Ο εσκιάς — εκδικητής Αναστάς Αγάς, καπνέμπορος, γεννήθηκε το 1696 στο χωριό Ορτά Ασάρ της Πάφρας του Πόντου. Αρκετές φορές τον πίεσαν οι άνθρωποι του ντερέ-μπεη Αχμέτ Πασά να αλλαξοπιστήσει, να γίνει, δηλαδή, από χριστιανός μουσουλμάνος. Επειδή δεν δέχθηκε άρχισαν οι διωγμοί εναντίον του και εναντίον της οικογένειάς του.
Οι Τούρκοι συνέλαβαν και φυλάκισαν μέλη της οικογένειάς του, που αρνούνταν να γίνουν μουσουλμάνοι. Κάτω από τις πιέσεις αυτές και φοβούμενος τα χειρότερα, αναγκάστηκε να καταφύγει στα γύρω βουνά για ασφάλεια αλλά και για να εκδικηθεί τους Τούρκους. Έγινε εσκιάς - εκδικητής το 1720 και πολέμησε κατά του ντερέμπεη και των ανθρώπων του μέχρι το 1740. Σε όλο αυτό το διάστημα, προστάτευε τους Έλληνες χριστιανούς από τους διωγμούς των Τούρκων. Πάλεψε, αγωνίστηκε, διώχθηκε στα βουνά από διάφορα αποσπάσματα που έστειλε εναντίον του ο ντερέ-μπεης.
Με κίνδυνο και για την ίδια του τη ζωή, ο Αναστάς Αγάς πολέμησε πολλές φορές τους πολυάριθμους ενόπλους άνδρες του ντερέμπεη. Υποχρεώθηκε και αυτός από τα πράγματα να κάψει δεκάδες σπίτια Τούρκων σε χωριά τους, που υπήρχαν στην περιοχή και κατά μήκος του Άλυ ποταμού (Κιζίλ Ιρμάκ), σε αντίποινα για τα σπίτια που είχαν κάψει οι Τούρκοι, τόσο στο χωριό του όσο και σε άλλα χριστιανικά χωριά γύρω.
Πάφρα |
Σημείωσε πλούσια αντιτουρκική δράση και πέτυχε αρκετά στον σκοπό του. Συνεργάστηκε με άλλους εσκιάδες — εκδικητές, που δρούσαν στα βουνά της Πάφρας, της Σαμψούντας, της Γάβζας και του Βεζιρ Κιοπρού.
Η περιοχή δράσης του Αναστάς Αγά ήταν εκεί όπου οι κάτοικοι ασχολούνταν με την παραγωγή καπνού, η ζήτηση του οποίου ήταν πάντα μεγάλη και οι τιμές τους έφταναν τη μισή χρυσή λίρα η οκά.
Για τον λόγο αυτό, οι καπνοκαλλιεργητές είχαν μεγάλη οικονομική επιφάνεια. Και ο Αναστάς Αγάς ως καπνέμπορος είχε αποκομίσει μεγάλα κέρδη.
Μετά από κάθε πώληση καπνών, τις χρυσές λίρες των παραγωγών τις έπαιρναν με τη βία οι άνθρωποι του ντερέμπεη για λογαριασμό του αφέντη τους. Και σαν να μην έφτανε αυτό, λεηλατούσαν και τα σπίτια των χριστιανών, αρπάζοντας ό,τι πολύτιμο έβρισκαν σε αυτά.
Η ευαίσθητη ψυχή του Αναστάς Αγά δεν μπορούσε να ανεχθεί τέτοιου είδους καταπίεση και εκμετάλλευση. Ήταν και από τη φύση του άνθρωπος δίκαιος, εργατικός και θεοφοβούμενος. Όταν, όμως, γνώρισε την απάνθρωπη αυτή συμπεριφορά των Τούρκων σε βάρος των ομοθρήσκων του χριστιανών, αλλά και των συγχωριανών του, ζώστηκε τα άρματα και τράβηξε για το βουνό για εκδίκηση και προστασία των Ελλήνων.
Στην προσπάθειά του να προστατεύσει τις Ελληνοπούλες, που τις άρπαζαν οι Τούρκοι για να τις πουλήσουν στα σκλαβοπάζαρα της Ανατολής, δεν δίστασε ο Αναστάς Αγάς να κάνει και αυτός το ίδιο με τις Τουρκοπούλες.
Έστηνε καρτέρι σε διάφορα περάσματα έξω από τα τουρκοχώρια και, αφού σκότωνε τους άνδρες, άρπαζε τις γυναίκες και τις ανέβαζε στο βουνό. Αρχιζε τις διαπραγματεύσεις στη συνέχεια με τον ντερέμπεη, ζητώντας την απελευθέρωση των Ελληνίδων που είχαν απαγάγει οι άνθρωποι του. Σε περίπτωση που ο Οικονομολόγος ντερέμπεης δεν δεχόταν την ανταλλαγή, _ συγγραψέας δεν δίσταζε και αυτός να κάνει ως αντίποινα όσα έκαναν οι Τούρκοι στις Ελληνίδες.
Ο Αναστάς Αγάς, όπως και δεκάδες άλλοι εσκιάδες -εκδικητές, τιμώντας τη γενιά του, έγραψε και αυτός τη δική του ιστορία επάνω στα βουνά της Πάφρας κατά την περίοδο 1720 — 1740. Ο αγώνας του για να μην γίνουν εξισλαμισμοί των Ελλήνων, σε πολλές περιπτώσεις, είχε θετικά αποτελέσματα.
Οι Έλληνες της περιοχής της Πάφρας έπαιρναν θάρρος βλέποντας ότι κάποιος τους προστατεύει από τους Τούρκους. Οι γενναίοι εσκιάδες — εκδικητές ήταν για τους απλούς Έλληνες μια αχτίδα ελπίδας ότι δεν θα χάσουν την ορθόδοξη χριστιανική τους θρησκεία, την οποία θεωρούσαν ύψιστο αγαθό του κάθε Έλληνα.
Όσοι από τους κατοίκους της περιοχής της Πάφρας επέζησαν και ήρθαν με την ανταλλαγή του 1922 -1923 στην Ελλάδα, διηγούνταν στα παιδιά τους τη δράση και την προσφορά του Αναστάς Αγά, όπως ακριβώς τα είχαν ακούσει από τους γονείς τους, οι οποίοι είχαν τον μεγάλο εσκιά — εκδικητή, τον ευπατρίδη καπνέμπορο Αναστάς Αγά, ως παράδειγμα πατριώτη και καλού χριστιανού.
Σημειώνουμε ότι τον 18ο αιώνα, δεν χρησιμοποιούσαν οι Παφραίοι επώνυμα, αλλά τα ονόματά τους, που τα συνόδευε κάτι σχετικό με το επάγγελμά τους, τον τόπο καταγωγής τους και το γένος ή το σόι στο οποία ανήκαν.
Γιώργος Αντωνιάδης
Οικονομολόγος-Συγγραφέας
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου