Οι νέες παντρεύονταν συνήθως σε ηλικία 16-17 χρόνων. Η φτώχεια ποτέ δεν ήταν εμπόδιο για την αποκατάσταση των νέων. Την πατρική περιουσία την έπαιρναν τα αγόρια. Παραδοσιακός κανόνας για την εκλογή της νύφης ήταν αυτό που εκφράζει και σήμερα η ποντιακή παροιμία. ..Τέρεν την ούγιαν κ’ έπαρ το πανίν, τέρεν την μάνναν κ' έπαρ' το παιδίν». (Κοίτα την ούγια και πάρε το ύφασμα, κοίτα τη μάννα και πάρε την κόρη).
Ως προσόντα της νύφης θεωρούνταν η ομορφιά, η σωματική διάπλαση και η δεξιοτεχνία σε έργα αγροτικής οικονομίας. Ιδιαίτερα προτιμούνταν οι εύσωμες γεροδεμένες γυναίκες για να μπορούν να ζυμώνουν με άνεση και να κάνουν αφράτα ψωμιά. Η εκλογή της νύφης γίνονταν συνήθως μέσα από το χωριό. Η συγκατάθεση των γονιών της νύφης ποτέ δεν δίνονταν με το πρώτο για να μην πέσει το γόητρο του κοριτσιού και δοθεί η εντύπωση ότι ψάχνανε γαμπρό. Η συγκατάθεση των γονέων ήταν ουσιαστικό στοιχείο λόγω των αυστηρών ηθικών αρχών.
Η συνάντηση των δύο φύλων της ίδιας περίπου ηλικίας δεν ήταν εύκολη υπόθεση, γιατί τα κορίτσια τελούσαν σε περιορισμό. Οι περισσότερες γνωριμίες γίνονταν στους χορούς, στα πανηγύρια και στους γάμους. Κοπέλα που δεν ήξερε να χορεύει ήταν δύσκολο να παντρευτεί.
Οι προξενήτρες με πολύ μαεστρία, τέχνη και επιτηδειότητα προετοίμαζαν με απευθείας συνεννόηση με τους γονείς και διευκόλυναν τη συνάντηση του αγοριού και του κοριτσιού σε ουδέτερο έδαφος. Μεσολαβούσαν στους γονείς και, όταν αυτοί συμφωνούσαν, αφού προηγούμενα οι νέοι συμπαθιούνταν μεταξύ τους, έρχονταν η σειρά για τα αρραβωνιάσματα, τα οποία δε διαρκούσαν και πολύ. Η αποδοχή των σημαδιών του γαμπρού σήμαινε τη συγκατάθεση της νύφης, «το Ναι». Στη συνέχεια έπρεπε να ακολουθήσει το στεφάνωμα, ο γάμος.
Η συνάντηση των αρραβωνιασμένων δεν ήταν εύκολη υπόθεση. Δεν επιτρεπόταν η επίσκεψη του νέου στο σπίτι της μνηστής του όταν έλειπαν οι γονείς της. Αλλά και αυτή απέφευγε να συναντήσει/ το μνηστήρα της. Και στην περίπτωση αυτή οι προξενήτρες είχαν τον πρώτο λόγο.
Οι αυστηροί περιορισμοί απέβλεπαν στην προστασία των χρηστών ηθών και εθίμων και της ηθικής γενικότερα. Συχνό ήταν το φαινόμενο της απαγωγής για δυο κυρίως λόγους. Είτε γιατί οι γονείς του αγοριού και του κοριτσιού δε συμφωνούσαν για το γάμο, είτε γιατί ο έρωτας δεν ήταν αμοιβαίος. Όταν δηλαδή η κοπέλα δεν ανταποκρίνονταν στα αισθήματα του αγοριού, εκείνος με την παρέα του προέβαινε στη βίαιη απαγωγή του κοριτσιού, οπότε τα πράγματα είχαν οδυνηρές συνέπειες. Τελικά το όλο ζήτημα αν δεν έβρισκε τη λύση του μεταξύ των ενδιαφερομένων πλευρών, αναλάμβανε την υπόθεση η Δημογεροντία, της οποίας το πόρισμα ήταν υποχρεωτικό και για τις δυο πλευρές.
Το θέμα της βίαιης απαγωγής είχε άμεση σχέση με τον ανδρικό εγωισμό, ο άνδρας δεν παρακαλούσε για να πάρει γυναίκα.
Η πρόσκληση στο γάμο γίνονταν από παιδιά με κερί και ρακί. Η πρόσκληση συνήθους απευθύνονταν σ’ όλους τους χωριανούς. Κάθε γάμος ήταν υπόθεση όλου του χωριού.
Τα συνηθισμένα δώρα που δίνονταν στο γάμο ήταν μια αγελάδα, ένα χωράφι, ένα φυλαχτό, χωρίς να προηγείται καμία υπόσχεση τάματος προ του γάμου.
Το γαμήλιο ταξίδι ήταν άγνωστο. Οι Παφραίοι ιδιαίτερα πρόσεχαν ώστε οι νιόπαντροι την πρώτη εβδομάδα του γάμου τους να κάνουν ελαφριές δουλειές και να αφήνονται απερίσπαστοι στα πρώτα συζυγικά τους καθήκοντα.
Οι οικογένειες των Παφραίων ζούσαν πατριαρχικά, είτε ζούσαν οι πατεράδες είτε όχι. Η ανεξαρτησία και η αυτοτέλεια των αδελφικών οικογενειών δίνονταν αργά και όταν παρουσιάζονταν οι φυσικές δυσχέρειες συνάντησης και συνεργασίας στην οικονομική τους κοινότητα.
Το διαζύγιο ήταν πολύ σπάνιο φαινόμενο. Η αυστηρή πειθαρχημένη κοινωνία δεν ανέχονταν διαζύγια. Σε περίπτωση συζυγικής διάστασης, με υπομονή, εγκαρτέρηση, ορθοφροσύνη ο κάθε σύζυγος αντιμετώπιζε την κρίση που δημιουργούνταν μεταξύ τους. Θυσίαζαν τα δικαιώματά τους για την εξασφάλιση της οικογενειακής γαλήνης. Σε πολύ δύσκολες περιπτώσεις επεμβαίνανε οι γονείς, οι συγγενείς, οι προύχοντες, γιατί η προσβολή είχε αντίκτυπο σ’ όλους.
Στην πιο δύσκολη περίπτωση η σύζυγος πήγαινε στο πατρικό της σπίτι 10-20 μέρες για να κατευνάσουν τα νεύρα και οι θυμοί, να γίνει κάποια εκτόνωση της εκρηκτικής κατάστασης και να επανέλθει η γαλήνη και η ηρεμία στην ψυχή της. 'Οταν «εξεφούμιξε η νύφε», όπως συνηθίζουν οι Πόντιοι να λένε, ξαναγύριζε στη συζυγική παστάδα περισσότερο τρυφερή και αφοσιωμένη.
Στους γάμους, στα βαπτίσια και στις ονομαστικές γιορτές γίνονταν πραγματικά πανηγύρια. Ο γάμος διαρκούσε τρεις μέρες και είχε μεγάλες οικονομικές συνέπειες για την οικογένεια του γαμπρού κυρίως.
Η πρώτη ημέρα ήταν αφιερωμένη σε πανηγυρικές προετοιμασίες, επισκέψεις συγγενών και φίλων και συνήθως όλου του χωριού για να φέρουν τα δώρα τους.
Τη δεύτερη μέρα γίνονταν η στέψη και όλα τα σχετικά με το ντύσιμο της νύφης, το επίσημο ξύρισμα του γαμπρού με όργανα και χορούς και τραγούδια.
Συνηθισμένα όργανα των Παφραίων ήσαν τα νταούλια, οι ζουρνάδες, τα ντέφια, τα βιολιά και τα κλαρίνα. Πηγαίνοντας στην Εκκλησία και μετά την Εκκλησία τα γέλια, τις χαρές και τα τραγούδια συνόδευαν συνήθως πυροβολισμοί που έδιναν πανηγυρικό τόνο στο γάμο.
Το κόψιμο του δρόμου ήταν ένα παλιό έθιμο ριζωμένο στη ζωή τους. Το λόγο στην περίπτωση αυτή είχε ο Κουμπάρος ο οποίος έπρεπε να τάξει κάτι, να δωρήσει κάτι για να ανοίξει ο δρόμος.
Όταν η όλη πομπή πλησίαζε, μετά τη στέψη, στο σπίτι του γαμπρού και επρόκειτο να μπούνε μέσα, γίνονταν ειδική τελετή με την εφαρμογή πλήθους ηθών και εθίμων με ταξίματα, προσφορές κ.λ.π. Καθώς μπαίνανε στο σπίτι, τους υποδέχονταν με το παρακάτω τραγούδι:
— Καλώς την κυρά νύφη μας
τώρα πούλθε στο σπίτι μας
— καλώς το τσεβαίρι,
της καρδιάς το φυλαχτήρι.
—Κόρη τίμα την πεθερά σου
σαν είναι μάνα και κυρά σ’
τίμα τον πεθερό σου
σαν είν' ο καλός πατρός σου
τίμα και τα ανδραδέλφια σου
σαν πως είναι τ’ αδέλφια σου.
Ένα βασικό έθιμο των Ποντίων Παφραίων ήταν το "Μας". Δεν επιτρέπονταν η νύφη να μιλάει με τους γονείς του άνδρα της και τους στενούς συγγενείς. Μόνο με νεύμα μπορούσε να συνεννοηθεί μ’ αυτούς, όταν δεν υπήρχε τρίτο πρόσωπο για διερμηνέας. Η κατάσταση αυτή μπορούσε να διαρκέσει χρόνια, αν δεν της έδιναν της νύφης το χέρι τους να το φιλήσει και να μιλήσει.
Στην Πάφρα το χειροφίλημα της νύφης συνοδεύονταν με το ανάλογο δώρο ή χρηματικό ποσό. Το έθιμο αυτό περιφρουρούσε το σεβασμό της νύφης στα πεθερικά της και συνήθως περιορίζονταν μόνο στον πεθερό, μάλιστα δε όταν ήταν ηλικιωμένος. Στην ώρα του φαγητού η νύφη περιποιούνταν το τραπέζι. Πρώτα κοιμόνταν όλοι και μετά η νύφη, αφού προηγούμενα έπλενε τα πόδια του πεθερού και ετοίμαζε τα κρεβάτια.
Το πλύσιμο των ποδιών επεκτείνονταν και στους φιλοξενουμένους της οικογένειας του γαμπρού.
Η λεχώνα νύφη μέχρι σαράντα μέρες δεν έβγαινε έξω από το σπίτι. Μετά τη δύση του ήλιου δεν επιτρέπονταν οι συγγενείς να μπαίνουν στο σπίτι. Μόνο σε εξαιρετικές περιπτώσεις μπαίνανε με αναμμένο δαδί, γιατί πίστευαν ότι η φωτιά διώχνει τα ξωτικά και προστατεύει τη λεχώνα από το βάσκανο μάτι. Οι συγγενείς και οι φίλοι επισκέπτονταν τη λεχώνα και της κουβαλούσαν ό,τι εκλεκτό είχαν. Ασήμωναν ή χρύσωναν το παιδί με χρήματα. Οι στενοί συγγενείς συνήθως χρύσωναν το παιδί με μια λύρα.
Την εποχή εκείνη δεν υπήρχαν γιατροί γυναικολόγοι, Μαίες, Κλινικές για να παρακολουθούν την πορεία της εγκυμοσύνης, του τοκετού και της λεχώνας. Υπήρχαν μόνο Μαίες πρακτικές. Μια τέτοια πρακτική Μαία ήταν η Σελβιέρ Βασιλική (η Βασίλκη-Γαρή) από το Αλάτσαμ του Νεπιέν Νταγ της Πάφρας. Η γυναίκα αυτή για τριάντα και πλέον χρόνια πρόσφερε τις υπηρεσίες της στα χωριά της περιοχής Σταυρουπόλεως Ξάνθης (Μαργαρίτι, Καλλιθέα, Λυκοδρόμιο κ.λ.π.) και έσωσε από πρόωρο θάνατο πολλές νέες μητέρες και παιδιά.
Εκατοντάδες Παφραλίδες σήμερα με ιδιαίτερο σεβασμό αναφέρουν το όνομά της, διότι αυτή υπήρξε ο σωτήριος, πρακτικός, αλλά αποτελεσματικός γιατρός τους, στη δύσκολη στιγμή της ζωής τους. Αυτός που γράφει τις γραμμές αυτές είχε σαν πρώτη μάννα την Αναστασία που τον γέννησε και σαν δεύτερη μάννα τη γιαγιά Βασιλική (Βασίλκη Γαρή). Σ’ αυτές τις δύο γυναίκες οφείλει το «Ζην».
Πολλές γυναίκες πέθαιναν από το δύσκολο τοκετό και από τον επιλόχιο πυρετό που ακολουθούσε. Επειδή το ένστικτο της μητρότητας ήταν έντονο για την ιερή αποστολή της, οι έγκυες έτρωγαν ειδικά φαγητά με ποικιλία στο περιεχόμενο, που διευκόλυναν τον τοκετό.
Οι οικογενειακές παραδόσεις όπως στην Τρίπολη του Πόντου έτσι και στην Πάφρα τηρούνταν με αυστηρότητα. Ο αλκοολισμός ήταν περιορισμένος στον ελάχιστο βαθμό. Η ασωτία, η ακολασία, η διαφθορά και οι άλλες κακές συνήθειες ήταν σχεδόν άγνωστα. Άλλωστε η ζωή δεν είχε πολλά περιθώρια για τέτοια πράγματα. Η γυναίκα ήταν προσηλωμένη στις οικογενειακές της απασχολήσεις χωρίς να απουσιάζει από το χωράφι τη θερινή περίοδο κυρίως. Διότι τα καπνά, που ήταν η κύρια απασχόλησή τους, ήθελαν πολλά και γρήγορα χέρια.
Ως σύζυγος ήταν πιστή, σεμνή, θρησκευτική, μετριόφρων, αφοσιωμένη, τέλεια νοικοκυρά. Στάθηκε ικανή και άξια σύζυγος στις καλές και δύσκολες μέρες. Μεγαλωμένη στη φτώχεια και στον κατατρεγμό, στα βουνά και στα λαγκάδια, ήταν διαπαιδαγωγημένη αυστηρά για να αντιμετωπίσει όλες τις απρόβλεπτες δυσκολίες της ζωής. Κανένα παράπονο, καμιά μεμψιμοιρία ακόμα και όταν έβλεπε να σωριάζονται και να διαλύονται όλα τα παρθε-νικά της όνειρα και οι ελπίδες που στήριζε στο συντροφικό δεσμό της. Δοκίμαζε απογοήτευση και πίκρα, αλλά σαν γυναίκα που γαλουχήθηκε με υπομονή και πειθαρχία υποτάσσονταν αγόγγυστα στο ριζικό της χωρίς να αφήνει να διαφανεί η πίκρα που γέμιζε την ψυχή της.
Τα απανωτά χτυπήματα της ζωής, οι διώξεις των Τούρκων, η πείνα, η εξορία, οι συχνοί εξευτελισμοί, την είχαν εξοπλίσει, ώστε να έχει ισχυρή θέληση, θάρρος και αποφασιστικότητα στην αντιμετώπιση των ατυχημάτων της ζωής. Με αυτά τα ψυχικά χαρίσματα είχε κερδίσει ολοκληρωτικά την εκτίμηση όλων και με την προσωπική της αξία είχε κερδίσει μια τιμημένη θέση δικαιωματικά μέσα στην κοινωνία.
Οι προκλητικές τάσεις των σύγχρονων γυναικών ήσαν άγνωστες στις γυναίκες της Πάφρας. Οικονομικές δυνατότητες για σπατάλες και για κάθε λογής επιδείξεις δεν υπήρχαν. Τα επίπλαστα μέσα της ήταν άγνωστα. Περισσότερο ήταν φυσική, απλοϊκή, σεμνή, μετρημένη στους τρόπους, κυρία στις αδυναμίες και στα ελαττώματά της.
Μ' αυτά τα υπέροχα ψυχικά χαρίσματα ήταν πραγματική «Βασίλισσα» του σπιτιού της. Η ηθική στο περιβάλλον της ήταν πολύ αυστηρή, όπως και στα παλαιότερα χρόνια. Η γυναίκα, που θα τολμούσε να παρεκκλίνει απ’ αυτήν, παραδίδονταν σε κοινή περιφρόνηση και γίνονταν άχρηστη στην κοινωνία. Γι’ αυτό οι κάθε λογής ηθικές παρεκτροπές ήσαν ξένες προς τις γυναίκες της Πάφρας.
Στα βαπτίσια, όπως και στο γάμο, δίδονταν μια ξεχωριστή λαμπρότητα από τους Παφραίους. Συμμετείχαν σ’ αυτά όλοι οι συγγενείς, φίλοι και συγχωριανοί. Ο Νουνός έπρεπε να γνωρίζει το «Σύμβολο της Πίστεως» απ’ έξω, για να το απαγγείλει κατά την ώρα της Κατήχησης του μικρού παιδιού για λογαριασμό του παιδιού. Μετά το τέλος του Μυστηρίου οι παραυρισκόμενοι φίλοι του Νουνού τον σήκωναν στον ώμο τους και για να τον κατεβάσουν έπρεπε να τους τάξει ένα μεγάλο δώρο (συνήθως ένα πλούσιο τραπέζι). Σε μερικά μέρη πήγαιναν τον Κουμπάρο στον ώμο τους μέχρι το σπίτι, για να παραδώσει εκεί το παιδί στη μητέρα του παιδιού.
Στο Ναό, στους παρευρισκόμενους χριστιανούς, όταν το παιδί που βαπτίστηκε ήταν αγοράκι, τους καρφίτσωναν στο πέτο ένα σταυρουδάκι και, όταν το παιδί ήταν κοριτσάκι, τους καρφίτσωναν μια στρογγυλή εικονίτσα της Παναγίας.
Ήταν έντονα ριζωμένο στους Παφραίους το γεγονός της πνευματικής συγγένειας. Για το λόγο αυτό απέφευγαν να βαπτίζουν τα ίδια πρόσωπα αγόρια και κορίτσια. Διότι δημιουργούνταν πνευματική συγγένεια μεταξύ τους, είχαν τον ίδιο νουνό και δεν επιτρέπονταν να παντρευτούν μεταξύ τους. Υπάρχουν περιπτώσεις που Νουνοί αναγκάστηκαν να διαλύσουν αρραβώνες μεταξύ αγοριών και κοριτσιών που είχαν τον ίδιο Νουνό (Πνευματικά αδέλφια) κάτω , από την πίεση και τη γενική κατακρουγή εναντίον τους, από την κοινωνία, γιατί παρέβησαν ιερούς και θείους θεσμούς της ζωής των Γίαφραίων και της Ορθόδοξης Εκκλησίας.
Επίσης για τους Πόντιους Παφραίους θεωρούνταν αδέρφια δυο παιδιά που θήλαζαν το γάλα της ίδιας μάνας. Για το λόγο αυτό αν ήταν διαφορετικού φύλου τα παιδιά αυτά θεωρούνταν αμαρτία να παντρευτούν μεταξύ τους, διότι ήσαν μεταξύ τους αδέρφια (σουτ-καρτεσί).
Πολλές τέτοιες περιπτώσεις υπήρχαν στην Πάφρα. Μερικές μητέρες δεν είχαν γάλα για θηλασμό του παιδιού τους ή ήταν άρρωστο το γάλα τους ή τους πήγαιναν εξορία ή τους σκότωναν οι Τούρκοι. Σ’ αυτές τις περιπτώσεις το παιδί το αναλάμβανε άλλη μητέρα και το θήλαζε από το δικό της γάλα, γιατί άλλος τρόπος για να συντηρηθεί το παιδί στη ζωή δεν υπήρχε.
Νικόλαος Κυνηγόπουλος
Ως προσόντα της νύφης θεωρούνταν η ομορφιά, η σωματική διάπλαση και η δεξιοτεχνία σε έργα αγροτικής οικονομίας. Ιδιαίτερα προτιμούνταν οι εύσωμες γεροδεμένες γυναίκες για να μπορούν να ζυμώνουν με άνεση και να κάνουν αφράτα ψωμιά. Η εκλογή της νύφης γίνονταν συνήθως μέσα από το χωριό. Η συγκατάθεση των γονιών της νύφης ποτέ δεν δίνονταν με το πρώτο για να μην πέσει το γόητρο του κοριτσιού και δοθεί η εντύπωση ότι ψάχνανε γαμπρό. Η συγκατάθεση των γονέων ήταν ουσιαστικό στοιχείο λόγω των αυστηρών ηθικών αρχών.
Η συνάντηση των δύο φύλων της ίδιας περίπου ηλικίας δεν ήταν εύκολη υπόθεση, γιατί τα κορίτσια τελούσαν σε περιορισμό. Οι περισσότερες γνωριμίες γίνονταν στους χορούς, στα πανηγύρια και στους γάμους. Κοπέλα που δεν ήξερε να χορεύει ήταν δύσκολο να παντρευτεί.
Οι προξενήτρες με πολύ μαεστρία, τέχνη και επιτηδειότητα προετοίμαζαν με απευθείας συνεννόηση με τους γονείς και διευκόλυναν τη συνάντηση του αγοριού και του κοριτσιού σε ουδέτερο έδαφος. Μεσολαβούσαν στους γονείς και, όταν αυτοί συμφωνούσαν, αφού προηγούμενα οι νέοι συμπαθιούνταν μεταξύ τους, έρχονταν η σειρά για τα αρραβωνιάσματα, τα οποία δε διαρκούσαν και πολύ. Η αποδοχή των σημαδιών του γαμπρού σήμαινε τη συγκατάθεση της νύφης, «το Ναι». Στη συνέχεια έπρεπε να ακολουθήσει το στεφάνωμα, ο γάμος.
Η συνάντηση των αρραβωνιασμένων δεν ήταν εύκολη υπόθεση. Δεν επιτρεπόταν η επίσκεψη του νέου στο σπίτι της μνηστής του όταν έλειπαν οι γονείς της. Αλλά και αυτή απέφευγε να συναντήσει/ το μνηστήρα της. Και στην περίπτωση αυτή οι προξενήτρες είχαν τον πρώτο λόγο.
Οι αυστηροί περιορισμοί απέβλεπαν στην προστασία των χρηστών ηθών και εθίμων και της ηθικής γενικότερα. Συχνό ήταν το φαινόμενο της απαγωγής για δυο κυρίως λόγους. Είτε γιατί οι γονείς του αγοριού και του κοριτσιού δε συμφωνούσαν για το γάμο, είτε γιατί ο έρωτας δεν ήταν αμοιβαίος. Όταν δηλαδή η κοπέλα δεν ανταποκρίνονταν στα αισθήματα του αγοριού, εκείνος με την παρέα του προέβαινε στη βίαιη απαγωγή του κοριτσιού, οπότε τα πράγματα είχαν οδυνηρές συνέπειες. Τελικά το όλο ζήτημα αν δεν έβρισκε τη λύση του μεταξύ των ενδιαφερομένων πλευρών, αναλάμβανε την υπόθεση η Δημογεροντία, της οποίας το πόρισμα ήταν υποχρεωτικό και για τις δυο πλευρές.
Το θέμα της βίαιης απαγωγής είχε άμεση σχέση με τον ανδρικό εγωισμό, ο άνδρας δεν παρακαλούσε για να πάρει γυναίκα.
Η πρόσκληση στο γάμο γίνονταν από παιδιά με κερί και ρακί. Η πρόσκληση συνήθους απευθύνονταν σ’ όλους τους χωριανούς. Κάθε γάμος ήταν υπόθεση όλου του χωριού.
Τα συνηθισμένα δώρα που δίνονταν στο γάμο ήταν μια αγελάδα, ένα χωράφι, ένα φυλαχτό, χωρίς να προηγείται καμία υπόσχεση τάματος προ του γάμου.
Το γαμήλιο ταξίδι ήταν άγνωστο. Οι Παφραίοι ιδιαίτερα πρόσεχαν ώστε οι νιόπαντροι την πρώτη εβδομάδα του γάμου τους να κάνουν ελαφριές δουλειές και να αφήνονται απερίσπαστοι στα πρώτα συζυγικά τους καθήκοντα.
Οι οικογένειες των Παφραίων ζούσαν πατριαρχικά, είτε ζούσαν οι πατεράδες είτε όχι. Η ανεξαρτησία και η αυτοτέλεια των αδελφικών οικογενειών δίνονταν αργά και όταν παρουσιάζονταν οι φυσικές δυσχέρειες συνάντησης και συνεργασίας στην οικονομική τους κοινότητα.
Το διαζύγιο ήταν πολύ σπάνιο φαινόμενο. Η αυστηρή πειθαρχημένη κοινωνία δεν ανέχονταν διαζύγια. Σε περίπτωση συζυγικής διάστασης, με υπομονή, εγκαρτέρηση, ορθοφροσύνη ο κάθε σύζυγος αντιμετώπιζε την κρίση που δημιουργούνταν μεταξύ τους. Θυσίαζαν τα δικαιώματά τους για την εξασφάλιση της οικογενειακής γαλήνης. Σε πολύ δύσκολες περιπτώσεις επεμβαίνανε οι γονείς, οι συγγενείς, οι προύχοντες, γιατί η προσβολή είχε αντίκτυπο σ’ όλους.
Στην πιο δύσκολη περίπτωση η σύζυγος πήγαινε στο πατρικό της σπίτι 10-20 μέρες για να κατευνάσουν τα νεύρα και οι θυμοί, να γίνει κάποια εκτόνωση της εκρηκτικής κατάστασης και να επανέλθει η γαλήνη και η ηρεμία στην ψυχή της. 'Οταν «εξεφούμιξε η νύφε», όπως συνηθίζουν οι Πόντιοι να λένε, ξαναγύριζε στη συζυγική παστάδα περισσότερο τρυφερή και αφοσιωμένη.
Στους γάμους, στα βαπτίσια και στις ονομαστικές γιορτές γίνονταν πραγματικά πανηγύρια. Ο γάμος διαρκούσε τρεις μέρες και είχε μεγάλες οικονομικές συνέπειες για την οικογένεια του γαμπρού κυρίως.
Η πρώτη ημέρα ήταν αφιερωμένη σε πανηγυρικές προετοιμασίες, επισκέψεις συγγενών και φίλων και συνήθως όλου του χωριού για να φέρουν τα δώρα τους.
Τη δεύτερη μέρα γίνονταν η στέψη και όλα τα σχετικά με το ντύσιμο της νύφης, το επίσημο ξύρισμα του γαμπρού με όργανα και χορούς και τραγούδια.
Συνηθισμένα όργανα των Παφραίων ήσαν τα νταούλια, οι ζουρνάδες, τα ντέφια, τα βιολιά και τα κλαρίνα. Πηγαίνοντας στην Εκκλησία και μετά την Εκκλησία τα γέλια, τις χαρές και τα τραγούδια συνόδευαν συνήθως πυροβολισμοί που έδιναν πανηγυρικό τόνο στο γάμο.
Το κόψιμο του δρόμου ήταν ένα παλιό έθιμο ριζωμένο στη ζωή τους. Το λόγο στην περίπτωση αυτή είχε ο Κουμπάρος ο οποίος έπρεπε να τάξει κάτι, να δωρήσει κάτι για να ανοίξει ο δρόμος.
Όταν η όλη πομπή πλησίαζε, μετά τη στέψη, στο σπίτι του γαμπρού και επρόκειτο να μπούνε μέσα, γίνονταν ειδική τελετή με την εφαρμογή πλήθους ηθών και εθίμων με ταξίματα, προσφορές κ.λ.π. Καθώς μπαίνανε στο σπίτι, τους υποδέχονταν με το παρακάτω τραγούδι:
— Καλώς την κυρά νύφη μας
τώρα πούλθε στο σπίτι μας
— καλώς το τσεβαίρι,
της καρδιάς το φυλαχτήρι.
—Κόρη τίμα την πεθερά σου
σαν είναι μάνα και κυρά σ’
τίμα τον πεθερό σου
σαν είν' ο καλός πατρός σου
τίμα και τα ανδραδέλφια σου
σαν πως είναι τ’ αδέλφια σου.
Ένα βασικό έθιμο των Ποντίων Παφραίων ήταν το "Μας". Δεν επιτρέπονταν η νύφη να μιλάει με τους γονείς του άνδρα της και τους στενούς συγγενείς. Μόνο με νεύμα μπορούσε να συνεννοηθεί μ’ αυτούς, όταν δεν υπήρχε τρίτο πρόσωπο για διερμηνέας. Η κατάσταση αυτή μπορούσε να διαρκέσει χρόνια, αν δεν της έδιναν της νύφης το χέρι τους να το φιλήσει και να μιλήσει.
Στην Πάφρα το χειροφίλημα της νύφης συνοδεύονταν με το ανάλογο δώρο ή χρηματικό ποσό. Το έθιμο αυτό περιφρουρούσε το σεβασμό της νύφης στα πεθερικά της και συνήθως περιορίζονταν μόνο στον πεθερό, μάλιστα δε όταν ήταν ηλικιωμένος. Στην ώρα του φαγητού η νύφη περιποιούνταν το τραπέζι. Πρώτα κοιμόνταν όλοι και μετά η νύφη, αφού προηγούμενα έπλενε τα πόδια του πεθερού και ετοίμαζε τα κρεβάτια.
Το πλύσιμο των ποδιών επεκτείνονταν και στους φιλοξενουμένους της οικογένειας του γαμπρού.
Η λεχώνα νύφη μέχρι σαράντα μέρες δεν έβγαινε έξω από το σπίτι. Μετά τη δύση του ήλιου δεν επιτρέπονταν οι συγγενείς να μπαίνουν στο σπίτι. Μόνο σε εξαιρετικές περιπτώσεις μπαίνανε με αναμμένο δαδί, γιατί πίστευαν ότι η φωτιά διώχνει τα ξωτικά και προστατεύει τη λεχώνα από το βάσκανο μάτι. Οι συγγενείς και οι φίλοι επισκέπτονταν τη λεχώνα και της κουβαλούσαν ό,τι εκλεκτό είχαν. Ασήμωναν ή χρύσωναν το παιδί με χρήματα. Οι στενοί συγγενείς συνήθως χρύσωναν το παιδί με μια λύρα.
Την εποχή εκείνη δεν υπήρχαν γιατροί γυναικολόγοι, Μαίες, Κλινικές για να παρακολουθούν την πορεία της εγκυμοσύνης, του τοκετού και της λεχώνας. Υπήρχαν μόνο Μαίες πρακτικές. Μια τέτοια πρακτική Μαία ήταν η Σελβιέρ Βασιλική (η Βασίλκη-Γαρή) από το Αλάτσαμ του Νεπιέν Νταγ της Πάφρας. Η γυναίκα αυτή για τριάντα και πλέον χρόνια πρόσφερε τις υπηρεσίες της στα χωριά της περιοχής Σταυρουπόλεως Ξάνθης (Μαργαρίτι, Καλλιθέα, Λυκοδρόμιο κ.λ.π.) και έσωσε από πρόωρο θάνατο πολλές νέες μητέρες και παιδιά.
Εκατοντάδες Παφραλίδες σήμερα με ιδιαίτερο σεβασμό αναφέρουν το όνομά της, διότι αυτή υπήρξε ο σωτήριος, πρακτικός, αλλά αποτελεσματικός γιατρός τους, στη δύσκολη στιγμή της ζωής τους. Αυτός που γράφει τις γραμμές αυτές είχε σαν πρώτη μάννα την Αναστασία που τον γέννησε και σαν δεύτερη μάννα τη γιαγιά Βασιλική (Βασίλκη Γαρή). Σ’ αυτές τις δύο γυναίκες οφείλει το «Ζην».
Πολλές γυναίκες πέθαιναν από το δύσκολο τοκετό και από τον επιλόχιο πυρετό που ακολουθούσε. Επειδή το ένστικτο της μητρότητας ήταν έντονο για την ιερή αποστολή της, οι έγκυες έτρωγαν ειδικά φαγητά με ποικιλία στο περιεχόμενο, που διευκόλυναν τον τοκετό.
Οι οικογενειακές παραδόσεις όπως στην Τρίπολη του Πόντου έτσι και στην Πάφρα τηρούνταν με αυστηρότητα. Ο αλκοολισμός ήταν περιορισμένος στον ελάχιστο βαθμό. Η ασωτία, η ακολασία, η διαφθορά και οι άλλες κακές συνήθειες ήταν σχεδόν άγνωστα. Άλλωστε η ζωή δεν είχε πολλά περιθώρια για τέτοια πράγματα. Η γυναίκα ήταν προσηλωμένη στις οικογενειακές της απασχολήσεις χωρίς να απουσιάζει από το χωράφι τη θερινή περίοδο κυρίως. Διότι τα καπνά, που ήταν η κύρια απασχόλησή τους, ήθελαν πολλά και γρήγορα χέρια.
Ως σύζυγος ήταν πιστή, σεμνή, θρησκευτική, μετριόφρων, αφοσιωμένη, τέλεια νοικοκυρά. Στάθηκε ικανή και άξια σύζυγος στις καλές και δύσκολες μέρες. Μεγαλωμένη στη φτώχεια και στον κατατρεγμό, στα βουνά και στα λαγκάδια, ήταν διαπαιδαγωγημένη αυστηρά για να αντιμετωπίσει όλες τις απρόβλεπτες δυσκολίες της ζωής. Κανένα παράπονο, καμιά μεμψιμοιρία ακόμα και όταν έβλεπε να σωριάζονται και να διαλύονται όλα τα παρθε-νικά της όνειρα και οι ελπίδες που στήριζε στο συντροφικό δεσμό της. Δοκίμαζε απογοήτευση και πίκρα, αλλά σαν γυναίκα που γαλουχήθηκε με υπομονή και πειθαρχία υποτάσσονταν αγόγγυστα στο ριζικό της χωρίς να αφήνει να διαφανεί η πίκρα που γέμιζε την ψυχή της.
Τα απανωτά χτυπήματα της ζωής, οι διώξεις των Τούρκων, η πείνα, η εξορία, οι συχνοί εξευτελισμοί, την είχαν εξοπλίσει, ώστε να έχει ισχυρή θέληση, θάρρος και αποφασιστικότητα στην αντιμετώπιση των ατυχημάτων της ζωής. Με αυτά τα ψυχικά χαρίσματα είχε κερδίσει ολοκληρωτικά την εκτίμηση όλων και με την προσωπική της αξία είχε κερδίσει μια τιμημένη θέση δικαιωματικά μέσα στην κοινωνία.
Οι προκλητικές τάσεις των σύγχρονων γυναικών ήσαν άγνωστες στις γυναίκες της Πάφρας. Οικονομικές δυνατότητες για σπατάλες και για κάθε λογής επιδείξεις δεν υπήρχαν. Τα επίπλαστα μέσα της ήταν άγνωστα. Περισσότερο ήταν φυσική, απλοϊκή, σεμνή, μετρημένη στους τρόπους, κυρία στις αδυναμίες και στα ελαττώματά της.
Μ' αυτά τα υπέροχα ψυχικά χαρίσματα ήταν πραγματική «Βασίλισσα» του σπιτιού της. Η ηθική στο περιβάλλον της ήταν πολύ αυστηρή, όπως και στα παλαιότερα χρόνια. Η γυναίκα, που θα τολμούσε να παρεκκλίνει απ’ αυτήν, παραδίδονταν σε κοινή περιφρόνηση και γίνονταν άχρηστη στην κοινωνία. Γι’ αυτό οι κάθε λογής ηθικές παρεκτροπές ήσαν ξένες προς τις γυναίκες της Πάφρας.
Στα βαπτίσια, όπως και στο γάμο, δίδονταν μια ξεχωριστή λαμπρότητα από τους Παφραίους. Συμμετείχαν σ’ αυτά όλοι οι συγγενείς, φίλοι και συγχωριανοί. Ο Νουνός έπρεπε να γνωρίζει το «Σύμβολο της Πίστεως» απ’ έξω, για να το απαγγείλει κατά την ώρα της Κατήχησης του μικρού παιδιού για λογαριασμό του παιδιού. Μετά το τέλος του Μυστηρίου οι παραυρισκόμενοι φίλοι του Νουνού τον σήκωναν στον ώμο τους και για να τον κατεβάσουν έπρεπε να τους τάξει ένα μεγάλο δώρο (συνήθως ένα πλούσιο τραπέζι). Σε μερικά μέρη πήγαιναν τον Κουμπάρο στον ώμο τους μέχρι το σπίτι, για να παραδώσει εκεί το παιδί στη μητέρα του παιδιού.
Στο Ναό, στους παρευρισκόμενους χριστιανούς, όταν το παιδί που βαπτίστηκε ήταν αγοράκι, τους καρφίτσωναν στο πέτο ένα σταυρουδάκι και, όταν το παιδί ήταν κοριτσάκι, τους καρφίτσωναν μια στρογγυλή εικονίτσα της Παναγίας.
Ήταν έντονα ριζωμένο στους Παφραίους το γεγονός της πνευματικής συγγένειας. Για το λόγο αυτό απέφευγαν να βαπτίζουν τα ίδια πρόσωπα αγόρια και κορίτσια. Διότι δημιουργούνταν πνευματική συγγένεια μεταξύ τους, είχαν τον ίδιο νουνό και δεν επιτρέπονταν να παντρευτούν μεταξύ τους. Υπάρχουν περιπτώσεις που Νουνοί αναγκάστηκαν να διαλύσουν αρραβώνες μεταξύ αγοριών και κοριτσιών που είχαν τον ίδιο Νουνό (Πνευματικά αδέλφια) κάτω , από την πίεση και τη γενική κατακρουγή εναντίον τους, από την κοινωνία, γιατί παρέβησαν ιερούς και θείους θεσμούς της ζωής των Γίαφραίων και της Ορθόδοξης Εκκλησίας.
Επίσης για τους Πόντιους Παφραίους θεωρούνταν αδέρφια δυο παιδιά που θήλαζαν το γάλα της ίδιας μάνας. Για το λόγο αυτό αν ήταν διαφορετικού φύλου τα παιδιά αυτά θεωρούνταν αμαρτία να παντρευτούν μεταξύ τους, διότι ήσαν μεταξύ τους αδέρφια (σουτ-καρτεσί).
Πολλές τέτοιες περιπτώσεις υπήρχαν στην Πάφρα. Μερικές μητέρες δεν είχαν γάλα για θηλασμό του παιδιού τους ή ήταν άρρωστο το γάλα τους ή τους πήγαιναν εξορία ή τους σκότωναν οι Τούρκοι. Σ’ αυτές τις περιπτώσεις το παιδί το αναλάμβανε άλλη μητέρα και το θήλαζε από το δικό της γάλα, γιατί άλλος τρόπος για να συντηρηθεί το παιδί στη ζωή δεν υπήρχε.
Νικόλαος Κυνηγόπουλος
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου