Η Εφημερίδα "ΝΕΟΣ ΣΚΟΠΟΣ"

Κυριακή 27 Οκτωβρίου 2013

Η εφημερίδα μικρών διαστάσε­ων και πρωτότυπων θεμάτων «Νέος Σκοπός», που εκδίδουν οι σύλλο­γοι Σκοπηνών Θεσσαλονίκης «Ορφέας και ο συνώνυμος του Νέου Σκοπού νομού Σερρών είναι τρι­μηνιαία. Αποστέλλεται δωρεάν στα μέλη και σε φίλους των δύο συλλό­γων. Με προσεγμένη πάντα σελιδο­ποίηση και τη δημοσίευση πολλών έγχρωμων φωτογραφιών προσελκύ­ει σίγουρα το ενδιαφέρον των αν­θρώπων που την πιάνουν στα χέρια τους.
Αρκετές φορές δημοσιεύονται στην εφημερίδα συνεντεύξεις που παίρνουν συνεργάτες της από δια­κεκριμένους Σκοπηνούς και άλλους γνωρίζοντας έτσι στους αναγνώστες και τους ξενιτεμένους συμπατριώ­τες, οι οποίοι μπορούν και εκφρά­ζουν την αγάπη τους για την ιδιαί­τερη πατρίδα τους.
Στην προμετωπίδα του τίτλου παρουσιάζεται σε κάθε φύλλο, ως μότο, αυτό που είπε ο Στέφανος Βυ­ζάντιος, τον 6ο αιώνα μ.Χ. για τους κατοίκους του Σκοπού της Ανατο­λικής Θράκης: «Σκοποί πόλις Θρά­κης. .. Το εθνικόν Σκοπηνοί».
Σε απόσταση 12 χλμ από τις Σα­ράντα Εκκλησίες, στους πρόποδες της Στράντζας, πάνω σε δυο λό­φους, προβάλλει πανώριος, σαν βυ­ζαντινή ζωγραφιά, ευάερος, ευήλι­ος και μοσχομύριστος, ζωσμένος τους ξακουστούς απέραντους αμπε­λώνες του, φάρος ορθοδοξίας, ελ­ληνισμού, ο πολύπαθος και αδάμα­στος Σκοπός. Κτισμένος πιθανότα­τα στη θέση αρχαίας πόλης.
Ο Βασίλης Ιωακειμίδης γράφει για το ξερίζωμα των Σκοπηνών από τη γη τους:
Πολιτικά και στρατιωτικά σφάλ­ματα, στα 1914, φέρανε το έθνος μας σε πολύ κακή μοίρα, από δι­άφορες συνθήκες που δημιουργηθήκανε, υποχρέωσαν οι μεγάλοι τον ελληνικό πληθυσμό της Ανα­τολικής Θράκης να εγκαταλείψει τα ιερά του χώματα σε προθεσμία ολί­γων μόνον ημερών. 
Μικρό βρέφος στα φασκιά τυλιγμένο, μόλις είχα γεννηθεί, μου διηγήθηκαν τα μεγα­λύτερα αδέλφια μου την τραγωδία της προσφυγιάς, όταν εγκαταλείπαμε η οικογένειά μας μαζί με όλους τους συγχωριανούς μας το αγαπη­μένο και άξιο χωριό μας, τον Σκο­πό της Ανατολικής Θράκης, αφή­νοντας όλα τα υπάρχοντά μας στο έλεος του Θεού και στους βαρβά­ρους Τούρκους κατακτητές.
Μεγάλα καραβάνια προσφυγιάς ακολουθούσαν το δρόμο προς το άγνωστο, ο πατέρας μου παπάς, που με την παπαδιά του μας αράδιασε μια μάντρα παιδιά, τον Αναστάση, τον Κυριαζή, τον Γιάννη, την Ελένη, τον Δημητρό, την Κερατσώ, τη Μάρθα, τον Γιώργο, που πέθανε μόλις γεννήθηκε, και εμέ­να τον Βενιαμίν Βασιλάκη, οι δυο πρώτοι μεγάλοι, ο μεν Αναστάσης έφυγε πριν της προσφυγιάς για την Αμερική, ο δεύτερος, ο Κυριαζής, τοποθετήθηκε με ενέργειες του πα­τέρα μας, σαν παπάς που ήτο, στο Πατριαρχείο Κωνσταντινουπόλε­ως, όπου εκεί και πέθανε σε λίγα χρόνια.
Ακολουθώντας η υπόλοιπη οι­κογένεια το μεγάλο καραβάνι της προσφυγιάς καταλήξαμε στη Μα­κεδονία, στην πόλη της Δρά­μας. Ο Μητροπολίτης της Δρά­μας τοποθετεί τον πατέρα μου ιε­ρέα σ’ ένα κοντινό χωριό της Δρά­μας, στην Βισοστάνη, ονομαζόμε­νο τώρα Ξηροπόταμος. Ο πατέρας μου, πριν γίνει παπάς, ήτο μια ανή­συχη ψυχή, που γαλουχήθηκε μέσα του το φλογερό πάθος του πατριω­τισμού και της αυταπάρνησης.
Ο Βασίλης Ιωακειμίδης, του οποίου ο πατέρας καταγόταν από τον Σκοπό της Ανατολικής Θρά­κης έγραψε, μεταξύ άλλων, για την εγκατάσταση των Σκοπηνών στη Μακεδονία: Μας παραχωρήθηκε γεωργικός κλήρος, αφοσιωθήκαμε με τα μούτρα στη γεωργία, κα­πνοφυτεία και σιτηρά, ο τρόπος πα­ραγωγής, για να τα καλλιεργήσεις, χρειάζεται να ’χεις ζώα για όργω­μα και μεταφορές και χέρια πολλά, για να βγει παραγωγή αποφασίσα­με και πήραμε, απ’ το ορφανοτρο­φείο της βιοτεχνικής σχολής Δρά­μας που φοιτούσε, τη μεγάλη μας αδελφή Ελένη για να μας μαγειρεύ­ει, πλένει, μπαλώνει και πότε-πότε να μας βοηθεί, όταν αδειάζει απ’ τις δουλειές της, λίγο στα καπνά. Μα πιο πολύ απ’ όλα να περιποιείται τον άρρωστο αδελφό μας με τη φο­βερή αρρώστια που είχε.
Με εφόδιο ένα γαϊδούρι, που μας χορήγησε ο εποικισμός προσφύγων, επιδοθήκαμε στη σκληρή αγροτική ζωή, ανειδίκευτοι όλοι μας, εργατικοί και φιλότιμοι όμως στις προσπάθειες μας. 
Οι κόποι μας δεν πήγαν χαμένοι και καρποφόρισαν, διότι η χρονιά ήταν πολύ ευεργετική και μας δυνάμωσε με νέες ελπίδες. Στη δεύτερη χρονιά, στα 1925-1926, στη γιορτή του αϊ-Γιώργη, ήλθαν επισκέπτες στο χωριό μας απ’ τη Δράμα, μια παρέα για να ευχηθούν έναν φίλο τους, συμπατριώτη Πόντιο, τον Γεώργιο Φωτιάδη απ’ την Τραπεζούντα του Πόντου, εγκατεστημένο στο χωριό μας.
Όλοι οι κάτοικοι του χωριού, μα προπαντός εμείς τα πιτσιρίκια, χαζεύαμε την καινούργια μεγάλη κούρσα, μάρκας Μπουίκ με μπλε σκούρο χρώμα, απορούσαμε πώς έφτασε μέχρι το ορεινό αυτό χωριό με τέτοιον ακατάστατο δρόμο, αχάρακτον και με στενά καλτερίμια όλο το χωριό. Οι επισκέψεις των ξένων με τέτοια πολυτελή κούρσα, την άψογη εμφάνισή τους, βεβαίωναν πως όλοι τους είναι πλούσιοι και ευκατάστατοι.
Στον εορτάζοντα πήγανε επίσκεψη ο μεγάλος μας αδελφός Αναστάσης με την αδελφή μας Ελένη, ήτο φίλοι με τον εορτάζοντα, έγιναν οι σχετικές συστάσεις.
Υψηλή και πολύ όμορφη η αδελφή μας, σεμνή, ευγενική και με έναν ανεκτίμητον χαρακτήρα, εντυπώσιασε έναν απ’ τους ξένους κυρίους, ο οποίος μετά από ολίγες μέρες πληροφορηθείς απ’ τον εορτάζοντα, κ. Φωτιάδη, την οικογενειακή μας κατάσταση και ανατροφή, ήλθε επίσημα με την ίδια κούρσα και ζήτησε την αδελφή μας Ελένη για γυναίκα του. 
Ονομαζόταν Λύσσανδρος Ευτυχίδης, ψηλός και αυτός με μαύρα σγουρά μαλλιά, κρατώντας πάντα μπαστούνι στο χέρι, άψογα ντυμένος, ήταν ένας αληθινός τραπεζούντιος αριστοκράτης επαγγελματιζόμενος τον δικολάβο στη Δράμα, επάγγελμα προσοδοφόρο για την εποχή εκείνη.
Ήταν μια απροσδόκητη τύχη, ύστερα από τα τόσα χτυπήματα που είχαμε, να καταλήξει στην ευλογία της εκκλησίας.



Καίτη Μελή  Παπαπαναγιώτου
Οικονομολόγος-Δημοσιογράφος

Share

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

 
Copyright © 2015 Santeos
| Design By Herdiansyah Hamzah