Το ουσιαστικό αγιθοδώρισμα ή αΐθοδώρισμαν είναι παράγωγο από το ρήμα αγιθοδωρίζω*, που η ενέργεια του σχετίζεται με την ανάμνηση της ζωής και του έργου του τιμωμένου Αγίου Θεοδώρου. Αναφέρεται στην πρώτη εβδομάδα των νηστειών της Μεγάλης Τεσσαρακοστής και κυρίως στο τελευταίο από τα τρία —Σάββατα των ψυχών, το οποίο είναι αφιερωμένο στον Άγιο Θεόδωρο του Τήρωνος.
Στο εκκλησιαστικό της ορθοδοξίας βιβλίο: Μέγας Ιερός Συνέκδημος και στο κεφάλαιο με το οποίο αρχίζει η Μεγάλη Σαρακοστή (Σάββατο των νηστειών) γράφεται, πως η ημέρα αυτή είναι αναμνηστική του θαύματος που πραγματοποίησε με τα κόλλυβα ο πολύαθλος και αήττητος Θεόδωρος.
Γι' αυτό και η νηστεία της Μεγάλης Τεσσαρακοστής (των σαράντα οκτώ ημερών) ξεκινά το βράδυ της τελευταίας Κυριακής των Αποκριών.
Οι συνειδητοποιημένοι χριστιανοί στα πασχαλινά πρεπούμενα και πιστοί στον πασχάλιο κύκλο, γνωρίζουν πια, πως τελείωσαν οι χοροί και οι διασκεδάσεις, οι χαρές και τα πανηγύρια.
Αρχίζει η περίοδος των δοκιμασιών και της προσαρμογής σε όσα οι γραφές και η παράδοση επιτάσσουν. Γι' αυτό και σύμφωνα με το έθιμο τρώνε συμβολικά ένα καλά βρασμένο αυγό το βράδυ της παραμονής της Καθαρής Δευτέρας.
Κλείνουν δηλαδή το στόμα με αυγό και θα τ' ανοίξουν πάλι με αυγό (κόκκινο αυτή τη φορά) το βράδυ της Ανάστασης του Κυρίου. «Με αυγό κλείνατο, με αυγό ανοίγατο».
Έτσι απλά σκεπτόμενοι οι Πόντιοι έβαζαν φραγή στα αρτύσιμα, ενώ περιόριζαν την όρεξη για οποιοδήποτε βρώσιμο. Μια γενικότερη εγκράτεια, ( υλική και πνευματική), ήταν το ζητούμενο.
Το αγιθοδώρισμα για το οποίο γίνεται λόγος, συνδέεται με μια ολίγων ημερών αποχή από κάθε είδους τροφή. Η εκούσια στέρηση από νερό και φαγητό έχει δυο εφαρμογές και δυο λογιών επιλογές. Η πρώτη αρχίζει το βράδυ της Κυριακής της Τυρινής. Διαρκεί τρεις ημέρες και φθάνει ως το πρωινό της Τετάρτης. Μετά το πέρας της λειτουργίας των Προηγιασμένων Δώρων ο πιστός μεταλαμβάνει και λύεται η δοκιμασία του.
Στη δεύτερη επιλογή της σχεδόν μιας εβδομάδας νήστευσης, μεσολαβεί μια διακοπή, την ημέρα της Πέμπτης. Ακολούθως συνεχίζεται ως τον εσπερινό των Α' Χαιρετισμών, οπότε ο ιερέας που στα μικρά μέρη γνωρίζει πράγματα και καταστάσεις, διαβάζει συγχωρητική ευχή και προσφέρει στον νηστευτή ή στη νηστεύτρια αγιασμένο νερό να πιει και ύψωμαν** για φαΐ, που έχει για την περίπτωση, φυλάξει.
Η λήξη της νηστείας επέρχεται το πρωινό του Σαββάτου, στο οποίο τελείται η ακολουθία προς τιμή του Αγίου Θεοδώρου του Τήρωνος. Ο Άγιος είναι γνωστός για την ανδρεία του (κυριολεκτικά και μεταφορικά), για την ηρωική αντιμετώπιση των βασανιστηρίων του και για την αντοχή της παραμονής του στη φυλακή, χωρίς τροφή και νερό.
Σε ανάμνηση των γνωρισμάτων του αυτών, ο με τη θέλησή του αγιοθωρήσας ή αγιοθωρίσασσα δέχεται παρόμοια τις όποιες στερήσεις, με επιστέγασμα και ως θεία αμοιβή, τη Μετάληψη των αχράντων μυστηρίων.
Όπως είναι επόμενο αυτή την εξαντλητική νηστεία των τριών ημερών ή των πέντε, δεν μπορεί ο καθένας να την ακολουθήσει. Γι' αυτό κι όσοι καταφέρνουν να νηστέψουν το χρονικό αυτό μεγάλο διάστημα, τους πρέπει ξεχωριστή τιμή, χώρια από το θαυμασμό και την εκτίμηση που δικαιούται.
Στα χωριά του Πόντου και καθώς ο άγιος Θεόδωρος είναι γεννημένος στα βυζαντινά Ευχάιτα της Παφλαγονίας (αργότερα Θεοδωρούπολ*** από το όνομα του Αγίου και σήμερα Σαφράμπολη, πενήντα χιλιόμετρα από την Κασταμονή) η δοκιμασία της πενθήμερης συνήθως αποχής από τροφή δεν τελείωνε μετά τη Θεία Κοινωνία του Σαββάτου. Συνεχίζονταν σαν ξεχωριστή γιορτή στο σπίτι, όπου στους συγχαρητήριους επισκέψεις συμμετείχαν συγγενείς και φίλοι.
Οι επισκέπτες τις πιο πολλές φορές για να εκφράσουν την ευαρέσκειά τους στο πρόσωπο κυρίως της νέας κοπέλας της προσέφεραν δώρα. Κι ήταν αυτά τα αγιθοδωρισσαί όπως τα έλεγαν. Διάφορα τραγήματα κάστανα, φουντούκια, καρύδια, αμύγδαλα και στραγάλια ήταν οι προσφορές τους.
Εικάζεται πως, από νηστείες τους είδους και από παρόμοιες διατροφικές παραλλαγές δανείσθηκαν το διαιτολόγιο τους οι ειδικοί. Από εδώ και οι διαπιστώσεις τους για την εξαγωγή συμπερασμάτων, οι σχετικές με την έρευνά των αιτίων της μακροζωίας των ανθρώπων του Καυκάσου.
Οι ξηροί καρποί, μια πετυχημένη πρόταση προς αυτή την κατεύθυνση. Έτσι αιτιολογούσαν τη μακροβιότητα και προσέθεταν και την εγκράτεια ως αποτελεσματική επενέργεια στη διατροφή.
Ωστόσο, οι Μαθουσάλες (εκατοχρονίτες και πέρα) των ορεινών περιοχών του Πόντου σίγουρα τα αγνοούσαν όλα αυτά. Εκείνοι θήτευαν με νηστεία και προσευχή πιστοί στην παράδοση και το τυπικό της Ορθοδοξίας, τιμώντας χωρίς να το ξέρουν καλά- καλά και στα όσα πρεσβεύει ο λαογραφικός λόγος: «Αλοίμονο σ' εκείνον που κι 'μπορεί να 'φτάει ζαφτ σ'η γούλαν 'ατ».
Ίσως πάλι να γνώριζαν το μυστικό, ότι μόνο με την επιβολή της θέλησης πάνω στην όποια επιθυμία της σάρκας επιτυγχάνεται η γειτονία με τα θεία μυστήρια της εκκλησίας. Το γεγονός ότι τιμούσαν ιδιαίτερα πολύ τις αρραβωνιασμένες κοπέλες που Αγιθοδώριζαν φανερώνει κι όλας το θαυμασμό τους απέναντι σ' αυτή την επιβολή.
Είναι γνωστό ότι η ποντιακή οικογένεια όχι μόνον πίστευε στην αγνότητα του σώματος, αλλά συχνά διακήρυττε ότι εκείνος που δεν μπορεί να κουμαντάρει τις ορέξεις του ή δεν δύναται να κατευνάσει τις επιθυμίες του ως άτομο, χάνει και τον έλεγχο του πάνω στις ορέξεις της σάρκας. Έλεγαν χαρακτηριστικά: «Αλοίμονον σε κείνον που κι' επορεί να ευτάει ζαφτ ση γούλαν**** ατ.».
Έτσι η κοπέλα που φανέρωνε με εμπράγματα στοιχεία, πως με νηστεία και προσευχή μπορεί να ζήσει, ξεχώριζε. Διότι έδινε ακέραια τα διαπιστευτήρια της, ότι μπορούσε να υποστεί τα συνακόλουθα της μοναξιάς, ύστερα από το γάμο, όταν ο νιόγαμος θα έπαιρνε ακολουθώντας τη μοίρα του ελληνισμού, το δρόμο της ξενιτιάς.
Γι' αυτό και η μητέρα του νέου (η πεθερά) πρόσφερε πλούσια τα δώρα στην αγιθοδώρισσα, ύστερα από τη διαδικασία και τη δοκιμασία του αγιθοδώρισματος που εθιμικά έμπαινε σε εφαρμογή. Αλλά και οι συγγενείς και οι φίλοι πραγματοποιούσαν συγχαρητηρίους επισκέψεις στην αγιθοδώρισσα, και δεν παρέλειπαν να τονίσουν το ακέραιο του χαρακτήρα της, καθώς ήταν δυνατή και μετρημένη και γνώριζε να καταπολεμά τις αξιώσεις του σώματος.
Εξάλλου η συχνά επαναλαμβανόμενη φράση «όποιος δεν κάνει κουμάντο για το τι ακριβώς θα περάσει από το λαιμό του, δεν μπορεί να ελέγξει και πολλά άλλα περάσματα». Έδιναν έτσι, άλλη διάσταση στην έννοια της πολυήμερης νηστείας, αναδεικνύοντας την υπομονή, την εγκαρτέρηση την προσδοκία ως ξεχωριστές ιδιότητες του χριστιανού.
Νόρα Κωνσταντινίδου
Εκπαιδευτικός- Συγγραφέας
Πηγη: Περιοδικό ΠΟΝΤΙΑΚΑ
Συμπληρωματικά:
*αγιθοδωρίζω, από το όνομα: Άγιος Θεόδωρος, νηστεία τριών ή πέντε ημερών.
** ύψωμα ή ύψωμαν και ύμψωμαν, το αντίδωρο που υπερυψώνει ο ιερέας, υπεράνω των αχράντων μυστηρίων, πάνω από την αγία τράπεζα.
*** Θεοδωρούπολη, τα βυζαντινά Ευχάιτα που πήραν το όνομα του Θεοδώρου του Τήρωνος, των κολλύβων. Σήμερα Σαφράμπολη ή Σαφράμπογλου για τους Τούρκους.
**** γούλα, ο οισοφάγος, λαιμός.
Στο εκκλησιαστικό της ορθοδοξίας βιβλίο: Μέγας Ιερός Συνέκδημος και στο κεφάλαιο με το οποίο αρχίζει η Μεγάλη Σαρακοστή (Σάββατο των νηστειών) γράφεται, πως η ημέρα αυτή είναι αναμνηστική του θαύματος που πραγματοποίησε με τα κόλλυβα ο πολύαθλος και αήττητος Θεόδωρος.
Γι' αυτό και η νηστεία της Μεγάλης Τεσσαρακοστής (των σαράντα οκτώ ημερών) ξεκινά το βράδυ της τελευταίας Κυριακής των Αποκριών.
Οι συνειδητοποιημένοι χριστιανοί στα πασχαλινά πρεπούμενα και πιστοί στον πασχάλιο κύκλο, γνωρίζουν πια, πως τελείωσαν οι χοροί και οι διασκεδάσεις, οι χαρές και τα πανηγύρια.
Αρχίζει η περίοδος των δοκιμασιών και της προσαρμογής σε όσα οι γραφές και η παράδοση επιτάσσουν. Γι' αυτό και σύμφωνα με το έθιμο τρώνε συμβολικά ένα καλά βρασμένο αυγό το βράδυ της παραμονής της Καθαρής Δευτέρας.
Κλείνουν δηλαδή το στόμα με αυγό και θα τ' ανοίξουν πάλι με αυγό (κόκκινο αυτή τη φορά) το βράδυ της Ανάστασης του Κυρίου. «Με αυγό κλείνατο, με αυγό ανοίγατο».
Έτσι απλά σκεπτόμενοι οι Πόντιοι έβαζαν φραγή στα αρτύσιμα, ενώ περιόριζαν την όρεξη για οποιοδήποτε βρώσιμο. Μια γενικότερη εγκράτεια, ( υλική και πνευματική), ήταν το ζητούμενο.
Το αγιθοδώρισμα για το οποίο γίνεται λόγος, συνδέεται με μια ολίγων ημερών αποχή από κάθε είδους τροφή. Η εκούσια στέρηση από νερό και φαγητό έχει δυο εφαρμογές και δυο λογιών επιλογές. Η πρώτη αρχίζει το βράδυ της Κυριακής της Τυρινής. Διαρκεί τρεις ημέρες και φθάνει ως το πρωινό της Τετάρτης. Μετά το πέρας της λειτουργίας των Προηγιασμένων Δώρων ο πιστός μεταλαμβάνει και λύεται η δοκιμασία του.
Στη δεύτερη επιλογή της σχεδόν μιας εβδομάδας νήστευσης, μεσολαβεί μια διακοπή, την ημέρα της Πέμπτης. Ακολούθως συνεχίζεται ως τον εσπερινό των Α' Χαιρετισμών, οπότε ο ιερέας που στα μικρά μέρη γνωρίζει πράγματα και καταστάσεις, διαβάζει συγχωρητική ευχή και προσφέρει στον νηστευτή ή στη νηστεύτρια αγιασμένο νερό να πιει και ύψωμαν** για φαΐ, που έχει για την περίπτωση, φυλάξει.
Η λήξη της νηστείας επέρχεται το πρωινό του Σαββάτου, στο οποίο τελείται η ακολουθία προς τιμή του Αγίου Θεοδώρου του Τήρωνος. Ο Άγιος είναι γνωστός για την ανδρεία του (κυριολεκτικά και μεταφορικά), για την ηρωική αντιμετώπιση των βασανιστηρίων του και για την αντοχή της παραμονής του στη φυλακή, χωρίς τροφή και νερό.
Σε ανάμνηση των γνωρισμάτων του αυτών, ο με τη θέλησή του αγιοθωρήσας ή αγιοθωρίσασσα δέχεται παρόμοια τις όποιες στερήσεις, με επιστέγασμα και ως θεία αμοιβή, τη Μετάληψη των αχράντων μυστηρίων.
Όπως είναι επόμενο αυτή την εξαντλητική νηστεία των τριών ημερών ή των πέντε, δεν μπορεί ο καθένας να την ακολουθήσει. Γι' αυτό κι όσοι καταφέρνουν να νηστέψουν το χρονικό αυτό μεγάλο διάστημα, τους πρέπει ξεχωριστή τιμή, χώρια από το θαυμασμό και την εκτίμηση που δικαιούται.
Στα χωριά του Πόντου και καθώς ο άγιος Θεόδωρος είναι γεννημένος στα βυζαντινά Ευχάιτα της Παφλαγονίας (αργότερα Θεοδωρούπολ*** από το όνομα του Αγίου και σήμερα Σαφράμπολη, πενήντα χιλιόμετρα από την Κασταμονή) η δοκιμασία της πενθήμερης συνήθως αποχής από τροφή δεν τελείωνε μετά τη Θεία Κοινωνία του Σαββάτου. Συνεχίζονταν σαν ξεχωριστή γιορτή στο σπίτι, όπου στους συγχαρητήριους επισκέψεις συμμετείχαν συγγενείς και φίλοι.
Οι επισκέπτες τις πιο πολλές φορές για να εκφράσουν την ευαρέσκειά τους στο πρόσωπο κυρίως της νέας κοπέλας της προσέφεραν δώρα. Κι ήταν αυτά τα αγιθοδωρισσαί όπως τα έλεγαν. Διάφορα τραγήματα κάστανα, φουντούκια, καρύδια, αμύγδαλα και στραγάλια ήταν οι προσφορές τους.
Εικάζεται πως, από νηστείες τους είδους και από παρόμοιες διατροφικές παραλλαγές δανείσθηκαν το διαιτολόγιο τους οι ειδικοί. Από εδώ και οι διαπιστώσεις τους για την εξαγωγή συμπερασμάτων, οι σχετικές με την έρευνά των αιτίων της μακροζωίας των ανθρώπων του Καυκάσου.
Οι ξηροί καρποί, μια πετυχημένη πρόταση προς αυτή την κατεύθυνση. Έτσι αιτιολογούσαν τη μακροβιότητα και προσέθεταν και την εγκράτεια ως αποτελεσματική επενέργεια στη διατροφή.
Ωστόσο, οι Μαθουσάλες (εκατοχρονίτες και πέρα) των ορεινών περιοχών του Πόντου σίγουρα τα αγνοούσαν όλα αυτά. Εκείνοι θήτευαν με νηστεία και προσευχή πιστοί στην παράδοση και το τυπικό της Ορθοδοξίας, τιμώντας χωρίς να το ξέρουν καλά- καλά και στα όσα πρεσβεύει ο λαογραφικός λόγος: «Αλοίμονο σ' εκείνον που κι 'μπορεί να 'φτάει ζαφτ σ'η γούλαν 'ατ».
Ίσως πάλι να γνώριζαν το μυστικό, ότι μόνο με την επιβολή της θέλησης πάνω στην όποια επιθυμία της σάρκας επιτυγχάνεται η γειτονία με τα θεία μυστήρια της εκκλησίας. Το γεγονός ότι τιμούσαν ιδιαίτερα πολύ τις αρραβωνιασμένες κοπέλες που Αγιθοδώριζαν φανερώνει κι όλας το θαυμασμό τους απέναντι σ' αυτή την επιβολή.
Είναι γνωστό ότι η ποντιακή οικογένεια όχι μόνον πίστευε στην αγνότητα του σώματος, αλλά συχνά διακήρυττε ότι εκείνος που δεν μπορεί να κουμαντάρει τις ορέξεις του ή δεν δύναται να κατευνάσει τις επιθυμίες του ως άτομο, χάνει και τον έλεγχο του πάνω στις ορέξεις της σάρκας. Έλεγαν χαρακτηριστικά: «Αλοίμονον σε κείνον που κι' επορεί να ευτάει ζαφτ ση γούλαν**** ατ.».
Έτσι η κοπέλα που φανέρωνε με εμπράγματα στοιχεία, πως με νηστεία και προσευχή μπορεί να ζήσει, ξεχώριζε. Διότι έδινε ακέραια τα διαπιστευτήρια της, ότι μπορούσε να υποστεί τα συνακόλουθα της μοναξιάς, ύστερα από το γάμο, όταν ο νιόγαμος θα έπαιρνε ακολουθώντας τη μοίρα του ελληνισμού, το δρόμο της ξενιτιάς.
Γι' αυτό και η μητέρα του νέου (η πεθερά) πρόσφερε πλούσια τα δώρα στην αγιθοδώρισσα, ύστερα από τη διαδικασία και τη δοκιμασία του αγιθοδώρισματος που εθιμικά έμπαινε σε εφαρμογή. Αλλά και οι συγγενείς και οι φίλοι πραγματοποιούσαν συγχαρητηρίους επισκέψεις στην αγιθοδώρισσα, και δεν παρέλειπαν να τονίσουν το ακέραιο του χαρακτήρα της, καθώς ήταν δυνατή και μετρημένη και γνώριζε να καταπολεμά τις αξιώσεις του σώματος.
Εξάλλου η συχνά επαναλαμβανόμενη φράση «όποιος δεν κάνει κουμάντο για το τι ακριβώς θα περάσει από το λαιμό του, δεν μπορεί να ελέγξει και πολλά άλλα περάσματα». Έδιναν έτσι, άλλη διάσταση στην έννοια της πολυήμερης νηστείας, αναδεικνύοντας την υπομονή, την εγκαρτέρηση την προσδοκία ως ξεχωριστές ιδιότητες του χριστιανού.
Νόρα Κωνσταντινίδου
Εκπαιδευτικός- Συγγραφέας
Πηγη: Περιοδικό ΠΟΝΤΙΑΚΑ
Συμπληρωματικά:
*αγιθοδωρίζω, από το όνομα: Άγιος Θεόδωρος, νηστεία τριών ή πέντε ημερών.
** ύψωμα ή ύψωμαν και ύμψωμαν, το αντίδωρο που υπερυψώνει ο ιερέας, υπεράνω των αχράντων μυστηρίων, πάνω από την αγία τράπεζα.
*** Θεοδωρούπολη, τα βυζαντινά Ευχάιτα που πήραν το όνομα του Θεοδώρου του Τήρωνος, των κολλύβων. Σήμερα Σαφράμπολη ή Σαφράμπογλου για τους Τούρκους.
**** γούλα, ο οισοφάγος, λαιμός.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου