Κάθε λαός και κάθε φυλή έχουν τα δικά τους έθιμα του
γάμου. Ιδιαιτερότητα, ανάμεσα στα ελληνικά γαμήλια έθιμα, παρουσιάζουν εκείνα της περιοχής Ακ Μαντέν της Μικράς Ασίας. Αναφερόμαστε στις προϋποθέσεις,
που επέτρεπαν έναν γάμο, και στο τι συνέβαινε, όταν δεν υπήρχαν αυτές οι
προϋποθέσεις.
Τον γάμο δύο νέων,
έπρεπε να τον εγκρίνουν, πρώτα από όλα, οι γονείς τους, πρωτίστως του νέου, όχι
σπάνια, όμως, και της νέας. Όταν, λοιπόν, αγαπιόταν ένα ζευγάρι, αλλά υπήρχε η
άρνηση των γονιών του νέου, τότε συνέβαινε, συνήθως, ένα από τα εξής: Μια
Κυριακή, όταν έλειπαν όλοι στην εκκλησία, η νέα πήγαινε και θρονιαζόταν σε μια γωνιά του σπιτιού του
καλού της και τότε έλεγαν: «Η κόρ'
εκάτσεν κα», δηλαδή η κόρη, η νέα, κάθισε κάτω.
Τότε παρενέβαιναν, μεσολαβητικά, ο παπάς ή ο πρόεδρος του
χωριού, θεωρώντας το γεγονός
τετελεσμένο. Αυτοί συντελούσαν αποτελεσματικά στην πραγματοποίηση του γάμου.Στην
περίπτωση άρνησης από την πλευρά των γονέων του νέου ή και της νέας,
επακολουθούσε, συνήθως, το κλέψιμο (απαγωγή, σύρσιμον).
Στο χωριό Παχτζατζούχ των
παππούδων μου υπήρχε ο ειδικός στο κλέψιμο της νέας Γοτσά Σαρούς, ένας γλεντζές
των γάμων και των πανηγυριών.
Ο Γιωρίκας του Τιμίκ,
ωραίος και εμφανίσιμος, από κάθε άποψη, φτωχός, όμως, χωρίς αξιόλογη περιουσία,
διατηρούσε πολυχρονη σχέση
με την Ανάστα του Παϊρακτάρ, του πιο
πλούσιου της περιοχής, με κοπάδια πρόβατα, αγελάδες και άλογα.
Τη λύση στον γάμο
των δύο νέων ανέλαβε να τη δώσει ο Γοτσά Σαρούς. Και η λύση δεν ήταν άλλη από
το κλέψιμο, την απαγωγή της νέας. Ο Παϊρακτάρτς,
ενημερωμένος από κάποιον αντίζηλο του Γιωρίκα,
έβαλε σε περιορισμό την κόρη του, την Ανάστα.
Το μεγαλύτερο πρόβλημα για την απαγωγή της κόρης,
που αντιμετώπιζαν ο Γοτσά Σαρούς, ο Γιωρίκας και οι φίλοι του ήταν τα πολλά σκυλιά
του Παϊρακτάρ, που φύλαγαν τον ίδιο και
τα κοπάδια του.
Επί μία εβδομάδα, ο
Γοτσά Σαρούς έψαχνε τα σκυλιά του Παϊρακτάρ και όπου τα έβρισκε, τα τάϊζε κρέας καβουρμά (βρασμένο κρέας με το
λίπος του ή και με χοιρινό λίπος, που το διατηρούσαν όλο τον χειμώνα). Με τους
καβουρμάδες του, ο Γοτσά Σαρούς έγινε φίλος με τα σκυλιά του Παϊρακτάρ. Όρισαν
την ημέρα της απαγωγής της κόρης και έστειλαν τη γριά Παρέσα να πάει να το πει
κρυφά στην Ανάστα.
Αργά το βράδυ της
ημέρας που όρισαν, βρέθηκε η παρέα έξω από το σπίτι του Παϊρακτάρ. Ήταν ο
Γοτσά Σαρούς, ο υποψήφιος γαμπρός, ο Γιωρίκας και ο Χάμπος ο πεχλιβάνος. Το πρόβλημα με τα σκυλιά το έλυσε ο Γοτσά
Σαρούς. Με τα κομμάτια του καβουρμά που πρόσφερε, τα οδήγησε μέσα στο μαντρί
και εκεί τα κλείδωσε να φάνε τον καβουρμά τους. Με σκάλα, ανέβηκαν στη σκεπή
του σπιτιού και εκεί άνοιξαν τρύπα πάνω από το δωμάτιο της Ανάστας.
Έριξαν την άκρη του
σχοινιού στην Ανάστα, που δέθηκε με αυτό, κατά το σχέδιο, και βρόντησε το κολιέ
της, σημάδι ότι είναι έτοιμη. Ήταν η σειρά του Χάμπου, που τράβηξε την Ανάστα
και, στο λεπτό, την ανέβασε επάνω. Στη συνέχεια, κατεβαίνουν τη σκάλα και
φεύγουν έξω από το χωριό. Στην άκρη του δρόμου, τους περιμένουν άλογα σελωμένα.
Ανεβαίνουν και φεύγουν για το χωριό Γούρτινη, όπου τους περιμένει ένας φίλος
του Γοτσά Σαρού.
Ο Γοτσά Σαρούς έδωσε εντολή να μείνει εκεί
το ζευγάρι κρυμμένο, τουλάχιστον επί μία εβδομάδα. Ο Γοτσά Σαρούς επιστρέφει
στο σπίτι του και ξαπλώνει στο κρεβάτι, όπου, ελαφρά τη καρδία, αποκοιμιέται.
Το πρωί ο Παϊρακτάρτς χαλάει τον
κόσμο με τις φωνές και τις βρισιές του. Γρήγορα καταλαβαίνει ότι η απαγωγή της
κόρης του είναι έργο του Γοτσά Σαρού. Πηγαίνει στη γυναίκα του, λοιπόν, την
Τσαχουρίνα, για να μεταφέρει στον άντρα της τις απειλές του.
-Τσαχουρίνα, της
φωνάζει, να ξέρεις, με τις δουλειές του άντρα σου, γρήγορα θα μείνεις χήρα! Θα τον περιμένω εδώ στο
σπίτι του να γυρίσει από τα κατορθώματά του. Εδώ, σήμερα, θα τελειώσουν όλα.
Πίστευε ο
Παϊρακτάρτς ότι ο Γοτσά Σαρούς βρίσκεται μαζί με το ζευγάρι.
-Μώσε, λέει η
Τσαχουρίνα, ντο λες, Αβράμ, ο Μουχαήλτς απέσ'
κείται! (κοιμάται μέσα).
Μάταια αναζήτησε
αλλού τους αίτιους για την απαγωγή της κόρης του ο Παϊρακτάρτς. Μέσα σε μια
εβδομάδα, με τη διαμεσολάβηση των αρχών του χωριού, δηλαδή του ιερέα και του
μουχτάρη, επικράτησε ηρεμία στο Παχτζατζούχ. Ακολούθησε γάμος τρικούβερτος. Και
ο λαϊκός ποιητής τραγούδησε:
Ο Γοτσά Σαρούς, τη
κόσμονος ο ψεύτες και τοι κοριτσιών ο κλέφτες!
Χρίστος Παπαδόπουλος
Εκπαιδευτικός-Συγγραφέας
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου