Αντίσταση του Ελληνισμού του Πόντου και τα ακριτικά έπη - δημιουργία παραδόσεων και διατήρηση άσβεστης της φλόγας του ελληνισμού.

Σάββατο 17 Μαρτίου 2012


Ένα  σημαντικό θέμα, δηλαδή ο θεσμός του Ακρίτα πολεμιστή και η προέλευση των ακριτικών ασμάτων, πρέπει να αναζητηθεί στους τόπους των αγώνων των Ακριτών, όπου αναμφίβολα διαπλάστηκαν οι πρώτες τοπικές παραδόσεις.
Ακριτικά τραγούδια αφθονούν στον Πόντο και διατηρούν αναλλοίωτο,  μπορούμε να ισχυριστούμε τον αρχικό τους τύπο, ενώ βλέπουμε να αλλοιώνεται ή και να παραφθείρεται με τις διάφορες παραλλαγές στις άλλες ελληνικές περιοχές.
Ακριτικά άσματα, και μάλιστα σε μεγάλο αριθμό, συναντούμε και στην Καππαδοκία και αυτό επειδή η Καππαδοκία είναι ο τόπος όπου διαδραματίζονται οι σκηνές και τα γεγονότα που αναφέρονται στα τραγούδια αυτά.
Όμως είναι γνωστό, πως εδώ στον Πόντο ο αγώνας του ελληνισμού προς τον μουσουλμανισμό     ήταν σκληρός, επίμονος και μακροχρόνιος. Πιθανότατα πρώτη κοιτίδα των ασμάτων αυτών να ήταν η Καππαδοκία, που γεωγραφικά υπάγεται στην ευρύτερη περιοχή του Πόντου. 
Τα "ακριτικά έπη" βρίσκονται στα σπλάχνα του ελληνισμού  του Πόντου. Βέβαια υπάρχουν και αλλού έπη ακριτικά, όπως στη Μικρά Ασία,   την Κύπρο και αλλού. Εδώ πρέπει να τονισθεί ότι το αρχαιότερο και το πιο γνήσιο χειρόγραφο που ανάγεται στα χρόνια πριν από την άλωση της Τραπεζούντας σώζονταν μέχρι το 1880 στο μοναστήρι της "Παναγίας Σουμελά". Τότε αφαιρέθηκε από τον ιστορικό Σαββίδη και δόθηκε στη βιβλιοθήκη του φροντιστηρίου της Τραπεζούντας.     
Σήμερα οι Έλληνες του Πόντου στις συναντήσεις τους, 85 περίπου χρόνια μετά τον ξεριζωμό, αναφέρονται στο γεγονός ότι ο βίαιος εκπατρισμός των προγόνων μας από τις προαιώνιες εστίες τους, έγινε χωρίς την βούληση των εκπατρισθέντων.
 Στέρησε μια για πάντα το έθνος μας από το φυσικό δικαίωμα κάθε εθνότητας να αμύνεται (με την ευρύτερη έννοια της άμυνας, καθώς και του διεθνούς  δικαίου) για την εθνική του κληρονομιά. Θεμελιωμένο επιχείρημα αποτελεί η κατηγορία κατά της πολιτικής ηγεσίας του νεοελληνισμού, για έλλειψη βαθειάς γνώσης των ιστορικών, βιολογικών και εθνολογικών δεδομένων του λαού μας.
Και βέβαια, με τον ξεριζωμό του 1922 - 23 ο ελληνισμός εξασθένησε σε άκρατο βαθμό και περιορίσθηκε μόνο σε μια σύγχρονη, αλλά συνάμα γρανιτένια ενότητα χώρου και λαού στη σύγχρονη Ελλάδα, που ταυτίζεται με την έννοια του σύγχρονου κράτους, δηλαδή των καθιερωμένων με διεθνείς συνθήκες συνόρων του, καθώς και με τον εναέριο και θαλάσσιο χώρο.
Κι εδώ πρέπει να πούμε ακόμα μια φορά ότι: Ούτε οι αρχαίοι Αθηναίοι αλλά  ούτε και οι Σπαρτιάτες, πολύ δε περισσότερο το μεγάλο τέκνο της μακεδονικής γης ο Αλέξανδρος, διανοήθηκαν ποτέ να μεταφέρουν τους ελληνικούς πληθυσμούς από τον Πόντο και την Ιωνία στη σημερινή Ελλάδα.
Το γνωστό ομηρικό "εις οιωνός άριστος αμύνεσθαι περί Πάτρης" προϋποθέτει αυτή την υπέρβαση η οποία στην αρχαία Αθήνα διαρκώς κέρδιζε περιεχόμενο, όσο ο πολίτης ανελάμβανε την ευθύνη των κοινών. Ο πατριωτισμός ήταν υπέρτατη αξία, γιατί αποτελούσε τελικά την προϋπόθεση για την ύπαρξη όλων των άλλων αξιών, μια και ο πολίτης ήταν υποχρεωμένος να τα προασπίζεται.

Ασφαλώς δεν είναι τυχαίο ότι η Αθήνα για την οποία περηφανευόταν ο Περικλής στον Επιτάφιο του, ότι είναι "αυτάρκης" και το "Σχολείο" της Ελλάδος, ανέλαβε το πιο μεγάλο βάρος του πολέμου και την ευθύνη κατά τα Μηδικά.
Εδώ, η έννοια της άμυνας του έθνους βρήκε την πιο ουσιαστική της έκφραση, γιατί στον πόλεμο αυτό διακυβεύονταν όχι μόνο η τύχη της Πόλης, αλλά και όλης της Ελλάδος.
 Η συγκυρία αυτή, βάθυνε τη συνείδηση της κοινότητας όλων των Ελλήνων που συμπίπτει και με τη γέννηση της ιστορικής συνειδήσεως μέσα στο έργο του Ηροδότου, έτσι που η αρχή της ιστορίας να συμπίπτει με τη γέννηση του ελληνικού έθνους, μάλιστα του "Ελληνικού" όπως μας λέει ο Ηρόδοτος.
Η έκβαση του πελοποννησιακού πολέμου άφηνε τις πόλεις της Μικράς Ασίας απροστάτευτες, παρ' όλες τις προσπάθειες του Αγησίλαου, ο οποίος επεδίωκε την κατάργηση των συνθηκών, που ουσιαστικά παρέδιδαν τις πόλεις της Μικρός Ασίας στους Πέρσες.
Το πόσο η θέση των Ελλήνων της Μικράς Ασίας ήταν γενικά κρίσιμη φαίνεται από όσα ειπώθηκαν κατά τη σύσκεψη της Σάμου μετά τις νίκες των Ελλήνων όταν ακόμα οι Αθηναίοι και οι Πελοποννήσιοι ήταν σύμμαχοι, αν δηλαδή έπρεπε να εκκενώσουν την Ιωνία και να εγκαταστήσουν τους Ίωνες στα άλλα μέρη της Ελλάδος, που βρίσκονταν κάτω από την εξουσία τους.
 "Γιατί" συνεχίζει ο Ηρόδοτος, "τους φαινόταν αδύνατον να κάθονται μπρος στους Ίωνες και να τους φρουρούν αιωνίως και εξ άλλου αν αυτοί δεν επαγρυπνούσαν δεν υπήρχε καμιά ελπίδα να ησυχάσουν οι Ίωνες εύκολα από τους Πέρσες".
 Όπως είναι γνωστό οι Πελοποννήσιοι στρατηγοί ήταν της γνώμης ότι έπρεπε να διώξουν από τους εμπορικούς λιμένες όσους είχαν μηδίσει και να δώσουν τον τόπο τους στους Ίωνες, πρόταση που οι Αθηναίοι δε δέχθηκαν γιατί δε θεωρούσαν σωστό να ξεσηκώσουν από τον τόπο τους Ίωνες.
Όπως είναι γνωστό στην Ιωνία δημιουργήθηκε το βάθρο του ελληνικού πολιτισμού, που διαδόθηκε κατοπινά σε ολόκληρο τον ευρωπαϊκό χώρο και δημιούργησε το σύγχρονο δυτικό πολιτισμό.
Οι Ίωνες δημιούργησαν τον μακραίωνα πολιτισμό τους και ποτέ δεν υποτάθηκαν ψυχικά στον ασιατικό σατραπισμό. Μάλιστα, το έτος 499 π.Χ. δηλαδή πριν από 2.500 περίπου χρόνια, ξέσπασε απ' άκρου σε άκρο στη Μικρά Ασία η μεγάλη ελληνική επανάσταση των Ιώνων, που έφραξε το δρόμο στο σκοταδισμό και τη βαρβαρότητα των Ασιατών.
Κατ' αναμφισβήτητο τεκμήριο, η επανάσταση εκείνη εμπόδισε την κατάκτηση της Ελλάδος από τους βαρβάρους και τη διάβασή τους στην ευρωπαϊκή ήπειρο. Οι διαπιστώσεις αυτές δείχνουν ότι όσοι ήσαν για μια ένωση των Ελλήνων - των Πανελλήνων πια - για να μπορέσουν να αντιμετωπίσουν του Πέρσες, ούτε ουτοπιστές ήταν - όπως φάνηκε αυτό από τα κατορθώματα των Μακεδόνων - αλλά ούτε και διέπονταν απ’ ένα σαφή επεκτατισμό νεωτέρου τύπου, γιατί ήδη κατά την εποχή αυτή είχαν πια τεθεί στο κοινωνικό και πνευματικό πεδίο οι βάσεις για μια ανοικτή πολυμερική κοινωνία, μια και το κριτήριο για να μετέχει κανείς σ' αυτή ήταν πια φυλετικό, αλλά και η συμμετοχή στην παιδεία κατά το γνωστό ισοκράτειο ρητό "Έλληνες είναι οι της ελληνικής παιδείας γευθέντες".
Το ότι οι Σπαρτιάτες και ένα μέρος των Αθηναίων και των άλλων Ελλήνων δε μπορούσαν να δεχθούν την κηδεμονία των Μακεδόνων είναι ευνόητο, όπως επίσης είναι κατανοητό ότι ήταν ευκολότερο για το μακεδονικό κράτος να επιτύχει την ένωση των Ελλήνων, μια και η πιο πατριαρχική του οργάνωση και η μεγαλύτερη εξειδίκευση στην πολεμική τέχνη ευνοούσε τη συγκέντρωση της εξουσίας.
Αντίθετα, ότι οι Μακεδόνες είχαν σαφέστερη αντίληψη για την οργάνωση της άμυνας του ελληνισμού, φαίνεται από τα μέτρα που πήρε ο Φίλιππος Β' για να ενισχύσει το ελληνικό στοιχείο στα βόρεια σύνορα του κράτους του, ιδρύοντας πόλεις και αποικίζοντας αυτές με ελληνικούς πληθυσμούς από τη Μακεδονία, τη Χαλκιδική και την υπόλοιπη Ελλάδα, όπως τη Φιλιππούπολη και την Καβύλη.
Ο ελληνισμός του Πόντου ποτέ δεν παραδέχθηκε την κυριαρχία των Οθωμανών ως οριστική. Ένα μικρό δείγμα της λαϊκής παράδοσης για την διατήρηση άσβεστης της φλόγας του ελληνισμού διδάσκονταν από γενεά σε γενεά. Έτσι διδαχτήκαμε εμείς οι σύγχρονοι τη λαϊκή παράδοση, που τη δίδαξαν οι μανάδες μας στα παιδιά μας, που στις ώρες της σχόλης τους συναγωνίζονταν στην απαγγελία του πιο κάτω άσβεστου κειμένου της λαϊκής παράδοσης[1].
Έτσι, η έννοια της άμυνας του έθνους (όπως παρουσιάζεται ακόμη από τον Ηρόδοτο) που κράτησε τη φυλή μας στις προαιώνιες εστίες της, εξασθένησε σε άκρατο βαθμό.
 Όμως από την άλλη πλευρά δημιούργησε μια σύγχρονη αλλά συνάμα γρανίτινη δικαϊκή, δηλαδή συνταγματική ενότητα χώρου και λαού, που ταυτίζεται με την έννοια του σύγχρονου κράτους, στα καθιερωμένα με διεθνείς συνθήκες σύνορά του, που αφορούν φυσικά τον χερσαίο, εναέριο και θαλάσσιο χώρο.
Αυτονόητο είναι το γεγονός ότι οι νεώτεροι Έλληνες από τη γη του Πόντου, στις σύγχρονες συνάξεις τους, ανατρέχουν όλοι μαζί στο μακρινό αλλά και το κοντινό παρελθόν, για να επαινέσουν τους ωραίους αγώνες των προγόνων τους για τα ιδανικά και τα πεπρωμένα της φυλής μας, να στενάξουν και να δακρύσουν όλοι μαζί, για τα δεινοπαθήματά τους και να χαλυβδώσουν την πίστη τους στα ιδανικά του ελληνισμού και της πατρίδας μας. 
Ακόμα οι σύγχρονες συνάξεις γίνονται για να αποτίσουν οι σύγχρονοι φόρο αιώνιας τιμής και ευγνωμοσύνης στους ιεράρχες μας, τους ιερομόναχους, τους ιεροκήρυκες, τους πρεσβύτερους, διάκους και μοναχούς, που διατήρησαν στις πανάρχαιες εστίες μας, στις χιλιετηρίδες που πέρασαν άσβεστη την εκκλησιαστική μας παρακαταθήκη. Τους σοφούς λόγιους και ηγέτες μας, που διατήρησαν τα πολιτιστικά αγαθά μας σε μια περίοδο βάθους τριών χιλιάδων χρόνων.
Τις μητέρες και τις θυγατέρες της φυλής μας, που υπέστησαν μαρτυρία από τα πλήγματα της κτηνωδίας και της θηριωδίας των Οθωμανών Τούρκων και πέρασαν στην αιωνιότητα με πάλλευκες ψυχές και τραγούδησαν στα χρόνια της αιχμαλωσίας στα παιδιά τους:
"υιέμ αν ζεις και μεγαλύνς
σην Ρωμανίαν φύγον,
 εκεί εχσ' κύρην Ελλενον και αδελφόν Ξανθίνον".
Αχιλλεας   Στεφανου Ανθεμιδης
Καθηγητης Νομικης Σχολης Gottingen
 
http://santeos-best.com



[1] "Τίμα τίμα τον αητόν,
 τον αητόν τον σταυρωτόν.
 Κρούω παίρω το κοντάριν
και χτυπώ το καλαμάριν.
 Καλαμάρι 'μ τι θέλεις.
 Θέλω κόκκινον οβόν.
Να εβγώνω απάν' σην ελαίαν
 και τερώ τον Βασιλέαν.
 Πως πάει πως έρτε,
 πώς καταπατεί τ' αχάντε
 και μαρέ νταν τα χορτάρε.
 Και στην πύλη καστανός".
 Τους στίχους αυτούς μας τους δίδαξε η Μητέρα μας (η Κυρά Ελέγκω) στα πέντε παιδιά της.
Δεν ήξερε γράμματα, όμως ήξερε άριστα τις έννοιες του πατριωτισμού. Τόσο η ίδια όσο και τα τρία πρώτα αγόρια της πήραν ενεργό μέρος στην Εθνική Αντίσταση 1941-45 και τιμήθηκαν με τα αναμνηστικά μετάλλια της πολιτείας.
Share

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

 
Copyright © 2015 Santeos
| Design By Herdiansyah Hamzah