Τον Στάθη Ευσταθιάδη μπορεί κανείς να τον κατατάξει στη χορεία των λογίων και καλλιτεχνών της πρώτης γενιάς των προσφύγων κι ας έχει γεννηθεί στην Κοκκινιά Κιλκίς το 1930, οχτώ χρόνια μετά τον ξεριζωμό από την πατρίδα, των Ποντίων γονέων του.
Και αυτό γιατί το έργο του αποτελεί απευθείας συνέχεια του έργου των Ποντίων λογίων, αρκετοί από τους οποίους ήρθαν στην Ελλάδα και συνέχισαν να δημιουργούν ή, άλλοι, ξεκίνησαν εδώ την πνευματική τους προσφορά.
Όπως οι πρόσφυγες της πρώτης γενιάς, ο Στάθης Ευσταθιάδης επιδόθηκε επιτυχημένα στη λαογραφία και ειδικότερα στη συγκέντρωση και δημοσίευση των «Τραγουδιών του ποντιακού λαού», και στο ηθογραφικό θέατρο.
Μπορεί να αναφέρεται όπως ο Φ. Κτενίδης, ο Ελ. Ελευθεριάδης, ο Σ. Λιανίδης, ο Γ. Τσουλφάς, η Άννα Μαυροπούλου - Βαφειάδου, ο Π. Χάιτας, ο Κ. Καλλίδης, η Αλεξάνδρα Χατζηκίδου, ο Ξεν. Άκογλου-Ξενίτας, ο Χρ. Μουρατχανίδης, ο Π. Φωτιάδης, ο Ηλ. Τσιρκινίδης, ο Ρήγας Ανδρεάδης, ο Κ. Τιτόπουλος, ο Νικ. Τοπαλίδης, ο Hρ. Κοκοζίδης, ο Μιχ. Κυνηγόπουλος, ο Θ. Κριεζής, ο Π. Κοτανίδης, ο Γ. Λαμψίδης, ο Χρ. Μουρατίδης, ο Γρ. Σαββινόπουλος, ο Γιάν. Χρυσοστομίδης κ. ά.
Η παράθεση όλων των παραπάνω ονομάτων Ποντίων θεατρικών συγγραφέων έγινε για να αποδειχθεί ότι ο Στάθης Ευσταθιάδης συνέχιζε μια μακρά ποντιακή ηθογραφική θεατρική παράδοση εδώ στην Ελλάδα, όταν έγραφε τα δικά του ηθογραφικά θεατρικά έργα.
Αυτή η θεατρική παράδοση, που συνεχίζεται μέχρι σήμερα, ανέδειξε λίγους συγγραφείς που μπορεί κανείς να τους διακρίνει μέσα από τον μεγάλο αριθμό, και ανάμεσα σε αυτούς τους λίγους συγκαταλέγεται ο Στάθης Ευσταθιάδης.
Και αυτό γιατί το έργο του αποτελεί απευθείας συνέχεια του έργου των Ποντίων λογίων, αρκετοί από τους οποίους ήρθαν στην Ελλάδα και συνέχισαν να δημιουργούν ή, άλλοι, ξεκίνησαν εδώ την πνευματική τους προσφορά.
Όπως οι πρόσφυγες της πρώτης γενιάς, ο Στάθης Ευσταθιάδης επιδόθηκε επιτυχημένα στη λαογραφία και ειδικότερα στη συγκέντρωση και δημοσίευση των «Τραγουδιών του ποντιακού λαού», και στο ηθογραφικό θέατρο.
Μπορεί να αναφέρεται όπως ο Φ. Κτενίδης, ο Ελ. Ελευθεριάδης, ο Σ. Λιανίδης, ο Γ. Τσουλφάς, η Άννα Μαυροπούλου - Βαφειάδου, ο Π. Χάιτας, ο Κ. Καλλίδης, η Αλεξάνδρα Χατζηκίδου, ο Ξεν. Άκογλου-Ξενίτας, ο Χρ. Μουρατχανίδης, ο Π. Φωτιάδης, ο Ηλ. Τσιρκινίδης, ο Ρήγας Ανδρεάδης, ο Κ. Τιτόπουλος, ο Νικ. Τοπαλίδης, ο Hρ. Κοκοζίδης, ο Μιχ. Κυνηγόπουλος, ο Θ. Κριεζής, ο Π. Κοτανίδης, ο Γ. Λαμψίδης, ο Χρ. Μουρατίδης, ο Γρ. Σαββινόπουλος, ο Γιάν. Χρυσοστομίδης κ. ά.
Η παράθεση όλων των παραπάνω ονομάτων Ποντίων θεατρικών συγγραφέων έγινε για να αποδειχθεί ότι ο Στάθης Ευσταθιάδης συνέχιζε μια μακρά ποντιακή ηθογραφική θεατρική παράδοση εδώ στην Ελλάδα, όταν έγραφε τα δικά του ηθογραφικά θεατρικά έργα.
Αυτή η θεατρική παράδοση, που συνεχίζεται μέχρι σήμερα, ανέδειξε λίγους συγγραφείς που μπορεί κανείς να τους διακρίνει μέσα από τον μεγάλο αριθμό, και ανάμεσα σε αυτούς τους λίγους συγκαταλέγεται ο Στάθης Ευσταθιάδης.
Άμεσος συνεχιστής μακράς παράδοσης
Ένας λόγος παραπάνω, που έκανε τον Στάθη Ευσταθιάδη να στραφεί προς την ποντιακή παράδοση είναι ότι έζησε μέσα σε μια οικογένεια, προσηλωμένη στις ποντιακές παραδόσεις, ενώ πολύ συχνά άκουγε αφηγήσεις για τον Πόντο, που - όπως αποδείχτηκε στη συνέχεια - τον συγκινούσαν βαθιά και γράφονταν ανεξίτηλα στο νου και στην καρδιά του.
Εκτός από τον Στάθη Ευσταθιάδη και τον Σίμο Λιανίδη, που συγκέντρωσαν, ο πρώτος «Τα τραγούδια του ποντιακού λαού - πολύτιμο κεφάλαιο της λαογραφίας μας» και ο δεύτερος «Τα παραμύθια του ποντιακού λαού», τόσο συστηματική εργασία πάνω στην ποντιακή λαογραφία μόνον το ετήσιο σύγγραμμα «Αρχείον Πόντου» της Επιτροπής Ποντιακών Μελετών έχει κάνει μέχρι σήμερα. Αλλά το «Αρχείον Πόντου» είναι, δυστυχώς, για τους λίγους, μάλλον τους ειδικούς.
Ο Στάθης Ευσταθιάδης και ο Σίμος Λιανίδης - της πρώτης γενιάς αυτός -, εκλαϊκεύοντας την ποντιακή παράδοση, διακρίθηκαν για τη σοβαρότητα του έργου τους, που θα μείνει για τις επόμενες γενιές. Έχουν εκδοθεί και επιμέρους μονογραφίες για θέματα λαογραφίας σημαντικών Ποντίων συγγραφέων, αλλά αυτές δεν αφορούν κάποιο σύνολο.
Κληρονομιά του πανανθρώπινου πολιτισμού
Η αποθησαύριση των τραγουδιών και των παραμυθιών των Ποντίων από τον Στάθη Ευσταθιάδη και τον Σίμο Λιανίδη, οπωσδήποτε δεν ενδιαφέρει μόνον τον ποντιακό ελληνισμό, αλλά ολόκληρο τον ελληνισμό, γιατί αποτελεί, ουσιαστικά, την ιστορία του πολιτισμού του. Ενδιαφέρει και ολόκληρη την ανθρωπότητα, γιατί αποτελεί κομμάτι της ιστορίας του πολιτισμού της.
Έτσι διαφυλάσσονται οι μορφές ζωής, που είναι φυσικό να διαδέχεται η μία την άλλη στο διάβα των αιώνων. Οι μορφές αυτές ζωής, όπως εξελίσσονται και αλλάζουν σχήματα, αποτελούν το περιεχόμενο της λαογραφίας και βεβαίως, του πολιτισμού.
Η συλλογή και η δημοσίευση των τραγουδιών του ποντιακού λαού από τον Στάθη Ευσταθιάδη, εκτός των άλλων, είναι πολύτιμη γιατί σώζονται από τη λησμοσύνη, που συνοδεύει κάθε εγκόσμιο, αν αφεθεί στην τύχη του, και γιατί, συγχρόνως με το ποντιακό κείμενο, αποδίδονται και σε νεοελληνική μετάφραση, πράγμα που διευκολύνει να γευτούν, όσο γίνεται αυτό με τα μειονεκτήματα μιας οποιασδήποτε μετάφρασης, τη χάρη και την ομορφιά τους και οι μη Πόντιοι Έλληνες.
Θα πρέπει ιδιαιτέρως να αναφερθεί το σημαντικό γεγονός, που ο Μιχάλης Καραβέλας υπογραμμίζει , ότι δηλαδή ο Ευσταθιάδης εκλαΐκευσε την ποντιακή λαογραφία και από το μελετητήριο του ειδικού επιστήμονα, τη μετέφερε, απλή, γλαφυρή, μέσα σε κάθε ποντιακό σπίτι. Αυτή είναι μια μοναδική δύναμη, που διαθέτει ο Στάθης Ευσταθιάδης.
Τα ηθογραφικά θεατρικά του έργα δεν πεθαίνουν
Τα δεκαέξι θεατρικά έργα του Στάθη Ευσταθιάδη, που καταγράφει ο Ερμής Μουρατίδης στο βιβλίο του «Το ποντιακό θέατρο στην Ελλάδα, 1922 - 2002», είναι όλα ηθογραφίες δραματικές, με αρκετά κωμικά στιγμιότυπα.
Υπάρχει η ρήση που λέει ότι «το θέατρο είναι ο καθρέφτης της ζωής και ο οδηγός της». Ο Ευσταθιάδης φαίνεται να διαλέγει το πρώτο. Θέλει να είναι ο καθρέφτης της ζωής των Ποντίων, στην
πατρίδα και στην Ελλάδα. Περιγράφοντας τη ζωή του Πόντιου, αφήνει τον θεατή να διαλέξει εκείνος τη θέση του απλού μελετητή ή του οδηγητή. Δεν παίρνει από το χέρι να βάλει κάποιον μπροστά από τους πρωτοπόρους, αλλά του αφηγείται τη ζωή των ανθρώπων, όπως εκείνος τη βλέπει και αφήνει στους άλλους να προεκτείνουν τις σκέψεις τους.
Προσπαθεί να τους συγκινήσει, όπως γίνεται και με κάθε έργο τέχνης, όχι, όμως, και να τους υποδείξει ή να τους υποτάξει. Μπορεί να δείχνουν, μερικές φορές, τα έργα του ότι μένουν στην επιφάνεια και δεν εισχωρούν στην ουσία της ανθρώπινης συμπεριφοράς - αυτήν, δηλαδή, που περιγράφουν -, αλλά δεν είναι έτσι.
Και οι πιο απλοϊκές περιγραφές - όπως, ίσως, δείχνουν - κρύβουν ουσιαστικό περιεχόμενο, πιθανόν προσιτό μόνον σε αυτούς που συνήθισαν να σκέφτονται και να μην αρκούνται στα επιφανειακά εθιμικά στοιχεία του κάθε έργου.
Δεν μπορούσαν να αποκοπούν από το παρελθόν
Οι Πόντιοι συγγραφείς της πρώτης προσφυγικής γενιάς στην Ελλάδα δεν μπορούσαν να αποκοπούν εύκολα από όσα θεωρούνταν έως τότε άμεσα συνδεμένα με τη ζωή τους και τη ζωή των προγόνων τους. Δεν μπορούσαν, δηλαδή, να κάνουν τη μεγάλη ρήξη, την επανάσταση, όπως συνέβη με τους Πόντιους συναδέλφους τους στη Ρωσία, που από το 1905 και μετά ζούσαν μέσα στον ρωσικό επαναστατικό πυρετό.
Γιαυτό υπάρχει και αυτή η μεγάλη διαφορά στις εμπνεύσεις τους, που στην Ελλάδα είναι προσκολλημένες στο παρελθόν με τις βεβαιότητές του, με τη λαογραφία, με την ηθογραφία του, ενώ στη Ρωσία, οι Πόντιοι συγγραφείς, όλοι, συμμετείχαν στα επαναστατικά δρώμενα και προσπαθούν να εκσυγχρονίσουν την τέχνη τους, αποκόπτοντας τον ομφάλιο λώρο, που τους κρατούσε δεμένους με το παρελθόν, το οπισθοδρομικό κατ' αυτούς, το δεμένο άρρηκτα με τη συντήρηση του μικρασιατικού Πόντου.
Ο Γεώργ. Κ. Φωτιάδης, ο Γ. Λ. Τοπχαράς - Κανονίδης, ο Γεώργ. Κωστοπράβ, ο Παν. Κ. Φωτιάδης - Μαρκήσιος, ο Γιάγκος Κ. Φωτιάδης, ο Αν. Ερυθριάδης - Κόκκινος κ. ά. ήταν όλοι τους κομμουνιστές.
Έτσι, οι επαναστατημένοι Πόντιοι συγγραφείς στη Ρωσία και τη Γεωργία έκαναν σημαντικές τομές και στο εκφραστικό τους μέσο, τη γλώσσα. Καθιέρωσαν τη φωνητική ορθογραφία.
Για το θέμα της γλώσσας έγιναν αρκετά συνέδρια στη Ρωσία. Στην Ελλάδα, για τη γλώσσα, έγινε μόνον ένα συνέδριο, πολύ σοβαρό, στην Κατερίνη.
Ήταν το 8ο Πανελλήνιο Συνέδριο Ποντιακών Συλλόγων για την Εθνική Αυτογνωσία, τον Νοέμβριο του 2001, τότε που πρόεδρος της Ένωσης Ποντίων Πιερίας ήταν ο Κ. Παπουτσίδης.
Αντιθέτως, οι Πόντιοι συγγραφείς του μικρασιατικού Πόντου παρέμεναν προσκολλημένοι στο παρελθόν, όπως ο πρώτος Πόντιος που έγραψε θέατρο I. Γ. Βαλαβάνης, ο Αλ. Ζωηρός, ο Περ. Τριανταφυλλίδης, ο Κ. Κωνσταντινίδης (που έζησε πολλά χρόνια στη Μασσαλία), ο Αρ. Ιεροκλής, ο Ελ. Φοινικόπουλος, ο Φίλ. Π. Φιλιππίδης, ο Δημ. Μισαηλίδης - Λέντης, ο Αθ. I. Παρχαρίδης κ. ά. Μερικοί από τους δεύτερους δεν έζησαν τον φρικτό για τις ανθρώπινες θυσίες ευρωπαϊκό πόλεμο, ο οποίος προκάλεσε ριζικές ανατροπές στη συλλογική και ατομική συνείδηση των ανθρώπων.
Οι Έλληνες, και στην Ελλάδα και στον Πόντο, πολεμούσαν συνεχώς από το 1912 έως και το 1923. Γνώρισαν στο πετσί τους τη φρίκη του πολέμου και των αναστατώσεων, όπως και ο Στάθης Ευσταθιάδης, αργότερα, υπήρξε τραγικό θύμα του εμφυλίου (1946-1949), κατά τη διάρκεια του οποίου έχασε το πολύτιμο φως του.
Και ενώ στις αναπτυγμένες ευρωπαϊκές χώρες, στη Δύση και την Ανατολή, οι άνθρωποι του πνεύματος ξεσηκώθηκαν, και τότε, ακριβώς, γεννήθηκαν οι σημαντικότερες καλλιτεχνικές τάσεις του 20ού αιώνα, οι Έλληνες συγγραφείς και ειδικότερα οι Πόντιοι, δεν μπόρεσαν να παρακολουθήσουν τις αλλαγές στη λογοτεχνία, ή αυτές μόλις που τους άγγισαν.
Η ανθεκτικότητά τους μέσα στον χρόνο
Παρόλα αυτά, η ανθεκτικότητα στο χρόνο των ηθογραφικών έργων του Στάθη Ευσταθιάδη και γενικότερα του ποντιακού θεάτρου, διαψεύδει μέχρι στιγμής, τουλάχιστον, τις προβλέψεις εκείνων που πριν από πενήντα χρόνια, και λίγο αργότερα, χτυπούσαν πένθιμες καμπάνες για τον βέβαιο θάνατο του ποντιακού θεάτρου.
Ανάμεσά τους και ο διακεκριμένος σκηνοθέτης, ποντιακής καταγωγής, Τάκης Μουζενίδης. Διαψεύστηκαν, δηλαδή, πανηγυρικώς, όπως και εκείνοι από τους Πόντιους λόγιους, που προέβλεπαν τον θάνατο της ποντιακής διαλέκτου.
Αν ζούσαν σήμερα, θα την άκουγαν να μιλιέται, εδώ στην Ελλάδα, στον δρόμο, μέσα στα λεωφορεία, στους χώρους συγκέντρωσης των ανθρώπων.
Το ποντιακό θέατρο, που ζει ακόμη, δίνει ζωή στην ποντιακή διάλεκτο και παίρνει οξυγονούχες ανάσες από αυτήν. Γιαυτό και δεν φαίνεται να θέλει να πεθάνει. Όπως αθάνατη είναι από τη φύση της και η λαογραφία.
Πάνος Καϊσίδης
Δημοσιογράφος , συγγραφέας
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου