... Εδώ και μια
σχεδόν δεκαετία περιέρχομαι, πάνω στο χάρτη του Πόντου, τις πόλεις και τα χωριά, μοναστήρια,
ποτάμια και κοιλάδες, βουνά, οροσειρές, οροπέδια, χαράδρες, δάση, ακτές,
λιμάνια και ακρωτήρια, αρπαγμένη μια από τον Ανατολικό και μια από το Δυτικό
Πόντο.
Κι επιτέλους, μετά
από τόσων χρόνων περιπλάνηση πάνω στο χάρτη, το ταξίδι μου στον Πόντο,
ταξίδεμα αληθινό. Και βιάζομαι, όλοι βιαζόμαστε να ταξιδευτούμε βαθιά στο
χρόνο, σε κάθε στιγμή του τότε και του σήμερα, ανυπομονώντας, από όποια περιοχή
κι αν καταγόμαστε, να φτάσουμε στην πρωτεύουσά μας, την Τραπεζούντα.
Και πια όλο και πλησιάζουμε. Έχουμε φύγει
μόλις από τη Σαμψούντα, αφού πριν είχαμε αφήσει πίσω την Πάφρα και τον Άλυ
ποταμό — «Ο μεγαλύτερος της Μικράς Ασίας», θα
μας πει ο φίλος μας Ναζμί, όταν στο γυρισμό για την Ελλάδα θα περάσουμε από την Αμάσεια και τη
Μερζιφούντα.
Και θα
μας πει ακόμα, μεταξύ πολλών ιστορικών γεγονότων, ότι πηγάζει από τον
Αντίταυρο, το γνωστό όρος της Μικράς
Ασίας και χύνεται στη Μαύρη Θάλασσα, διαβρέχοντας το υψίπεδο, λίγο πριν τη
Μερζιφούντα που απλώνεται, υπερήφανα, καθώς μου φάνηκε, γυμνό. — Ίσα που άρχισε
να χαμηλώνει ο ήχος ήταν. Μας είπε και για το έδαφος, το εύφορο, που παράγει
πολύ καλής ποιότητας ρύζι...
... Η
Μαύρη θάλασσα αριστερά μου, ακυμάτιστη ίσως. Στα μάτια μου θολούρα. Δεν
διακρίνω καλά την εικόνα της, ο ουρανός είναι συννεφιασμένος. Η όμορφη Βίκη — Βικτωρία
Γερασιμίδου κι όχι μόνο ωραία στη μορφή, η φίλη φιλόλογος από την Κατερίνη,
«στην Τραπεζούντα θα κλάψουμε μαζί» μου'
λεγε από τη στιγμή που περάσαμε στον Πόντο.
Η φωνή του φίλου Ναζμή Αρίφ, μακρινός απόηχος.
Για ιστορία και πολιτισμό, που φέρνουν συγκινήσεις, μιλά, ενώ ταξιδεύομαι στη
φωνή του πατέρα μου. Το' ξερα,
το φοβόμουν, πως η Τραπεζούντα κι η Αργυρούπολη κι η πέρα η Χαλδία ολόκληρη,
θα μου' φερναν αναμνήσεις από την
οικογένεια.
Πολλά δεν έλεγε ο πατέρας μου, απλώς μόνο
υπερηφανευόταν, για την αγάπη τους στα Γράμματα. Για σχολεία που έχτισε παλιά η
οικογένειά τους — «Μας τα στέρησε τα Γράμματα ο πόλεμος», πικραινόταν. Οι πιο
πολλές μνήμες του ήταν από το σπίτι τους στο κτήμα, στα ενδότερα της Χαλδίας.
Η θύμηση όμως, που ιδιαίτερα το συγκινούσε τον
πατέρα μου, ήταν τα «περσικά» που έμαθε στο λιμάνι της Τραπεζούντας που' ρχονταν, τα φορτωμένα περσικούς τάπητες
και ... μεταξωτά ίσως ή τι άλλο ποιος ξέρει.
Η ιστορία γράφει, ναι, για όλα αυτά, αλλά θα μπορούσα να' χω από αυτόπτη μάρτυρα ζωντανή την εικόνα
των καραβανιών απ' την Περσία. Είναι
και η φωνή του ξεναγού μας που ακούγεται λέγοντας κάτι για μετάξι. Και συνειρμικά θυμάμαι από
διαβάσματα και ακούσματα βέβαια, τα μεταξωτά της Τραπεζούντας. Μέσα μου κι ο
θυμός. Για το που δε ρωτούσα τον πατέρα μου και τον παππού μου Χρήστο
Μουρατίδη, να μάθω λεπτομέρειες για κάποια πράγματα. Σαν κι ο παππούς κι ο
πατέρας μου όσο κι εγώ θα ζούσαν για να μου προλαβαίνουν τις απορίες μου.
Στην Τραπεζούντα
ήταν σαν σε άλλη εποχή να βρίσκομαι. Ταξίδια σε πιο πέρα εποχές. Στη χώρα την
Τραπεζούντια. Που δεν έχει σχέση με το Μεσαίωνα και την Ιερά Εξέταση της Δύσης.
Όπου κι ο λαός επέλεγε, κατά τους ιστορικούς κι όπως τα γεγονότα καταγράφονται,
τον ηγεμόνα του οποίου ήθελε να είναι υπήκοος — Έντονα αντιδρώντας σε ηγεμόνες
που δεν ήταν της αρεσκείας του.
Κι όπου στα
μοναστήρια της, εμπνευσμένοι ιερομόναχοι, από πολύ νωρίς, μελετούν την Αρχαία
Ελληνική Γραμματεία. Εντρυφούν ανακαλύπτοντας τον ελληνικό στοχασμό —
Φιλοσοφία, Αστρονομία, Μαθηματικά, Τραγικούς ποιητές. Και θεμελιώνουν, αφοσιωμένοι Ορθόδοξοι, με
φωτισμένους της Δύσης, την Αναγέννηση.
Για τον ιστορικό
Αλεξάντερ Α. Βασίλιεφ, «Το Βυζάντιο συνεισέφερε τα μέγιστα
στην ιστορία της Αναγέννησης». «Με τη δράση ικανών ανθρώπων, όπως ο Πλήθων ή ο
Βησσαρίων, που άνοιξαν τους ορίζοντες στην Ιταλία», λέει ο Ρώσος ιστορικός, «η
Δύση γίνεται γνώστης της ελληνικής γλώσσας και λογοτεχνίας».
Δέσποινα Πολυχρονίδου
Πηγη:Περιοδικο "ΠΟΝΤΙΑΚΑ"
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου