Τις περισσότερες φορές λέγεται ότι η διαφορά της επιστημονικής ιστορίας σε σχέση με τις άλλες μορφές λόγου και διαχείρισης του παρελθόντος είναι η αντικειμενικότητα, η αντικειμενική-κριτική στάση απέναντι σε γεγονότα και φαινόμενα του παρελθόντος χρόνου.
Ωστόσο, μία απ' τις βασικότερες θέσεις που δέχονται οι ιστορικοί (ή θα πρέπει τουλάχιστον να αποδέχονται) είναι η υποκειμενικότητα που χαρακτηρίζει τα ιστορικά κείμενα (σύγχρονες με τα εξεταζόμενα πηγές αλλά και τα μεταγενέστερα κείμενα, τα βιβλιογραφικά βοηθήματα).
Αυτή ακριβώς την υποκειμενικότητα έχει στόχο να αναδείξει η παρούσα δημοσίευση και μάλιστα στα πολλαπλά της επίπεδα: στην υποκειμενικότητα των αρχείων-πηγών, στην υποκειμενικότητα για την επιλογή του προς εξέταση θέματος-φαινομένου και στην υποκειμενικότητα στη μελέτη των φαινομένων από τους εκάστοτε μελετητές-ιστορικούς.
Ας ξεκινήσουμε με την υποκειμενικότητα των πηγών. Οι πηγές πολλές φορές παρουσιάζονται μάλλον σαν καθρέφτης μέσα απ' τον οποίο βλέπουμε αμέσως το παρελθόν και όχι ως ένας λόγος για το παρελθόν. Δηλαδή, συμβαίνει το να δεχόμαστε άκριτα τα λόγια μιας και μόνο πηγής. Ωστόσο, η πηγή είναι ένα κείμενο και δεν είναι δογματικό.
Συντάχθηκε από ένα συγκεκριμένο άτομο (συνήθως γνωστό -επώνυμο), το οποίο γράφει για ένα συγκεκριμένο λόγο, έχει μια συγκεκριμένη σκοπιμότητα (όχι πάντα αγαθή), μια συγκεκριμένη θέση "παρατήρησης" των αφηγούμενων γεγονότων. Κατ' αρχάς, επομένως, το υλικό του ιστορικού δεν είναι αντικειμενικό και γι' αυτό απαιτείται η σύγκριση πολλών ακόμα και αντικρουόμενων πηγών.
Συντάχθηκε από ένα συγκεκριμένο άτομο (συνήθως γνωστό -επώνυμο), το οποίο γράφει για ένα συγκεκριμένο λόγο, έχει μια συγκεκριμένη σκοπιμότητα (όχι πάντα αγαθή), μια συγκεκριμένη θέση "παρατήρησης" των αφηγούμενων γεγονότων. Κατ' αρχάς, επομένως, το υλικό του ιστορικού δεν είναι αντικειμενικό και γι' αυτό απαιτείται η σύγκριση πολλών ακόμα και αντικρουόμενων πηγών.
Η υποκειμενικότητα στην επιλογή των προς εξέταση γεγονότων-ζητημάτων φαίνεται από μια πρώτη άποψη παράδοξη. Όμως, δεν είναι. Έστω, και ανεπαίσθητα όλους μας επηρεάζει ακόμα χωρίς τη θέλησή μας.
Για να εντοπίσουμε το φαινόμενο αυτό ας δούμε ένα φαινόμενο της ελληνικής ιστοριογραφίας. Η περίοδος της λεγόμενης "Τουρκοκρατίας" ήταν αρχικά υποτιμημένη περίοδος, αφού συμβόλιζε την υποδούλωση, το "ραγιαδισμό", ενώ και η περίοδος του Νεοελληνικού Διαφωτισμού την ταύτισε με την καταπίεση του ελληνικού έθνους, που αναγεννήθηκε με την Επανάσταση και την συγκρότηση του ελληνικού κράτους.
Για όλους αυτούς τους λόγους η περίοδος αυτή ήταν εξαιρετικά παραγκωνισμένη στο ενδιαφέρον των ιστορικών. Η γενιά του ΄30, όμως, με τα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά της (έκπτωση Μεγάλης Ιδέας, συρρίκνωση, εσωστρέφεια) ανέδειξε τη σημασία της περιόδου αυτής ως προς τη διαμόρφωση των κοινοτήτων, στοιχείων που παρέμειναν και μετά τη συγκρότηση του κράτους, εθίμων και παραδόσεων κτλ.
Δηλαδή, βλέπουμε πως ακόμα και το ενδιαφέρον για μελέτη-έρευνα δεν είναι εκτός των κοινωνικών μετασχηματισμών και ιδεολογιών. Επίσης, η εμφάνιση του κινήματος του Φεμινισμού έφερε στο επίκεντρο της ιστορικής έρευνας στοιχεία και φαινόμενα που μέχρι τότε ήταν άγνωστα, όπως η κοινωνική θέση της γυναίκας, εργασία και γυναίκα κτλ. Παρόμοια συμβαίνουν και με άλλα κοινωνικά φαινόμενα (π.χ. περιβαντολογικά προβλήματα, διεκδικήσεις κατώτερων τάξεων).
Για να εντοπίσουμε το φαινόμενο αυτό ας δούμε ένα φαινόμενο της ελληνικής ιστοριογραφίας. Η περίοδος της λεγόμενης "Τουρκοκρατίας" ήταν αρχικά υποτιμημένη περίοδος, αφού συμβόλιζε την υποδούλωση, το "ραγιαδισμό", ενώ και η περίοδος του Νεοελληνικού Διαφωτισμού την ταύτισε με την καταπίεση του ελληνικού έθνους, που αναγεννήθηκε με την Επανάσταση και την συγκρότηση του ελληνικού κράτους.
Για όλους αυτούς τους λόγους η περίοδος αυτή ήταν εξαιρετικά παραγκωνισμένη στο ενδιαφέρον των ιστορικών. Η γενιά του ΄30, όμως, με τα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά της (έκπτωση Μεγάλης Ιδέας, συρρίκνωση, εσωστρέφεια) ανέδειξε τη σημασία της περιόδου αυτής ως προς τη διαμόρφωση των κοινοτήτων, στοιχείων που παρέμειναν και μετά τη συγκρότηση του κράτους, εθίμων και παραδόσεων κτλ.
Δηλαδή, βλέπουμε πως ακόμα και το ενδιαφέρον για μελέτη-έρευνα δεν είναι εκτός των κοινωνικών μετασχηματισμών και ιδεολογιών. Επίσης, η εμφάνιση του κινήματος του Φεμινισμού έφερε στο επίκεντρο της ιστορικής έρευνας στοιχεία και φαινόμενα που μέχρι τότε ήταν άγνωστα, όπως η κοινωνική θέση της γυναίκας, εργασία και γυναίκα κτλ. Παρόμοια συμβαίνουν και με άλλα κοινωνικά φαινόμενα (π.χ. περιβαντολογικά προβλήματα, διεκδικήσεις κατώτερων τάξεων).
Το πιο σημαντικό επίπεδο, τέλος, υποκειμενικότητας στην ιστορία είναι αυτό της ιστορικής μελέτης και συγγραφής απ' τους μετέπειτα ιστορικούς. Κάθε ιστορικός διαμεσολαβεί ανάμεσα στην εικόνα για το παρελθόν (όπως εμφανίζεται στις πολλαπλές πηγές) και την παρουσιάζει μέσω του κειμένου του στο ιστορικό κοινό.
Βέβαια, παρουσιάσαμε την υποκειμενικότητα που διακατέχει τις πηγές, αν και μια σωστή ιστορική έρευνα ξεπερνά αυτό τον σκόπελο. Όμως, αυτή η διαμεσολάβηση πέραν απ' το λόγο για το παρελθόν επηρεάζεται και απ' το πνευματικό, πολιτιστικό υπόβαθρο, την ιδεολογία, τα ερωτήματα που θέτει και τις επιδιώξεις του.
Μ' αυτήν την έννοια μπορούμε να πούμε πως η ιστορία δεν υπάρχει από μόνη της αλλά "ποιείται". Ο όρος αυτός δεν σημαίνει χάλκευση της ιστορίας αλλά ανακατασκευή της εικόνας που έχουμε για το παρελθόν όχι δια της παράλογης φαντασίας, αλλά μέσω της σκέψης του ιστορικού, των διανοητικών εργαλείων, των ιστορικών μεθόδων και τεκμηρίων (τα οποία έχουν αποδεικτικό ρόλο). Γι' αυτό και με βάση την υποκειμενικότητα της ιστορίας βλέπουμε πως η έρευνα εμφανίζει διαφορετική εικόνα απ' αυτήν που ξέραμε ή απ' αυτής της συλλογικής μνήμης.
Βέβαια, παρουσιάσαμε την υποκειμενικότητα που διακατέχει τις πηγές, αν και μια σωστή ιστορική έρευνα ξεπερνά αυτό τον σκόπελο. Όμως, αυτή η διαμεσολάβηση πέραν απ' το λόγο για το παρελθόν επηρεάζεται και απ' το πνευματικό, πολιτιστικό υπόβαθρο, την ιδεολογία, τα ερωτήματα που θέτει και τις επιδιώξεις του.
Μ' αυτήν την έννοια μπορούμε να πούμε πως η ιστορία δεν υπάρχει από μόνη της αλλά "ποιείται". Ο όρος αυτός δεν σημαίνει χάλκευση της ιστορίας αλλά ανακατασκευή της εικόνας που έχουμε για το παρελθόν όχι δια της παράλογης φαντασίας, αλλά μέσω της σκέψης του ιστορικού, των διανοητικών εργαλείων, των ιστορικών μεθόδων και τεκμηρίων (τα οποία έχουν αποδεικτικό ρόλο). Γι' αυτό και με βάση την υποκειμενικότητα της ιστορίας βλέπουμε πως η έρευνα εμφανίζει διαφορετική εικόνα απ' αυτήν που ξέραμε ή απ' αυτής της συλλογικής μνήμης.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου