Η Ελλάδα είναι μια χώρα που στέλνει, από πολύ
παλιά, τα παιδιά της στη μετανάστευση, επειδή δεν μπορεί να εξασφαλίσει για
όλους μια κάπως άνετη ζωή. Αυτό συμβαίνει, γιατί δεν γίνεται σωστή
εκμετάλλευση των πλουτοπαραγωγικών πηγών της χώρας, λόγω κακής λειτουργίας του
κράτους.
Ανάμεσα στους Έλληνες μετανάστες, σε ένα
μεγάλο ποσοστό, είναι τα παιδιά των προσφύγων της μικρασιατικής καταστροφής,
που εξαναγκάστηκαν να φύγουν από την πατρίδα τους για οικονομικούς λόγους, όπως
ξεριζώθηκαν και οι γονείς τους, πάλι για οικονομικούς λόγους, αλλά και για
λόγους πολιτικής σκοπιμότητας.
Οι
δεκαετίες του μεγάλου μεταναστευτικού κύματος προς τις Ηνωμένες Πολιτείες, την
Αυστραλία και τη Δυτική Ευρώπη ήταν αντίστοιχα του 1920, του 1950 και του
1960. Ένας μεγάλος αριθμός μεταναστών έφυγε και για τον Καναδά, στη δεκαετία
του 1960, και λιγότεροι μετανάστες τράβηξαν για τη Νότια Αφρική, πάλι μέσα στη
σκληρή δεκαετία του 1960.
Στις αρχές της δεκαετίας του 1960, όταν
σημειώθηκε το μεγάλο μεταναστευτικό κύμα προς τη Γερμανία, Βέλγιο, Σουηδία,
Ολλανδία, έγιναν πολλές συζητήσεις και γράφτηκαν πολλές έρευνες, που θεωρούσαν
τη μετανάστευση, άλλοι ως ευλογία και άλλοι ως κατάρα. Σήμερα, μετά από
παρέλευση σχεδόν πενήντα ετών, μπορεί να πει κανείς ότι η αλήθεια βρίσκεται
κάπου στη μέση.
Πρόσφυγες μετανάστες στις ΗΠΑ περνάνε απο τον έλεγχο στο νησί Έλις. |
Η μετανάστευση ήταν, οπωσδήποτε, κατάρα
*Γιατί έστειλε στα ξένα την ακμαία δύναμη του
Ελληνισμού, αυτήν που θα μπορούσε να αλλάξει το πρόσωπο της Ελλάδας και να την
κάνει μια σύγχρονη χώρα, μετά το αίμα και τον πόνο του β' παγκοσμίου πολέμου
και του τραγικού εμφύλιου.
*Γιατί εκεί στα ξένα ήταν ορατός ο κίνδυνος να
χάσει η Ελλάδα ένα σημαντικό ποσοστό από τα παιδιά της, που θα αφομοιώνονταν
από τις ξένες κοινωνίες και τους ξένους πολιτισμούς.
Αυτό δεν άργησε να αποδειχθεί αληθινό από τη
στιγμή που η δεύτερη και η τρίτη γενιές των μεταναστών άρχισαν να χάνουν τη
γλώσσα τους, να αγνοούν τα ελληνικά ήθη και έθιμα.
Μόνον χάρη στις πολύ μεγάλες προσπάθειες των
πρώτων μεταναστών, αποσοβήθηκε κάπως αυτός ο κίνδυνος, με τη δημιουργία ελληνικών
φορέων στην ξενιτιά. Πρωτοστάτες στην προσπάθεια αυτή υπήρξαν οι ποντιακής
καταγωγής μετανάστες, που πάλεψαν και παλεύουν κατά της αφομοίωσης. Έτσι,
πολλοί είναι εκείνοι που δίκαια πιστεύουν ότι οι απόδημοι είναι οι καλύτεροι
Έλληνες.
*Γιατί η μετανάστευση χώρισε τις πολύ δεμένες ελληνικές
οικογένειες. Έφευγε, συνήθως, το αντρόγυνο και άφηνε τα παιδιά του στο χωριό,
για να τα αναθρέψουν ο παππούς και η γιαγιά ή κάποιος άλλος συγγενείς.
Και, ευτυχώς, όλοι αυτοί αποδείχτηκαν αντάξιοι
της εμπιστοσύνης των μεταναστών. Αλλά οι μετανάστες γονείς ζούσαν χωρίς το
χαμόγελο του παιδιού τους και τα παιδιά χωρίς το χάδι του πατέρα και της
μητέρας.
*Γιατί
οι μετανάστες — ειδικότερα στη Δυτική Ευρώπη - δεινοπάθησαν για να βάλουν στην
άκρη κάποια χρήματα ή για να μπορούν να στέλνουν στις οικογένειές τους το
απαραίτητο έμβασμα, το οποίο τους εξασφάλιζε μια κάπως καλύτερη ζωή στην
Ελλάδα.
Κοιμήθηκαν μέσα σε παράγκες, όπου πάγωναν τις
χειμωνιάτικες νύχτες ή δούλευαν σε δύσκολες δουλειές, σε εκείνες που οι
Σουηδοί, oι Γερμανοί, οι Βέλγοι κ. τ.
λ. δεν έκαναν. (Όπως συμβαίνει με τους ξένους μετανάστες σήμερα στην Ελλάδα, η οποία
έγινε με τη σειρά της χώρα υποδοχής μεταναστών, τους οποίους οι κυβερνήσεις
θεωρούν ανθρώπους β' και γ' κατηγορίας).
Μετανάστες στις ΗΠΑ απο τη Μικρά Ασία και τη Θράκη σε γλέντι τους |
Αλλά υπήρξε και ευλογία η μετανάστευση
*Γιατί εξασφάλισε εργασία στους Έλληνες, που
κατοικούσαν κυρίως στα χωριά και τις κωμοπόλεις της Βόρειας Ελλάδας. Εδώ, η
πατρίδα δεν μπορούσε να τους εξασφαλίσει ούτε μερικά στρέμματα γης να καλλιεργήσουν
και όταν ξεσηκώνονταν και ζητούσαν να τους δοθούν τα τσιφλίκια, τους
αντιμετώπιζε με τη χωροφυλακή ή τον στρατό (όπως το καλοκαίρι του 1966 που
έριξαν κάτω τραυματίες πολλούς αγρότες στην Εγνατία οδό της Θεσσαλονίκης, γιατί
ζητούσαν διανομή των τσιφλικιών και καλύτερες τιμές για τα σιτάρια. Ένας από τους
βαριά τραυματίες ήταν μετανάστης ποντιακής καταγωγής από την Ξυλοκερατιά
Κιλκίς).
Τα
τσιφλίκια και πάρα πολλά κτήματα και κτίρια στις μεγάλες πόλεις ανήκουν στους
πρόσφυγες της μικρασιατικής καταστροφής ως ανταλλάξιμα για τις περιουσίες που
άφησαν στην Τουρκία, αλλά οι ελληνικές κυβερνήσεις τα παραχώρησαν -
καταπατώντας κάθε έννοια δικαίου — σε εκείνους που τις ανέβαζαν και τις
κρατούσαν στην εξουσία.
*Γιατί ένα σημαντικό μέρος των Ελλήνων
μεταναστών απέκτησε ειδίκευση σε κάποιες εργασίες και απασχολήθηκε με καλές
αμοιβές στο εξωτερικό και κάπως και στην Ελλάδα. Οι περισσότεροι μετανάστες
επέστρεψαν και επιστρέφουν στην πατρίδα, αφού πρώτα συνταξιοδοτηθούν.
*Γιατί με το μηνιαίο έμβασμα που έστελναν οι
μετανάστες στις οικογένειές τους, εκτός από το ότι τις επέτρεπε να ζήσουν
κάπως ανθρώπινα, ανέβασε και τον δείκτη του εθνικού κατά κεφαλήν εισοδήματος,
ανεβάζοντας και την Ελλάδα στον πίνακα των αναπτυγμένων χωρών. Με το έμβασμα ή
τη σύνταξη του μετανάστη χτίστηκαν
σπίτια στα χωριά — μερικά, μάλιστα,
βορειοευρωπαϊκού ρυθμού, που δεν ταιριάζει στις κλιματικές συνθήκες της Ελλάδας
— και δόθηκε, έτσι, εργασία, σε όσους δεν μπόρεσαν να μεταναστεύσουν και παρέμειναν στα χωριά.
*Γιατί
δόθηκε η ευκαιρία σε πολλά παιδιά των μεταναστών ή στους ίδιους τους νεαρούς
μετανάστες να σπουδάσουν σε πανεπιστήμια των τόπων της μετανάστευσης, για να
γυρίσουν κατόπιν στην Ελλάδα και να τις προσφέρουν τους κόπους τους, χωρίς
ανταλλάγματα.
*Γιατί οι μετανάστες (οι και απόδημοι,
συνήθως, ονομαζόμενοι) αποτελούν τους καλύτερους πρεσβευτές της Ελλάδας στις
ξένες χώρες και πετυχαίνουν εκεί που οι επίσημοι πρεσβευτές αποτυχαίνουν.
*Γιατί με την εργατικότητά τους και τη σωστή
συμπεριφορά απέναντι σε όλους έκαναν πολλούς ξένους να αγαπήσουν την Ελλάδα
και να έρχονται ως τουρίστες τα καλοκαίρια — μερικές φορές μαζί με Έλληνες
μετανάστες — αυξάνοντας έτσι το τουριστικό συνάλλαγμα που εισπράττει η Ελλάδα.
Σε ζυγαριά τα υπέρ και τα κατά
Αν βάλει κανείς σε μια ζυγαριά, από τη μια την
κατάρα και από την άλλη την ευλογία, μάλλον αυτή θα κλίνει προς τη μεριά της
κατάρας. Όπως, όμως, και να έχει το πράγμα, και στην περίπτωση αυτή επαληθεύεται το «Ουδέν καλόν
αμιγές κακού», δηλαδή το καλό και το κακό πάνε μαζί.
Καιτη Μελη-Παπαπαναγιωτου