Πολυσχιδής,
δημιουργική και αταλάντευτη - παρά τις πολλές δυσκολίες - και σε
αρκετές περιπτώσεις αυθόρμητη, ήταν η προσφορά του Παναγιώτη Τανιμανίδη
στην ιστορική πορεία που ακολούθησε ο ποντιακός ελληνισμός μετά το 1950,
χρονιά ορόσημο για τους πρόσφυγες του 1922-1923 γενικά, γιατί τότε
συνειδητοποίησαν οι περισσότεροι πως δεν θα μπορούσε να γίνει πλέον
λόγος για επιστροφή στην πατρίδα, μετά από τριάντα χρόνια που πέρασαν
από τότε που την εγκατέλειψαν με βίαιο τρόπο.
Τότε η νοσταλγία - η αροθυμία - έγινε ένας βραχνάς, που όφειλαν να τον παλέψουν και να νικήσουν, τότε έπρεπε να απαλύνουν τον πόθο για επιστροφή, που σιγόκαιγε βαθιά μέσα στις καρδιές, κυρίως των απλών προσφύγων. Τότε ήταν που ο συμπατριώτης του Παναγιώτη Τανιμανίδη, ο Ιμεραίος γιατρός Μιλτιάδης Θωμαΐδης, γράφει: «Είδα σε, μάνα Γίμερα, σ' όραμα μ' και εχάρα - εγνέφ'σα και εχάσα σε, καλλίον ν' επεθάνα».
Τότε η νοσταλγία - η αροθυμία - έγινε ένας βραχνάς, που όφειλαν να τον παλέψουν και να νικήσουν, τότε έπρεπε να απαλύνουν τον πόθο για επιστροφή, που σιγόκαιγε βαθιά μέσα στις καρδιές, κυρίως των απλών προσφύγων. Τότε ήταν που ο συμπατριώτης του Παναγιώτη Τανιμανίδη, ο Ιμεραίος γιατρός Μιλτιάδης Θωμαΐδης, γράφει: «Είδα σε, μάνα Γίμερα, σ' όραμα μ' και εχάρα - εγνέφ'σα και εχάσα σε, καλλίον ν' επεθάνα».
Ποντιακοί κραδασμοί στην ψυχή και την καρδιά του
Ο
Παναγιώτης Τανιμανίδης, με το πτυχίο της θεολογικής σχολής του
πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης από το 1947, ένιωθε τους κραδασμούς στην
ψυχή και την καρδιά του, είχε τοποθετήσει ψηλά το θέμα της ποντιακής
καταγωγής του και ήταν έτοιμος να κάνει ό,τι μπορούσε για να μην σβήσουν
ποτέ όσα παιδάκι έζησε και έμαθε, στην γενέτειρα του Ίμερα του
αγαπημένου του Πόντου και στο Βατούμ της σωτηρίας από τους Τούρκους,
όπου κατέφυγε με τη μάνα του και τα δυο του αδέλφια το 1917.
Η ιστορική στιγμή για τη μεγάλη προσφορά του Παναγιώτη Τανιμανίδη
σήμανε μετά το 1963, έτος θανάτου του άλλου μεγάλου ιδαλγού και
οραματιστή, του Φίλωνα Κτενίδη.
Από το 1955 υπηρετούσε στην Παναγία Σουμελά και όταν το 1964 ανέλαβε τα ηνία του σωματείου που όριζε την ανιστορημένη από το 1952 μονή στην Καστανιά Βερμίου, γνώριζε πολύ καλά τι έπρεπε να γίνει στη συνέχεια, για να ξαναποκτήσει η ιστορική μονή του Πόντου την παλιά της μεγαλοπρέπεια, την αδιάκοπη για αιώνες προσφορά της στο έθνος και την ορθοδοξία, τη δόξα που θα τη στεφάνωνε με νέους κλάδους ελιάς και θα αποτελούσε και πάλι την καταφυγή και την παρηγοριά των Ποντίων των επόμενων γενιών και ολόκληρου του ελληνισμού.
Από το 1955 υπηρετούσε στην Παναγία Σουμελά και όταν το 1964 ανέλαβε τα ηνία του σωματείου που όριζε την ανιστορημένη από το 1952 μονή στην Καστανιά Βερμίου, γνώριζε πολύ καλά τι έπρεπε να γίνει στη συνέχεια, για να ξαναποκτήσει η ιστορική μονή του Πόντου την παλιά της μεγαλοπρέπεια, την αδιάκοπη για αιώνες προσφορά της στο έθνος και την ορθοδοξία, τη δόξα που θα τη στεφάνωνε με νέους κλάδους ελιάς και θα αποτελούσε και πάλι την καταφυγή και την παρηγοριά των Ποντίων των επόμενων γενιών και ολόκληρου του ελληνισμού.
Η διάσωση της Σουμελά από τον μαρασμό και την αφάνεια
Αποκλήθηκε από «χαλκέντερος»
ο Παναγιώτης Τανιμανίδης για την ψυχική δύναμη που διέθετε και την
επίμονη σωματική αλκή που τον διέκρινε. Είναι σχεδόν βέβαιο ότι η νέα
μονή της Παναγίας Σουμελά, χωρίς τη δύναμη και το πείσμα του Φίλωνα
Κτενίδη και του Παναγιώτη Τανιμανίδη, θα ήταν ένα προσκύνημα τοπικού
χαρακτήρα, όπως τόσα άλλα στον ελληνικό χώρο ή θα καταντούσε ένα
μοναστήρι μοναχών, που θα το επισκέπτονταν κάποιοι, όπως τα άλλα εκτός
Αγίου Όρους μοναστήρια, και δεν θα μπορούσε να αγκαλιάσει τον παγκόσμιο
ελληνισμό.
Η
διορατικότητα του Τανιμανίδη και ο σκληρός αγώνας του κατά της
μετατροπής της Παναγίας Σουμελά σε ανδρώο μοναστήρι, υπήρξαν οι
παράγοντες που διέσωσαν το ίδρυμα και έδωσαν ώθηση, προς το τέλος της
δεκαετίας του 1960, στην ανάπτυξη και καθιέρωση της Παναγίας Σουμελά σε
πανελλήνιο - πανορθόδοξο προσκύνημα, ιερό χώρο μνήμης και σημαντικό
πολιτιστικό κέντρο του ποντιακού ελληνισμού. Το 1966, η Παναγία Σουμελά
καθιερώθηκε με ΒΔ ως αυτοτελές και αυτοδιοίκητο πανελλήνιο ιερό ίδρυμα.
Στην
προσπάθεια του αυτή, ο Παναγιώτης Τανιμανίδης είχε άξιους
συμπαραστάτες, τον πρώην υπουργό-βουλευτή Καβάλας Σταύρο Νικολαΐδη, τον
νομικό-ειδικό στα εκκλησιαστικά θέματα Αριστοτέλη Κωνσταντινίδη και τον
διατελέσαντα αντιπρόεδρο της βουλής και βουλευτή Σερρών Ισαάκ
Λαυρεντίδη.
Ο Τανιμανίδης και τα Συνέδρια του Ποντιακού Ελληνισμού
Ο
Παναγιώτης Τανιμανίδης έδειξε το ενδιαφέρον του για τις πανελλήνιες ή
και παγκόσμιες συγκεντρώσεις των Ποντίων, συμμετέχοντας ενεργά - μαζί με
τον αδελφό του Χρήστο Τανιμανίδη - στο Παμποντιακό Συνέδριο, που
οργάνωσαν το 1961 οι πρωτοπόροι Πόντιοι Φίλων Κτενίδης και Χρήστος
Κουλαουζίδης. Είχε εκπροσωπήσει στο συνέδριο εκείνο τους Πόντιους των
Τοξοτών Ξάνθης.
Αρκετά
χρόνια αργότερα (το 1985), ως διακεκριμένος πνευματικός άνθρωπος, αλλά
και ως αναγνωρισμένος για τις επιτυχίες του πρόεδρος του Σωματείου
«Παναγία Σουμελά», ο Παναγιώτης Τανιμανίδης ήταν εισηγητής στο Α'
Παμποντιακό Συνέδριο, που έγινε στη Θεσσαλονίκη.
Πολύ γρήγορα αναγνωρίστηκαν από όλους και οι οργανωτικές του ικανότητες και το 1988, ομόφωνα, οι ποντιακές ομοσπονδίες και όλοι οι άλλοι φορείς των Ποντίων τον εξέλεξαν πρόεδρο του Β' Παγκοσμίου Συνεδρίου του Ποντιακού Ελληνισμού, το οποίο υπήρξε το πιο σωστά οργανωμένο και το πιο ενωτικό συνέδριο των Ποντίων. Εκείνο το συνέδριο έδωσε οντότητα στο αίτημα των Ποντίων για την αναγνώριση της γενοκτονίας, κάνοντας, ουσιαστικά, τότε γνωστό το μεγάλο έγκλημα των Τούρκων.
Πολύ γρήγορα αναγνωρίστηκαν από όλους και οι οργανωτικές του ικανότητες και το 1988, ομόφωνα, οι ποντιακές ομοσπονδίες και όλοι οι άλλοι φορείς των Ποντίων τον εξέλεξαν πρόεδρο του Β' Παγκοσμίου Συνεδρίου του Ποντιακού Ελληνισμού, το οποίο υπήρξε το πιο σωστά οργανωμένο και το πιο ενωτικό συνέδριο των Ποντίων. Εκείνο το συνέδριο έδωσε οντότητα στο αίτημα των Ποντίων για την αναγνώριση της γενοκτονίας, κάνοντας, ουσιαστικά, τότε γνωστό το μεγάλο έγκλημα των Τούρκων.
Έδινε προβάδισμα στους νέους
Η
οργάνωση του Β' Παγκοσμίου Συνεδρίου του Ποντιακού Ελληνισμού, τον
Ιούλιο - Αύγουστο του 1988, στη Θεσσαλονίκη, έδωσε σε όλους την
ευκαιρία να γνωρίσουν τον πραγματικό Παναγιώτη Τανιμανίδη, τον οποίο
παρουσίαζαν κάποιοι σαν πολύ σκληρό.
Ο πρόεδρος του συνεδρίου εκείνου ήταν, αντιθέτως,
ένας πολύ γλυκός άνθρωπος. Επέμενε να είναι εισηγητές στο συνέδριο νέοι
άνθρωποι, κάνα δυο από τους οποίους, μάλιστα, έτριβαν τα μάτια τους,
όταν διαπίστωσαν ότι έχουν να κάνουν, όχι μόνον με έναν μεθοδικό εργάτη
στην υπηρεσία του ποντιακού ελληνισμού, αλλά και με έναν λόγιο, με τον
οποίο μπορούσαν να συνεννοηθούν εύκολα και να ζητήσουν, σε πολλές
περιπτώσεις, και τα φώτα του.
Και
το έκαναν, όχι μόνον οι εκπλαγέντες, αλλά και όλοι, σχεδόν, οι άλλοι,
που έμπαιναν στο γραφείο του στο σωματείο «Παναγία Σουμελά», όπου είχε
την έδρα της η οργανωτική επιτροπή του συνεδρίου.
Άρρωστος
σοβαρά ο Παναγιώτης Τανιμανίδης, από το 1991 έως και τον θάνατο του,
στάθηκε κοντά στους νέους Πόντιους, που συγκρότησαν την Επιτροπή
Ποντιακών Εκδηλώσεων και οργάνωναν συμπόσια για την ιστορία, τη
λογοτεχνία, τη λαογραφία και το θέατρο των Ποντίων. Υπήρξε ο καλύτερος
συμπαραστάτης της επιτροπής, και υλικός και ηθικός.
Ο ίδιος, εκτός των άλλων, ήταν αρκετές φορές
εισηγητής στα συμπόσια που οργάνωνε η Επιτροπή Ποντιακών Εκδηλώσεων.
Ήταν ο μόνος που διάβαζε με πολλή προσοχή τα υποβαλλόμενα έργα στους
διαγωνισμούς λογοτεχνίας, που προκήρυσσε η επιτροπή και εξέφερε υπεύθυνα
την άποψη του για βράβευση ή όχι. Όταν πέθανε, έλειπαν από κοντά του
μόνον οι τιμητικές πλακέτες, που του απένειμε για τη μεγάλη προσφορά του
η Επιτροπή Ποντιακών Εκδηλώσεων!
Ένας πολυγραφότατος συγγραφέας
Ο
Παναγιώτης Τανιμανίδης, όμως, ήταν, όπως προαναφέρθηκε, πολυσχιδής,
μέσα πάντοτε στα πνευματικά, πολιτισμικά και κοινωνικά όρια. Ήταν
πολυγραφότατος, με σοβαρό έργο, όχι μόνον σε θέματα που αφορούν τον
ποντιακό ελληνισμό ή τη θεολογία, που υπηρέτησε, επίσης, πιστά.
Δύο
βιβλία του, που έχουν τίτλους «Ο σεβασμός στην ανθρώπινη ύπαρξη στην
εποχή μας» και «Το μυστικό της ελληνικής ζωτικότητας», μπορούν να
καταταχθούν μέσα στα σημαντικότερα της ελληνικής βιβλιογραφίας.
Εκτός από τα γενικότερα ουμανιστικά μηνύματα, που αποπνέουν οι σελίδες των δύο βιβλίων, αποτελούν και καταγγελία της ανθρώπινης βαρβαρότητας και της αποκαρδιωτικής συμπόρευσης της ανώτατης τεχνολογίας με την εντυπωσιακή οπισθοδρόμηση στις ανθρώπινες σχέσεις - το πρώτο - και μια τοποθέτηση μέσα στον χώρο και τον χρόνο της ελληνικής φυλής, χωρίς τις γνωστές εθνικιστικές δεσμεύσεις, το δεύτερο.
Εκτός από τα γενικότερα ουμανιστικά μηνύματα, που αποπνέουν οι σελίδες των δύο βιβλίων, αποτελούν και καταγγελία της ανθρώπινης βαρβαρότητας και της αποκαρδιωτικής συμπόρευσης της ανώτατης τεχνολογίας με την εντυπωσιακή οπισθοδρόμηση στις ανθρώπινες σχέσεις - το πρώτο - και μια τοποθέτηση μέσα στον χώρο και τον χρόνο της ελληνικής φυλής, χωρίς τις γνωστές εθνικιστικές δεσμεύσεις, το δεύτερο.
Και
τα δύο βιβλία του έχουν μεγάλη επικαιρότητα στις μέρες μας, τώρα που η
Ελλάδα έγινε τόπος υποδοχής ξένων οικονομικών μεταναστών και που
ελλοχεύει ο κίνδυνος ανάπτυξης φυλετικών διακρίσεων σε κάποιο κομμάτι
των αμόρφωτων, κυρίως, Ελλήνων ή εκείνων που έχουν τοποθετήσει πάνω από
όλα το συμφέρον τους.
Αν ο Παναγιώτης Τανιμανίδης είχε γράψει μόνον αυτά τα δύο βιβλία και τίποτε άλλο, θα αρκούσαν για να τον καταξιώσουν ως έναν πνευματικό άνθρωπο υψηλού επιπέδου.
Αν ο Παναγιώτης Τανιμανίδης είχε γράψει μόνον αυτά τα δύο βιβλία και τίποτε άλλο, θα αρκούσαν για να τον καταξιώσουν ως έναν πνευματικό άνθρωπο υψηλού επιπέδου.
Θα
ήταν εντελώς παράδοξο αν ο άνθρωπος που βίωνε από τόσο κοντά όσα
συνέβαιναν μέσα στην Παναγία Σουμελά και ζούσε για τη Σουμελά, δεν
έγραφε για τη Σουμελά και βεβαίως για τον ποντιακό ελληνισμό.
Το βιβλίο του έχει τον τίτλο «Παναγία Σουμελά - Σύμβολο και Προσκύνημα» και πρόκειται για την ιστορία της εικόνας και της διάσωσης της, της ίδρυσης της μονής στο όρος Μελά του Πόντου, της μεταφοράς στην Ελλάδα της εικόνας, του ευαγγελίου του Αγίου Χριστόφορου και του Σταυρού με το τίμιο ξύλο, που δώρισαν οι Κομνηνοί στο μοναστήρι του Πόντου.
Το βιβλίο του έχει τον τίτλο «Παναγία Σουμελά - Σύμβολο και Προσκύνημα» και πρόκειται για την ιστορία της εικόνας και της διάσωσης της, της ίδρυσης της μονής στο όρος Μελά του Πόντου, της μεταφοράς στην Ελλάδα της εικόνας, του ευαγγελίου του Αγίου Χριστόφορου και του Σταυρού με το τίμιο ξύλο, που δώρισαν οι Κομνηνοί στο μοναστήρι του Πόντου.
Για
όσους δεν γνωρίζουν, σημειώνεται ότι αρκετά από τα άρθρα του, αλλά και
ποιήματα του, ο Παναγιώτης Τανιμανίδης τα υπέγραφε με το ψευδώνυμο
«Ιμεραίος», παρμένο από τον τόπο καταγωγής του.
Στάθης Ευσταθιάδης , Νικος Ξανθόπουλος, Παναγιώτης Τανιμανίδης στην Σουμελά του Πόντου |
Το ενδιαφέρον του για τις εγκαταστάσεις των Ποντίων
Τον
Παναγιώτη Τανιμανίδη απασχολούσε διαρκώς το θέμα της εγκατάστασης των
Ποντίων προσφύγων στην Ελλάδα. Θυμόταν τα δεινά της οικογένειας του,
πρώτα στην προσφυγιά του Βατούμ, όπου ο μικρός Πάντζον Τανιμανίδης
υποχρεώθηκε να εργαστεί σε δουλειές που δεν ταίριαζαν στην ηλικία του,
για να ενισχύσει στον βιοπορισμό της την οικογένεια, και μετά το 1924
στο χωριό Ίμερα της Ξάνθης, όπου εγκαταστάθηκε, συγκεντρωμένη πλέον, η
οικογένεια του ιερέα Γεωργίου Τανιμανίδη.
Στο
χωριό, ο έφηβος Παναγιώτης δούλεψε και στο τήζεμα και στο παστάλιασμα
του καπνού, αλλά και σε άλλες αγροτικές εργασίες, τα καλοκαίρια, κυρίως,
όταν σταματούσαν τα μαθήματα στο γυμνάσιο Ξάνθης, όπου φοιτούσε.
Με
αφορμή τις δικές του περιπέτειες, ενδιαφέρθηκε να μάθει και να
καταγράψει τις περιπέτειες και των άλλων Ποντίων, εκείνων που
εγκαταστάθηκαν σε διάφορες περιοχές της Ελλάδας, και περισσότερο στη
Μακεδονία και τη Θράκη.
Από
την έρευνα που έκανε - με τη βοήθεια φίλων και γνωστών του -βγήκε το
τρίτομο έργο του «Ποντιακοί οικισμοί στην Ελλάδα», «Ποντιακοί οικισμοί»
στον Πόντο και «Ποντιακοί οικισμοί της τ. Σοβιετικής Ένωσης »..
Ο
Παναγιώτης Τανιμανίδης βρίσκει στοιχεία για 120 προσφυγικούς
οικισμούς, από τον κατάλογο των 827, που καταγράφηκαν από τη Γενική
Διεύθυνση Εποικισμού Μακεδονίας.
Έχει σημασία να τονιστεί ότι ο συγγραφέας περιγράφει τους οικισμούς, δίνει συνοπτικά στοιχεία από την ιστορία των κατοίκων τους, ονόματα εκείνων που διακρίθηκαν, αλλά και σημειώνει ότι οι Πόντιοι, όπου εγκαταστάθηκαν στην Ελλάδα, φρόντισαν πρώτα να χτίσουν σχολείο και εκκλησία, να ιδρύσουν συνεταιρισμούς, πολιτιστικούς συλλόγους και ερασιτεχνικές θεατρικές σκηνές.
Έχει σημασία να τονιστεί ότι ο συγγραφέας περιγράφει τους οικισμούς, δίνει συνοπτικά στοιχεία από την ιστορία των κατοίκων τους, ονόματα εκείνων που διακρίθηκαν, αλλά και σημειώνει ότι οι Πόντιοι, όπου εγκαταστάθηκαν στην Ελλάδα, φρόντισαν πρώτα να χτίσουν σχολείο και εκκλησία, να ιδρύσουν συνεταιρισμούς, πολιτιστικούς συλλόγους και ερασιτεχνικές θεατρικές σκηνές.
Οι αγώνες των ανταρτών στα βουνά του Πόντου
Τον
Παναγιώτη Τανιμανίδη συγκίνησαν ιδιαιτέρως οι επικοί αγώνες των Ποντίων
ανταρτών κατά την περίοδο 1916-1923. Γνώστης αυτών των αγώνων ήταν ο
φίλος του από την Πάφρα, νομικός και οικονομολόγος Γιώργος Αντωνιάδης, ο
οποίος έπαιρνε τότε συνεντεύξεις από τους επιζώντες αντάρτες του
Δυτικού Πόντου. Κάθισαν οι δύο, ερεύνησαν, μελέτησαν και έγραψαν για τον
Πόντο και τους αντάρτες του.
Το βιβλίο, καρπός πολύχρονου μόχθου, κυκλοφόρησε το 1992 σε βιβλίο 358 σελίδων, ενώ αποσπάσματα του δημοσιεύτηκαν λίγο πριν στο περιοδικό «Ποντιακή Εστία». Το ίδιο, καρποί πολύχρονων ερευνών και αναμνήσεων του Παναγιώτη Τανιμανίδη υπήρξε και το άλλο ιστορικό του βιβλίο για τη γενέτειρα του, την Ίμερα, με τον τίτλο «Η Ίμερα του Πόντου», ενώ προσωπικές, κυρίως, αναμνήσεις καταγράφονται σε πρώτο πρόσωπο, στο βιβλίο του «Αίμα και δάκρυα», όπου καταχωρούνται πολλές φωτογραφίες της οικογένειας του.
Το βιβλίο, καρπός πολύχρονου μόχθου, κυκλοφόρησε το 1992 σε βιβλίο 358 σελίδων, ενώ αποσπάσματα του δημοσιεύτηκαν λίγο πριν στο περιοδικό «Ποντιακή Εστία». Το ίδιο, καρποί πολύχρονων ερευνών και αναμνήσεων του Παναγιώτη Τανιμανίδη υπήρξε και το άλλο ιστορικό του βιβλίο για τη γενέτειρα του, την Ίμερα, με τον τίτλο «Η Ίμερα του Πόντου», ενώ προσωπικές, κυρίως, αναμνήσεις καταγράφονται σε πρώτο πρόσωπο, στο βιβλίο του «Αίμα και δάκρυα», όπου καταχωρούνται πολλές φωτογραφίες της οικογένειας του.
Νοσταλγική αναπόληση του παρελθόντος
Ευτυχώς
ήταν αρκετοί οι πρόσφυγες της πρώτης γενιάς που έγραψαν με νοσταλγία
για τη γενέτειρα τους. Δεν ήταν, όμως, πολλοί και ανάμεσα σε αυτούς που
έγραψαν, οι περισσότεροι δεν είχαν κάποια μέθοδο στην παρουσίαση της
ιστορίας και των παραδόσεων της ιδιαίτερης πατρίδας τους. Συνήθως
έγραφαν κάποια ήθη και έθιμα και με αυτά τελείωναν.
Ο
Παναγιώτης Τανιμανίδης έγραψε για τη γενέτειρά του, την Ίμερα,
ακολουθώντας ένα σχέδιο, που είχε διατυπώσει ο ίδιος σε δημοσίευμα του,
που απευθυνόταν σε εκείνους που σκόπευαν να συγκεντρώσουν στοιχεία για
τις αλησμόνητες πατρίδες και να τα παρουσιάσουν σε μονογραφίες.
Επειδή δε όλοι οι τόποι δεν διαθέτουν συγκλονιστικές ιστορικές στιγμές, αλλά αναπτύχθηκαν μέσα στο χρόνο σχεδόν φυσιολογικά, οι περιγραφές είναι σχεδόν ίδιες: αρχίζουν με τη γεωγραφία (τοποθεσία, βουνά και πεδιάδες, φυσικός πλούτος, τοπωνύμια κ. ά.), συνεχίζουν με την κοινωνική, εκπαιδευτική και εκκλησιαστική δομή, δηλαδή τη διοίκηση (δημογεροντία, τους κατοίκους, τα σχολεία που λειτουργούσαν, τους εκκλησιαστικούς παράγοντες, τις ενορίες και τις εκκλησίες κ. τ. λ.) και καταλήγουν με τα λαογραφικά στοιχεία, δηλαδή τις κατοικίες, τις ενδυμασίες, τη διατροφή, τις διάφορες κοινωνικές εκδηλώσεις (προξενιά, αρραβώνες, γάμους, βαφτίσια, διάφορες γιορτές κ. ά.), τους χορούς, τα τραγούδια, τους θρύλους, τα παραμύθια.
Επειδή δε όλοι οι τόποι δεν διαθέτουν συγκλονιστικές ιστορικές στιγμές, αλλά αναπτύχθηκαν μέσα στο χρόνο σχεδόν φυσιολογικά, οι περιγραφές είναι σχεδόν ίδιες: αρχίζουν με τη γεωγραφία (τοποθεσία, βουνά και πεδιάδες, φυσικός πλούτος, τοπωνύμια κ. ά.), συνεχίζουν με την κοινωνική, εκπαιδευτική και εκκλησιαστική δομή, δηλαδή τη διοίκηση (δημογεροντία, τους κατοίκους, τα σχολεία που λειτουργούσαν, τους εκκλησιαστικούς παράγοντες, τις ενορίες και τις εκκλησίες κ. τ. λ.) και καταλήγουν με τα λαογραφικά στοιχεία, δηλαδή τις κατοικίες, τις ενδυμασίες, τη διατροφή, τις διάφορες κοινωνικές εκδηλώσεις (προξενιά, αρραβώνες, γάμους, βαφτίσια, διάφορες γιορτές κ. ά.), τους χορούς, τα τραγούδια, τους θρύλους, τα παραμύθια.
Αυτόν
τον δρόμο, που χάραξε συγκεκριμένα για τους άλλους, ακολούθησε και ο
Παναγιώτης Τανιμανίδης στο βιβλίο του «Ίμερα». Περιλαμβάνει σε αυτό τα
περισσότερα από τα παραπάνω στοιχεία και προσθέτει ειδικό κεφάλαιο για
την εγκατάσταση Ιμεραίων του Πόντου στη Νέα Ίμερα (Χρυσόπετρα) της
Ξάνθης.
Αν
υπήρχαν τέτοιες μονογραφίες για τις διάφορες περιοχές του Πόντου, όπως
του Παναγιώτη Τανιμανίδη, θα διευκολυνόταν ο ιστορικός να γράψει τη
συνολικότερη ιστορία του Πόντου, αλλά και ειδικότερων τομέων της.
Βαθιά ποιητική ευαισθησία
Βαθιά
συναισθηματικός και πολύπλευρα σκεπτόμενος, ο Παναγιώτης Τανιμανίδης
ασχολήθηκε με τη λογοτεχνία, γράφοντας με την ίδια έφεση για μια εκ
βαθέων εξομολόγηση, στίχους στην ποντιακή διάλεκτο και στη νεοελληνική
γλώσσα. Μερικά ποιήματα του δημοσιεύτηκαν στην «Ποντιακή Εστία». Όλα
μαζί, γραμμένα από το 1941 και μετά, τα συμπεριέλαβε στη συλλογή του
«Προβληματισμοί» .
Οι
στίχοι που γράφηκαν στην ποντιακή διάλεκτο μιλούν συνήθως για την
πατρίδα, για τον ξεριζωμό από αυτήν, όταν ήταν παιδάκι, χωρίς να
λησμονούνται οι ξεριζωμένοι όλου του κόσμου, «πουλιά διωγμένα και
πληγωμένα», αλλά και για τις σύγχρονες περιπέτειες των Ποντίων από τη
Ρωσία. «Πρόσφυγας σα ξένα στράτας - με τα τέσσερα μωρά - την Ελλάδαν
αραεύω - μ' απομένω οξουκά».
Όταν
εκφράζεται στη νεοελληνική γλώσσα, ο στίχος του Παναγιώτη Τανιμανίδη
είναι ελεύθερος, χωρίς τις δεσμεύσεις που απαιτούσε η ποίηση
παλαιότερα, κυρίως για τις ωδές, που είναι κάτι σαν τραγούδι:
Χρόνια αξέχαστα, μαύρα και ματωμένα
και φορτωμένα με κακομοιριά.
Με δάκρυ και αίμα, χρόνια λουσμένα,
Της προσφυγιάς και της ντροπής αρχή και τέλος...
Ενώ
όταν στιχουργεί στην ποντιακή διάλεκτο, που η ίδια αποτελεί ήδη μια
παράδοση, τα ποιήματα του, γραμμένα με το παραδοσιακό μέτρο και την
ομοιοκαταληξία, είναι έτοιμα να μελοποιηθούν και να τραγουδηθούν. Οι
στίχοι του αποτελούν σπαράγματα ψυχής και καρδιάς, μιας καρδιάς που
πόνεσε από τα δικά της πάθη, αλλά που συγκινήθηκε βαθιά και από τα
«ξένα» πάθη, τις πληγές των συνανθρώπων.
Αποθαμέν' εσκώθανε
ν' εμπαίν'νε οι ζωντανοί,
η μάνα εχάσεν το παιδίν
και το παιδίν τη μάναν.
Το χώμαν ντο επότ'σαμε
με αίμαν και ιδρώταν,
εφέκαμ' αναχάπαρα
απέσ' και σον χειμώναν...
Ο
θεολόγος Παναγιώτης Τανιμανίδης, μολονότι παραμένει βαθιά ευλαβής μέχρι
και την τελευταία στιγμή της ζωής του, δεν είναι, ωστόσο, ο
θρησκευτικός ποιητής με τη στενή έννοια του όρου, όπως π. χ. ο Γεώργιος
Βερίτης ή ο Πόντιος Γεώργιος Πηλείδης. Ο Τανιμανίδης ζει πολύ κοντά στον
άνθρωπο και του απλού ανθρώπου οι χαρές και οι λύπες τον συγκινούν
ιδιαιτέρως. Όταν σηκώνει το βλέμμα προς τον ουρανό, είναι για να δεηθεί
για τον απλό άνθρωπο.
Αισιόδοξος μέχρι το τέλος του
Το
προηγούμενο βράδυ του θανάτου του στο «μπλε κτίριο» του Ιπποκράτειου
νοσοκομείου της Θεσσαλονίκης - κοντά του πάντα η γυναίκα του Κασσιανή
,έλεγε: «Έστειλα γράμμα στην Αγγλία, στο ίδρυμα του καθηγητή Ρίτσαρντ
Ντόκινς (1871-1955), να μου στείλουν κάποια στοιχεία που μου λείπουν για
το βιβλίο μου».
Ήταν στις 5 Ιανουαρίου του 1995, παραμονή των Φώτων. Την άλλη μέρα, ο Παναγιώτης Τανιμανίδης έφυγε για πάντα από τη ζωή, με την αισιοδοξία χαραγμένη στη μορφή του, έχοντας πάντα δίπλα του την αγαπημένη του γυναίκα Κασσιανή. Τάφηκε στη μονή της Σουμελά, δίπλα στον Φίλωνα Κτενίδη και τον Αμβρόσιο Σουμελιώτη.
Ήταν στις 5 Ιανουαρίου του 1995, παραμονή των Φώτων. Την άλλη μέρα, ο Παναγιώτης Τανιμανίδης έφυγε για πάντα από τη ζωή, με την αισιοδοξία χαραγμένη στη μορφή του, έχοντας πάντα δίπλα του την αγαπημένη του γυναίκα Κασσιανή. Τάφηκε στη μονή της Σουμελά, δίπλα στον Φίλωνα Κτενίδη και τον Αμβρόσιο Σουμελιώτη.
Βιβλία τον Π. Τανιμανίδη
Ο Παναγιώτης Τανιμανίδης τύπωσε σε βιβλία τις εξής εργασίες του:
Παναγία Σουμελά - Σύμβολο και μνημείο, 1951-1977,
Το μυστικό της ελληνικής ζωτικότητος,
Ο σεβασμός στην ανθρώπινη ύπαρξη και η εποχή μας,
Η Ίμερα, Ποντιακοί οικισμοί στην Ελλάδα, α' τόμος,
Ποντιακοί οικισμοί β' τόμος,
Αίμα και δάκρυα, 1991,
Προβληματισμοί - Ποιήματα,
Το αντάρτικο στον Πόντο, 1992,
Ελληνοποντιακοί οικισμοί στην πρ. Σοβιετική Ένωση, 1994.
Ανάτυπα από περιοδικά
Το μοναδικό γεγονός,
Η αναγκαιότης της θρησκείας,
Τα Θεοφάνια και τα λατρευτικά έθιμα των Ποντίων,
Τα σταυρολούλουδα,
Ο Σταυρός και το Έθνος,
Θρησκεία και Επιστήμη.
Λήμματα σε εγκυκλοπαίδειες
Έχει
δημοσιεύσει διάφορες εργασίες του (λήμματα), θεολογικού και λαογραφικού
περιεχομένου, στην Εγκυκλοπαίδεια του Ποντιακού Ελληνισμού, στην
Εγκυκλοπαίδεια «Παιδεία» και στην εγκυκλοπαίδεια «Υδρία».
Άρθρα και σχόλια σε έντυπα
Πάρα
πολλά είναι τα άρθρα και τα σχόλια, θρησκευτικού, κυρίως,
περιεχομένου, που δημοσίευε ο Παναγιώτης Τανιμανίδης σε εφημερίδες και
περιοδικά. Τα περισσότερα άρθρα και σχόλια του δημοσιεύτηκαν στο
περιοδικό «Ποντιακή Εστία», από το 1975 έως και τον θάνατο του το 1995.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου