Μέχρι του 1880 οι πατέρες μας στη Σαντά τραγουδούσαν μονάχα τ' Ακριτικά τραγούδια και τα εθνικά μοιρολόγια, και πολλές φορές έτυχε να δούμε γέρους της εποχής μας να μορφάζουν στο άκουσμα των νέων ερωτικών δίστιχων τραγουδιών, τα οποία όπως μας έλεγαν μόλυναν την δημώδη ποίηση του Πόντου.
Και είχαν εν μέρει δίκαιο. Στα δίστιχα αυτά άλλα εννοεί o πρώτος στίχος και άλλα o δεύτερος. Δεν υπάρχει σ' αυτά καμία αλληλουχία γεγονότων, έστω και ερωτικών. Τον κατήφορο αυτό τον πήραν τα ερωτικά μας δίστιχα και τον κράτησαν αδιάβλητο μέχρι του 1900.
Και μετά το 1900 τα ασυνάρτητα αυτά ερωτικά δίστιχα δεν εγκατέλειψαν τον αγώνα της επιβίωσης, μα από τότε φάνηκαν μερικοί νέοι διάσημοι τραγουδιστές της Σαντάς που καινοτόμησαν στη σύνθεση τραγουδιών με πολλούς στίχους, που αφορούσαν όλοι τους μία και την ίδια υπόθεση.
Τέτοιοι τραγουδιστές φάνηκαν στη Σάντα ο Γεώργιος Πατσάκος άπ’ το Ισχανάντων, και ο Γιορίκας τη Γοργόρ τη Κότα απ’ το Πιστοφάντων.
Τα τραγούδια του Πατσάκου συγκεντρώθηκαν σε δύο συλλογές, και την μεν πρώτη συλλογή δημοσίευσε σε φυλλάδιο στην Τραπεζούντα ο Ευστάθιος Μουρατχανίδης το 1900 χωρίς να αναγράψει το όνομα του ποιητή, την δε δεύτερη συλλογή δημοσίευσε ο ίδιος ο ποιητής σε ιδιαίτερο τεύχος στην Τραπεζούντα κατά το 1902.
Ο Πιστοφέτες ο Γιορίκας δεν φρόντισε να εκδώσει τα τραγούδια του που ήσαν επίσης ανεκτίμητα, και μετά δυσκολίας περισώσαμε απόσπασμα από ένα του τραγούδι, όπου θρηνεί τον αποτυχημένο του έρωτα με την Ειρήνη πού την λάτρευε κυριολεκτικά.
Τα τραγούδια του Πατσάκου που κατορθώσαμε να περισώσουμε έχουν τους τίτλους: Ό Θόδωρον, ό Κωνσταντίνον, η Μαρία,, ο μεθύστακας, τη Σαντάς η αντάρα, το κακοπεγάνευτον το κορίτσ, τα δύο νυφόπα, τ' άρρωστον το κορίτσ, ο θάνατον σην ξενητείαν, ο άρρωστον σήν ξενιτείαν, οι ξενιτιάντ οι Σαντέτ.
Τα τρία τελευταία τραγούδια, τα πλέον περιπαθή του Γ. Πατσάκου περιστρέφονται γύρω από το αιώνιον και άλυτο ζήτημα των βασάνων της ξενιτιάς των Σανταίων στον Καύκασο. Σ' αυτά διαφαίνεται ο αφάνταστος ψυχικός καημός του ποιητή για τα δεινά που υφίσταντο οι ξενιτεμένοι συμπατριώτες του Σανταίοι στον Καύκασο. Στο τελευταίο μάλιστα διεκτραγωδούσε ο ποιητής τις κακές συνέπειες τής ακαταλόγιστης σπατάλης μερικών Σανταίων, πού άφηναν και την τελευταίαν τους δεκάρα στις ταβέρνες του Καύκασου και του Πόντου χωρίς να σκεφθούν την ολέθρια επίδραση που επρόκειτο να έχει ή σπατάλη αυτή στην τύχη των οικογενειών τους.
Και είχαν εν μέρει δίκαιο. Στα δίστιχα αυτά άλλα εννοεί o πρώτος στίχος και άλλα o δεύτερος. Δεν υπάρχει σ' αυτά καμία αλληλουχία γεγονότων, έστω και ερωτικών. Τον κατήφορο αυτό τον πήραν τα ερωτικά μας δίστιχα και τον κράτησαν αδιάβλητο μέχρι του 1900.
Και μετά το 1900 τα ασυνάρτητα αυτά ερωτικά δίστιχα δεν εγκατέλειψαν τον αγώνα της επιβίωσης, μα από τότε φάνηκαν μερικοί νέοι διάσημοι τραγουδιστές της Σαντάς που καινοτόμησαν στη σύνθεση τραγουδιών με πολλούς στίχους, που αφορούσαν όλοι τους μία και την ίδια υπόθεση.
Τέτοιοι τραγουδιστές φάνηκαν στη Σάντα ο Γεώργιος Πατσάκος άπ’ το Ισχανάντων, και ο Γιορίκας τη Γοργόρ τη Κότα απ’ το Πιστοφάντων.
Τα τραγούδια του Πατσάκου συγκεντρώθηκαν σε δύο συλλογές, και την μεν πρώτη συλλογή δημοσίευσε σε φυλλάδιο στην Τραπεζούντα ο Ευστάθιος Μουρατχανίδης το 1900 χωρίς να αναγράψει το όνομα του ποιητή, την δε δεύτερη συλλογή δημοσίευσε ο ίδιος ο ποιητής σε ιδιαίτερο τεύχος στην Τραπεζούντα κατά το 1902.
Ο Πιστοφέτες ο Γιορίκας δεν φρόντισε να εκδώσει τα τραγούδια του που ήσαν επίσης ανεκτίμητα, και μετά δυσκολίας περισώσαμε απόσπασμα από ένα του τραγούδι, όπου θρηνεί τον αποτυχημένο του έρωτα με την Ειρήνη πού την λάτρευε κυριολεκτικά.
Τα τραγούδια του Πατσάκου που κατορθώσαμε να περισώσουμε έχουν τους τίτλους: Ό Θόδωρον, ό Κωνσταντίνον, η Μαρία,, ο μεθύστακας, τη Σαντάς η αντάρα, το κακοπεγάνευτον το κορίτσ, τα δύο νυφόπα, τ' άρρωστον το κορίτσ, ο θάνατον σην ξενητείαν, ο άρρωστον σήν ξενιτείαν, οι ξενιτιάντ οι Σαντέτ.
Τα τρία τελευταία τραγούδια, τα πλέον περιπαθή του Γ. Πατσάκου περιστρέφονται γύρω από το αιώνιον και άλυτο ζήτημα των βασάνων της ξενιτιάς των Σανταίων στον Καύκασο. Σ' αυτά διαφαίνεται ο αφάνταστος ψυχικός καημός του ποιητή για τα δεινά που υφίσταντο οι ξενιτεμένοι συμπατριώτες του Σανταίοι στον Καύκασο. Στο τελευταίο μάλιστα διεκτραγωδούσε ο ποιητής τις κακές συνέπειες τής ακαταλόγιστης σπατάλης μερικών Σανταίων, πού άφηναν και την τελευταίαν τους δεκάρα στις ταβέρνες του Καύκασου και του Πόντου χωρίς να σκεφθούν την ολέθρια επίδραση που επρόκειτο να έχει ή σπατάλη αυτή στην τύχη των οικογενειών τους.
Ο Γ. Πατσάκος εξέδωσε προ του β' Παγκοσμίου πολέμου στη Δράμα σατυρικό περιοδικό υπό τον τίτλο "Ο Σταλίτας". Το περιοδικό αυτό επέζησε για λίγο καιρό.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου