Α' Παγκόσμιος πόλεμος & ο Ανατολικός Πόντος

Κυριακή 23 Ιουνίου 2013

Στην Τραπεζούντα, μόλις ξέσπασε ο Α'Παγκόσμιος πόλεμος τον Αύγουστο του 1914, ο μητροπολίτης Χρύσανθος Φιλιππίδης παρουσιάστηκε στο Γενικό Διοικητή (βαλή) της πόλης, τον Τζεμάλ Αζμή μπέη, και με προσωπική του ευθύνη εγγυήθηκε για τη νομιμοφροσύνη των Ελλήνων όλης της περιοχής.
Ταυτόχρονα, με το ίδιο πνεύμα, έδωσε οδηγίες στους συμπατριώτες του και οργάνωσε δίχτυο πληροφοριών και συνεννόησης, με όλα τα αστικά κέντρα, όχι μόνο της Τραπεζούντας, αλλά και των επαρχιών της Ροδόπολης και της Αργυρούπολης. Έτσι, εξασφάλισε τη σχετική ησυχία των Ελλήνων της περιοχής.
Ο Τζεμάλ Αζμή μπέης, στα χρόνια του πολέμου, είχε απόλυτη εξουσία. Ο μητροπολίτης Χρύσανθος, χρησιμοποιώντας ακριβώς αυτή την παντοδυναμία του βαλή, πέτυχε τη ματαίωση της σχεδιασμένης εξορίας, μέσα στο χειμώνα, των Ελλήνων της περιοχής, ακόμα και των ρωσοϋπήκοων Ελλήνων της Τραπεζούντας και των περιχώρων.



Ο Μητρ. Ταπεζούντας Χρύσανθος προσφωνεί τον Ρώσο αρχιστράτηγο Νικόλαο Νικολάγιεβιτς
Οι ρωσοϋπήκοοι αυτοί Έλληνες ήταν περίπου 300 και επρόκειτο να σταλούν στο Χαρπούτ του Κουρδιστάν. Ανάμεσά τους, οι πιο πολλοί, ήταν αξιόλογοι άνθρωποι και προσωπικότητες της οικονομικής και κοινωνικής ζωής του τόπου.
Επίσης, όταν καταρτίστηκαν τα περιβόητα τάγματα εργασίας (αμελέ ταπουρού), ο βαλής αυτός που διεύθυνε την επιμελητεία του τουρκικού στρατού, χρησιμοποιήθηκε πάλι από τον Χρύσανθο, ώστε πάρα πολλοί Έλληνες στρατεύσιμοι να απασχοληθούν σε ελαφρές δουλειές, και μάλιστα στα διάφορα εργαστήρια της επιμελητείας του στρατού, και να εξαιρεθούν από τη στρατιωτική υπηρεσία οι επίτροποι των εκκλησιών, οι νεωκόροι, οι νεκροθάφτες, οι ψάλτες, οι καθηγητές και οι δάσκαλοι. Όλοι αυτοί οι τελευταίοι περιλήφθηκαν στην κατηγορία των διακόνων της εκκλησίας που, σύμφωνα με το στρατιωτικό νόμο, εξαιρούνταν από τη στράτευση.
Τέλος, έντονες προσπάθειες κατέβαλε ο Χρύσανθος, το 1915, για να σώσει και τους Αρμένιους συμπολίτες του από τη γενική σφαγή, η οποία είχε αποφασιστεί από το Νεοτουρκικό κομιτάτο, αλλά δεν κατάφερε σοβαρά πράγματα. Έσωσε όμως πολλές Αρμένισσες και Αρμενοπούλες.
Τον Απρίλιο του 1916, κατά την αποχώρηση του τουρκικού στρατού και των τουρκικών αρχών από την Τραπεζούντα, διατάχθηκαν και τα εργατικά τάγματα των Χριστιανών να ακολουθήσουν το οθωμανικό ασκέρι.
Την τελευταία ώρα όμως, πάλι ο μητροπολίτης Χρύσανθος, με παράκλησή του στο βαλή, κατάφερε ώστε να αφεθούν ελεύθεροι οι Έλληνες στρατεύσιμοι και να γλιτώσουν έτσι από τις κακουχίες και τους κινδύνους της υποχώρησης στα δυτικά του Πόντου.
Με δική του παρέμβαση, εξάλλου, προστατεύτηκε η αντάρτισσα περιοχή των χωριών της Σάντας από τις επιδρομές των άτακτων τσέτηδων και των χωροφυλάκων. Επίσης, το Φεβρουάριο του 1916, ματαίωσε την εξορία των αρρένων κατοίκων της Ριζούντας. Ακόμα, το Μάρτη του ίδιου χρόνου, ματαίωσε παρόμοια πρόθεση των τουρκικών αρχών για τις περιοχές Άρδασας, Αργυρούπολης και Κρώμνης, και οι χωρικοί παρέμειναν ανενόχλητοι στα σπίτια τους.
Στις παραμονές, κατάληψης της Τραπεζούντας από τους Ρώσους, δηλαδή στις 3/16 Απριλίου του 1916, ο βαλής Τζεμάλ Αζμή μπέης, αποχωρώντας από την πόλη, άφησε τη διοίκησή της σε μια προσωρινή «κυβέρνηση», με επικεφαλής το μητροπολίτη Χρύσανθο και μέλη: το διευθυντή της αστυνομίας, το διοικητή της χωροφυλακής και τους Έλληνες Γεώργιο Φωστηρόπουλο, Π. Γραμματικόπουλο και Γ. Κογκαλίδη. «Από τους Έλληνες πήραμε τη χώρα τούτη», είπε χαρακτηριστικά ο βαλής, «και στους Έλληνες την επιστρέφουμε. Παραδίνουμε σε σας τις εκκλησίες, τις οποίες μετατρέψαμε σε τζαμιά. Κάντε τα πάλι εκκλησίες, αν το θεωρείτε λογικό».
Στις 5/18 Απριλίου το απόγευμα, ο ρωσικός στρατός εισέβαλε στην Τραπεζούντα και στις 6 Απριλίου μπήκαν μέσα και οι Ρώσοι στρατηγοί Γιουντένιτς και Λιάχοβ, οι οποίοι ανέθεσαν, κι αυτοί, τη διοίκηση της πόλης στον μητροπολίτη.
 Ο τελευταίος, τούτη την εξουσία τη χρησιμοποίησε για να προστατέψει τους Τούρκους κατοίκους της χώρας από τους Αρμένιους (πράκτορες του ρωσικού στρατού που διψούσαν για εκδίκηση μετά τις σφαγές των ομοφύλων τους το 1915. Και τα κατάφερε τέλεια. Φρόντισε ακόμα να αποκαταστήσει στα χωριά τους τις χιλιάδες των Τούρκων προσφύγων που είχαν καταφύγει, από τον ανατολικότερο Πόντο, στην Τραπεζούντα. Επίσης, στα δυο περίπου χρόνια της ρωσικής κατοχής, διέτρεφε δέκα χιλιάδες (10.000) πρόσφυγες Τούρκους που διέμειναν στην πόλη.
 

Πρώτες μαθήτριες της "Μέριμνας Ποντίων Κυριών" 1904 (Φωτο: Α. Θεοφυλάκτου)
Αλλά, ενώ ο Έλληνας θρησκευτικός και πολιτικός ηγέτης προέβαινε σε τόσο σοβαρές ανθρωπιστικές ενέργειες, η τουρκική κυβέρνηση, ξερίζωνε και εξόριζε δεκάδες χιλιάδες Πόντιους του υπόλοιπου τουρκοκρατούμενου Δυτικού Πόντου, για να τους εξοντώσει, μέσα στην καρδιά του χειμώνα, με λευκό θάνατο.
Στις 17/30 Ιουλίου του 1916 έφτασε στην Τραπεζούντα και ο αρχιστράτηγος των ρωσικών στρατιών του Καυκάσου μέγας δούκας Νικόλαος Νικολάγιεβιτς, που τον υποδέχτηκε ο Χρύσανθος με μεγάλες τιμές. 

Σε ιδιαίτερη συνομιλία του με το μητροπολίτη, ο μέγας δούκας εξομολογήθηκε το φόβο του ότι θα ξεσπούσε σύντομα στη Ρωσία επανάσταση, και ότι από την παράταση του πολέμου ωφελημένη θα έβγαινε μόνο η Αγγλία, που θα επεξέτεινε τις κτήσεις της προς τη Μεσοποταμία και τη Νότια Ρωσία. Γι' αυτό πρότεινε εμπιστευτικά στον Χρύσανθο να έρθει σε επαφή με την τουρκική κυβέρνηση για να κλειστεί ειρήνη ανάμεσα στους δυο αντίπαλους στρατούς. Ο μητροπολίτης έκανε τις σχετικές επαφές με την τουρκική κυβέρνηση, αλλά εκείνη, δεμένη στο άρμα της μιλιταριστικής Γερμανίας, δεν είχε δική της θέληση και απέρριψε την πρόταση.
Την άλλη χρονιά, το μήνα Φλεβάρη, όπως το διαισθάνθηκε ο Ρώσος αρχιστράτηγος, ξέσπασε η επαναστατική θύελλα στη Ρωσία. Όπως παντού, έτσι και στην Τραπεζούντα και Αργυρούπολη, ο ρωσικός στρατός καθαίρεσε τους στρατηγούς και τους αξιωματικούς και εντάχθηκε στα συμβούλια (σοβιέτ) των στρατιωτών και των εργατών. Στο σοβιέτ της Τραπεζούντας, όταν συνεδρίαζε, καλούνταν να παραβρίσκεται και να δίνει τις συμβουλές του και ο μητροπολίτης της πόλης.
Αλλά ας αφήσουμε τον ίδιο το Χρύσανθο να μας μιλήσει για ένα περιστατικό της περιόδου αυτής που σχετίζεται με την οργάνωση των νέων, την οποία συγκρότησε για να δώσει μια θετική και κοινωφελή διέξοδο στην ανήσυχη νεολαία της εποχής:
«Κατά τούς χαλεπούς καιρούς του παγκοσμίου πολέμου μετέσχεν ή 'Εθνική Ενωσις των νέων και του έργου της κοινωνικής προνοίας. Την 11 Αύγουστου 1917 ό Μπολσεβικικός Ρωσικός στόλος άπάρας έκ Τραπεζούντος έπλευσεν εις την υπό των Τούρκων κατεχομένην  πόλιν Κοτύωρα (Όρντού),ίνα βομβαρδίση αυτήν. 

Κατά τόν βομβαρδισμόν, όλος ό 'Ελληνικός λαός των Κοτυώρων, φεύγων την άφόρητον Τουρκικήν τυραννίαν, ώρμησεν εις τήν θάλασσαν -προς τά πολεμικά πλοία των Ρώσων, ζητών νά έπιβιβασθή αυτών και νά άπολυτρωθή.
 Οί άθεοι Μπολσεβίκοι, εν άντιθέσει προς ότι δεν έπραξαν αί "χριστιανικαί" Δυνάμεις τής Δύσεως [αργότερα] διά του κολοσσιαίου αύτών στόλου κατά τήν έν μηνί Αύγούστω 1922 πυρπόλησιν και σφαγήν τής Σμύρνης, έμνήσθησαν των παραδόσεων τού εύσεβούς Ρωσικού λαού και, καταβιβάσαντες λέμβους, περισυνέλεξαν όλον τόν χριστιανικόν εκείνον κόσμον άνερχόμενον εις 3.000 περίπου ψυχάς καί, έπιβιβάσαντες αυτούς επί των συνοδευόντων τόν στόλον μεταγωγικών πλοίων, άπεβίβασαν εις Τραπεζούντα, ένθα ή έν τή μητροπόλει λειτουργούσα Επιτροπή προσφύγων καί ή μετ' αύτής συνεργασθείσα Εθνική Ένωσις τών νέων, έντός τριών ώρών, εγκατέστησαν τούς έκ Κοτυώρων αδελφούς πρόσφυγας, μέρος μεν εις τά σχολεία τής κοινότητος Τραπεζούντος καί εις τήν ίεράν μονήν Θεοσκεπάστου, μέρος δέ παρά ταίς Έλληνικαίς οίκογενείαις τής Τραπεζούντος, αίτινες φιλαδελφως έδέχθησαν καί περιέθαλψαν αυτούς.
 Τήν έπομένην, άπό πρωίας εις όκτώ τμήματα τής πόλεως έλειτούργουν συσσίτια υπό τήν έπίβλεψιν τών Κυριών τής Άδελφότητος "Μέριμνα", οί δέ Έλληνες ιατροί Τραπεζούντος, διανεμηθέντες κατά τμήματα, τακτικώς έπεσκέπτοντο έκαστος τό ίδιον αυτού τμήμα τταρέχοντες δωρεάν τήν περιθαλψιν και νοσηλείαν.
 Έπειδή δε οί πλείστοι των εκ Κοτυώρων αδελφών ιτροσφύγων έφυγον εκείθεν χωρίς νά παραλάβωσι μεθ' εαυτών ούτε ενδύματα ούτε υποδήματα ούτε στρώματα, εδόθησαν αύτοίς άμέσως ενδύματα και στρωμναί και σκεπάσματα, άτινα συνελέγησαν  παρά τών Ελληνικών οικογενειών Τραπεζούντος. 
Τών ενδυμάτων ίκανόν μέρος παρεσκεύασεν ή 'Αδελφότης τών Κυριών "Μέριμνα" άποπερατώσασα τό έργον εντός ελαχίστων ήμερών».
Στο μεταξύ οι Ρώσοι στρατιώτες, μετά και την Οκτωβριανή επανάσταση, κυριευμένοι από νοσταλγία για την πατρίδα και μη θέλοντας να συνεχίσουν τον πόλεμο, παρατούσαν το μέτωπο και την ύπαιθρο και συγκεντρώνονταν στην Τραπεζούντα.

 Οι Τούρκοι, βλέποντας αυτή την κατάσταση, κατά το Δεκέμβριο του 1917, εξαπέλυσαν ομάδες άτακτων τσέτηδων στην κατεχόμενη από τους Ρώσους ενδοχώρα της Τραπεζούντας. 
Νεαρός Πόντιος με την ζίπκα
Πίσω από τους άτακτους αυτούς προωθούνταν τα ταχτικά τουρκικά στρατιωτικά τμήματα. Εναντίον των Τούρκων τσέτηδων πολέμησαν πολλοί ένοπλοι νέοι Έλληνες που εξοπλίστηκαν από τις μπολσεβίκικες αρχές.
 Περίπου 80 νεαροί πήραν τα όπλα στην Τραπεζούντα και εκατοντάδες άλλοι στην ύπαιθρο, ιδιαίτερα στη Σάντα, όπου δρούσε ο περίφημος οπλαρχηγός καπετάν Ευκλείδης. Έτσι, οργανώθηκε ισχυρή άμυνα, εκτός από την Τραπεζούντα, και στη Ματσούκα, την Αργυρούπολη, την Άτρα, τα Σούρμενα, κλπ.
Τα ένοπλα αυτά τμήματα απέκρουσαν για μήνες ολόκληρους τις επιθέσεις των τσέτηδων και προστάτεψαν τους ελληνικούς πληθυσμούς από τις σφαγές και τις λεηλασίες. Μ' αυτό τον ηρωικό τρόπο κατορθώθηκε να περισωθεί το μισό σχεδόν του ελληνικού πληθυσμού της περιοχής Τραπεζούντας και της ενδοχώρας, το οποίο παρέμεινε στις εστίες του, ενώ το άλλο μισό έφευγε από τη χώρα με ρωσικά στρατιωτικά πλοία από τη θάλασσα ή με κάρα και ζώα από τη στεριά.
Το Φλεβάρη του 1918 ο τακτικός τουρκικός στρατός μπήκε στην Τραπεζούντα, στα πρόθυρα της οποίας είχε παραταχθεί ένα τμήμα του ρωσικού στρατού που είχε απομείνει στην πόλη για να την παραδώσει στις τουρκικές αρχές. 



Τον ίδιο καιρό στάλθηκαν τουρκικά στρατιωτικά αποσπάσματα στην ύπαιθρο και ιδιαίτερα στη Σάντα, η οποία επί μήνες ολόκληρους αμυνόταν ηρωικά εναντίον των επιθέσεων των Τούρκων. Για να πεισθεί να καταθέσει τα όπλα του το Σούλι αυτό του Πόντου, όπως ονομάστηκε η «επτάκωμος Σάντα», ο μητροπολίτης Χρύσανθος έστειλε, ως απεσταλμένους του, τον Κ. Σιδηρόπουλο και τον καθηγητή του Φροντιστηρίου Φίλιππο Χειμωνίδη, οι οποίοι κατάγονταν από εκεί.
 

Ένοπλοι Σανταίοι το 1910
Έτσι, με την παρέμβαση της μητρόπολης και τη συνεργασία της με τις τουρκικές και ρωσικές αρχές, αποκαταστάθηκε η τάξη στην Τραπεζούντα και στην ενδοχώρα, ενώ, στο μεταξύ, τα ρωσικά στρατεύματα, επιβιβαζόμενα στα πλοία που κατέπλεαν καθημερινά στο λιμάνι, αναχωρούσαν για τη Ρωσία. 
Μετά το τέλος της αποχώρησης των Ρώσων, ακολούθησε η άμεση εγκατάσταση στην πόλη των τουρκικών αρχών, οι οποίες ευχαρίστησαν το Χρύσανθο για την προστασία και τη βοήθεια που είχε προσφέρει στον τουρκικό πληθυσμό της περιοχής κατά τη ρωσική κατοχή.


Χρήστος Σαμουηλίδης
"Ιστορία του Ποντιακού Ελληνισμού"


Share

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

 
Copyright © 2015 Santeos
| Design By Herdiansyah Hamzah