Η Ποντιακη Οικογενεια

Κυριακή 6 Μαΐου 2012


Η κύρια μορφή οικογένειας που επικρατούσε ήταν η ενιαία, πατριαρχική οικογένεια. Η οικογένεια επιτελούσε τέσσερις θεμελιώδεις, για την κοινωνική ζωή του ανθρώπου λειτουργίες: σεξουαλική, οικονομική, αναπαραγωγική και παιδαγωγική.
 Πέρα από τις πνευματικές λειτουργίες της οικογένειας, η οικονομική συνεργασία ενδυνάμωνε ακόμα περισσότερο τους ενδοοικογενειακούς δεσμούς. Η οικονομική αυτή συνεργασία και ουσιαστικά ο αγώνας επιβίωσης, ένωνε την οικογένεια, θέτοντας κοινούς στόχους και σκοπούς.
Ο πατέρας, οδηγός στο τιμόνι της οικογένειας, καθόριζε τις βασικές λειτουργίες της, επιβάλλοντας στα μέλη την τάξη και τη συνεργασία. Τα παιδιά μεγαλώνοντας έφτιαχναν
την δική τους οικογένεια, πάντα με την καθοδήγηση του πατέρα και όχι ανεξάρτητα από την οικογένεια των γονέων. Συνήθιζαν να ζουν όλοι μαζί, στο ίδιο ή διπλανά σπίτια, έχοντας κοινή περιουσία και κοινή, γεωργική κυρίως, εργασία. Η κοινή ζωή και η διατήρηση της εκτεταμένης οικογένειας, ήταν αποτέλεσμα της οικονομικής τους συνεργασίας, η οποία βασιζόταν στον καταμερισμό των έργων μεταξύ των φύλλων και στην καθοδήγηση και τον έλεγχο του πατέρα, του γηραιότερου αρσενικού μέλους.
Με την πάροδο των χρόνων, η πατριαρχική μορφή οικογένειας διατηρήθηκε μεν, αλλά στην πιο σύγχρονη μορφή της, ενδυναμωμένη από την αρχή της ισότητας των δύο φύλλων και την ανεξαρτητοποίηση των τέκνων από τους γονείς. Ο σύζυγος συνέχιζε να επιβάλλεται στα υπόλοιπα μέλη της οικογένειας και κυρίως στη γυναίκα του. Είχε την πρωτοβουλία και την επιλογή για κάθε κίνηση της οικογένειας, αλλά και οποιουδήποτε μέλους της. Είχε κάποιου είδους συλλογική οικογενειακή ευθύνη, τόσο με το να λογοδοτεί για τυχόν σφάλματα των μελών της, όσο και με το να διεκδικεί τα δικαιώματα τους έναντι τρίτων.
Η διαφοροποίηση και ο εκσυγχρονισμός αυτής της, κατά βάση πατριαρχικής οικογένειας, έγκειται στο γεγονός ότι, δεν μπορούσε να διατηρηθεί ασυγκίνητη και ανέπαφη από τις κοινωνικές εξελίξεις.
Η γυναίκα απέκτησε σταδιακά κοινωνικά και πολιτικά δικαιώματα και τουλάχιστον τυπικά, ανέβηκε στα μάτια του άντρα με τη μόρφωσή της, καθώς και με την προσφορά της στην οικογένεια και στα κοινά.
 Ο άνδρας ήθελε πλέον τη γυναίκα του έξυπνη, κοσμική και εμφανίσιμη με μόνη προϋπόθεση, την προηγούμενη έγκριση του για κάθε της κίνηση. Ήταν σπάνιες και ασήμαντες οι περιπτώσεις κατά τις οποίες οι γυναίκες ενεργούσαν ανεξάρτητα και χωρίς την έγκριση του συζύγου. Μάλιστα η στάση τους εκείνη θεωρείτο ασεβής.
Παρά τις νομικές και κοινωνικές, όμως, εξελίξεις, ο σύζυγος είχε ανάγκη από τη παρουσία της γυναίκας του στο πλευρό του, μαζί του στον αγώνα της καθημερινής βιοπάλης και σύμμαχο στις δυσκολίες της ζωής.
 Καταλληλότερη θεωρείτο μια γυναίκα που ήταν έντιμη, υπάκουη, εργατική και νοικοκυρά. Όταν αποφάσιζε ένας άντρας να παντρευτεί, το πρώτο που έπρεπε να εξετάσει ήταν, εάν η υποψήφια νύφη πληρούσε τα παραπάνω προσόντα, ενώ σε δεύτερη μοίρα ερχόταν η εμφάνιση και η κοινωνική της θέση.
 Σημαντικό ρόλο στην επιλογή της νύφης έπαιζε η οικογένεια και το σόι της, δηλαδή το ιστορικό της οικογένειας, ο χαρακτήρας των μελών της και η εικόνα τους προς τα έξω. Λειτουργούσαν με οδηγό την λαϊκή ρήση που έλεγε «το μήλο κάτω απ'τη μηλιά θα πέσει» λαμβάνοντας συγχρόνως υπόψη τους και πως «από το ρόδο βγαίνει αγκάθι και από το αγκάθι βγαίνει ρόδο».

Η αυστηρότητα δε σταματούσε στην επιλογή της μέλλουσας νύφης, αλλά συνεχιζόταν και στον υπόλοιπο έγγαμο βίο, ο οποίος έπρεπε να είναι παραδειγματικός. Αποτέλεσμα αυτής της αυστηρότητας και της οικονομικής εξάρτησης της γυναίκας από τον άντρα ήταν οι σπάνιες περιπτώσεις διαζυγίων και εν διαστάσει συζύγων.
Η συνηθισμένη ηλικία γάμου ήταν από 15 μέχρι 25 χρόνων τόσο για τα αγόρια, όσο και για τα κορίτσια, χωρίς το κορίτσι να παίρνει προίκα, εκτός από τα ρούχα της και κάποια πράγματα για το σπίτι.
Μόνο μετά το γάμο του, το παιδί αποκτά κάποια ελευθερία και ανεξαρτησία, χωρίς αυτό να είναι απαραίτητο. Πολλές φορές συνέχιζε να βρίσκεται υπό την καθοδήγηση του πατέρα, ακόμη και κατά τη διάρκεια του έγγαμου βίου του, εφόσον έπαιρνε την απόφαση να παραμείνει στο σπίτι της οικογένειας, συμμετέχοντας στην οικονομική της λειτουργία και έχοντας κοινή περιουσία με αυτή.
Η συμβίωση αυτή δεν ήταν και τόσο εύκολη. Αποτελούσε όμως, απόδειξη του πόσο ενωμένη ήταν η οικογένεια και πόσο ισχυρός ο 'αρχηγός' της. Εάν μπορούσαν να συνυπάρξουν αρμονικά πεθερός, πεθερά και νύφη τότε ο κόσμος έλεγε ότι πράγματι, το σπίτι αυτό είναι θεμελιωμένο σε γερές βάσεις και τίποτα δεν μπορεί να το γκρεμίσει.
 Αν πάλι δεν τα κατάφερναν τότε μέλημα του πατέρα ήταν να σώσει την κατάσταση, βοηθώντας τα παιδιά του να δημιουργήσουν ανεξάρτητη οικογένεια διατηρώντας έτσι την ειρήνη στις σχέσεις των μελών της.
Αλλά και η γιαγιά της οικογένειας «η καλομάνα» όπως την έλεγαν, είχε μεγάλη επιρροή ιδίως στις νύφες και στους νέους της οικογένειας. Αυτή πολλές φορές, καθοδηγούσε τους νέους στην εκλογή συζύγου και πολλές φορές όμως οι νέοι και οι νέες χωρίς να ρωτήσουν κανένα «κλεβόντουσαν» για να παντρευτούν.
Ένα άλλο στοιχείο το οποίο ήταν εξίσου σημαντικό για την κοινωνική ζωή του χωριού, ήταν ο σεβασμός που ενέπνεαν οι γονείς και οι μεγαλύτεροι συγγενείς στα τέκνα τους και γενικότερα στους νεότερους σε ηλικία ανθρώπους.
 Τα παιδιά μάθαιναν από μικρά να σέβονται τον πατέρα και τη μητέρα τους, ακολουθώντας τις εντολές του Κυρίου, ενώ θεωρείτο μεγάλη ασέβεια η ανάρμοστη συμπεριφορά του νέου απέναντι σε κάποιο μεγαλύτερο. Χαρακτηριστικό είναι το γεγονός ότι οι νεότεροι αποκαλούσαν τους μεγαλύτερους με τις λέξεις «θείο-θεία», χωρίς να υπάρχει κάποια συγγενική σχέση μεταξύ τους, αλλά μόνον ως ένδειξη σεβασμού.
Θεωρούνταν αναίδεια ακόμα και το να καπνίσει κάποιος μπροστά σε γηραιότερο μέλος της οικογένειας, γι' αυτό και πολλά άτομα ηλικίας 30 με 40 ετών δεν κάπνιζαν μπροστά σε γονείς, θείους, θείες κ.λπ. Ήθελε θάρρος για να ξυριστεί ένα παιδί μπροστά στον πατέρα του ή τους υπόλοιπους συγγενείς.
 Πέρα όμως, από αυτές τις ιδιαιτερότητες των παλαιότερων οικογενειών, αυτό που έχει παραμείνει ανέπαφο μέχρι τις μέρες μας είναι οι δυνατοί οικογενειακοί δεσμοί που είχαν κι έχουν οι άνθρωποι αυτοί.
Σπουδαίο, αν όχι καθοριστικό, ρόλο στην ηθική και κοινωνική υπόσταση των προσφύγων έπαιξε και η θρησκεία. Η θρησκεία, ως ενοποιημένο σύστημα πεποιθήσεων και συνηθειών σε μία ενιαία κοινότητα, κατάφερε να διασφαλίσει και να διατηρήσει την κοινωνική συνοχή.
Οι ηθικές αξίες, που πήγαζαν από τη θρησκεία λειτούργησαν ουσιαστικά, ως ανασταλτικοί παράγοντες σε παράνομες και αντικοινωνικές τάσεις, δημιουργώντας ένα είδος έλεγχου και οριοθέτησης της ατομικής ελευθερίας και συμπεριφοράς των ανθρώπων.
Η περίοπτη θέση της θρησκείας στη ζωή των κατοίκων του χωριού, καθώς και η βαθειά τους πίστη, φαίνεται και από το ρόλο της, στα τρία πιο σημαντικά γεγονότα της ζωής τους.
Στη γέννηση, στη δημιουργία οικογένειας και στο θάνατο. Η βάπτιση, ο γάμος και η κηδεία είχαν και έχουν πέρα από κοινωνική και ψυχολογική αξία και θρησκευτική, αφού η εκκλησία ήταν και είναι παρούσα, επισφραγίζοντας τις στιγμές αυτές. Ακόμα και τα έθιμα που ακολουθούσαν, τα οποία πολλά διατηρούνται μέχρι και σήμερα, έχουν ως βάση τους τη θρησκεία.






Στάθης Κουτμερίδης


Απο το βιβλιο του "ΑΡΩΜΑ ΤΡΑΝΤΑΦΥΛΛΙΑΣ"



Share

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

 
Copyright © 2015 Santeos
| Design By Herdiansyah Hamzah