Κοντά στα τέλη του Ιθ' αιώνα ιδρύθηκε στη Σαντά «Φιλόπτωχη Αδελφότητα». Το καταστατικό του σωματείου αυτού έλεγε
πως δεν
περιορίζεται μονάχα στην προστασία των φτωχών οικογενειών της Σαντάς, παρά θέτει σαν κύριο σκοπό
του την εξυπηρέτηση
της συγκοινωνίας της Σαντάς με την Βαϊβούρτη και την Τραπεζούντα.
Για να εξυπηρετηθεί ή συγκοινωνία
αυτή ήταν ανάγκη
να φτιαχτεί
αμαξιτός δρόμος, όπως το λέγε και το καταστατικό, αανάμεσα από τις απόκρημνες πλαγιές των βουνών που περικύκλωναν τη Σάντα.
Και ο μεν αμαξιτός δρόμος της Βαϊβούρτης θα μπορούσε να γίνει μια μέρα γιατί αναμεταξύ Σάντας και Βαϊβούρτης βρίσκονταν ομαλά οροπέδια, μα ο δρόμος της Τραπεζούντας που μας ενδιέφερε και περισσότερο θα ήταν αδύνατο
να φτιαχτεί με τους πόρους ενός τόσο πτωχού σωματείου, γιατί το μεταξύ Σαντάς και Τραπεζούντας
έδαφος ήταν πολύ ορεινό.
Το κρενίν τη Ευκλείδη |
Ολόκληρη η Σαντα παραγνώρισε την ανυπέρβλητη δυσκολία αυτή και αποδέχθηκε
την ίδρυση της
Αδελφότητος με ενθουσιασμό, με μέθη, με παραλήρημα!
Όλοι οι οικογενειάρχες της
Σαντάς, φτωχοί και πλούσιοι, γράφηκαν στο σωματείο, και μέσα σε 2 χρόνια συγκεντρώθηκαν 300 χρυσές λίρες, από τις οποίες ελάχιστα ποσά δόθηκαν στους
φτωχούς ως βραχυπρόθεσμα δάνεια, και τα άλλα κατετέθησαν στην Εθνική Τράπεζα της
Ελλάδος.
Διψούσε ο κόσμος της
Σαντάς να δεί
έργα πολιτισμού και προόδου, να βαδίσει εμπρός.
Για κακή μας τύχη αυτοί που πρωτοστάτησαν στην ίδρυση
του σωματείου επέμειναν στον ανεπίτευκτο σκοπό της κατασκευής αμαξιτού δρόμου Σαντάς—Τραπεζούντας
και δεν
σκέφθηκαν να διαθέσουν το σπουδαίο αυτό για την Σαντά κεφάλαιο των 300 λιρών σε άλλους
κοινωφελείς σκοπούς, λ.χ. στο να επιδοτήσουν τους φτωχούς Σανταίους γυμνασιόπαιδες και φοιτητές, να κρατήσουν στη ζωή με μακροπρόθεσμα
δάνεια δεκάδες φτωχών οικογενειών της Σάντας
κλπ, έτσι δε
το χρήμα μούχλιασε στο ταμείο της Εθνικής
Τράπεζας, ο ζήλος των Σανταίων χαλάρωσε,
μαράθηκε, και ύστερα από μια δεκαπενταετία μας
ήρθε η αποσύνθεση
της Αδελφότητας, η καταστροφή.
Κατά το 1911 εναπόμεινε στη Σάντα μόνος υπέρμαχος της
Αδελφότητας ο
Τριαντάφυλλος Μαυρόπουλος, ο οποίος με παρεκάλεσε κατά την 6ην Αύγουστου της ίδιας
χρονιάς να περιφέρω κατά την πανήγυρη της
Μεταμόρφωσης στο Τερζάντων τον δίσκο της Αδελφότητας. Μόλις άρχισα να
εκλιπαρώ την συνδρομή του εκκλησιάσματος για την αδελφότητα άκουσα τις αποδοκιμασίες
των δασκάλων μας, των επιστημόνων μας των
φοιτητών μας και όλων των άλλων διανοουμένων της Σάντας, πού μου λέγανε λέξη με λέξη: Τι είναι αυτό Νυμφόπουλε; Ακόμη δεν πέθανε αυτή σου η ’Αδελφότητα;
Πότε αναστήθηκε αυτός ο πεθαμένος φτωχός;
Μπα; Μας ζητά η Αδελφότητα τον οβολό μας! Και που πάνε αυτά τα
λεφτά;
Στις επικρίσεις αυτές απαντούσα
με κατεβασμένα μάτια: Μην τα λέτε αυτά
κύριοι. Δώστε μια φορά τον οβολό σας, και ύστερα σκεφθείτε και αποφασίστε που
πρέπει να ξοδευτούν αυτά τα λεφτά.
Έτσι πέθανε το καλύτερο σωματείο που είχε να επιδείξει σε όλη την μακραίωνη ζωή της η
Σάντα, και το μεγάλο εκείνο κεφάλαιο των 300 λιρών υποβιβάστηκε σε 200 λίρες που επρόκειτο να δαπανηθούν για προμήθεια τροφίμων υπέρ των
φτωχών οικογενειών της Σάντας κατά τα τέλη του α' Πανευρωπαϊκού πολέμου, μα ήρθε και πέρασε ο πόλεμος
κι ο φτωχός λαός της Σάντας δεν είδε ούτε δεκάρα απ’ το ποσόν αυτό..
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου