Ομιλία του Πάνου Καϊσίδη(2011) στην Ποντιακή Κοινότητα της Μελβούρνης Αυστραλίας — Όλες οι ομιλίες του έγιναν από στήθους, χωρίς καμία σημείωση. Το παρακάτω κείμενο γράφτηκε για τα μέσα ενημέρωσης της Αυστραλίας
Όταν ο Γερμανός αρχηγός του τουρκικού στρατού Λίμαν Φον Σάντερς παρουσίαζε στους Νεότουρκους τα σχέδιά του για την εξόντωση των Ελλήνων της Ανατολής, καθότι στρατιωτικός, πιθανόν να μην πέρασε από το μυαλό του ότι μαζί με τη φυσική εξόντωση, η γενοκτονία θα κατάφερνε βαρύτατο πλήγμα και στην πολιτισμική ανάπτυξη του ελληνισμού.
Ακόμη, δεν θα μπορούσε, ίσως, να σκεφτεί ότι μερικά χρόνια αργότερα, στη Ρωσία, όμως, τώρα, κάποιοι που ευαγγελίζονταν τον σοσιαλισμό, θα εφάρμοζαν τη γενοκτονία που ο Λίμαν Φον Σάντερς και οι Νεότουρκοι δεν σκέφτηκαν.
Θα διάλεγαν, δηλαδή, οι Ρώσοι και θα εξόντωναν στη Σιβηρία τον πνευματικό ανθό του ποντιακού ελληνισμού.
Τούρκοι και Ρώσοι εφάρμοσαν στην περίπτωση εξόντωσης του ελληνισμού την παλιά συνταγή που λέει ότι έναν λαό τον εξαφανίζεις ή τον υποδουλώνεις ευκολότερα και πιο αποτελεσματικά, εξοντώνοντας από την αρχή τους ηγέτες του.
Οι Τούρκοι εξόντωσαν πρωτίστως τους πολιτικούς και κοινωνικούς παράγοντες των Ποντίων, μην έχοντας και πολλή επίγνωση ότι στον ανθό του ελληνισμού που κρεμούσαν στην Αμάσεια ή έσφαζαν στις πόλεις και τα χωριά, συγκαταλέγονταν και πολλοί πνευματικοί άνθρωποι.
Ματθαίος Κωφίδης |
Όταν κρεμούσαν τον Ματθαίο Κωφίδη, βουλευτή στο οθωμανικό κοινοβούλιο, γνώριζαν ότι έτσι εξοντώνουν τους πολιτικούς ηγέτες των Ποντίων. Στην κρεμάλα, όπου οδήγησαν τον μεγαλέμπορο Αλέξανδρο Ακριτίδη, έβλεπαν να αιωρείται νεκρός ο οικονομικός ανταγωνιστής τους.
Όταν, όμως, αντίκρυζαν τον νεκρό Νίκο Καπετανίδη, εκείνο που μάλλον θα σκέφτονταν θα ήταν ότι πάει αυτός που κατάγγελνε καθημερινά από την εφημερίδα του «Εποχή» τα εγκλήματά τους σε βάρος των απλών Ποντίων χωρικών ή εκείνων που δολοφονούσαν πισώπλατα στους δρόμους των μεγάλων ποντιακών πόλεων.
Ούτε καν ίσως περνούσε από το μυαλό τους ότι ταυτόχρονα εξόντωναν έναν μεγάλο λογοτέχνη, έναν πνευματικό άνθρωπο που είχε πολλά να δώσει ακόμη, αφού όταν τον κρέμασαν στην Αμάσεια, ο Νίκος Καπετανίδης ήταν μόλις 32 χρόνων.
Μαζί με τα χιλιάδες θύματα της γενοκτονίας, που οδηγήθηκαν στο θάνατο με τα τάγματα εργασίας και τις εκτοπίσεις, χωρίς να το συνειδητοποιούν οι Τούρκοι σκότωσαν, χτυπώντας τον άνανδρα, πισώπλατα, τον νεαρό Γιώργο Καλογερόπουλο, δημοσιογράφο και θεατρικό κριτικό από την Κερασούντα, ενώ κυνήγησαν ανεπιτυχώς έναν άλλο νεαρό φέρελπι, τον Ηλία Ερμείδη, γιο του δολοφονημένου από τους ίδιους, δικηγόρου της Κερασούντας, Παναγιώτη Ερμείδη, που σκοτώθηκε και αυτός στο μικρασιατικό μέτωπο, πολεμώντας τον στρατό του Μουσταφά Κεμάλ. Σαν τους προαναφερόμενους δύο νέους λογίους υπάρχουν πολλοί στον κατάλογο των εξοντωθέντων από τους Τούρκους.
Οι επί αιώνες, μετά την κατάκτηση, καταστροφή των μνημείων πολιτισμού από τους Τούρκους στον Πόντο, πήρε μεγαλύτερες διαστάσεις κατά την περίοδο 1915 — 1923. Οι Τούρκοι κατέστρεψαν βιβλιοθήκες και αρχεία συλλόγων, πυρπόλησαν εκκλησίες και σχολεία, μέσα στα οποία έκαψαν ζωντανούς ηλικιωμένους, μητέρες και παιδιά. Μεγάλο ήταν το κακό που έκαναν και στους κώδικες των εκκλησιών, όπου ήταν αποτυπωμένη η θρησκευτική, αλλά και η πολιτιστική ζωή των Ελλήνων του Πόντου.
Ένας μεγάλος Πόντιος, ο δάσκαλος και συγγραφέας Γεώργιος Κανδηλάπτης — Κάνις, έκανε γνωστό στον ελληνισμό τον πολύτιμο θησαυρό που έκρυβαν οι κώδικες ναών της πατρίδας του Αργυρούπολης, τους οποίους κατάφερε να περισώσει και να μεταφέρει κρυφά στην Ελλάδα κατά την αναγκαστική ανταλλαγή των πληθυσμών το 1922 — 1923.
Στην πρωτεύουσα του Πόντου, την Τραπεζούντα, λειτουργούσε από τη δεκαετία του 1860 ο Σύλλογος Φιλομαθών «Ξενοφών», του οποίου οι δραστηριότητες δεν περιορίζονταν μόνον στην ενίσχυση των σχολείων, όπως όριζε το καταστατικό του. Ο Σύλλογος «Ξενοφών» ήταν κύτταρο πολιτισμού, με βιβλιοθήκες, διαλέξεις, θεατρικές παραστάσεις. Τον σύλλογο αυτόν τον οδήγησαν στον μαρασμό και στο κλείσιμο οι Τούρκοι, καταδιώκοντας τα μέλη του.
Ο Σύλλογος Φιλομαθών Τραπεζούντος «Ξενοφών» που τον διέλυσαν οι Τούρκοι, είχε μετακαλέσει από την Ελλάδα και από την Κωνσταντινούπολη διάσημους θιάσους, που έδιναν παραστάσεις στον Πόντο, εξυψώνοντας το μορφωτικό επίπεδο των Ποντίων και τονώνοντας το εθνικό τους αίσθημα. Ταυτόχρονα πραγματοποιούσε και έσοδα, τα οποία πήγαιναν κατευθείαν στα ταμεία των σχολικών επιτροπών για τις ανάγκες των σχολείων.
Ο Σύλλογος «Ξενοφών», όμως, διοργάνωνε τακτικά θεατρικές παραστάσεις με ερασιτέχνες ηθοποιούς και με έργα παρμένα συνήθως από το ρεπερτόριο των θιάσων της Ελλάδας. Με τον τρόπο αυτόν έφερνε πολύ κοντά στη θεατρική παιδεία τους νέους και τις νέες, που συμμετείχαν ως ηθοποιοί.
Αναφέρθηκε η Τραπεζούντα ως πρωτεύουσα του Πόντου, για να τονιστεί στη συνέχεια ότι, αφού αυτά γίνονταν μέσα στην πρωτεύουσα, με τους προοδευτικούς πασάδες διοικητές, φαντάζεται κανείς τι συνέβαινε στις άλλες ποντιακές πόλεις και τα χωριά. Ο σφαγέας των Ελλήνων Τοπάλ Οσμάν δεν άφησε τίποτε όρθιο στην Κερασούντα και την περιοχή της, όπου σκότωναν και ρήμαζαν οι ομάδες ενόπλων που τον είχαν αρχηγό. Το ίδιο έγινε παντού στον Πόντο. Οι άνθρωποι που υπηρετούσαν τον πολιτισμό δολοφονήθηκαν ως εχθροί του αγράμματου Τοπάλ Οσμάν και των μουσουλμάνων.
Ο ίδιος αυτός Τοπάλ Οσμάν, αν και βαρκάρης μέχρι τότε, φαίνεται ότι γνώριζε τι έκανε όταν προσπαθούσε να τρομοκρατήσει τους Έλληνες λογίους ή να τους εξοντώσει. Απόδειξη ότι ο ίδιος πήγε το 1920 με ενόπλους του στα γραφεία της εφημερίδας «Εποχή» της Τραπεζούντας, για να τρομοκρατήσει τον διευθυντή της Νίκο Καπετανίδη. Τότε, καταλάβαινε ο Τοπάλ Οσμάν ότι δεν μπορούσε ακόμη να σκοτώσει πισώπλατα, όπως το συνήθιζε, τον Καπετανίδη. Περίμενε σαν θηρίο τη στιγμή που θα του δινόταν η ευκαιρία να πέσει πάνω στη λεία του.
Νίκος Καπετανίδης |
Και βέβαια αυτή η στιγμή δεν άργησε να έρθει. Ο Νίκος Καπετανίδης, τον επόμενο χρόνο, δηλαδή τον Σεπτέμβριο του 1921, οδηγήθηκε μαζί με άλλους προύχοντες Έλληνες στα λεγόμενα «Δικαστήρια ανεξαρτησίας» της Αμάσειας, καταδικάστηκε σε θάνατο και οδηγήθηκε στην κρεμάλα. Ο Νίκος Καπετανίδης υπήρξε ένας από τους πιο σημαντικούς Έλληνες λογοτέχνες.
Την ίδια μοίρα με τον Καπετανίδη είχαν και άλλοι λογοτέχνες, όπως ο Δημήτριος Θεοχαρίδης, καθηγητής του Αμερικανικού Κολέγιου «Ανατόλια» στη Μερζιφούντα, εκδότης του φιλολογικού περιοδικού «Πόντος» και σημαντικότατος λογοτέχνης, και ο Λαυρέντιος Τατσόγλου, δικηγόρος από την Πάφρα, διευθυντής της εφημερίδας «Αναγέννησις» της Αμισού και λογοτέχνης. Και οι δυο μαρτύρησαν στις κρεμάλες της Αμάσειας.
Με όσα ειπώθηκαν για τον Πόντο και το κακό που έγινε εκεί στην πολιτισμική ανάπτυξη των Ποντίων, πήρατε μια αμυδρή, έστω, εικόνα εκείνων που δεν είναι δυνατόν να περιγραφούν στα χρονικά όρια μιας ομιλίας.
Χωρίς να υπάρχει καμία πρόθεση να αποδυναμωθεί ο αγώνας για την αναγνώριση της γενοκτονίας του ποντιακού ελληνισμού από τους Τούρκους, θα πρέπει να γίνει, έστω και σύντομη, αναφορά και στη μεγάλη γενοκτονία των Ποντίων από τους Ρώσους, κατά την περίοδο του σταλινισμού. Η αναφορά γίνεται μόνον για τις επιπτώσεις στον πολιτισμό των Ποντίων από τις διώξεις και τις δολοφονίες που έκαναν οι Ρώσοι.
Μετά τον θάνατο του Λένιν, που αγωνιζόταν και έγραφε για τα δικαιώματα των μειονοτήτων στη Σοβιετική Ένωση, ήρθε ο Στάλιν, ένας Γεωργιανός που, για διάφορους λόγους, μισούσε τους Έλληνες. Όταν έγινε ο αδιαμφισβήτητος ηγέτης, που τον έτρεμαν όλοι, θέλησε να ξεκαθαρίσει τους λογαριασμούς του με τους Έλληνες. Τους κυνήγησε όπου μπορούσε, επιδιώκοντας τη φυσική τους εξόντωση, κυρίως στη Σιβηρία.
Ιδιαίτερα, όμως, οι σταλινικοί επιτέθηκαν κατά του ελληνικού πολιτισμού, κλείνοντας τα ελληνικά σχολεία και καταστρέφοντας τα κέντρα πολιτισμού τους. Έφτασαν στο σημείο να πετάξουν επιδεικτικά τα ελληνικά τυπογραφικά στοιχεία στη θάλασσα, για να μην μπορούν στο εξής οι Έλληνες να τυπώνουν στα τυπογραφεία τους εφημερίδες, περιοδικά και βιβλία.
Ανάμεσα στους χιλιάδες εξόριστους και εξαφανισμένους στη Σιβηρία ήταν ο μεγάλος, με διεθνή μέτρα, Πόντιος ποιητής Γεώργιος Κωστοπράβ, ο φιλόλογος Δημήτριος Κανονίδης, ο αδελφός του σατιρικός ποιητής και δημοσιογράφος Γιάγκος Κανονίδης - Τοπχαράς, ο ποιητής και μεταφραστής της «Ιλιάδας» του Ομήρου και πολλών βιβλίων γνωστών Ρώσων λογοτεχνών Γιάγκος Κ. Φωτιάδης, αδελφός του θεατρικού συγγραφέα και πεζογράφου Γεώργου Κ. Φωτιάδη, που γλίτωσε από τον Στάλιν, γιατί πρόφτασε και πέθανε το 1908. Γλίτωσε ως εκ θαύματος και ο λογοτέχνης Ανέστης Ερυθριάδης, γνωστότερος ως Ανέστης Κόκκινος, ο οποίος έζησε τον κατατρεγμό.
Ο κατάλογος των ονομάτων των εξοντωθέντων Ελλήνων Ποντίων κατά την περίοδο του σταλινικού ζόφου είναι μακρύς, γιαυτό περιοριζόμαστε στην αναφορά μόνον των παραπάνω ονομάτων. Και σημειώνουμε ότι όλοι αυτοί, όλοι, ήταν κομμουνιστές με πολλούς αγώνες πριν, κατά την επανάσταση των μπολσεβίκων και μετά από αυτήν.
Όλοι αυτοί έγραφαν στις ελληνικές εφημερίδες και τα περιοδικά, που υπηρετούσαν το σοβιετικό κράτος. Και όμως, τους εξαφάνισε ο Στάλιν, χωρίς να τους γίνεται ένα μνημόσυνο στην Ελλάδα, ούτε από τους δεξιούς, που ευνόητο ήταν να τους θεωρούν εχθρούς, ούτε από τους αριστερούς, που τους θεωρούσαν όργανα ξένων δυνάμεων, που πολεμούσαν τάχα τον κομμουνισμό. Για εμάς, όμως, τους Πόντιους όλοι αυτοί ήταν το άνθος της διανόησής μας, που χάθηκε πριν προλάβει να δώσει τους πιο μεστωμένους καρπούς. Γιαυτό ποτέ δεν θα συγχωρήσουμε τους δολοφόνους.
Οι σταλινικές διώξεις κατά των Ποντίων ανέστειλαν κάθε καλλιτεχνική δημιουργία, αφού όσοι κατάφεραν να ξεφύγουν από τους δολοφόνους, κλείστηκαν στον εαυτό τους και για μεγάλο χρονικό διάστημα, μέχρι τον θάνατο του Στάλιν το 1953, ο ελληνισμός στη Ρωσία, χωρίς σχολεία και εκκλησίες, χωρίς περιοδικά και εφημερίδες, χωρίς τις γνωστές θεατρικές του παραστάσεις και τις μουσικές εκδηλώσεις, ήταν σαν να μην υπάρχει. Το σταλινικό χτύπημα στον πολιτισμό των Ποντίων της Ρωσίας ήταν βαρύ.
Οι εφημερίδες, τα περιοδικά και οι θεατρικές παραστάσεις συνέβαλαν όσο τίποτε άλλο στην άνοδο του πολιτισμικού επιπέδου των Ελλήνων της Ρωσίας. Στη Ρωσία, εκδότες, δημοσιογράφοι, αλλά και σκηνοθέτες και ηθοποιοί ήταν επαγγελματίες, οι τελευταίοι με σπουδές σε ανώτερες δραματικές σχολές. Οι παραστάσεις που έδιναν ήταν εφάμιλλες με τις παραστάσεις των Ρώσων και των άλλων λαών της Σοβιετικής Ένωσης. Αυτούς όλους τους κυνήγησε ο Στάλιν και τους εξόντωσε στη Σιβηρία, εκτός από ελάχιστους που με διάφορους τρόπους κατόρθωσαν να επιβιώσουν.
Τούρκοι και Ρώσοι κατάφεραν βαρύτατο πλήγμα στην πολιτισμική ανάπτυξη των Ποντίων, οι οποίοι, πολύ δειλά αμέσως μετά την ανταλλαγή, αλλά με άλματα μετά το 1950, μην ξεχνώντας ότι «η Ρωμανία αν πέρασε ανθεί και φέρει κι άλλο», προχώρησαν στην ανάπτυξη του πολιτισμού τους εδώ στην Ελλάδα, συνεχίζοντας την τρισχιλιόχρονη παράδοση τους στα γράμματα και τις τέχνες, ενταγμένοι πλήρως μέσα στον γενικότερο ελληνικό πολιτισμό.
Για να συνειδητοποιηθεί η άποψη ότι καταφέρνει κανείς βαρύτατο πλήγμα σε έναν λαό, χτυπώντας τον πολιτισμό του, θα τελειώσουμε αναφέροντας ότι ο μισέλληνας σιωνιστής Χένρι Κίσινγκερ, ως υπουργός εξωτερικών των ΗΠΑ, είπε το 1974, αντιγράφοντας τον Στάλιν: «Τώρα πρέπει να χτυπήσουμε τον ελληνικό λαό στον πολιτισμό του».
Έκαναν οι Αμερικανοί το πολιτικό και οικονομικό κακό στην Ελλάδα, επιβάλλοντας τη δικτατορία το 1967 και έπρεπε να χτυπήσουν και τον ελληνικό πολιτισμό, η επίθεση εναντίον του οποίου συνεχίζεται. Τώρα δεν μπορούν να πετάξουν τα ελληνικά τυπογραφικά στοιχεία στη θάλασσα ή να καταστρέψουν βιβλιοθήκες. Στέλνουν, όμως, τον «Κινγκ Κονγκ», τους «Χάρι Πότερ», τους «Άρχοντες των δαχτυλιδιών» και τους «Κώδικες Ντα Βίντσι», τα σκουπίδια τους, δηλαδή, για να μας πνίξουν. Εμείς οι Έλληνες δεν θα τους αφήσουμε.
Πάνος Καϊσίδης
Δημοσιογράφος-Συγγραφέας
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου