Φόρης Παροτίδης

Δευτέρα 25 Ιουνίου 2012

Η αυτοβιογραφία του
Ο Φόρης Παροτίδης έγραψε την αυτοβιογραφία του - σε τρίτο πρόσωπο, κάτι που δείχνει τη σεμνότητα του - λίγο καιρό πριν από τον θάνατο του το 1988, αναφέροντας μόνον λίγα λόγια για το έργο του.
«Γεννήθηκε το 1938 στο Κάτω θεοδωράκι Κιλκίς, από γονείς Πόντιους που κατάγονταν από το Κιουμούς Μαντέν της Μερζιφούντας. Μετά τη γερμανική κατοχή εκπατρίστηκε με την οικογένεια του στο Σιδηρόκαστρο. Το 1957 έρχεται στη Σταυρούπολη Θεσσαλονίκης.
Τελειώνει το Β' νυχτερινό γυμνάσιο, δουλεύοντας την ημέρα στις οικοδομές. Συνέχισε τις σπουδές του στο τμήμα σκηνοθεσίας και σεναρίου, στην Ανω­τάτη Σχολή Κινηματογράφου - Θεάτρου Αθήνας.
Τρία χρόνια της δικτατορίας πέρασε ως εξόριστος στη Λέρο.
Από τα γυμνασιακά του χρόνια ασχο­λείται με τη λογοτεχνία και δημοσίευσε ποιήματα, μελέτες καθώς και κριτικές κινηματογράφου και θεάτρου σε περι­οδικά και εφημερίδες. Γίνεται ανταπο­κριτής και υπεύθυνος της καλλιτεχνικής στήλης στις εφημερίδες «Ελεύθερος Λό­γος» και «Δημοκρατική Αλλαγή».
Αρχισυντάκτης στο «Δημοκρατικό Κιλκίς» και στο «Μαχητή του Κιλκίς».
Συνεργάτης σε πολλά λογοτεχνικά περιοδικά, σε ποντιακά και σε ημερήσι­ες εφημερίδες.
Από τους βασικούς συντάκτες της Εγκυκλοπαίδειας του Ποντιακού Ελλη­νισμού. Κυκλοφόρησε βιβλία και μονο­γραφίες. Έχει ανέκδοτο υλικό με θέμα­τα λαογραφίας, ιστορίας και τέχνης.
Σήμερα εργάζεται ως τεχνίτης στη Δι­εύθυνση Αρχιτεκτονικού Σχεδίου Θεσ­σαλονίκης και αρθρογραφεί σε εφημε­ρίδες και περιοδικά».

Το έργο του Φόρη Παροτίδη
Με το έργο του ο Φόρης Γ. Παροτίδης δεν άγγισε μόνον, αλλά ψηλάφισε και βροντοφώναξε μερικές αλήθειες, χω­ρίς ούτε στιγμή να γίνεται ιεροκήρυκας πιστών ή καθοδηγητής πολιτικών ομάδων. Πάντοτε τα ποιήματα και τα πεζογραφή­ματα του αποτελούν τέχνη και αποπνέουν τη φρεσκάδα, που μόνον ειλικρινείς τεχνί­τες του λόγου μπορούν να αποτυπώσουν με την πένα τους στο χαρτί.
Η έμπνευση του προέρχεται, κυρίως, από τους λαϊκούς αγώνες, στους οποίους έδωσαν το παρών και οι γονείς του - ο Γι­ώργος και η Ευσεβία - και ο ίδιος, μέχρι και την τελευταία στιγμή. Οι «Περιπτώ­σεις», οι «Ερσηφόροι», οι «Επώνυμοι και ανώνυμοι» είναι ποιητικές συλλογές, που κάποιοι θα μπορούσαν επιπόλαια να κα­τατάξουν στη στρατευμένη ποίηση, με την έννοια ότι υπηρετούν κάποιον συγκεκριμέ­νο πολιτικό στόχο. Η στρατευμένη, όμως, ποίηση του Φόρη Παροτίδη θα μπορούσε να υπηρετήσει, κάλλιστα, πολλούς στό­χους, όλους τους στόχους που αφορούν την ανθρώπινη ύπαρξη, σε όποιο σημείο της γης, που αγωνίζεται για τη ζωή, για ανθρώ­πινη ζωή, χωρίς τον φόβο των βασάνων ή και του θανάτου.
Τα έργα του είναι γραμμένα σε μια γλα­φυρή, ζωντανή, δημοτική, με ελάχιστες «παρεκτροπές» προς λέξεις και εκφράσεις του συρμού. Είναι και άλλα, που γραμμένα στην ποντιακή διάλεκτο, πάλι με γνώρισμα τη σχετική τελειότητα.
 Ένας άνθρωπος, που όταν πέθανε το 1988 δεν είχε συμπλη­ρώσει ακόμη τα πενήντα του χρόνια, γνω­ρίζει θαυμάσια και γράφει τη διάλεκτο που μιλούσαν οι προγονοί του
Μην μπορώντας να ξεφύγει από την παράδοση, που θέλει τους Πόντιους να ασχολούνται από τα αρχαία χρόνια με την κωμωδία, τη σάτιρα ή τον αυτοσαρκασμό, ο Φόρης Παροτίδης έδωσε το 1985 τα σατι­ρικά γυμνάσματα του, που έχουν τίτλο «Να γελάς και να κλαις», όπου πολύ σοβαρές καταστάσεις αντιμετωπίζονται με χιούμορ, χωρίς, όμως, να γελοιοποιούνται, ακολου­θώντας έτσι τα χνάρια των Ποντίων από την αρχαιότητα και μέχρι πρόσφατα, που κάνουν πραγματική σάτιρα και όχι «ποντιακά ανέκδοτα».
 Είναι χαρακτηριστικό ότι ένα από τα έργα του αρχαίου δράματος, που τον ενέπνευσαν και το παρουσίασε σε ελεύθερη απόδοση στα ποντιακά ήταν η αντιπολεμική κωμωδία «Λυσιστράτη» του Αριστοφάνη.
Αυτή η παράδοση, ωστόσο, δεν εμπόδισε καθόλου τον Φόρη Παροτίδη να ασχοληθεί με την ελεύθερη απόδοση και τραγωδιών, όπως είναι ο «Προμηθέας Δεσμώτης» του Αισχύλου και η «Αντιγόνη» του Σοφοκλή. Υπάρχουν, βεβαίως, απόψεις και απόψεις πάνω στο ζήτημα της μεταφοράς αρχαίων ή άλλων κειμένων στην ποντιακή διάλεκτο, αλλά δεν είναι του παρόντος.
Η ελεύθερη απόδοση των έργων του αρ­χαίου δράματος από τον Φόρη Παροτίδη δεν δείχνει μόνον την τεχνική της γραφής του και τις ανθρώπινες ευαισθησίες του, αλλά και τις πολλές γνώσεις του για το αρ­χαίο θέατρο, το οποίο - εκτός των άλλων -διδάχτηκε στη δραματική σχολή που παρα­κολούθησε στην Αθήνα.
 Δεν διαλέγει στην τύχη κάποια έργα από το αρχαίο δραμα­τολόγιο. Επιλέγει τους δύο αγωνιστές, τον Προμηθέα, που έρχεται αντιμέτωπος με τη θεϊκή εξουσία του Δία, γιατί έκανε γνωστό τον πολιτισμό - τη φωτιά - στους ανθρώ­πους, και την Αντιγόνη, που θυσιάζει τη ζωή της για τις ιδέες της, στη σύγκρουση της με το καταπιεστικό καθεστώς του βα­σιλιά της Θήβας.
Ακόμη και οι πρώτες του δοκιμές ποιη­τικής και θεατρικής έκφρασης, που περι­λαμβάνουν τη συλλογή ποιημάτων «Περι­πτώσεις» και τα θεατρικά «Μονόπρακτα», το 1970 και το 1971, αντίστοιχα, αποτελούν ολοκληρωμένες προσπάθειες, μεστής σκέ­ψης και λογοτεχνικής απόδοσης. Αυτό δεν θα μπορούσε να μην συμβαίνει, αφού ο Φόρης Παροτίδης δεν ξεκίνησε το 1970. Όταν παρουσίαζε τις δοκιμές του στον έντεχνο λόγο, είχε μια αρκετά μακρόχρονη θητεία στα γράμματα, που την πιστοποιούν τα δημοσιευμένα γραφτά του σε περιοδι­κά και εφημερίδες των Σερρών, όταν ήταν μαθητής, και τα άλλα που καταχωρήθηκαν και πλούτισαν με την ποιότητα τους τις εφημερίδες «Δημοκρατική Αλλαγή» και «Ελεύθερος Λόγος» της Αθήνας, και τις τοπικές «Δημοκρατικό Κιλκίς» και «Μα­χητής του Κιλκίς», στις δεκαετίες 1960 και 1980, αντίστοιχα.
Κι ενώ το γενικότερο συγγραφικό του μέλλον διαγραφόταν λαμπρό, ο Φόρης Πα­ροτίδης αυτοπεριορίζεται - χωρίς, ωστόσο, να ξεμακρύνει πολύ από τη σύγχρονη λο­γοτεχνία, που έχει εκφραστικό μέσο τη δη­μοτική γλώσσα - και βάζει σκοπό της συγ­γραφικής του εργασίας την προβολή της ιστορίας και του πολιτισμού των Ποντίων προγόνων του.
 Το αποτέλεσμα είναι πολύ σημαντικό. Η εισήγηση για τους δεσμούς του νεότερου πολιτισμού των Ποντίων με εκείνον του αρχαίου Πόντου, που έκανε το 1988 στο Β' Παγκόσμιο Συνέδριο του Πο­ντιακού Ελληνισμού, ήταν φυσικό να κάνει αίσθηση και να συζητηθεί. Οι άλλες μελέ­τες του, επίσης, για την ποντιακή λαογρα­φία («Παροιμίες του ποντιακού λαού και παροιμιακές εκφράσεις», «Τα ποντιακά επώνυμα και η προέλευση τους»), για τους δεσμούς Ποντίων και Κρητών και πολλές άλλες, με περιεχόμενο πάντοτε τον Πόντο και τους Πόντιους, που δημοσιεύτηκαν στο περιοδικό «Ποντιακή Εστία».
Συνοψίζοντας, με βάση όλο το γνωστό έργο του Φόρη Παροτίδη, μπορεί κανείς να πει με βεβαιότητα ότι τα γραφτά του αποτελούν απαύγασμα, καταστάλαγμα, μιας σταθερής εμμονής στην ουσία της τέχνης, πρώτα-πρώτα, στα θεμέλια της κοι­νωνικής τομής, στο βάθος του ανθρώπινου είναι, στις ανατάσεις και τις καταπτώσεις των αγώνων του για τη ζωή. Γιαυτό και ο Φόρης Παροτίδης θεωρείται από πολλούς ότι υπήρξε ένας ξεχωριστός διανοούμε­νος.
  Τα έργα του
Ο Φόρης Παροτίδης εξέδιδε από το 1977 έως το 1980 τη δίμηνη πνευματική επιθεώ­ρηση «Ζιζάνιο».*
Ο ίδιος εξέδωσε με χρονική σειρά στη Θεσσαλονίκη τα βιβλία του: «Περιπτώ­σεις», το 1970,
ποιήματα, «Μονόπραχτα» (θεατρικά) το 1971,
 «Ερσηφόροι», ποιήμα­τα, το 1976 (Το βιβλίο εξέδωσε ο αείμνη­στος φίλος του εκδότης Νίκος Χατζηκύργιος),
«Επώνυμοι και Ανώνυμοι», ποιήματα, το 1979,
 «Προμηθέας ο δεσμώτης» του Αισχύλου, σε ελεύθερη απόδοση, το 1985,
 «Να γελάς και να κλαίς», σατιρικά γυμνά­σματα, το 1985,
«Αντιγόνη» του Σοφοκλή, σε ελεύθερη απόδοση, το 1986,
«Αμφιβολί­ες», διηγήματα, το 1986,
«Ιστορία του προ­οδευτικού κινήματος του νομού Κιλκίς», το 1988, που βραβεύτηκε σε διαγωνισμό της Νομαρχίας Κιλκίς.
Μετά τον θάνατο του κυκλοφόρησαν τα βιβλία του: «Παροιμίες του ποντιακού λαού και παροιμιακές φράσεις», 1989, «Η Λυσιστράτη» του Αριστοφάνη, ελεύθερη απόδο­ση στην ποντιακή διάλεκτο και «Πίσω από τα τείχη της σιωπής», μια έκδοση που επι­μελήθηκε με πολλή αγάπη ο αδελφός του Νίκος Παροτίδης.
Είχε έτοιμα για έκδοση: τα θεατρικά μονόπρακτα «Αισόδοξη αυταπάτη», «Πε­ρίπτωση» και «Κακοποιός», τα αισθητικά «Στοιχειώδεις αρχές αισθητικής κινημα­τογράφου», «Στοιχεία αισθητικής του θε­άτρου» και «Η συγκίνηση στην τέχνη του ηθοποιού», τα σενάρια «Μεσόβουνο - Νε­κροί χωρίς τάφο», σε συνεργασία με τον αξέχαστο Πόντιο ηθοποιό Γιάννη Κυριακίδη, «Αμφιβολίες», «Καταχνιά», «Το κέ­ρας», «Το μεροκάματο του εσταυρωμένου» και «Το φάντασμα από πουθενά», καθώς και ποικίλα μελετήματα.

*Το περιοδικό "Ζιζάνιο"
Τον χαρακτήρα του Φόρη Παροτίδη εξέφραζε - μέχρις ενός ορισμένου σημεί­ου - ο τίτλος «Ζιζάνιο», που ο ίδιος έδωσε το 1977 στο διμηνιαίο περιοδικό του, που περιείχε ποικίλη πνευματική ύλη. Ασυμβί­βαστος μέχρι την ημέρα του θανάτου του ο ίδιος, έδωσε και στο περιοδικό του αυ­τήν την κατεύθυνση, εισάγοντας «ζιζάνια» στον πνευματικό χώρο, όπου κυριαρχούσε το πνευματικό κατεστημένο, που δεν άφη­νε με κανέναν τρόπο τους νέους ανθρώ­πους και τις νέες ιδέες να εφραστούν.
Ήταν τόση η δύναμη του Φόρη Παρο­τίδη, που μπορούσε να γράφει την ύλη ολόκληρου περιοδικού σαράντα οχτώ σελίδων μόνος του. Δυο - τρεις φίλοι τον συμπαραστάθηκαν κάπως στην προσπά­θεια του, γράφοντας μερικά κείμενα προς το μέσον της εκδοτικής του προσπάθειας, αφού έκανε με αυτήν και μερικές άλλες εκδόσεις έργων του. Ανάμεσα στους φί­λους, που κάπως τον βοήθησαν και τον ενθάρρυναν στην έκδοση του περιοδικού «Ζιζάνιο», ήταν και ο δημοσιογράφος Πάνος Καϊσίδης, που ανέλαβε την παρου­σίαση των νέων βιβλίων.
Παράδειγμα επιμονής, συστηματικής εργασίας και αγάπης για αυτό που έκανε, ο Φόρης Παροτίδης συνέχισε την έκδοση του περιοδικού του μέχρι το 1980. Από τα άρθρα που δημοσίευσε στο «Ζιζάνιο», φαίνεται η ευρύτητα των γνώσεων του, της αντίληψης του και η βαθιά κριτική προ­σέγγιση και ανάλυση σύγχρονων γεγονό­των, που αφορούν τον πολιτισμό, αλλά και άλλων, που ακουμπάνε περισσότερο στην πολιτική, που όμως η αρχή και το τέλος τους σηματοδοτούν το πολιτισμικό γίγνε­σθαι.
Η ύλη του περιοδικού «Ζιζάνιο», δη­λαδή τα κείμενα του Φόρη Παροτίδη, θα μπορούσαν να αποτελέσουν αντικείμενο έρευνας για την πολιτισμική ταυτότητα των Ελλήνων από το 1960 περίπου και μέ­χρι το 1980, οπότε έπαψε η φωνή του.





Share

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

 
Copyright © 2015 Santeos
| Design By Herdiansyah Hamzah