Ο
ποντιακός και ο μικρασιατικός ελληνισμός, στις αρχές του 20ού αιώνα,
υπερτερούσε πληθυσμιακά των Ελλήνων του ελλαδικού χώρου. Η ανταλλαγή των
πληθυσμών υπήρξε για τον ελληνισμό μεγαλύτερη καταστροφή ακόμη και από την
άλωση της Κωνσταντινούπολης. Και αυτό διότι με την άλωση της Πόλης, οι Έλληνες
παρέμειναν στις εστίες τους και μεγαλούργησαν, έστω και κάτω από την οθωμανική
δουλεία. Με τη γενοκτονία, όμως, και τη μικρασιατική καταστροφή, ξεριζώθηκαν
για πάντα από τα μέρη τους.
Ο
αριθμός των εξισλαμισμένων, των διωχθέντων, των εκτοπισθέντων, των
δολοφονηθέντων, είναι συγκλονιστικός. Βεβαίως η θλίψη δεν μεγαλώνει ανάλογα με
τον αριθμό των νεκρών. Την ίδια θλίψη και την ίδια οργή αισθανόμαστε για κάθε
έναν ξεχωριστά από όσους εξοντώθηκαν στις αλησμόνητες πατρίδες της Ανατολής.
Το τεράστιο μέγεθος, όμως, των νεκρών τρομάζει και η ατιμωρησία των υπευθύνων
μάς απογοητεύει. Μόνον μερικά ενδεικτικά περιστατικά θα θυμηθούμε, από τα
χιλιάδες που συνέβησαν.
Στον
Πόντο, στις περιοχές Τόνυας, Όφη, Σουρμένων και Ματσούκας διαβιούν ακόμη
ελληνόφωνοι μουσουλμάνοι, οι οποίοι αλλαξοπίστησαν βίαια τον 17ο και τον 18ο
αιώνα. Το 1841, η στατιστική του Οικουμενικού Πατριαρχείου τους υπολόγιζε σε
190.000. Το 1923 υποχρεώθηκαν όλοι αυτοί να μείνουν στην Τουρκία, επειδή η Συνθήκη
της Λοζάνης όριζε ως μοναδικό κριτήριο για την ανταλλαγή τη θρησκεία. Σήμερα,
οι ίδιοι λένε: «Εμείς Έλλενες είμεστεν. Έναν αίμαν είμεστεν μετ' εσάς».
Η κηδεία του καπετάν Ευκλείδη, 11-02-1937 |
Τραγικό
κεφάλαιο αποτελούν οι βίαιοι εξισλαμισμοί του 20ού αιώνα. Σύμφωνα με τα
προξενικά αρχεία, «δεν μπορούν πλέον να μετρηθούν, γιατί οι Τούρκοι, εκμεταλλευόμενοι
τη φτώχεια, την πείνα, το κρύο και την απόγνωση των ταλαίπωρων χριστιανών,
εξισλαμίζουν τους πεινασμένους με ένα πιάτο φακή».
Εξισλαμισμοί γίνονται σε χωριά της Σεβάστειας, της Νικόπολης και της Κολωνίας από το 1916. Άρνηση του εξισλαμισμού σημαίνει διωγμούς, εκτοπίσεις, αγχόνες. Από τις 200 ελληνικές οικογένειες στο χωριό Κορατζά, απέμειναν μόνον 26. Οι άλλες αφανίστηκαν. Μία από τις 26 ήταν η οικογένεια του ιερέα, η οποία απέφυγε τον θάνατο μόνον με τον εξισλαμισμό της κόρης και της νύφης. Οι τουρκικές αρχές έπαιρναν τα Ελληνόπουλα δήθεν για να τα προστατέψουν και τα έστελναν σε τουρκικά σχολεία στη Σεβάστεια, όπου, βέβαια, έπαιρναν την ανάλογη αγωγή.
Εξισλαμισμοί γίνονται σε χωριά της Σεβάστειας, της Νικόπολης και της Κολωνίας από το 1916. Άρνηση του εξισλαμισμού σημαίνει διωγμούς, εκτοπίσεις, αγχόνες. Από τις 200 ελληνικές οικογένειες στο χωριό Κορατζά, απέμειναν μόνον 26. Οι άλλες αφανίστηκαν. Μία από τις 26 ήταν η οικογένεια του ιερέα, η οποία απέφυγε τον θάνατο μόνον με τον εξισλαμισμό της κόρης και της νύφης. Οι τουρκικές αρχές έπαιρναν τα Ελληνόπουλα δήθεν για να τα προστατέψουν και τα έστελναν σε τουρκικά σχολεία στη Σεβάστεια, όπου, βέβαια, έπαιρναν την ανάλογη αγωγή.
Χιλιάδες
αναγκάστηκαν να δεχθούν φαινομενικά τον ισλαμισμό, διατηρώντας, ωστόσο, στα
βάθη της ψυχής τους, τη χριστιανική πίστη και, όπου οι συνθήκες το επέτρεπαν,
και την ελληνική γλώσσα. Στα φανερά παρουσιάζονται ως μουσουλμάνοι και στα
κρυφά ως χριστιανοί. Η ανταλλαγή των πληθυσμών στηρίχθηκε αποκλειστικά στο
θρήσκευμα. Τους βρήκε από την άλλη πλευρά, αφού τυπικά ήταν μουσουλμάνοι.
Σύμφωνα με τις εκθέσεις του ελληνικού υπουργείου Εξωτερικών, το 1914, οι καταγεγραμμένοι
επίσημα κρυπτοχριστιανοί ήταν 43.000. Σήμερα, άλλοι τους κατεβάζουν σε 40.000
και άλλοι τους ανεβάζουν σε 2.000.000. Είναι τα θύματα μιας αυταρχικής
διοίκησης, που εξανάγκαζε επαρχίες ολόκληρες να εξισλαμίζονται. Όταν έλθει
πραγματική δημοκρατία στην Τουρκία και ο καθένας θα μπορεί να εκφράζει τις
θρησκευτικές του πεποιθήσεις, τότε θα γίνει γνωστό πόσοι είναι οι
κρυπτοχριστιανοί και τα προσωπικά δράματα που συνέβησαν στις περιοχές της
Ανατολίας και του Πόντου.
Κατά
την τουρκοκρατία, η Μαύρη Θάλασσα, η Γεωργία και η Ρωσία αποτέλεσαν το
καταφύγιο των Ποντίων. Στις αρχές του 20ού αιώνα ζούσαν στη Ρωσία περισσότεροι
από 650.000 Έλληνες Πόντιοι. Από αυτούς, εκατό χιλιάδες, περίπου, κατόρθωσαν να
έρθουν στην Ελλάδα έως τη μικρασιατική καταστροφή. Διακόσιες χιλιάδες χάθηκαν
κατά τη διάρκεια του ρωσικού εμφυλίου πολέμου, θύματα των αντιμαχόμενων
παρατάξεων.
Από
τους 697.000 Πόντιους, που ζούσαν το 1913 στον Πόντο, πάνω από 350.000, δηλαδή
περισσότεροι από τους μισούς, βρήκαν οικτρό θάνατο έως το 1923, στις πόλεις και
τα χωριά, στα βουνά, στις εξορίες και τις φυλακές, στα τάγματα εργασίας, που
ήταν τάγματα θανάτου, με βάση τα επίσημα στοιχεία των Νεότουρκων.
Η
κατάσταση στον Πόντο και στην Ιωνία επιδεινώθηκε στις αρχές του 1915, όταν,
υπό το πρόσχημα λήψης μέτρων για τις ανάγκες του πολέμου, αναγκάζονταν οι
χριστιανοί των παραλίων να μετακινηθούν στα βάθη της Ανατολής. Εκτοπίσεις,
λεηλασίες, πυρπολήσεις χωριών, βιασμοί και δολοφονίες, με κύριο στόχο την
αλλοίωση του εθνικού χαρακτήρα των ελληνικών περιοχών και τον εκτουρκισμό τους.
Ο Κώστας Φωτιάδης, συγκρίνοντας τα εγκλήματα στα στρατόπεδα συγκέντρωσης του
Άουσβιτς κ. ά. με τη γενοκτονία, αναφέρει ότι οι εκτοπίσεις, εξορίες ολόκληρων
χωριών, οι εξοντωτικές πορείες μέσα στα χιόνια, δεν οδηγούσαν σε κανένα
Άουσβιτς, γιατί ήταν ένα Άουσβιτς σε ροή, καθώς οι άνθρωποι πέθαιναν καθ' οδόν
από τις κακουχίες, την πείνα, τον εξευτελισμό. Για τους περισσότερους δεν
υπήρχε τέρμα, υπήρχε μόνον ο θάνατος. Οι Τούρκοι ισχυρίζονται ότι τις
εκτοπίσεις τις απαιτούσαν οι στρατιωτικές ανάγκες και ότι τα χέρια τους δεν
είχαν λερωθεί με αίμα, γιατί οι χριστιανοί πέθαιναν μόνοι τους στον δρόμο!
Τούρκος
αστυνομικός διαλαλούσε με δημόσιο κήρυκα, τον Ιούλιο του 1915 ότι «παραδίδω
γυναίκες χριστιανών αντί πέντε λεπτών το κομμάτι!».
Μετά
από 25 ημέρες πορείας, οι κάτοικοι της Τρίπολης υποχρεώθηκαν να εγκατασταθούν
στο αρμενικό χωριό Μπιρκ, που ήταν έρημο, γιατί οι κάτοικοι του είχαν
σφαγιαστεί έναν χρόνο νωρίτερα. Χωρίς νερό, μέσα στη βρωμιά και την ψείρα, τις
επιδημίες, τον τύφο και την πανούκλα, σε τρεις μήνες πέθαναν και οι 13.000
εκδιωχθέντες από τα σπίτια τους στην Τρίπολη.
Το
1916, ολόκληρος ο ελληνικός πληθυσμός της Σινώπης και της παραλιακής περιοχής
της επαρχίας Κασταμονής είχε εξοριστεί. Εξορία και εξόντωση έχουν στα τουρκικά
την ίδια σημασία, γιατί όποιος δεν δολοφονείται, πεθαίνει από τις αρρώστιες και
την πείνα.
Οι κάτοικοι των δεκαέξι χωριών της περιοχής Βαζελώνα, της περιφέρειας Τραπεζούντας, όλοι Έλληνες, μετά από εντολή του τουρκικού στρατού, εγκατέλειψαν τις κατοικίες τους. Στη μέγιστη πλειοψηφία τους εξοντώθηκαν. Τον Δεκέμβριο του 1916, στην Αμισό (Σαμψούντα), οι Τούρκοι λεηλάτησαν πέντε χωριά και κατόπιν τα έκαψαν. Στην περιφέρεια της Σαμψούντας έκαψαν 29 χωριά. Λεηλάτησαν ακόμη και τις εκκλησίες και τα σχολεία. Όλοι οι Έλληνες, από τη Σινώπη έως το Αλάτσαμ, εκτοπίστηκαν. Το ίδιο και οι εκατό χιλιάδες κάτοικοι των παραλίων του βιλαετίου Κερασούντας.
Οι κάτοικοι των δεκαέξι χωριών της περιοχής Βαζελώνα, της περιφέρειας Τραπεζούντας, όλοι Έλληνες, μετά από εντολή του τουρκικού στρατού, εγκατέλειψαν τις κατοικίες τους. Στη μέγιστη πλειοψηφία τους εξοντώθηκαν. Τον Δεκέμβριο του 1916, στην Αμισό (Σαμψούντα), οι Τούρκοι λεηλάτησαν πέντε χωριά και κατόπιν τα έκαψαν. Στην περιφέρεια της Σαμψούντας έκαψαν 29 χωριά. Λεηλάτησαν ακόμη και τις εκκλησίες και τα σχολεία. Όλοι οι Έλληνες, από τη Σινώπη έως το Αλάτσαμ, εκτοπίστηκαν. Το ίδιο και οι εκατό χιλιάδες κάτοικοι των παραλίων του βιλαετίου Κερασούντας.
Οι
Τούρκοι σκότωσαν όλους, ανεξαιρέτως, τους κατοίκους της Μερζιφούντας, αφού
πρώτα τους λεηλάτησαν. Αυτούς που προσπάθησαν να διασωθούν, τους τουφέκισαν.
Εκτόπισαν όλον τον ανδρικό πληθυσμό της Τρίπολης, της Κερασούντας, των
Κοτυώρων (Ορντού), της Οινόης, της Αμισού και της Πάφρας, και, καθ' οδόν,
όλους, σχεδόν, τους κατέσφαξαν. Έκλεισαν μέσα στον ναό του χωριού Ελεζλί εν
Σουλού Ντερέ 535 Έλληνες και τους κατέσφαξαν. Διασώθηκαν μόνον τέσσερις.
Πρώτους έσφαξαν εφτά ιερείς με τσεκούρια, μπροστά στην είσοδο του ναού.
Κρέμασαν στην Αμάσεια 168 προκρίτους της Αμισού και της Πάφρας. Αλλά και τις
γυναίκες αυτών των χωριών, όλες ανεξαιρέτως τις βίασαν. Τις ωραιότερες δε και
τους νέους, τους έκλεισαν σε χαρέμια. Τα περισσότερα βρέφη τα σκότωσαν,
εκσφενδονίζοντάς τα στους τοίχους.
Τραγική
ήταν η μοίρα και των μονών του Πόντου. Οι Νεότουρκοι δεν σεβάστηκαν ούτε τα
προσκυνήματα, αλλά ούτε και τους καταδιωγμένους, που ζήτησαν άσυλο σε αυτά.
Στη
Μικρά Ασία οι διωγμοί άρχισαν τον Μάιο του 1914. Σε έκθεση του Έλληνα
υποπρόξενου στο Αϊβαλί αναφέρεται ότι: «Από Περγάμου μέχρις Αδραμυτίου ουδέν
απέμεινεν. Τους μεν άνδρας κατακρεουργούν, τας δε γυναίκας εβίαζον»
Οι
εκτοπισμοί των Ελλήνων της Φώκαιας, τον Μάρτιο του 1917, ήταν προμελετημένοι.
Οι τουρκικές συμμορίες εμφανίζονταν το βράδυ, οπλισμένες με χατζάρια και τουφέκια.
Έσφαζαν, κάρφωναν και τουφέκιζαν γυναίκες, παιδιά και γέρους. Καταστροφές και
αρπαγές έγιναν στους παραλιακούς ελληνικούς πληθυσμούς Μάκρης, Λιβισίου και
άλλων. Οι καταστροφές γίνονταν από πρόσφυγες μουσουλμάνους, όπως έγινε, στις
23 Μαΐου 1914, στον Τσεσμέ, πόλη με 11.000 Έλληνες κατοίκους και έδρα της
επαρχίας Κρήνης.
Εμπρησμοί,
φόνοι και άπειρες ληστρικές πράξεις συνέβησαν σε διάφορα τσιφλίκια της
Μακαρονίας και σε όλη την περιοχή του Δικελί, τον Μάιο του 1914.
Τη
νύχτα της 29ης Μαΐου 1914, θλιβερά και απαίσια γεγονότα ξεκίνησαν στην περιοχή
της Μενεμένης, από όπου μεταδόθηκαν στα περίχωρα της Φώκαιας. Φόνοι, πλήρης και
τελεία διαρπαγή και ερήμωση. Στα μέρη των Καραμπούρνων, το ένα μετά το άλλο τα
ελληνικά χωριά ερημώθηκαν.
Ο αριθμός αυτών που δολοφονήθηκαν στα παράλια δεν είναι εξακριβωμένος. Αναφέρονται για τη Μικρά Ασία 40.000 νεκροί κατά την περίοδο Μαΐου - Ιουλίου 1914 και έως 400.000 νεκροί, κατά τη δεύτερη περίοδο, μέχρι τη μικρασιατική καταστροφή.
Την
ίδια περίοδο συντελέστηκε η γενοκτονία 1.500.000 Αρμενίων και η άγνωστη
γενοκτονία 500.000 χριστιανών Έρμαιων της νοτιοανατολικής Τουρκίας.
Όλων
αυτών, που χάθηκαν, ας είναι αιωνία η μνήμη.
Μιχάλης
Πετρόπουλος
δικηγόρος,
γενικός γραμματέας του Συλλόγου «Φίλοι του Ιστορικού Αρχείου Προσφυγικού
Ελληνισμού» που έχει έδρα την Καλαμαριά.