Ιδιαίτερη αναφορά χρειάζεται να γίνει στο Λύκειο Ρισελιέ της Οδησσού, το σημαντικότερο ίσως εκπαιδευτικό ίδρυμα της πόλης στη διάρκεια των πρώτων δεκαετιών του 19ου αιώνα.
Η ονομασία του οφειλόταν στον πρώτο διοικητή της Οδησσού, Γάλλο μοναρχικό πρόσφυγα Ρισελιέ, που συνέβαλε όσο ελάχιστοι στην αναμόρφωση της πόλης με τα κοινωφελή έργα, τη δενδροφύτευση των δρόμων, τα ωραία δημόσια κτίρια. Το Λύκειο Ρισελιέ ιδρύθηκε το 1818 και ήταν κατά κάποιο τρόπο το εκπαιδευτήριο που παρείχε ανώτερη μόρφωση στους σπουδαστές.
Ο προσανατολισμός του εκπαιδευτικού προγράμματος ήταν προς τη γαλλική παιδεία, εξαιτίας αυτού ήταν δεδομένη η επιρροή της σχολής από τα έργα των Γάλλων διαφωτιστών. Επιπλέον, λειτουργούσε και έδρα της ελληνικής γλώσσας, μια απόδειξη της σημασίας που απέδιδαν οι ρωσικές αρχές στην επαφή με τα ελληνικά γράμματα, αλλά και της ισχυρής παρουσίας των Ελλήνων της Οδησσού που επηρέασε το εκπαιδευτικό πρόγραμμα της σχολής.
Έτσι τα ελληνόπουλα που επιθυμούσαν να ακολουθήσουν ανώτερες σπουδές, εγγράφονταν στο Λύκειο. Πολλοί Έλληνες νέοι πέρασαν από τις αίθουσες του Λυκείου ιδιαίτερα μετά την κήρυξη της Επανάστασης του Υψηλάντη στα πριγκιπάτα του Δού-
ναβη.
Ορισμένοι έλαβαν υποτροφίες του ρωσικού κράτους, προκειμένου να φοιτήσουν στο Λύκειο. Συγκεκριμένα το 1821 10 Έλληνες ήταν υπότροφοι του Λυκείου, το ίδιο ενισχύθηκαν οι Έλληνες σπουδαστές και τα επόμενα χρόνια. Η ρωσική διοίκηση ενδιαφέρθηκε και για τους Έλληνες εκπαιδευτές που εγκαταστάθηκαν στη Ρωσία μετά το 1821.
Έδωσε εντολή να προσλαμβάνονται — αναλόγως των ικανοτήτων τους βεβαίως — για να διδάσκουν στα ρωσικά εκπαιδευτικά ιδρύματα, μεταξύ αυτών και στο Λύκειο Ρισελιέ της Οδησσού, όπου άλλωστε είχαν καταφύγει πολυάριθμοι Έλληνες από τα πριγκιπάτα, την Κωνσταντινούπολη και τον ελλαδικό χώρο.
Ο Ιάκωβος Πιτζιπίος δίδαξε ελληνικά κατά το διάστημα 1824-1826, ενώ ο Βασίλης Λευτερόπουλος μετά το 1830 δίδαξε φυσική και μαθηματικά, μάλιστα εξέδωσε και σχολικό εγχειρίδιο προς χρήση των μαθητών του Λυκείου.
Οι περισσότεροι Έλληνες σπουδαστές διακρίθηκαν στους τομείς της επιστήμης, άλλοι έγιναν στελέχη της ρωσικής διοίκησης και του στρατού. Συνοπτικά πάντως το Λύκειο ήταν εκπαιδευτήριο για τους πλουσιότερους νέους, εξαιτίας των υψηλών διδάκτρων που χρειαζόταν να καταβάλει ο εκπαιδευόμενος. Ανάμεσα στους επιφανείς Έλληνες που σπούδασαν στο Λύκειο Ρισελιέ συγκαταλέγεται ο ιστορικός Κωνσταντίνος Παπαρρηγόπουλος (1815-1891).
Έφτασε στην Οδησσό με τη μητέρα του και τα αδέλφια του από την Κωνσταντινούπολη μετά την έναρξη της επαναστατικής κίνησης του Υψηλάντη στη Μολδοβλαχία. Ο πατέρας του εκτελέσθηκε μαζί με άλλα μέλη της οικογένειας από τους Τούρκους, έτσι ο μικρός Κωνσταντίνος σε ηλικία 6 ετών βρέθηκε ορφανός στην Οδησσό. Σπούδασε στο Λύκειο Ρισελιέ για μία περίπου δετία, όπου έμαθε τα πρώτα γράμματα και τη γαλλική γλώσσα. Εγκατέλειψε την πόλη περίπου στα 1830, για να εγκατασταθεί στο Ναύπλιο και αργότερα στην Αθήνα. Έγινε καθηγητής ιστορίας στο Πανεπιστήμιο Αθηνών και συνέγραψε το γνωστότατο έργο Ιστορία τον Ελληνικού Έθνους. Ο Αλέξανδρος-Ρίζος Ραγκαβής (1809-1892), γεννημένος και αυτός στην Κωνσταντινούπολη, κατέφυγε στην Οδησσό μετά την έκρηξη της Επανάστασης. Υπήρξε συμμαθητής του Κ. Παπαρρηγόπουλου στα θρανία του Λυκείου για μία πενταετία 1821-1825. Ήταν μια πολυσχιδής προσωπικότητα. Αναδείχθηκε στα γράμματα, τις επιστήμες και την πολιτική, ενώ υπήρξε και συνεκδότης — μαζί με τον Κ. Παπαρρηγόπουλο και τον Ν. Δραγούμη — του σπουδαίου περιοδικού Πανδώρα που πρωτοεκδόθηκε το 1850. Έγινε καθηγητής της Αρχαιολογίας στο Πανεπιστήμιο Αθηνών, πρεσβευτής, υπουργός των Εξωτερικών και συγγραφέας πολλών λογοτεχνικών έργων.
Μνεία οφείλεται και στον Κωνσταντίνο Μπαζίλη, απόφοιτο του Λυκείου. Εργάστηκε στη ρωσική διπλωματία στην Πετρούπολη και στο εξωτερικό, ενώ συγχρόνως υπήρξε πολυγραφότατος συγγραφέας ιστορικών έργων και συνεργάτης του Ρωσικού Εγκυκλοπαιδικού Λεξικού.
Βασίλης Καρδάσης
Η ονομασία του οφειλόταν στον πρώτο διοικητή της Οδησσού, Γάλλο μοναρχικό πρόσφυγα Ρισελιέ, που συνέβαλε όσο ελάχιστοι στην αναμόρφωση της πόλης με τα κοινωφελή έργα, τη δενδροφύτευση των δρόμων, τα ωραία δημόσια κτίρια. Το Λύκειο Ρισελιέ ιδρύθηκε το 1818 και ήταν κατά κάποιο τρόπο το εκπαιδευτήριο που παρείχε ανώτερη μόρφωση στους σπουδαστές.
Ο προσανατολισμός του εκπαιδευτικού προγράμματος ήταν προς τη γαλλική παιδεία, εξαιτίας αυτού ήταν δεδομένη η επιρροή της σχολής από τα έργα των Γάλλων διαφωτιστών. Επιπλέον, λειτουργούσε και έδρα της ελληνικής γλώσσας, μια απόδειξη της σημασίας που απέδιδαν οι ρωσικές αρχές στην επαφή με τα ελληνικά γράμματα, αλλά και της ισχυρής παρουσίας των Ελλήνων της Οδησσού που επηρέασε το εκπαιδευτικό πρόγραμμα της σχολής.
Έτσι τα ελληνόπουλα που επιθυμούσαν να ακολουθήσουν ανώτερες σπουδές, εγγράφονταν στο Λύκειο. Πολλοί Έλληνες νέοι πέρασαν από τις αίθουσες του Λυκείου ιδιαίτερα μετά την κήρυξη της Επανάστασης του Υψηλάντη στα πριγκιπάτα του Δού-
ναβη.
Ορισμένοι έλαβαν υποτροφίες του ρωσικού κράτους, προκειμένου να φοιτήσουν στο Λύκειο. Συγκεκριμένα το 1821 10 Έλληνες ήταν υπότροφοι του Λυκείου, το ίδιο ενισχύθηκαν οι Έλληνες σπουδαστές και τα επόμενα χρόνια. Η ρωσική διοίκηση ενδιαφέρθηκε και για τους Έλληνες εκπαιδευτές που εγκαταστάθηκαν στη Ρωσία μετά το 1821.
Προς ανάμνηση των εγκαινίων του Λυκείου Ρισελιέ είχε κατασκευαστεί σερβίτσιο |
Έδωσε εντολή να προσλαμβάνονται — αναλόγως των ικανοτήτων τους βεβαίως — για να διδάσκουν στα ρωσικά εκπαιδευτικά ιδρύματα, μεταξύ αυτών και στο Λύκειο Ρισελιέ της Οδησσού, όπου άλλωστε είχαν καταφύγει πολυάριθμοι Έλληνες από τα πριγκιπάτα, την Κωνσταντινούπολη και τον ελλαδικό χώρο.
Ο Ιάκωβος Πιτζιπίος δίδαξε ελληνικά κατά το διάστημα 1824-1826, ενώ ο Βασίλης Λευτερόπουλος μετά το 1830 δίδαξε φυσική και μαθηματικά, μάλιστα εξέδωσε και σχολικό εγχειρίδιο προς χρήση των μαθητών του Λυκείου.
Οι περισσότεροι Έλληνες σπουδαστές διακρίθηκαν στους τομείς της επιστήμης, άλλοι έγιναν στελέχη της ρωσικής διοίκησης και του στρατού. Συνοπτικά πάντως το Λύκειο ήταν εκπαιδευτήριο για τους πλουσιότερους νέους, εξαιτίας των υψηλών διδάκτρων που χρειαζόταν να καταβάλει ο εκπαιδευόμενος. Ανάμεσα στους επιφανείς Έλληνες που σπούδασαν στο Λύκειο Ρισελιέ συγκαταλέγεται ο ιστορικός Κωνσταντίνος Παπαρρηγόπουλος (1815-1891).
Έφτασε στην Οδησσό με τη μητέρα του και τα αδέλφια του από την Κωνσταντινούπολη μετά την έναρξη της επαναστατικής κίνησης του Υψηλάντη στη Μολδοβλαχία. Ο πατέρας του εκτελέσθηκε μαζί με άλλα μέλη της οικογένειας από τους Τούρκους, έτσι ο μικρός Κωνσταντίνος σε ηλικία 6 ετών βρέθηκε ορφανός στην Οδησσό. Σπούδασε στο Λύκειο Ρισελιέ για μία περίπου δετία, όπου έμαθε τα πρώτα γράμματα και τη γαλλική γλώσσα. Εγκατέλειψε την πόλη περίπου στα 1830, για να εγκατασταθεί στο Ναύπλιο και αργότερα στην Αθήνα. Έγινε καθηγητής ιστορίας στο Πανεπιστήμιο Αθηνών και συνέγραψε το γνωστότατο έργο Ιστορία τον Ελληνικού Έθνους. Ο Αλέξανδρος-Ρίζος Ραγκαβής (1809-1892), γεννημένος και αυτός στην Κωνσταντινούπολη, κατέφυγε στην Οδησσό μετά την έκρηξη της Επανάστασης. Υπήρξε συμμαθητής του Κ. Παπαρρηγόπουλου στα θρανία του Λυκείου για μία πενταετία 1821-1825. Ήταν μια πολυσχιδής προσωπικότητα. Αναδείχθηκε στα γράμματα, τις επιστήμες και την πολιτική, ενώ υπήρξε και συνεκδότης — μαζί με τον Κ. Παπαρρηγόπουλο και τον Ν. Δραγούμη — του σπουδαίου περιοδικού Πανδώρα που πρωτοεκδόθηκε το 1850. Έγινε καθηγητής της Αρχαιολογίας στο Πανεπιστήμιο Αθηνών, πρεσβευτής, υπουργός των Εξωτερικών και συγγραφέας πολλών λογοτεχνικών έργων.
Μνεία οφείλεται και στον Κωνσταντίνο Μπαζίλη, απόφοιτο του Λυκείου. Εργάστηκε στη ρωσική διπλωματία στην Πετρούπολη και στο εξωτερικό, ενώ συγχρόνως υπήρξε πολυγραφότατος συγγραφέας ιστορικών έργων και συνεργάτης του Ρωσικού Εγκυκλοπαιδικού Λεξικού.
Βασίλης Καρδάσης
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου