Ήταν τάχα τέτοια ή πολιτική του Βενιζέλου; Ενήργησε αστόχαστα στέλνοντας τον ελληνικό στρατό στη Σμύρνη;
Και σήμερα ακόμα, ύστερα από μισό σχεδόν αιώνα, υπάρχουν πάντα δύο γνώμες.
Ας τις δούμε, κάνοντας μια σύγκριση ανάμεσα στις δύο προσωπικότητες που βρέθηκαν αντιμέτωπες — Βενιζέλο και Κεμάλ — και προπάντων στις συνθήκες κάτω απ' τις οποίες ξεκινούσαν η κάθε μια για το δικό της έργο.
Με ποια κεφάλαια — ηθικά και υλικά — ξεκινούσε ο Κεμάλ; Σχεδόν με τίποτα. Γιατί πρώτα - πρώτα απ' την ηθική πλευρά δεν είχε καμιά βάση ο αγώνας της αντίστασης των Τούρκων.
Οι ομάδες των τσετέδων που προσπαθούσαν να φέρουν εμπόδια στον ελληνικό στρατό, ή συνέχιζαν την εγκληματική τους δράση σε βάρος των ραγιάδων, ενεργούσαν μόνο εν ονόματι ενός τυφλού φυλετικού φανατισμού, δίχως κανένα ηθικό υπόβαθρο.
Η περίπτωση της Τουρκίας δεν ήταν της χώρας που υποχρεωνόταν να πληρώσει πολύ ακριβά την ήττα της, ώστε ν' αντλεί από το άδικο που της γινόταν το ιερό δικαίωμα της άμυνας.
Πλήρωνε τ' ανομήματα και τα εγκλήματα αιώνων, πλήρωνε προ πάντων τις απανθρωπιές και τις ομαδικές σφαγές του τελευταίου πολέμου, που της αφαιρούσαν κάθε δικαίωμα διαμαρτυρίας και αντίδρασης.
Οι φωνές, ο φανατισμός και το μίσος εκείνων που ήθελαν ν' αντισταθούν, ήσαν φωνές ενόχων που δίκαια καταδικάζονται και άδικα φωνάζουν.
Ο τούρκικος λαός — τουλάχιστο ένα μεγάλο μέρος του — είχε βαριά και βάρβαρα εγκληματήσει. Όλα τα πρόσωπα που στις διάφορες περιοχές του δοβλετιού συνδαύλιζαν τον τουρκικό φανατισμό και έδειχναν διάθεση γι' αντίσταση, ήσαν απαίσιοι εγκληματίες, που πρωτοστάτησαν σ' ομαδικές σφαγές των χριστιανών, Ελλήνων και Αρμενίων.
Η Τουρκία αποδείχτηκε ανίκανη να κυβερνά ξένες φυλές πού ζούσαν στον γεωγραφικό της χώρο. Μη καταφέρνοντας ο λαός της να τα βγάζει πέρα με τους ανταγωνιστές του στο δρόμο της προόδου, έβρισκε μόνη λύση την εξόντωση τους. Ο λαός αυτός και προ πάντων οι Νεότουρκοι ηγέτες του, που δεν σεβάστηκαν την ανθρώπινη ζωή και φέρθηκαν σαν κοινοί ληστές κι' αδίστακτοι εγκληματίες, δεν μπορούσαν να διεκδικούν κανενός τον σεβασμό, πολύ λιγότερο την συμπάθεια.
Την περίπτωση της Τουρκίας την είδαμε αργότερα στην περίπτωση της Γερμανίας του Χίτλερ και των ναζί, που οι νικήτριες Δυνάμεις δεν θεώρησαν απλώς σαν νικημένους, αλλά τους χαρακτήρισαν «εγκληματίες πολέμου» και τους φέρθηκαν ανάλογα, στήνοντας για τιμωρία τους τις κρεμάλες.
Δεν έκαναν τίποτα διαφορετικό απ' τούς ναζί οι Νεότουρκοι που κυβερνούσαν την Τουρκία. Ήσαν οι «πρώτοι διδάξαντες» την γενοκτονία, κι' από εκείνους πήρε τα μαθήματά του ό Χίτλερ.
Όταν κατάσφαζε τα εκατομμύρια των Εβραίων καθόλου δεν ανησυχούσε γιατί υπήρχε το προηγούμενο των δασκάλων του, κι' εκείνων το παράδειγμα έφερνε σ' όσους ανησυχούσαν για τους φούρνους και τα στρατόπεδα συγκέντρωσης: «Σήμερα, έλεγε, κανένας δεν θυμάται κι' ούτε μιλά για τις σφαγές των Αρμενίων από τους Τούρκους. Όλα αυτά γρήγορα θα ξεχαστούν, όπως ξεχάστηκαν κι' εκείνες».
Αλλά δεν έλειπε μονάχα η ηθική βάση απ' το ξεκίνημα του Κεμάλ — βάση πρωταρχικά απαραίτητη για κάθε αγώνα — έλειπαν τα πάντα.
Σε στρατιωτική δύναμη δεν μπορούσε να υπολογίζει, γιατί ο νικημένος τούρκικος στρατός είχε διαλυθεί κι' έμειναν μόνο μερικές αποσκελετωμένες μεραρχίες.
Ο τουρκικός λαός στο μεγαλύτερο μέρος του βρισκόταν τραγικά απογοητευμένος, κουρασμένος, κι' έσκυβε το κεφάλι του κάτω απ' το κισμέτ, όπως κι' ο ίδιος ο σουλτάνος.
Και στην περίπτωση ακόμα που θα καλούσε σ’ επιστράτευση ο Κεμάλ ήταν αμφίβολο αν θ' άκουγαν τη φωνή του, αλλά κι' αν έδειχναν πρόθυμοι πολλοί, δεν υπήρχε τρόπος να τους οπλίσει. Τα όπλα του στρατού, κατασχεμένα απ' τούς νικητές, ήσαν συγκεντρωμένα σε αποθήκες μ' Εγγλέζους και Γάλλους φρουρούς. Μόνο οι σκόρπιες ομάδες από τσέτες ήσαν οπλισμένες και δρούσαν στα βουνά.
Μήπως, όμως μπορούσε να υπολογίζει στην υποστήριξη κανενός συμμάχου ο Κεμάλ; Οι σύμμαχοι του πολέμου ήσαν τσακισμένοι και κοιτούσαν ο καθένας τι θα μπορούσε να περισώσει απ' τον όλεθρο της ήττας. Όσο για τους νικητές, εκείνοι άλλο δεν είχαν στο μυαλό τους παρά πως θάπαιρνε καθένας τους απ' το κομμάτιασμα της Τουρκίας το πιο καλό κομμάτι.
Τόσο απογοητευτικές ήσαν όλες οι συνθήκες για τον Κεμάλ. Κι' όμως ξεκίνησε. Ποιες
ήσαν οι συνθήκες για τον Βενιζέλο;
Μουσταφά Κεμάλ |
Αν δούμε τον ελληνικό αγώνα απ' την ηθική του την πλευρά, σίγουρα δεν υπήρχε πιο δίκαιος και πιο τίμιος αγώνας.
Ούτε ιμπεριαλιστική πολιτική έκανε ο Βενιζέλος, ούτε αποικιακή, όπως του λέγαν οι αντίπαλοι του. Πολύ λιγότερο πήγαινε να κάνει «τον χωροφύλακα της Αγγλίας για τα πετρέλαια της Μοσούλης» — «λακές του καπιταλισμού»!— όπως λέει ο αριστερός ιστορικός Γιάννης Κορδάτος, σοφός στ' αλήθεια μελετητής, αλλά με το αθεράπευτο κουσούρι να εξηγεί τα πάντα με τον τυφλοσούρτη του μαρξισμού.
Η αποικιοκρατική πολιτική έχει σκοπό της να υποδουλώνει τους λαούς και να στραγγίζει τον ιδρώτα και τον μόχθο τους. Ο Βενιζέλος πήγαινε να λευτερώσει σκλάβους, να σώσει απ' τα μαρτύρια και τον οριστικό αφανισμό τον ελληνισμό τής Μικράς Ασίας και του Πόντου — ήταν ο σταυροφόρος της λευτεριάς — μόνο απελευθερωτικός ήταν ο αγώνας του και τίποτα άλλο.
Από την υλική πλευρά του, τα πάντα είχε στη διάθεσή του. Διέθετε έναν στρατό εμπειροπόλεμο, ισχυρό, με ηθικό ακμαίο, θριαμβευτή στα πεδία των μαχών.
Ύστερα, είχε στο πλευρό του σύμμαχες τις νικήτριες Δυνάμεις, που αναγνώριζαν τα δίκια της Ελλάδας, κι' έστω λοξοκοιτώντας ή μια την άλλη, έστω υπολογίζοντας ή κάθε μια τα δικά της τα συμφέροντα, έστω ακόμα κι' έχοντας οτιδήποτε άλλο στο μυαλό τους, έδιναν τη συγκατάθεσή τους για την εξόρμηση προς τούς δρόμους των προαιώνιων ονείρων της φυλής.
Με όλα αυτά τα «ατού» στα χέρια του να μη ξεκινούσε ο Βενιζέλος; Ενώ τολμούσε να ξεκινά ο Κεμάλ με δίχως τίποτα; Έπρεπε να έχει εμπιστοσύνη στο άστρο του ο Κεμάλ και να μην έχει ο Βενιζέλος;
Έπρεπε να πιστεύει στον ταπεινωμένο κι' απογοητευμένο, τον νικημένο κι' εξουθενωμένο λαό του ο Κεμάλ και να μη πιστεύει στον δικό του νικητή λαό ο Βενιζέλος; Το άδικο, βλέπει κανείς, βρίσκεται στην αντίπαλη πολιτική παράταξη του Βενιζέλου.
Ανάμεσα, όμως στον Βενιζέλο και στον Κεμάλ υπήρχε μια βασική διαφορά: Ο πρώτος ήταν πολύ κοινοβουλευτικός, ο δεύτερος δικτάτορας.
«Δεν είμαι από ύφασμα δικτάτορος», βεβαίωνε ο Βενιζέλος κι' έλεγε την αλήθεια. Αν ήταν δικτάτορας, όπως φώναζαν οι αντίπαλοι του, αν είχε έστω και λίγη απ' την άγρια αυταρχική φύση του Κεμάλ, δεν θάμενε κανένας απ' τους αντιβενιζελικούς ηγέτες.
Ανατριχιάζει ο κάθε ελεύθερος άνθρωπος που ξεφυλλίζει την ιστορία του Κεμάλ και βλέπει πως φερόταν στον καθένα που θα τολμούσε ν' αντισταθεί στα σχέδια του. Όταν ξεκίνησε για την αντίσταση του έλεγε:
— Το μόνο όπλο που έχω είναι μια κρεμάλα!
Και την χρησιμοποίησε όχι μονάχα για τον λαό που του έφερνε αντίδραση — πλήθη από Τούρκους κρέμασε — αλλά και για τους πιο στενούς και αφοσιωμένους συνεργάτες του.
Φίλοι στενοί και πρώτοι βοηθοί και συνεργάτες του τις μέρες της Αμάσειας, ήσαν ο αγαπημένος του Αρίφ, ο Ρεφέτ, ο περίφημος Κιαζίμ Καρά Μπεκίρ, ο Ραούφ, ο Αλή Φουάτ και άλλοι.
Έγινε μάλιστα μια τραγική σκηνή ανάμεσα στον Κεμάλ και στον Κιαζίμ Καρά Μπεκίρ, στην πρώτη εθνοσυνέλευση της Σεβάστειας.
Ο τελευταίος αυτός, που έμενε πάντα πιστός στον όρκο του και αφοσιωμένος στο καθεστώς, πήρε μια τηλεγραφική διαταγή απ' τον σουλτάνο να πιάσει αμέσως τον Κεμάλ και να τον φέρει στην Πόλη.
Τα έχασε. Τι έπρεπε να κάνει; Το δίλημμα ήταν τρομερό: Να πιάσει τον αρχηγό του; Να παρακούσει τον σουλτάνο; Μάταια προσπαθούσε να τον πείσει ο Κεμάλ, λέγοντάς του ότι ο σουλτάνος ήταν αιχμάλωτος των Εγγλέζων και δεν είχε καμιά υποχρέωση να εκτελεί τις διαταγές του.
İsmet İnönü -Ελευθέριος Βενιζέλος |
Ο Κιαζίμ Καρά Μπεκίρ σεβόταν τη στρατιωτική πειθαρχία και το γόητρο του σουλτάνου όσο τίποτε άλλο.
Τότε ο Κεμάλ άρχισε να κάνει εκκλήσεις στην παλιά κι' αδελφική φιλία τους. Του θύμισε τους κοινούς αγώνες τους και την κοινή προσπάθειά τους τον καιρό που προσπαθούσαν μαζί ν' αναδιοργανώσουν το μέτωπο του Καυκάσου.
Αυτές οι στρατιωτικές δυνάμεις, του έλεγε, που σήμερα διοικούσε και που μαζί κόπιασαν για να τις οργανώσουν, θα τις χρησιμοποιούσε λοιπόν τώρα εναντίον του, για να τον ρίξει στα σίδερα της φυλακής;
Έτσι, μιλώντας με λόγια της καρδιάς, κατάφερε στο τέλος να τον συγκινήσει. Ο Κιαζίμ Καρά Μπεκίρ έσκισε το τηλεγράφημα του σουλτάνου κι' ένωσε την τύχη του με τον Κεμάλ.
Εκείνος άνοιξε τότε τα μπράτσα κι' οι δύο φίλοι αγκαλιάστηκαν, αποφασίζοντας να προχωρήσουν από κει και πέρα στη ζωή και στο θάνατο μαζί.
Τον Αύγουστο του 1926 έντεκα κρεμάλες είχε στήσει ο Κεμάλ στην κεντρική πλατεία της Άγκυρας για όλους εκείνους, τους ίδιους παλιούς και πρώτους συνεργάτες του, που τον βοήθησαν να πετύχει, να νικήσει και να γίνει ο μόνος κύριος και δικτάτορας της Τουρκίας.
Στη μεγάλη εθνοσυνέλευση της Άγκυρας οι παραπάνω αποτελούσαν τότε την αντιπολίτευση, μη στέργοντας να υποταχθούν στον αυταρχικό χαρακτήρα του Κεμάλ.
Η κατηγορία στη δίκη που έγινε ήταν ότι οργάνωσαν απόπειρα κατά της ζωής του στη Σμύρνη. Οι ίδιοι, στις απολογίες τους, δήλωσαν με θάρρος ότι όλη εκείνη η ιστορία ήταν σκηνοθετημένη και η δίκη μια κωμωδία τραγική. Ανέβηκαν, ωστόσο, στις κρεμάλες.
Η κατηγορία στη δίκη που έγινε ήταν ότι οργάνωσαν απόπειρα κατά της ζωής του στη Σμύρνη. Οι ίδιοι, στις απολογίες τους, δήλωσαν με θάρρος ότι όλη εκείνη η ιστορία ήταν σκηνοθετημένη και η δίκη μια κωμωδία τραγική. Ανέβηκαν, ωστόσο, στις κρεμάλες.
Την ίδια εκείνη βραδιά ο Κεμάλ οργάνωσε στα σαλόνια του την πιο μεγαλοπρεπή και την πιο χαρούμενη επίσημη χορευτική δεξίωση και δεν την διέλυσε παρά τα χαράματα, όταν του ανήγγειλαν ότι «το κορμί και του τελευταίου καταδίκου έπαψε να σπαρταρά στην κρεμάλα».
Τότε, δίνοντας μια κλωτσιά στα πισινά του Αλή του φαλακρού (ήταν ο πρόεδρος του δικαστηρίου που είχε καταδικάσει τους «προδότες») αποσύρθηκε στα ιδιαίτερα διαμερίσματά του. (Benoit - Mechin, Mustafa Kemal).
Αυτός ήταν ο δικτάτορας.
Ο Βενιζέλος, αντίθετα με όσα του κατηγορούσαν, ήταν τόσο κοινοβουλευτικός, ώστε την πιο κρίσιμη στιγμή του μεγαλύτερου εθνικού αγώνα, έκανε εκλογές: Την 1η Νοεμβρίου 1920.Κι' όπως είναι γνωστό, σαρώθηκε από τους αντιπάλους του. Αν κάποιο λάθος, λοιπόν, έκανε ο Βενιζέλος ήταν αυτό — των εκλογών. Κι' όσοι τον κατηγόρησαν, γι αυτό ίσως δεν έχουν άδικο. Κανείς άνθρωπος με πνεύμα φιλελεύθερο δεν λέει ότι έπρεπε να μεταχειριστεί τα κτηνώδη και βάρβαρα μέσα πού μεταχειρίστηκε ο Κεμάλ.
Όμως τις κρίσιμες εκείνες ώρες ήταν μια εθνική ανάγκη ν' αναβληθεί για λίγο αργότερα η άσκηση των δημοκρατικών δικαιωμάτων του λαού — ενός λαού, μάλιστα, που είχε θολωμένο το μυαλό του απ' τα βίαια πάθη και τα μίση της τραγωδίας του Διχασμού, και επί πλέον τις πολύχρονες εκστρατείες.
Ο Βενιζέλος, αντίθετα με όσα του κατηγορούσαν, ήταν τόσο κοινοβουλευτικός, ώστε την πιο κρίσιμη στιγμή του μεγαλύτερου εθνικού αγώνα, έκανε εκλογές: Την 1η Νοεμβρίου 1920.Κι' όπως είναι γνωστό, σαρώθηκε από τους αντιπάλους του. Αν κάποιο λάθος, λοιπόν, έκανε ο Βενιζέλος ήταν αυτό — των εκλογών. Κι' όσοι τον κατηγόρησαν, γι αυτό ίσως δεν έχουν άδικο. Κανείς άνθρωπος με πνεύμα φιλελεύθερο δεν λέει ότι έπρεπε να μεταχειριστεί τα κτηνώδη και βάρβαρα μέσα πού μεταχειρίστηκε ο Κεμάλ.
Όμως τις κρίσιμες εκείνες ώρες ήταν μια εθνική ανάγκη ν' αναβληθεί για λίγο αργότερα η άσκηση των δημοκρατικών δικαιωμάτων του λαού — ενός λαού, μάλιστα, που είχε θολωμένο το μυαλό του απ' τα βίαια πάθη και τα μίση της τραγωδίας του Διχασμού, και επί πλέον τις πολύχρονες εκστρατείες.
Δημήτρης Ψαθάς
" Η ΓΗ ΤΟΥ ΠΟΝΤΟΥ"
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου