Χάρης Προδρομίδης: Ένας μετανάστης σαν τους άλλους, αλλά...

Κυριακή 10 Μαρτίου 2013


Το 2011 έχει ελάχιστες ομοιότητες με το 1963, το δέ­κατο έτος μετά την εφαρμογή της διακρατικής μεταναστευ­τικής συμφωνίας ανάμεσα στην Ελλάδα και την Αυστραλία (1953). Αλλά η ιστορία επαναλαμβάνεται, πάντοτε με τα διαφορετικά γνωρίσματα των καιρών. Όπως το 1963, έτσι και το 2011, ένας μεγάλος αριθμός Ελλήνων προσπαθεί να αφήσει την Ελλάδα του Γεωργίου Παπανδρέου Β', του Κωνσταντίνου Καραμανλή Β' και του Αντώνη Σαμαρά, και να μεταναστεύσει στην Αυστραλία, γιατί στην Ελλάδα δεν υπάρχει καμιά προοπτική, όπως συνέβαινε και το 1963.
Χιλιάδες και πάλι οι υποψήφιοι μετανάστες
Η ελληνικής καταγωγής πρέσβειρα της Αυστραλίας στην Αθήνα Τζένι Μπλούμφιλντ ανέβασε τον αριθμό των αιτήσεων Ελλήνων, που θέλουν να μεταναστεύσουν στην Αυστραλία, σε 20.000. Δηλαδή χιλιάδες και πάλι.
Η μεγάλη διαφορά είναι ότι το 1953 και το 1963, επί Αλέξανδρου Παπάγου, Κωνσταντίνου Καραμανλή Α' και Γεωργίου Παπανδρέου Α', εκείνοι που μετανάστευαν ήταν στη συντριπτική τους πλειοψηφία γεωργοί και ανειδίκευτοι εργάτες. Σήμερα, εκείνοι που ζητάνε να μεταναστεύσουν στην Αυστραλία είναι στη συντριπτική τους πλειοψηφία επιστήμονες και ειδικευμένοι τεχνίτες, θύματα της ασυδο­σίας των ατόμων με τα μεγάλα κεφάλαια, που ενισχύθηκαν από τον Κωνσταντίνο Καραμανλή Β' και από τον Γεώργιο Παπανδρέου Β', γιατί αυτοί τους έκαναν πρωθυπουργούς.
«Για να μην δουν τα παιδιά τους να πεινάνε στην Ελ­λάδα»
Ο πρόεδρος της Ελληνικής Κοινότητας Μελβούρνης Αυστραλίας Βασίλης Παπαστεργιάδης, όταν ρωτήθηκε, είπε ότι έχει πάρει χιλιάδες αιτήσεις Ελλήνων, που θέλουν να μεταναστεύσουν για να μην δουν τα παιδιά τους να πεινάνε στην Ελλάδα — των γραικύλων, συμπληρώνουμε εμείς (Ο χαρακτηρισμός ορισμένων ατόμων ως γραικύ­λων ανήκει στον Κικέρωνα και σημαίνει δουλόφρονες). Το ίδιο επιβεβαιώνει, λίγο συγκρατημένα, και η πρέσβει­ρα της Αυστραλίας στην Αθήνα Τζένι Μπλούμφιλντ.
Η «τυπική» περίπτωση του Χάρη Προδρομίδη
Η περίπτωση του μετανάστη στη Μελβούρνη της Αυστραλίας Χάρη Προδρομίδη, από την Αγία Κυρια­κή Κιλκίς, θα μπορούσε να χαρακτηριστεί τυπική. Ένας νέος άνθρωπος, που επιθυμεί βαθιά να δημιουργήσει και να ζήσει κάπως καλύτερα, αποφασίζει το 1963 να αφήσει την Ελλάδα, τη μάνα του και τα αδέλφια του, και να ξενι­τευτεί στην άλλη άκρη του κόσμου. Τέτοιες περιπτώσεις υπήρξαν χιλιάδες.
Η περίπτωση του Χάρη Προδρομίδη, όμως, έχει και κάποιες ιδιαιτερότητες. Πρώτα πρώτα είναι η κοινωνική του συνείδηση, που τον φέρνει σε αντίθεση με το καθεστώς που επικρατούσε στην Ελλάδα το 1963. Τον κομμουνιστή πατέ­ρα του τον σκότωσαν οι δεξιοί. Αργότερα, στην Ξηρόβρυση, του, το ανεψάκι του και τον γαμπρό του. Ο Χάρης Προδρομίδης, χωρίς ποτέ να ξεχάσει τους δικούς του, ήταν έτοιμος να συγχωρήσει τους δολοφόνους. Δεν τον άφηναν, όμως, και τον κυνηγούσαν, μαζί με όλους τους άλλους αριστερούς Έλληνες, που δούλευαν στις οικοδομές.
Για επιστροφή στο χωριό δεν γι­νόταν λόγος. Τα λιγοστά άγονα χωράφια στην Αγία Κυριακή δεν μπορούσαν να θρέψουν την πολυμελή οικογένεια. Τσιφλικάδες και μεγαλοκληρούχοι κατείχαν χιλιάδες στρέμματα.
Ήταν, όμως, και άλλες ιδιαιτερότητες, όπως το όι έμαθε κάποια γράμματα, έμαθε μια τέχνη στα ορφανοτροφεία, όπου τον έστειλαν για το καλό του, αποχωρίζοντάς τον, όμως, από την οικογένειά του. Την ίδια μοίρα με τον Χάρη Προδρομίδη είχαν, τότε, και πολλά άλλα Ελληνόπουλα, το καθένα, όμως, με την ξεχωριστή του ιστορία. Ήταν και άλλα, που θα τα συναντήσει ο αναγνώστης στη συνέχεια.
Ο Χάρης (Χαράλαμπος) Προδρομίδης γεννήθηκε στι 8 Νοεμβρίου 1934 στο μικρό χωριό Αγία Κυριακή Κιλκίς, από γονείς αγρότες, πρόσφυγες από τον Πόντο. Δωδεκάχρονος ακόμη έμαθε τον θάνατο του πατέρα του Αναστάσιου Προδρομίδη, καπετάνιου του ΕΛΑΣ στα χρόνια της Εθνικής Αντίστασης κατά των Γερμανών. Τον σκότωσαν δεξιοί παρακρατικοί, που δρούσαν σε όλη την Ελλάδα λίγο πριν από την έναρξη του εμφύλιου πολέμου. Την ίδια χρονιά, στην Ξηρόβρυση, γειτονικό μαρτυρικό χωριό με την Αγία Κυριακή, οι παρακρατι­κοί έσφαξαν την αδελφή του Ελένη Προδρομίδου — Παπαδοπούλου, τον άντρα της Κώστα Παπαδόπουλο και με εφτά μαχαιριές τον γιο τους δυόμισι ετών.
Τα μέλη της οικογένειας, που γλίτωσαν από το μακελειό, κατέφυγαν στην Εξοχή (Ασβεστοχώρι) Θεσσαλονίκης, όπου λειτουργούσε το σανατόριο για φυματικούς.
Ο διευθυντής του σανατόριου Γιώργος Γεωργαντουλίδης φρόντισε να μπουν τα παιδιά σε ιδρύματα' ο Χαράλαμπος στον «Αριστοτέλη» Καλαμαριάς, ο Νίκος στο «Παπάφειο» και η πιο μικρή Παρθενόπη στη «Μέριμνα», στην οδό Εθνικής Άμυνας.
Το 1950, μαζί με άλλα παιδιά, ο Χαράλαμπος στάλθηκε στο οικοτροφείο της Γεωργοκτηνοτροφικής Σχολής Πτολεμαΐδας, όπου έμεινε τέσσερα χρόνια. Πήγε, δηλαδή, 16 ετών και έφυγε 20. Για την παραμονή του στα ιδρύματα, ο Χάρης Προδρομίδης λέει ότι πέρασε καλά.
Και πάλι με την οικογένεια του
Επέστρεψε στην Εξοχή (Ασβεστοχώρι) και δούλεψε για ένα εξάμηνο στην αστική συγκοινωνία, στο λεωφορείο Θεσσαλονίκη — Εξοχή — Χορτιάτης. Μετά νοίκιασε σπί­τι στην οδό Ακροπόλεως, στη Θεσσαλονίκη, και βρήκε δουλειά στα κεραμοποιεία «Μέγας Αλέξανδρος», στο Κορδελιό, μέχρι το 1962. Για να τα βγάλει πέρα, εργα­ζόταν συγχρόνως, εποχιακά, στις οικοδομές, ως βοηθός σοβατζή στον Γιώργο Ααμπριανίδη, και στο ελαιουργείο Ξενάκη. Τότε ακουγόταν ότι «ο εργολάβος Γιάννης Μαρ­γαρίτης δίνει δουλειά στους αριστερούς». Πήγε και αυτός και δούλεψε. Το 1963 δούλεψε στην εταιρεία Τσαβαχίδη — Μπαγανά ως υδραυλικός. Τον ρώτησαν αν μπορεί να περάσει σωλήνες και εκείνος είπε ναι.
Απο αριστερα: Χ. Προδρομίδης , Ι. Παυλίδης , Θ. Δημητρίου , Κ. Δημητρίου, Π. Παυλίδου , Ν.  Γιαννακάκη , Μ. Προδρομίδου

Όλες αυτές οι περιπέτειες του Χάρη Προδρομίδη κράτησαν μέχρι τις 29 Δεκεμβρίου 1963. Εκείνη την ημέρα πήρε το καράβι «Ελληνίς» της εταιρείας Χανδρής για την Αυστραλία. Το καράβι έκανε 18 ημέρες να φτάσει στην Αυστραλία. Με το ίδιο καράβι ταξίδευε ως μετανά­στρια και η κατοπινή αρραβωνιαστικιά και γυναίκα του, η Πόντια, επίσης, Μαρία Γραμματικοπούλου, από το Πρό­χωμα Θεσσαλονίκης.
«Έφυγα, ουσιαστικά, για πολιτικούς λόγους», λέει ο Χάρης Προδρομίδης. «Πήγαινα για δουλειά και μου ζη­τούσαν κάρτα από κάποιον βουλευτή της Δεξιάς. Ρου­σφέτια, δηλαδή, για ψηφοθηρία. Βρίσκαμε δουλειά, κενές θέσεις, μας υπόσχονταν οι βουλευτές ότι θα δουλέψουμε εκεί, αλλά έβαζαν κάτω από το όνομά μας κόκκινη γραμ­μή και, βέβαια, δεν μας προσλάμβαναν για δουλειά. Μας κρατούσαν για λίγο στις πιο σκληρές δουλειές και μετά μας έδιωχναν».
Οι μετανάστες, που ήταν τα πιο γερά παιδιά της ελ­ληνικής υπαίθρου, περνούσαν, στην οδό Λέοντος Σοφού, στη Θεσσαλονίκη, από Έλληνες γιατρούς, όλων των ει­δικοτήτων, που τους πλήρωναν, όμως, οι Αυστραλοί. Τα ονόματά τους ήταν σε έναν κατάλογο. Με βάση τον κατά­λογο αυτόν, παρακολουθούσαν και μαθήματα αγγλικής, ταχύρρυθμης εκπαίδευσης, για τρεις έως πέντε μήνες, σε μια ειδική σχολή στην οδό Ρογκότη (κοντά στην Τσιμισκή). Οι δάσκαλοι ήταν Έλληνες.
Κάθε μετανάστης πλήρωνε στο κράτος ένα παράβολο 600 δραχμών και, βέβαια, τα ναύλα για το ταξίδι μέχρι τον Πειραιά. Εκεί, το εισιτήριο για το πλοίο το πλήρωνε η αυστραλιανή κυβέρνηση. Ένας όρος επέβαλε στον κάθε μετανάστη να δουλέψει τουλάχιστον δύο χρόνια στην Αυ­στραλία. Μετά μπορούσε να φύγει, αν ήθελε, κάτι, όμως, που δεν έγινε σχεδόν ποτέ. Όλοι έμεναν στην Αυστρα­λία.
Έκαναν δύο παιδιά, την Ευδοκία, που γεννήθηκε στην Ελλάδα το 1966 (το αντρόγυνο βρέθηκε με άδεια στην πα­τρίδα), και την Ελένη, το 1968, που γεννήθηκε στη Μελ­βούρνη, στο σπίτι έξω από το οποίο φωτογραφίσαμε τον Χάρη Προδρομίδη, στην περιοχή Φίτσροϊλ. Για τα παιδιά έπαιρνε ένα επίδομα, ένα βοήθημα, δηλαδή. 
Κοντά στο σπίτι που νοίκιαζε η οικογένεια, ο Χάρης Προδρομίδης έπιασε δουλειά σε εργοστάσιο σοκαλοτοποιΐας. Μαζί του δούλευε και η γυναίκα του Μαρία. Εργάστηκαν περίπου έναν χρόνο. Στη συνέχεια, η Μαρία δούλεψε στην κλωστο­ϋφαντουργία «Γιάραφολ», από το όνομα του ποταμού της Μελβούρνης, του Γιάρα. Πολύ κοντά είναι ο ουρανοξύ­στης «Γιουρίκα», που τον έχτισε ο Ηπειρώτης Νώντας Κατσαλίδης. Είναι ένας από τους μεγαλύτερους ουρανοξύστες στον κόσμο (κάποτε ήταν ο μεγαλύτερος).

Το 1970, μέσω του Παγκοσμίου Συμβουλίου Εκκλη­σιών, στο οποίο πλήρωσαν με δόσεις το ποσό που χρειάστη­κε, πήρε από τη Ρουμανία στη Μελβούρνη την αδελφή του Καλλιόπη, τον άντρα της Θεόδωρο και τα δυο παιδιά τους, τον Δημήτρη και τον Τάσο. Ο Θεόδωρος πέθανε και τάφηκε στη Μελβούρνη, σε ηλικία 82 ετών.
Ο Χάρης Προδρομί­δης γύρισε στην Ελλάδα και πήρε μαζί του στη Μελβούρνη τη μητέρα του Ευδοκία, για να δει την κόρη της Καλλιόπη, που είχαν χωρίσει το 1947, όταν η Καλλιόπη ήταν 14 ετών.
 Η μάνα, που είχε ζητήσει από τα παιδιά της να τη θάψουν στην Ελλάδα, στην Αγία Κυριακή, στον τάφο του άντρα της, πέθανε το 1970. Την έφεραν στην Ελλάδα, αλλά, για διάφο­ρους λόγους, την έθαψαν στο Κορδελιό.
Μέχρι το 1972 δεν υπήρχε κρατική κοινωνική ασφά­λιση στην Αυστραλία. Όλοι οι εργαζόμενοι ήταν ασφαλι­σμένοι σε ιδιωτικές ασφαλιστικές εταιρείες. Το 1972 ήρθε η εργατική κυβέρνηση του Γκοφ Γουΐτλαμ, που καθιέρω­σε την κοινωνική ασφάλιση, που προέβλεπε ιατρική και φαρμακευτική περίθαλψη και δωρεάν παιδεία. Με την κυ­βέρνηση των Φιλελευθέρων καθιερώθηκε να έχουν συμ­μετοχή στην ασφάλιση και οι εργαζόμενοι.
Δικό του σπίτι κατόρθωσε να αποκτήσει ο Χάρης Προδρομίδης το 1975. Μέχρι τότε ήταν στο νοίκι. Για ένα δωμάτιο πλήρωναν την εβδομάδα δύο λίρες (δεν είχε καθιερωθεί ακόμη το αυστραλιανό δολάριο). Για ένα δια­μέρισμα πλήρωναν πέντε λίρες την εβδομάδα. Μετά πλή­ρωναν 22 δολάρια, δηλαδή περίπου δέκα λίρες.
Ο Χάρης Προδρομίδης, που ζει και εργάζεται στη Μελβούρνη περίπου 47 χρόνια, τονίζει ότι «η ζωή στην Αυστραλία είναι φθηνή και λεφτά υπάρχουν. Ιδιαίτερα από το 1982 και μετά, που μπήκαν στην αυστραλιανή αγορά τα αμερικάνικα κεφάλαια.
Είναι η δουλειά σκληρότερη, αλλά υπάρχει αφθονία. Ρούχα, παπούτσια, οικιακά σκεύη και πολλά άλλα παράγονται από αμερικάνικες εταιρείες. Οι αυτοκινητοβιομηχανίες Φορντ και Τζένεραλ Μότορς δίνουν δουλειά σε χιλιάδες εργαζόμενους. Έζησα κοντά με Ιταλούς, Σέρβους, Αυστραλούς. Ήμασταν όλοι στην ίδια μοί­ρα. Οι Ιταλοί είχαν καλύτερους τεχνίτες. Όι είχε σχέση με τσιμέντο, αυτοί το έφτιαχναν. Μετά μάθαμε κι εμείς».
Συγκινούνταν όλοι όταν μάθαιναν για κάποιον Έλληνα μετανάστη που πέθανε. Επειδή ήταν νέοι και υγιείς, μό­νον σε ατυχήματα πέθαιναν. Άρχισαν να πεθαίνουν γύρω στα 30 άτομα την εβδομάδα, κατά τα τελευταία χρόνια, που οι πρώτοι μετανάστες γέρασαν.
Διατηρούσαν κοινωνικές σχέσεις, πηγαίνοντας σε γά­μους και βαφτίσεις. Οι περισσότεροι μετανάστες ήταν άντρες και ανύπαντροι και ζητούσαν νύφες από την Ελ­λάδα. Κάτι που είναι άγνωστο στην Ελλάδα είναι ότι τα παιδιά που γεννήθηκαν στην Αυστραλία λένε πως είναι Αυστραλοέλληνες!
 Η πρώτη γενιά των μεταναστών είναι οι Ελληνοαυστραλοί. Οι πρώτοι μετανάστες, γύρω στο 95% μιλάνε στα παιδιά τους ελληνικά. Μόνον ένα 5% μι­λάνε εγγλέζικα. Το βέβαιο είναι ότι έζησαν και ζουν πολύ καλύτερα από ό,τι στην Ελλάδα.
Από πολύ νωρίς ο Χάρης Προδρομίδης άρχισε να εν­διαφέρεται για τα κοινά. Το 1965 γράφτηκε μέλος της Ελ­ληνικής Ορθόδοξης Κοινότητας Μελβούρνης και Βικτωρίας. Ωστόσο, η πλειοψηφία των Ελλήνων δεν εγγράφεται στην Κοινότητα. Ο αριθμός των μελών της Κοινότητας άρχισε να αυξάνεται τα τελευταία χρόνια, από τη δεύτερη γενιά. Τα περισσότερα μέλη του Δ. Σ. της Κοινότητας είναι της δεύτερης γενιάς. Η τρίτη γενιά δεν «ψάχνεται», συνήθως δεν ξέρει τι είναι. Στη γενιά αυτή ανήκουν και οι περισσότεροι που άλλαξαν τα ονόματά τους και τα έκαναν αγγλοσαξωνικά. Στην Αυστραλία, αντίθετα με τις ΗΠΑ, πολύ λίγοι Έλληνες μίκραιναν τα ονόματά τους και αυτό για λόγους δουλειάς. Ολοι οι παλαιοί διατηρούν ολόκληρα τα ελληνικά τους ονόματα.
Το 1967, ο Χάρης Προδρομίδης γράφτηκε μέλος του Συλλόγου Θεσσαλονικέων, που είχε έδρα στο Φίτσροϊ, κο­ντά στο σπίτι του. Στον σύλλογο αυτόν συμμετείχε επί δύο θητείες στο Δ. Σ. Μαζί του ήταν και άλλοι Πόντιοι, από την Καλαμαριά και το κέντρο της Θεσσαλονίκης. Το 1977 έγινε μέλος του Δ. Σ. της Ελληνικής Κοινότητας του Κλάιτον, στη νοτιοανατολική Μελβούρνη. Ήταν μέλος από το 1975.
Τον Φεβρουάριο του 1994 ο Χάρης Προδρομίδης συμμετείχε στην κίνηση για την ίδρυση ναού της Σουμε- λά. Τότε, ο Γιάννης Σαλπιγκτίδης, που ήταν πολύ δρα­στήριος στα ποντιακά σωματεία, τον κάλεσε τηλεφωνι­κά να αντιμετωπίσουν όλοι μαζί το θέμα του ναού της Παναγίας Σουμελά, στο Κίλορ, στη δυτική Μελβούρνη. Τον Μάρτιο του 1994 έγινε το φεστιβάλ της Ελληνικής Ορθόδοξης Κοινότητας Μελβούρνης — Βικτωρίας, στο οποίο συμμετείχε και η Ποντιακή Κοινότητα Μελβούρ­νης — Βικτωρίας με δικό της περίπτερο. Τότε γράφτηκε μέλος στην Ποντιακή Κοινότητα. Το 1994 κλήθηκε να προσφέρει τις υπηρεσίες του στο Δ. Σ. της Ομοσπονδίας Ποντιακών Σωματείων Αυστραλίας, που είχε έδρα κάθε φορά και μία άλλη πόλη. Μαζί του, από τη Μελβούρνη, η Ρόμα Σιάχου και ο Νίκος Μπογιαννίδης.
Το 1999 ήταν ένα από τα ιδρυτικά μέλη του Συλλόγου Ποντίων Μελβούρνης «Εύξεινος Πόντο», στον οποίο τώρα είναι πρόεδρος ο φιλόλογος Στέφανος Κωνσταντινίδης και γενικός γραμματέας ο ηλεκτρολόγος Τάσος Δημητρίου.
Την άνοιξη του 2001, ο Χάρης Προδρομίδης συμ­μετείχε ως αντιπρόσωπος της Μελβούρνης στο Ε' Πα­γκόσμιο Συνέδριο του Ποντιακού Ελληνισμού, στη Θεσσαλονίκη, μαζί με τον Κυριάκο Αμανατίδη και τον Παναγιώτη Δεμουρτζίδη. Τώρα δραστηριοποιείται στη Συντονιστική Επιτροπή Ποντιακών Σωματείων για τις εκδηλώσεις, κάθε Μάιο, για τη Γενοκτονία, πρόεδρος της οποίας είναι ο Σπύρος Κοροσίδης.
Το ενδιαφέρον για τη ζωή και τη δράση του Χάρη Προ­δρομίδη στη μετανάστευση, στην Αυστραλία, έγκειται στο γεγονός ότι η περιγραφή δίνει κάπως την εικόνα των χιλιά­δων Ελλήνων μεταναστών σε όλο τον κόσμο. Κανενός η περίπτωση δεν είναι ίδια με ενός άλλου και κανένας δεν είναι δυνατόν να συγκριθεί με κάποιον άλλον.
 Όταν, όμως, θα δια­βάζουν τις γραμμές αυτές, όλοι θα ανακαλούν στη μνήμη τους το πώς ξεκίνησαν για την ξενιτιά και πού βρίσκονται σήμερα, οι περισσότεροι με τον βαθύ πόθο να γυρίσουν στην πατρίδα.
Με τη σημερινή κατάσταση, όπως την κα­τάντησαν οι κυβερνήσεις, από τη δικτατορία του 1967 και μετά, κανείς δεν το διακινδυνεύει να επιστρέψει. Αλλά και τα όσα δημιούργησαν εκεί αποτελούν αξεπέραστα εμπόδια. Αυτοί που θα επιτύχουν την επιστροφή θα είναι οι μεγάλοι τυχεροί. Όχι, όμως, σε μια Ελλάδα σαν τη σημερινή, από την οποία, όπως την κατάντησαν χούντα, Καραμανλήδες και Παπανδρέου, κοιτάμε να φύγουμε κι εμείς!




Πάνος Καϊσίδης
Δημοσιογράφος-Συγγραφέας


Πηγη: Περιοδικό :"ΠΟΝΤΙΑΚΑ"
Share

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

 
Copyright © 2015 Santeos
| Design By Herdiansyah Hamzah