσου μετανάστευσαν στην Ελλάδα, ανάμεσα σ’ αυτούς ήσαν βέβαια και Σανταίοι.
Μετά την Οκτωβριανή επανάσταση στη Ρωσία (1917), η Γεωργία έγινε ανεξάρτητη και επειδή είχε σοσιαλιστική κυβέρνηση, συνέδραμε τις μειονότητες να αναπτυχθούν με τη γενναία υλική συνδρομή τους, οι Έλληνες πέτυχαν την τέλεια εθνικοποίηση των σχολείων τους.
Κατά την εποχή αυτή οι Έλληνες είχαν αναπτύξει υπολογίσιμη εθνική δράση. Όχι μόνο στις παραλιακές περιοχές (Βατούμ, Σουχούμ) όπου από πολλά χρόνια υπήρχαν κέντρα εθνικά, διότι πολλοί από τους Έλληνες κατοίκους τους είχαν ελληνική υπηκοότητα, αλλά και στις αγροτικές περιφέρειες, όπου είχαν ρωσική υπηκοότητα, οι Έλληνες έδειξαν αξιοσημείωτη δραστηριότητα, για να ωφεληθούν από τις ευνοϊκές περιστάσεις:
1) Οργανώσεις και άτομα κατέβαλαν μεγάλες προσπάθειες για καθιέρωση της Ελληνικής γλώσσας ως υποχρεωτικής στα σχολεία της στοιχειώδους εκπαίδευσης· για πρώτη φορά σε ρωσικό βιβλίο επετράπη να καταχωρηθεί Ελληνικό λεξιλόγιο, κάτω από το ρωσικό κείμενο (Χρηστομάθεια Κορχανίδη).
2) Στο ρωσικό πρακτικό λύκειο του Κάρς, όπου φοιτούσαν Ελληνόπαιδες, είχε εισαχθεί ως γλωσσικό μάθημα η ελληνική.
3) Στο θεολογικό Σεμινάριο της Τιφλίδας, όπου σπούδαζαν παιδιά Ελλήνων κληρικών, είχε εισαχθεί η νεοελληνική ως προαιρετικό μάθημα ύστερα από μεγάλες προσπάθειες δυο Ελλήνων αποφοίτων της ανωτάτης Ακαδημίας Πετρούπολης και Κιέβου και υπαλλήλων του Κράτους, του Συγγαρέως και Ν. Ναλπάνη· ο πρώτος τιμωρήθηκε για την εθνική του δράση με μετάθεση στα σύνορα της Σιβηρίας. Αλλά και ο φιλέλληνας Ρώσος καθηγητής του Σεμιναρίου Μιχ. Πρεομπρανζένσκι ενέπνεε στους Έλληνες μαθητές του την αγάπη προς την αρχαία και τη νέα Ελλάδα και διέθετε το μισθό του για αγορά νεοελληνικών βιβλίων που χάριζε στους μαθητές του! Κι αυτός μετατέθηκε στην κεντρική Ρωσία.
4) Ερασιτέχνες και θεατρόφιλοι νέοι ίδρυσαν δραματικούς συλλόγους στην Τιφλίδα, Βατούμ, Σουχούμ και οργάνωσαν Ελληνικές θεατρικές παραστάσεις στις πόλεις όπου ήσαν εγκατεστημένοι ελληνικοί πληθυσμοί.
5) Οργάνωσαν εθνικιστικές οργανώσεις για προστασία των αδικούμενων ομοεθνών.
Δυστυχώς οι μπολσεβίκοι με φθόνο έβλεπαν την πρόοδο και ευημερία στη σοσιαλιστική Γεωργία που ήταν καρφί στα μάτια τους και το Μάρτιο του 1921 την κατέλαβαν και ισοπέδωσαν τα πάντα. Στην αρχή εξόρισαν άτομα πολλά που είχαν διακριθεί για την εθνική τους δράση και κατόπιν ολόκληρα χωριά σκόρπισαν στην Κεντρική Ασία ως τα σύνορα της Κίνας
Πηγή: " Ιστορία και Λαογραφία της Σάντας του Πόντου" του Σανταίου συγγραφέα Στάθη Αθανασιάδη.
Santeos
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου