Ιδρύθηκε από τους
Έλληνες - μετανάστες από το χωριό Ίμερα της περιοχής της Τραπεζούντας. Ένας
συγκεκριμένος αριθμός οικογενειών -προερχόμενων απ' αυτό το χωριό, το 1830,
μαζί με τους Έλληνες του Γκιουμισχανέ (Αργυρούπολη) εγκατασταθήκανε στην
περιοχή Τσάλκας (Μπεστασέν).
Για διάστημα πέντε χρόνων αυτοί οι Έλληνες
ζούσαν μαζί. Μετά οι πρώην κάτοικοι της Ίμερας αποφάσισαν να αποχωριστούν και
να εγκατασταθούν σε κρατική γη, που την ονόμαζαν Γιαϊλά, δηλαδή καλοκαιρινό
βοσκότοπο. Έτσι το 1835 στην περιοχή της Τσάλκας ιδρύθηκε ένα νέο χωριό από
εκείνους που προέρχονταν από το Μπεστασέν.
Οι κάτοικοι
αποφάσισαν να δώσουν στο χωριό το ελληνικό όνομα εκείνου του χωριού, στο οποίο
ζούσαν στην περιοχή της Τραπεζούντας.
Εδώ οι Έλληνες
βρήκαν τα ερείπια του παλιού γεωργιανού χωριού και τη θεμελίωση της ορθόδοξης
εκκλησίας. Για την επισκευή της θεμελίωσης αυτής οι κάτοικοι της Ίμερας
ετοιμάζονταν 5 χρόνια. Το 1838 οι μάστορες του χωριού άρχισαν την επισκευή, η
οποία τελείωσε το 1840. Την εκκλησία εγκαινίασε ο καλεσμένος ιερέας Λ.Ν.Μιχαήλοβ
και την αφιέρωσε στη μνήμη των Αγίων Πέτρου και Παύλου. Δίπλα στην εκκλησία,
σε δημόσιο χώρο, χτίστηκε διώροφο σπίτι, ο πρώτος όροφος του οποίου ήταν για
το εκκλησιαστικό σχολείο, ενώ στο δεύτερο όροφο υπήρχαν ειδικά δωμάτια για να
μένουν οι ιερείς.
Μετά το τέλος της
κατασκευής παρουσιάστηκε το πρόβλημα του διορισμού ιερέα στην εκκλησία των
Αγίων Πέτρου και Παύλου της Ίμερας. Με τη συγκατάθεση των κατοίκων ο Έξαρχος
της Γεωργίας, το 1840, διόρισε ως πρώτο ιερέα σ' αυτή την εκκλησία τον Λ.Ν.Μιχαήλοβ.
Ο ιερέας Μιχαήλοβ ανακοίνωσε ότι σκοπεύει να ιδρύσει στο χωριό εκκλησιαστικό
σχολείο, όπου τα παιδιά θα μαθαίνουν τη μητρική γλώσσα τους και τη γραφή,
αριθμητική, ζωγραφική και τις αρχές της ορθόδοξης θρησκείας. Οι κάτοικοι
ενέκριναν τα σχέδια του ιερέα και αποφάσισαν η κάθε οικογένεια να προσφέρει
κάθε χρόνο 1,50 καπίκια για τη συντήρηση του σχολείου τους.
Έτσι από το Σεπτέμβριο
του 1840 στο χωριό Ίμερα, με την καθοδήγηση του ιερέα Λ.Ν.Μιχαήλοβ, τα παιδιά
των πιστών για πρώτη φορά πήγαν στο σχολείο, για να μάθουν την ελληνική γλώσσα
και γραφή. Κυριότερος δάσκαλος των βασικών μαθημάτων διορίστηκε ο νέος Ανάνιος
Ξενοδόχοβ.
Ο ιερέας Μιχάηλοβ
υπήρξε ο αγαπημένος άνθρωπος και των παιδιών και των μεγάλων εξαιτίας της
βαθιάς γνώσης των ελληνικών, αλλά και του μεγάλου ενδιαφέροντος του και αγάπης
του προς τα παιδιά των συμπατριωτών του. Οι μαθητές του χωριού Ίμερα σε δύο
χρόνια άρχισαν να μιλάνε την ελληνική γλώσσα. Πολλά αγόρια και κορίτσια έγιναν
αριστούχοι και μετά το σχολείο άρχισαν να διδάσκουν την ελληνική γλώσσα σε
σχολεία, όπου τα παιδιά δεν είχαν ιδέα της ελληνικής.
Το προαναφερόμενο
σχολείο της Ίμερας δεν καταχωρήθηκε επίσημα από τη γραμματεία του Εξάρχου της
Γεωργίας. Η προσφορά του ιερέα Λ.Ν.Μιχαήλοβ προς τους πιστούς και την ορθόδοξη
εκκλησία εκτιμήθηκε από τον Έξαρχο της Γεωργίας. Το 1880 λόγω του ιωβηλαίου
του ιερέα, μια και τότε έγινε 75 χρόνων, έδωσε στον ιερέα ως δώρο επίσημα
ιερατικά άμφια για την καλή υπηρεσία.
Το εκκλησιαστικό
σχολείο της Ίμερας για πρώτη φορά καταχωρήθηκε επίσημα από τη γραμματεία του
Εξάρχου της Γεωργίας το 1873, επειδή αυτό το έτος ο υπαστυνόμος Σαριέβ μετέφερε
την έδρα του από το χωριό Σιπιάκ στην Ίμερα.
Η κατασκευή της
εκκλησίας των Αγίων Πέτρου και Παύλου στο χωριό Ίμερα ολοκληρώθηκε το 1890 και
άρχισε η αγιογραφία του εσωτερικού του ναού. Τα χρήματα γι' αυτήν την υπόθεση
έδωσε ο αρχιερέας Ανάνιος Ξενοδόχοβ. Πάνω από την πόρτα της εκκλησίας γράφτηκε
η επιγραφή στην ελληνική γλώσσα, που λέει: «Η εκκλησία των Αγίων Πέτρου και
Παύλου χτίστηκε το 1890 από τον αρχιερέα Ανάνιο Ξενοδόχοβ». Εδώ στο εκκλησιαστικό νεκροταφείο θάφτηκε η γυναίκα του, η Άννα
Γεώργιεβνα, που πέθανε στις 23 Δεκεμβρίου του 1892.
Από την έκθεση του
ιερέα Ανάνιου Ξενοδόχοβ προς τον Έξαρχο της Γεωργίας το 1909 μαθαίνουμε ότι το
1888 έγινε ιερέας και διορίστηκε στην ενορία της Ίμερας. Πριν από τον
Ξενοδόχοβ εκεί υπηρετούσε ένας γέρος ιερέας. Ο ναός αυτός ήταν παλιός και δεν
ήταν ωραίος. Το δεύτερο έτος της υπηρεσίας του ο Ξενοδόχοβ ασχολήθηκε με την κατασκευή
του νέου ναού. Εξαιτίας των δωρεών χτίστηκε ένας ωραίος ναός. Το πρώτο έτος
της υπηρεσίας του ο Ξενοδόχοβ έθεσε σε λειτουργία και το εκκλησιαστικό σχολείο,
όπου δίδασκε για διάστημα 10 χρόνων.
Το 1840, η
εκκλησία, που προαναφέραμε, επισκευάστηκε με την καθοδήγηση του ιερέα
Λ.Ν.Μιχαήλοβ. Λόγω της έλλειψης χρημάτων οι μάστορες αποφάσισαν να σκεπάσουν
την εκκλησία με ξύλινη στέγη, την οποία αργότερα, το 1890, αντικατάστησαν με
πέτρινη.
Λόγω της
προχωρημένης ηλικίας του ιερέα Λ.Ν.Μιχαήλοβ μειώθηκαν οι ώρες διδασκαλίας στο σχολείο,
που λειτουργούσε από το 1844, αλλά και οι ώρες της λειτουργίας στην εκκλησία.
Από το 1880 ο ιερέας Α.Ξενοδόχοβ δούλευε στο σχολείο της Ίμερας σαν δάσκαλος.
Υπάρχουν πολλά ντοκουμέντα για την κατάσταση του σχολείου και της εκκλησίας του
χωριού Ίμερα. Ο Α. Ξενοδόχοβ σε όλα κατηγορεί τον πρώην ιερέα, όσον αφορά τις υποθέσεις
του σχολείου. Αναγνωρίζουμε όμως και τη συντηρητικότητα όχι μόνο του
Λ.Ν.Μιχάηλοβ, αλλά και όλων των ιερέων της περιοχής εκείνης της γενιάς. Αυτό
γινόταν, γιατί οι νόμοι της Αυτοκρατορίας δεν προστάτευαν τα δικαιώματα και
τα ενδιαφέροντα του ελληνικού πληθυσμού.
Το 1888, η
κατάσταση που δημιουργήθηκε στην Ίμερα ανάγκασε τον Έξαρχο της Γεωργίας να
διορίσει στην Ίμερα νέο ιερέα τον Ανάνιο Ξενοδόχοβ. Ο Ανάνιος Ξενοδόχοβ άρχισε
πρώτα να μαζεύει τις δωρεές για την επισκευή της εκκλησίας και την κατασκευή
νέου κτιρίου για το εκκλησιαστικό σχολείο, επειδή το σχολείο που υπήρχε δεν ικανοποιούσε
τις ανάγκες των παιδιών. Το 1890 άρχισε η κατασκευή του σχολείου υπό τη
διεύθυνση του Α.Ξενοδόχοβ. Ο Ξενοδόχοβ αγαπούσε το λαό του και την Ορθοδοξία.
Τον ανησυχούσε το γεγονός ότι οι συμπατριώτες του στο χωριό Αχαλίκ δεν είχαν την
εκκλησία τους. Κάτω από τη δική του διεύθυνση και οικονομική υποστήριξη, το
1895, χτίστηκε εκεί η εκκλησία. Όλα τα εκκλησιαστικά είδη για τις εκκλησίες
των χωριών Αχαλίκ και Ίμερα αγοράστηκαν από τον Α.Ξενοδόχοβ. Επειδή ο
Ξενοδόχοβ ήξερε καλά τα θέματα της εκκλησίας έγινε συμπαθής από τον Έξαρχο της
Γεωργίας, που το 1897 τον μετέθεσε σαν ιερέα στην εκκλησία του Αγίου Βλαδίμηρου
στο Ναχιτσεβάν.
Όλα τα
προαναφερθέντα μας λένε ότι οι χριστιανικές χώρες, Ρωσία και Γεωργία,
χρειάζονταν τους Έλληνες που ήξεραν να χτίζουν και να μορφώνουν τους ανθρώπους
για το καλό της Ορθοδοξίας.
Έτσι, λοιπόν, από
το 1840 στο χωριό Ίμερα λειτουργούσε εκκλησιαστικό σχολείο, στο οποίο πρώτος
δάσκαλος ήταν ο πρώτος ιερέας της ντόπιας εκκλησίας των Αγίων Πέτρου και Παύλου
Ανάνιος Ξενοδόχοβ. Καθώς όμως, με τον καιρό, αυξανόταν ο αριθμός των μαθητών,
στις αρχές του 20ου αιώνα χρειάστηκαν και άλλοι δάσκαλοι. Έτσι το 1903 οι
κάτοικοι της Ίμερας αποφάσισαν να καλέσουν τους νέους δασκάλους. Κάλεσαν το
δάσκαλο της ελληνικής γλώσσας Ευσέβιο Οικονόμοβ, απόφοιτο του εκκλησιαστικού
σχολείου της Τιφλίδας, που δούλευε ως δάσκαλος της ελληνικής γλώσσας στο χωριό
Κογός. Επίσης κάλεσαν πίσω τον Α.Ξενοδόχοβ από το Ναχιτσεβάν. Αυτοί οι δύο δάσκαλοι
άρχισαν να δουλεύουν στο σχολείο του χωριού Ίμερα. Επιτηρητής διορίστηκε ο
Γεώργιος Αλμάνοβ, κάτοικος του Γεντί Κιλισέ, απόφοιτος του τρίτου αστικού
σχολείου της Τιφλίδας. Το 1905 ο αριθμός των μαθητών του σχολείου έφτανε στα
52 άτομα και αυξήθηκε παράλληλα και ο αριθμός των δασκάλων. Κλήθηκε ο Ηλίας
Σεμιόνοβιτς Αμπούσεβ, απόφοιτος του υπερκαυκάσιου δασκαλικού σεμιναρίου και το
1899 κλήθηκε και ο Ανάνιος Μητροφάνοβιτς Αναστασόβ, απόφοιτος του αστικού
δασκαλικού σεμιναρίου το 1912.
Όλα αυτά
επιβεβαιώνουν την επιθυμία των ιερέων να αναγεννήσουν τη μητρική τους γλώσσα.
Οι Έλληνες ήξεραν ότι μόνο αυτούς τους ίδιους ενδιαφέρουν τα προβλήματά τους.
Ήξεραν ότι γύρω τους εμφανίζονταν οι εχθροί τους, οι εθνικό - σωβινιστές
μουσουλμάνοι και χριστιανοί. Στις αρχές του 20ου αιώνα οι ληστές
δραστηριοποιήθηκαν και σχεδίαζαν να ληστέψουν τις ελληνικές εκκλησίες, που
εκείνη την εποχή ήταν από τις πιο πλούσιες. Ληστές, λοιπόν, στις 15 Μαΐου του
1909 λήστεψαν την εκκλησία των Αγίων Πέτρου και Παύλου στην Ίμερα παίρνοντας
μαζί τους τα πιο πολύτιμα αντικείμενα από χρυσό και ασήμι.
Στην πραγματικότητα
οι Έλληνες της περιοχής Τσάλκας ζούσαν κάτω από δύσκολες συνθήκες, ίδιες μ'
αυτές στην πρώην πατρίδα τους τη Μικρά Ασία. Είναι δύσκολο όμως να το
κατανοήσει κανείς. Οι ντόπιοι λαοί δέχτηκαν τους Έλληνες και τη δραστηριότητά
τους με μεγάλη χαρά. Οι αντιδραστικοί κύκλοι όμως συνέχιζαν την Οθωμανική
τακτική.
Εξαιτίας της
δραστηριότητας της εκκλησίας και των ιερέων οι κάτοικοι του χωριού Ίμερα
διατήρησαν την μητρική τους γλώσσα έως το 1950. Δυστυχώς όμως στο διάστημα 1920
- 1930 οι κομμουνιστές προξένησαν ζημιά κλείνοντας τα ελληνικά σχολεία. Αυτός
ήταν και ο λόγος της λήθης της μητρικής γλώσσας από τους Έλληνες.
Σωκράτης Αγγελίδης
Διδάκτορας της Ιστοριας-Ανατολικολογος
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου