Η παρουσία ελληνικών πληθυσμών στον Πόντο σημειώνεται από τα πολύ παλιά χρόνια, «παμπαλαιού», όπως λένε οι γέροι μας. Από εδώ αργότερα και σταδιακά γίνονταν ομαδικές, αλλά και μεμονωμένες μετακινήσεις και εγκαταστάσεις Ελληνοποντίων στη Ρωσία, περισσότερο στις περιοχές του Καυκάσου και Αντικαυκάσου,κάτι αντίστοιχο, δηλαδή, με εκείνο που γινόταν πριν από το 1821 ιδίως, όταν από τη μητροπολιτική Ελλάδα μετανάστευαν οι Έλληνες προς την Αίγυπτο, τη Μολδοβλαχία και τη νότια Ρωσία.
Οι τελευταίες, πριν από το 1922, μετακινήσεις Ποντίων ήταν: Μετά το 1821 για τον Καύκασο 90.000 Ελληνοποντίων, κυρίως από τις επαρχίες Χαλδίας, Κολωνίας, Νεοκαισάρειας και πολλοί Σανταίοι.
Μετά τον κριμαϊκό πόλεμο παρόμοια μετακίνηση γίνεται από τις επαρχίες Τραπεζούντας και Θεοδοσιούπολης (Ερζερούμ). Στην περίοδο 1878-1884, από τις ίδιες, σχεδόν, περιοχές έφυγαν 100.000 Έλληνες, από τους οποίους οι 50.000 περίπου εγκαταστάθηκαν στο κυβερνείο Καρς, σε πόλεις, ή περισσότερο, σε προϋπάρχοντα χωριά και σε νεοδημιουργηθέντα.
Με την έκρηξη των βαλκανικών πολέμων του 1912-1913, όταν ο όλεθρος και η καταστροφή ήταν η μόνιμη έντονη απειλή για τους Έλληνες του Πόντου, οδηγήθηκαν πολλοί σε μετανάστευση, περισσότερο στη νότια Ρωσία και τον Καύκασο.
Οι Ελληνοπόντιοι του Καυκάσου κράτησαν με πίστη τα παραδοσιακά στοιχεία, που πήραν μαζί τους, φεύγοντας από τη γενέτειρα. Διατήρησαν την εκκλησιαστική τους εξάρτηση από τον μητροπολιτικό Πόντο. Γίνονταν έρανοι για την ανέγερση και συντήρηση εκκλησιών στον Πόντο, από επιτροπές, των οποίων μέλη ήταν ιερωμένοι και λαϊκοί από τις περιοχές του Πόντου και από τις παροικίες στη νότια Ρωσία, τον Καύκασο και Αντικαύκασο.
Δάσκαλοι στα σχολεία προσλαμβάνονταν κυρίως απόφοιτοι του περιώνυμου Φροντιστηρίου της Τραπεζούντας, των γυμνασίων Αργυρούπολης και Σαμψούντας, αλλά και της θεολογικής σχολής της Χάλκης. Έτσι, ο ομφάλιος λώρος εξακολουθούσε να συνδέει τους μετανάστες με τη γενέτειρα.
Σάββας Πορφ. Παπαδόπουλος
Εισήγηση στο Β' Παγκόσμιο Συνέδριο του Ποντιακού Ελληνισμού
(Θεσσαλονίκη 31 Ιούλη -7 Αυγούστου 1988 )
Οι τελευταίες, πριν από το 1922, μετακινήσεις Ποντίων ήταν: Μετά το 1821 για τον Καύκασο 90.000 Ελληνοποντίων, κυρίως από τις επαρχίες Χαλδίας, Κολωνίας, Νεοκαισάρειας και πολλοί Σανταίοι.
Επιστροφή των Αργοναυτών (Βολανάκης Κων/νος) |
Μετά τον κριμαϊκό πόλεμο παρόμοια μετακίνηση γίνεται από τις επαρχίες Τραπεζούντας και Θεοδοσιούπολης (Ερζερούμ). Στην περίοδο 1878-1884, από τις ίδιες, σχεδόν, περιοχές έφυγαν 100.000 Έλληνες, από τους οποίους οι 50.000 περίπου εγκαταστάθηκαν στο κυβερνείο Καρς, σε πόλεις, ή περισσότερο, σε προϋπάρχοντα χωριά και σε νεοδημιουργηθέντα.
Με την έκρηξη των βαλκανικών πολέμων του 1912-1913, όταν ο όλεθρος και η καταστροφή ήταν η μόνιμη έντονη απειλή για τους Έλληνες του Πόντου, οδηγήθηκαν πολλοί σε μετανάστευση, περισσότερο στη νότια Ρωσία και τον Καύκασο.
Οι Ελληνοπόντιοι του Καυκάσου κράτησαν με πίστη τα παραδοσιακά στοιχεία, που πήραν μαζί τους, φεύγοντας από τη γενέτειρα. Διατήρησαν την εκκλησιαστική τους εξάρτηση από τον μητροπολιτικό Πόντο. Γίνονταν έρανοι για την ανέγερση και συντήρηση εκκλησιών στον Πόντο, από επιτροπές, των οποίων μέλη ήταν ιερωμένοι και λαϊκοί από τις περιοχές του Πόντου και από τις παροικίες στη νότια Ρωσία, τον Καύκασο και Αντικαύκασο.
Δάσκαλοι στα σχολεία προσλαμβάνονταν κυρίως απόφοιτοι του περιώνυμου Φροντιστηρίου της Τραπεζούντας, των γυμνασίων Αργυρούπολης και Σαμψούντας, αλλά και της θεολογικής σχολής της Χάλκης. Έτσι, ο ομφάλιος λώρος εξακολουθούσε να συνδέει τους μετανάστες με τη γενέτειρα.
Σάββας Πορφ. Παπαδόπουλος
Εισήγηση στο Β' Παγκόσμιο Συνέδριο του Ποντιακού Ελληνισμού
(Θεσσαλονίκη 31 Ιούλη -7 Αυγούστου 1988 )
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου