Why so much unfairness?
(Poem dedicated to the Genocide of Pontus, 1914-1922)
Cooper mining deposits in Asia Minor
raised
on the second decade
of the 20.th century,
vital economic interests
in Germany,
which had to be urgently satisfied!...
So send the Germans, immediately,
a claim to the Turks,
in order to expulse,
by any means,
the Greek population,
out of Pontus...
And therefore, on a cold day,
early in the year 1921, in Pontus,
a Greek man
was sitting, as many others like him,
near the gallows
-since 1914, a familiar frightend scene,
for thousands of pontic Greeks, indeed...-,
waiting to his death,
after one, or two days...
He stayed there,
feelling
so dazed and stunned,
that everything around him
was rotating...
He thought hopeless,
having a lump in his throat,
on his children,
on his wife, on his parents and on his friends,
while he was vainly looking
for an answer
to all these reasonable questions:
"Why so much unfairness?
Why do they want to kill all of us?
What was wrong with us?"...
The only thing,
that we can still do,
for all these poor people now,
is to cry silent,
and to pray to God,
that they were the last innocent victims,
all over around the world,
who ought to die,
due to the fact,
that the vital economic interests
of the richies,
must, in any case and at any price,
be fully satisfied!...
Thomas Akritidis, Levkotopos, Greece
Γιατί τόσο πολύ άδικο;
(Ποίημα αφιερωμένο στη Γενοκτονία του Πόντου, 1914-1923)
Κοιτάσματα χαλκού στη Μικρά Ασία
διήγηραν
κατά την δεύτερη δεκάδα
του 20. αιώνα,
ζωτικά οικονομικά συμφέροντα
στη Γερμανία,
που έπρεπε να ικανοποιηθούν αμέσως!...
Έτσι έδωσαν οι Γερμανοί αμέσως
διαταγή στους Τούρκους,
σύμφωνα με την οποία, θα έπρεπε να καταδιωχθεί
με κάθε μέσο,
ο ελληνικός πληθυσμός,
από τον Πόντο...
Κι έτσι, μια κρύα μέρα,
στις αρχές του 1921, στον Πόντο,
ένας Έλληνας άντρας
κάθονταν, όπως και πολλοί άλλοι σαν κι'αυτόν,
κοντά στις κρεμάλες,
-από το 1914 βέβαια, μια γνώριμη σκηνή τρόμου,
για χιλιάδες Πόντιους Έλληνες...-,
περιμένοντας το θάνατό του,
μετά από μια ή δυο μέρες...
Στέκονταν εκεί,
κι αισθάνονταν
τόσο ζαλισμένος και σαστισμένος,
που το κάθε τι γύρω από αυτόν στριφογύριζε...
Σκεφτόταν χωρίς ελπίδα,
έχοντας ένα κόμπο στο λαιμό,
τα παιδιά του,
τη γυναίκα του, τους γονείς του και τους φίλους του,
ενώ μάταια έψαχνε να βρει
μια απάντηση
σ'όλα τα παρακάτω λογικά κι εύλογα ερωτήματα:
"Γιατί τόσο άδικο;
Γιατί θέλουν να μας σκοτώσουν?
Τι κακό κάναμε;"...
Το μόνο πράγμα
που μπορούμε να κάνουμε
για όλους αυτούς τους άτυχους ανθρώπους τώρα,
είναι να κλάψουμε βουβά,
και να παρακαλέσουμε το Θεό,
να ήταν τα τελευταία αθώα θύματα,
σε ολόκληρο τον κόσμο,
που έπρεπε να πεθάνουν,
λόγω του ότι,
τα ζωτικά οικονομικά συμφέροντα
των ισχυρών,
θα πρέπει
να ικανοποιούνται εντελώς
σε κάθε περίπτωση και με οποιοδήποτε κόστος!...
Θωμάς Ακριτίδης, Λευκότοπος Σερρών