Έλληνες Τουρκόφιλοι άνοιξαν τις κερκοφόρες
για την κατάληψη της Πόλης.
Στο μεταξύ όπως αναφέρει η ιστορία, από
τον Απρίλιο του 1453 αρχίζει η πολιορκία της Πόλης. Στις 25 Μαΐου 1453 ο
Μωάμεθ ζητά από τον ηρωικό αυτοκράτορα Κωνσταντίνο Παλαιολόγο να του παραδώσει
την Πόλη και να φύγει ανενόχλητος. Όμως ο ηρωικός εκείνος αυτοκράτορας σύμβολο
του μεγαλείου της ελληνικής ψυχής, δίνει μια απάντηση ιστορική που μένει και
θα μένει στους αιώνες για να τη θαυμάζουν οι λαοί της γης. Είναι μία ιστορική
παρακαταθήκη για το γένος των Ελλήνων.
"Το την Πόλην σοι
δούναι ουτ' εμόν εστίν ουτ' άλλου τινός των κατοικούντων εν αυτή. Κοινή γαρ
γνώμη πάντες αυτοπροαιρέτως αποθανούμεν και ου φεισομεθα της ζωής ημών".
Έτσι έφτασε η τελευταία ημέρα, η τελευταία
ώρα αυτής της τραγικής πόλης του ελληνισμού: η αποφράδα ημέρα της 29ης Μαΐου
του 1453. Η Πόλις πέφτει στα χέρια των βαρβάρων.
Ο πολιτισμός υποδουλώνεται στο
βαρβαρισμό. Όμως η Ρωμιοσύνη δε χάνει το θάρρος της, δε χάνει την ελπίδα της...
Αμέσως μετά την πτώση τραγουδά: "Πάλι με χρόνους με καιρούς πάλι δικά μας
θα 'ναι" και η Ρωμανία κι αν Επέρασεν, ανθεί και φέρει κι άλλο...".
368 χρόνια αργότερα το 1821 η Ρωμιοσύνη ελπίζει και πάλι....
Μεταξύ αυτών που προτιμούσαν το φέσι των
Τούρκων παρά την Τιάρα του Πάπα όπως αναφέρουν οι πηγές, ήταν και ο Λουκάς
Νοταράς: ο τελευταίος Μέγας Δουξ. Τραγική τύχη του ανθρώπου που προτιμούσε τους
Τούρκους.
Γόνος της μεγάλης βυζαντινής οικογένειας των Σοφιανών - Νοταράδων, ο
Λουκάς Νοταράς άνθρωπος όχι μόνο με πολιτικό ένστικτο, αλλά και "τρόφιμος
των μουσών ουκ ευκαταφρόνητος...", νυμφεύθηκε την Παλαιολογίνα Μύρα (;)
και υπηρέτησε στην αυλή των δυο τελευταίων Παλαιολόγων με ανώτατα αξιώματα.
Σε μια Κωνσταντινούπολη που συνταραζόταν
ακόμη από το θρησκευτικό διχασμό, ενώ ήδη την πολιορκούσαν στενά οι Τούρκοι,
και ο λαός μετανιωμένος επιζητούσε τη δυτική βοήθεια, ήταν πολύ φυσικό ο
Νοταράς να προκαλέσει τους αντιπάλους του μ' εκείνη την ακραία αντιλατινική του
θέση: "Κρειττότερον εστίν ειδέναι εν μέση τη Πόλει φακιόλιον βασιλεύον
τουρκικόν ή καλύπτραν λατινικήν".
Ο Μωάμεθ που τον επισκέφθηκε στο σπίτι
του, του ανακοίνωσε, προς έκπληξη των συμβούλων του, ότι τον προορίζει για
επιστάτη και για την ανασυγκρότηση της Πόλης, του υποσχέθηκε μεγαλύτερη δόξα
από όση είχε με τον Παλαιολόγο, ενώ ταυτόχρονα μερίμνησε και ξαναβρέθηκε η
διασκορπισμένη οικογένεια του και έβαλε φρουρά στο σπίτι του.
Την άλλη μέρα (30 Μαΐου) ο Μωάμεθ,
περιοδεύοντας στην ακόμη λεηλατούμενη Πόλη, επισκέφθηκε την οικογένεια Νοταρά.
Παρηγόρησε την κλινήρη αρχόντισσα, προσφωνώντας τη μάλιστα "μητέρα",
και αναχώρησε αφού χαιρέτησε τα παιδιά της που ήρθαν να τον προσκυνήσουν.
Φαίνεται όμως ότι το βλέμμα του νεαρού ανατολίτη είχε
σταθεί στον ωραιότατο 14χρονο ή 12χρονο έφηβο Ισαάκιο (κατ' άλλους Ιάκωβο),
μικρότερο γιο του Νοταρά, γι' αυτό και το ίδιο βράδυ ο "προβατόσχημος
λύκος", κατά το μεγάλο συμπόσιο που έδωσε κοντά στο παλάτι,
"καταβαπτισθείς υπό του οίνου και μεθυσθείς έστειλε τον αρχιευνούχο να του
φέρει το παιδί. Σαν κεραυνός η άνομη εντολή χτύπησε τον άθλιο πατέρα, που
"απενεκρώθη και η όψις αυτού ηλλοιώθη" αλλά και που αρνήθηκε λέγοντας
στον επίσημο απεσταλμένο ότι εάν ο κύριος του επιμείνει, να επανέλθει μαζί με
το δήμιο πλέον. Έξω φρενών ο τύραννος έκλεισε τις θυγατέρες του Νοταρά στο χαρέμι του,κράτησε τον έφηβο κοντά του και πρόσταξε τον αποκεφαλισμό του πατέρα, του άλλου του γιου και του γαμπρού του Κατακουζηνού, ενώ απο εκείνη την ώρα ο Μέγας Δουξ του Κωνσταντίνου Παλαιολόγου θα μεταβληθεί σε μάρτυρα του Χριστού και του γένους
Αχιλλέας Στ. Ανθεμίδης
Διδακτορας Νομικης του Πανεπιστημιου του Gottingen