Τα δικαστήρια της Αμάσειας.

Τρίτη 28 Ιανουαρίου 2014

Η Αμάσεια ήταν μία αρχαία πόλη που διασχίζονταν από τον ποταμό «Ίρις», είχε πλούσια βλάστηση, παρήγε ωραία μήλα, δαμάσκηνα, μπάμιες, λαχανικά, σιτηρά, αμπέλια και είχε πολλούς αλευρόμυλους. Η πόλη είχε 50.000 κατοίκους. 20.000 Τούρκους και 20.000 Αρμένιους, τους οποίους Αρμένιους το 1916 εξολόθρευσαν οι Νεότουρκοι. Από τους υπόλοιπους κατοίκους οι 3.000 ήσαν Ορθόδοξοι Χριστιανοί και οι υπόλοιποι ήσαν άλλοι ξένοι.
ΑΜΑΣΕΙΑ

Στον «εθνικόν όρκον» (μισάκι-μιλί), που ψηφίστηκε στο Συνέδριο της Σεβάστειας του Κεμάλ τον Ιούλιο του 1919, η λέξη «Ανεξαρτησία» ήταν γραμμένη σε κάθε γραμμή του. Οι οπαδοί του Κεμάλ ήθελαν να διώξουν τις συμμαχικές δυνάμεις, που είχαν καταλάβει την Κωνσταντινούπολη και τα άλλα τούρκικα εδάφη και τον Ελληνικό στρατό από τη Μ. Ασία. Ήθελαν να ξεκαθαρίσουν την Τουρκία από τα ξένα στοιχεία, που κατέλυαν την ανεξαρτησία της. Την περίοδο αυτή έπαιρναν όλα την ονομασία ανεξαρτησία.
 Στην τάση της ανεξαρτησίας στηρίζονταν τα «Δικαστήρια της Ανεξαρτησίας» (Ιστικλάλ Μαχκεμεζί), που ιδρύθηκαν από την Εθνοσυνέλευση της Άγκυρας στα 1921 και εγκαταστάθηκαν στην Αμάσεια, για να δικάσουν τους εσωτερικούς «εχθρούς» του καθεστώτος και της ανεξαρτησίας.
 Το περιοδεύον Δικαστήριο της Ανεξαρτησίας, που εγκαταστάθηκε στην Αμάσεια είχε αντικαταστήσει το Στρατοδικείο της Αμάσειας που αποτελούνταν από πέντε ανώτερους αξιωματικούς για να δικάζουν το πλήθος των κρατουμένων. Πρόεδρος του Στρατοδικείου ήταν ο Ταχσήν μπέης, ο οποίος σε λίγες μέρες είχε πεθάνει και το στρατοδικείο διαλύθηκε.
Πρόεδρος του Δικαστηρίου του νέου διορίστηκε ο απαίσιας μνήμης  δικηγόρος της Πάφρας και μετά βουλευτής της Εθνοσυνέλευσης Καβατζέ Ζατέ Εμίν βέης, άνθρωπος ο οποίος ποδοπάτησε τη δικαιοσύνη όσο κανείς από τους κοινούς εγκληματίες.

 Στα υψηλά αξιώματα αναρριχήθηκε πολύ γρήγορα. Ήταν μέλος επιφανές της εγκληματικής σπείρας της Αμισού που σύχναζε στο καφενείο των δολοφόνων, «Ιστικλάλ» (Ανεξαρτησίας) και είχε οργανώσει τις αποστολές των Αμισιανών τον Ιούνιο του 1921.
 Η Άγκυρα, όταν έμαθε τη δράση του, τον κάλεσε και του ανάθεσε τη συγκρότηση και την προεδρία των δικαστηρίων Ανεξαρτησίας. Η διαδικασία που ακολουθούσε ο Εμίν βέης στο δικαστήριο ήταν γελοία. Εκφωνούσε τα ονόματα των προσαγομένων και σημείωνε δίπλα την καταδίκη που 99% ήταν θάνατος δι’ απαγχονισμού (Σάλπεν ιτάμ). 
Έκαμνε βίαιες επιθέσεις εναντίον των κατηγορουμένων, που σιωπούσαν, επειδή τους απαγόρευε να μιλήσουν. Ακολουθούσαν στη συνέχεια οι ειρωνείες και οι χυδαίες βρισιές μαζί με τις επευφημίες και τα «γιασασίν» του φανατικού ακροατηρίου, που αποτελούνταν από τουρκόπαιδες και τσετέδες. Στην «Ποντιακή Εστία» ο Φ. Συμεωνίδης γράφει για τον Εμίν βέη ότι ήταν άνθρωπος με μοχθηρία, θηριώδη συνείδηση που έστειλε στην αγχόνη πλήθος ανθρώπων με τους οποίους ανετράφη και μεγάλωσε, αν και γνώριζε την αθωότητά τους. Δεν δίστασε να κατηγορήσει τους παιδικούς του φίλους ως προδότες.
 Το σκεπτικό των αποφάσεων των δικαστηρίων αυτών ήταν στερεότυπο για όλους. Μόνο προσθέτανε τα ονόματα. Το «σκεπτικό ήταν»: 
«Επειδή οι αναφερόμενοι απεδείχθη ότι εσκόπουν και ενήργουν να ιδρύσωσι δημοκρατίαν του Πόντου, αποσπώντες μέγα μέρος του Οθωμανικού κράτους από Τραπεζούντος μέχρι Ζαγκουλντάκ και μέχρι Σεβαστείας προς το εσωτερικόν, καταδικάζονται... εις τον δι’ αγχόνης θάνατον και αι περιουσίαι των θα δημευθώσι... Πρόεδρος Καβατζέ Ζατέ Εμίν βέης». 
Την άλλη μέρα το πρωί στήνονταν οι αγχόνες. Άλλο ένδικο μέσο για την επανεξέταση της υπόθεσης των καταδικαζομένων δεν υπήρχε. Οι αποφάσεις του Εμίν ήσαν αμετάκλητες και τελεσίδικες. Το δικαστήριο συνήλθε στις 20-8-1921 και σε 15 μέρες έστειλε στην αγχόνη 115 Έλληνες. Εισήχθησαν σε δίκη 95 Αμισινοί και Παφραίοι.
 Στις 5 Σεπτεμβρίου 1921 σε ακραίο δωμάτιο της φυλακής έγινε θεία λειτουργία από τον Ιερέα παπα-Γιώργη και τον Ιεροδιδάσκαλο Βασίλειο Φελέκη. Ο Πρωτ/λος Πλάτων Αϊβαζίδης, γέροντας 70 χρόνων με λόγια πίστης και θάρρους εμψύχωσε όλους που με λυγμούς προσεύχονταν.
Οι άγριες φωνές που δονούσαν την αίθουσα του δικαστηρίου κατά την ώρα της δίκης συνήθως είχαν το εξής περιεχόμενο: «Εσύ ενίσχυσες τον αγώνα για τον Ελληνικό Πόντο! Αχάριστο σκυλί, μαύρο σκυλί, κάτσε γάιδαρε, γιε γαϊδάρας». Σε ό,τι αφορά τώρα την δίκη των 95 Αμισιανών και Παφραίων, περιγράφονται τα γεγονότα από τον Παντελή Βαλιούλη που ήταν ένας απ’ αυτούς και τελικά σώθηκε. Ο Π. Β. που ήταν καθηγητής των Θρησκευτικών στην Αμισό και πρόεδρος του συλλόγου «Ορφεύς», διηγείται τα γεγονότα αναλυτικά ως εξής: 

Την τρίτη μέρα της δίκης τους, 6-9-1921 ο φανατικός σαραντάχρονος πρόεδρος με φωνές άγριες επιτίθεται εναντίον των κατηγορουμένων, τους αποκαλεί εκμεταλλευτές των απλοϊκών Τούρκων, αχάριστους προδότες της πατρίδας. Στη συνέχεια οι κατηγορούμενοι δίνουν την έκθεση της απολογίας τους, που είχαν συντάξει την προηγούμενη μέρα. Ο Εμίν βέης τη δίνει στο γραμματέα να τη διαβάσει.
 Στην έκθεση αυτή 1) απορρίπτεται η κατηγορία περί ενοχής και διοργανώσεως κινήματος για την ανεξαρτησία του Πόντου.
 2) Γίνεται απολογισμός των ποσών που διαχειρίστηκε η Επιτροπή προσφύγων χάρη φιλανθρωπικών σκοπών.
 3) Αποδεικνύεται η αθωότητα των παρόντων υποδίκων, οι οποίοι αρπάχτηκαν τη νύχτα από τα σπίτια τους χωρίς να υπάρχουν στοιχεία, χωρίς να βρεθεί τίποτε το ενοχοποιητικό κατά τη λεπτομερή έρευνα των σπιτιών τους. 
4) Αποκρούεται η κατηγορία ότι οι παρόντες υπόδικοι είχαν σχέση με τους αντάρτες, δεδομένου ότι οι αντάρτες είναι φυγόστρατοι, ανυπότακτοι, οι οποίοι κατέφυγαν για λόγους ασφαλείας στα βουνά χωρίς άλλο σκοπό. 
5) Ανασκευάζεται η κατηγορία εναντίον του αργούντος Συλλόγου της Αμισού «Ορφεύς» και εναντίον της εμπορικής λέσχης της οποίας οι περισσότεροι θαμώνες ήσαν Τούρκοι. Και τέλος εξηγείται η στάση του Μητροπολίτη Αμισού Γερμανού Καραβαγγέλη και οι σχέσεις κοινότητος και Μητροπόλεως. Στη συνέχεια, ως απάντηση στην παραπάνω έκθεση, διαβάζονται δήθεν ενοχοποιητικά έγγραφα. Αυτά ήσαν: Μια έντυπη προκήρυξη, χωρίς χρονολογία και υπογραφή, δύο επιστολές με σφραγίδες, «Ιερός Μικρασιατικός Σύνδεσμος» με σταυρό στη μέση και χρονολογία 1918, μία επιστολή του Μητροπολίτη Χρυσάνθου προς το Μητροπολίτη Αμάσειας, ένας Κανονισμός γραμμένος με μολύβι, χωρίς χρονολογία και υπογραφή απο-τελούμενος από 14 άρθρα, γράμματα αντάρτη προς το Μητροπολίτη, Χάρτης Ποντιακής δημοκρατίας κ.λ.π..
Για την ιστορία του γεγονότος στο σημείο αυτό αναφέρουμε και ένα δυσάρεστο γεγονός. Έλληνας καταδότης παρουσιάστηκε στο δικαστήριο και κατήγγειλε ότι τάχα οι φυλακισμένοι προσπαθούσαν να δωροδοκήσουν τους δικαστές για να γλυτώσουν τη θανατική ποινή. Ο Πρωτοσύγγελος Πλάτων Αϊβατσίδης σηκώθηκε να απολογηθεί και είπε: Κύριε Πρόεδρε, κύριοι δικαστές, κατά το Ιερό μας Ευαγγέλιο η εξουσία εκπορεύεται από το Θεό. Επομένως και εσείς οι δικαστές έχετε το δικαίωμα να κρίνετε όχι από πατρική ή μητρική κληρονομιά, αλλά από το Θεό. Γι' αυτό πιστεύω ότι θα δικάσετε με δικαιοσύνη. Είμαι 70 χρόνων και σε λίγο πιστεύω ότι θα πεθάνω, γι’ αυτό δεν έχω ανάγκη από ψέματα. Ορκίζομαι λοιπόν στο Θεό ότι από τους παρόντες κανείς δεν έχει ιδέα του «Ποντιακού ζητήματος», κανείς δεν πήρε μέρος στη διοργάνωση ενός παρομοίου κινήματος... Αν όμως η δικαιοσύνη σας θα κατεδίκαζε μερικούς από μας, παρακαλώ να είμαι πρώτος εγώ... Προτού καλά καλά, τελειώσει ο Πρωτοσύγγελος, χαχανητά κάλυψαν τα λόγια του  Ιερωμένου από το ακροατήριο.
Γενικά η δίκη ήταν παρωδία δίκης, για να επισημοποιηθεί ένα έγκλημα. Ακολουθήθηκε η ίδια τακτική, η ίδια εγκληματική μέθοδος των γερμανικών Χιτλερικών δικαστηρίων. Οι 69 από τους 95 καταδικάστηκαν σε θάνατο. Ο Πρωτοσύγγελος όταν χωρίζονταν οι μελλοθάνατοι από τους άλλους, αποχαιρέτησε τους άλλους και κάλεσε τον Π. Βαλιούλη και τον Κ. Σερέφαν και κλαίοντας παρέδωσε το ωρολόγι του και τα λίγα χρήματά του και τους επετίμησε με τη φράση του Αποστόλου Παύλου. «Τι ποιήτε κλαίοντες και συνθρίπτοντές μου τήν καρδίαν, Άποθνήσκομεν δολοφονούμενοι χάριν τής πίστεως και του Έθνους κατά τόν Χριστιανικόν τούτον διωγμόν του εικοστού αίώνος».

Τα ξημερώματα της 8ης Σεπτεμβρίου 1921 οδηγήθηκαν στις αγχόνες οι 69 και κρεμάστηκαν σε δυο στίχους έχοντες στο μέσον τον Πλάτωνα Αϊβαζίδη επάνω στον οποίο καρφίτσωσαν ένα χαρτί, με την αιτία της καταδίκης όλων.
Οι παραπάνω καταδικασθέντες ήσαν από την Αμισό, την Πάφρα και το Αλάτσαμ. Τα πτώματά τους ρίχτηκαν σ’ ένα λάκκο .
Το δικαστήριο συνέχισε το απαίσιο έργο του με προκρίτους από άλλα μέρη του Πόντου. Συνεχώς κατάφθαναν νέοι κρατούμενοι από παραλιακές πόλεις του Πόντου, Κοτυώρων, Κερασούντας, Φάτσας, Οινόης, Τραπεζούντας, και από το εσωτερικό Ακδάγ Μαδέν, Τοκάτη, Τσορούμ, Κάβζα, Μερζιφούντα και όλοι στοιβάζονταν στη φυλακή. Πολλοί καταδικάζονταν ερήμην. Μεταξύ αυτών ήταν και ο Μητροπολίτης Αμάσειας Γερμανός Καραβαγγέλης. 

Το πρωί της 21ης Σεπτεμβρίου 1921 το άνθος της αριστοκρατίας, λόγω μορφώσεως, πλούτου, εμπορικού και επιχειρηματικού πνεύματος, οι στύλοι Αμισού, Πάφρας και Αλάτσαμ παρέδιδαν την ψυχή τους . Καταδικάζονταν πολλοί με την απλή κατηγορία ότι είχαν «Ελληνικά φρονήματα». (Γιουνάν φικριντέ) και σκέπτονταν να δημιουργήσουν τη Δημοκρατία του Πόντου. 
Μεταξύ των άλλων 15 ερήμην καταδικασθέντων σε θάνατο συγκαταλέγονταν και ο Μητροπολίτης Τραπεζούντος Χρύσανθος. Εφτά άτομα καταδικάστηκαν σε δεκαπενταετή δεσμά και άλλοι σε πρόσκαιρα δεσμά. Ερήμην καταδικάστηκαν επίσης σε θάνατο ο Μητροπολίτης Νεοκαισαρείας Πολύκαρπος, ο Χαλδίας και Κερασούντας Λαυρέντιος, ο Λεωνίδας Ιασονίδης κ.ά..

Γενικά υπολογίζεται ότι οδηγήθηκαν σε θάνατο από τον Εμίν βέη 400 με 450 Έλληνες.
Στη φυλακή της Αμάσειας πέθαναν:
1.    Ζήνων Ευθύμιος Αγριτέλης βοηθός Επίσκοπος της Μητροπόλεως Αμάσειας Αμισού και Πάφρας.
2.    Ανδρέας Κολλάρος, πράκτορας της ρωσικής ατμοπλοϊκής εταιρείας.
3.    Βασίλειος Ζουλουμιάδης.
4.    Αλέξανδρος Τσιλιγγέρης.
5.    Δημήτριος Βασιλειάδης, ιατρός από την Αμάσεια.

Απαγχονίστηκαν στην Αμάσεια:
Το προσωπικό της Μητροπόλεως Αμισού.
1.    Πλάτων Αϊβαζίδης, Πρωτοσύγγελος.
2.    Παναγιώτης Χατζηαναστάσης, Ταμίας.
3.    Χαράλαμπος Φιλοθεΐτης, γραμματέας, συμβολαιογράφος.
4.    Αντώνιος Τζίνογλου, διευθυντής του προσφυγικού τμήματος.
5.    Αντώνιος Ανανιάδης, Επίτροπος Εκκλησίας.
6.    Πάντζος Δημητριάδης, Επίτροπος Εκκλησίας.

Οι καπνέμποροι της Πάφρας.
1.    Γεώργιος Χατζηγιάννη Γελκεντζόγλου.
2.    Πλάτων Χατζηγιάννη Γελκεντζόγλου.
3.    Αντώνιος Χατζηαντώνογλου.
4.    Ιωάννης Α. Μαυρίδης.
5.    Μιχαλάκης Α. Αντώνογλου.
6.    Λάζαρος I. Αρζόγλου.
7.    Θεμιστοκλής Ιορδανίδης, γραμματέας Μητροπόλεως.
8.    Μιλτιάδης Χατζή Σάββας, Κοσμήτορας λέσχης Αμινσού.

Από το Αλάτσαμ απαγχονίστηκε:
Περικλής Λ. Κουγιουμτσόγλου, καπνέμπορος.


Νικολαος Κυνηγοπουλος 
Share

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

 
Copyright © 2015 Santeos
| Design By Herdiansyah Hamzah