Κατοικεί στο Ελληνικό
Παρά τα 103 της χρόνια η κ. Βικτωρία Ευφραιμίδου διαθέτει ζωντάνια και διάθεση για χιούμορ. Επαινεί την προσπάθεια μας, αλλά ξεχωρίζει την ενασχόληση των Γάλλων με τον ποντιακό ελληνισμό, για την οποία φρόντισε να ενημερωθεί από την τηλεόραση.
Η οικογενειακή της περιπέτεια, με τη διαφυγή στο Βατούμ, στο Σοχούμ, στη Γιάλτα, πάλι στο Βατούμ και κατόπιν στην Ελλάδα, αποτελεί μια ψηφίδα στη μεγάλη περιπέτεια που έζησε συνολικά ο παρευξείνιος ελληνισμός.
15 Ιουλίου 2010
"Γεννήθηκα στα Σούρμενα του Πόντου, το 1907. Εμείς μέναμε οτην ελληνική γειτονιά που ήταν χωριστή. Είχαμε τα έθιμά μας, τους γάμους, τους χορούς. Οι Τούρκοι, μάλιστα ερχόντουσαν και χόρευαν μαζί μας. Ο πατέρας μου ήταν τσαγκάρης και πρωτοψάλτης στην εκκλησία, πολύ καλός και περιζήτητος. Στην οικογένειά μας ήμαστε εννέα αδέλφια".
Η κ. Ευφραιμίδου έζησε τη ρωσική κατάληψη στην ευρύτερη περιοχή της Τραπεζούντας, τον Απρίλιο του 1916. Θυμάται τους κατοίκους που άρχισαν να διαδίδουν την είδηση της άφιξης των πρώτων Ρώσων στρατιωτών και την αμηχανία που αρχικά επικράτησε...
Αναγκάζεστε, ωστόσο να φύγετε...
"Φύγαμε από τον Πόντο γιατί υποφέραμε. Δεν μας άφηναν σε ησυχία. Κάθε βδομάδα έρχονταν στο σπίτι και μας έπαιρναν ό,τι καλό είχαμε, λεηλατούσαν.
Μας φυγάδευσαν με ένα πλοίο, μοτόρ τα έλεγαν, κρυφά, γιατί οι Τούρκοι είχαν πει πως αν οι Ελληνες έφευγαν από τα Σούρμενα, θα τους έπνιγαν. Είχαμε την εξυπνάδα να δωροδοκήσουμε κάποιους Τούρκους και να τους πάρουμε μαζί μας.
Οταν οι αρχές πήγαν να κάνουν έλεγχο στο πλοίο, βγήκαν μπροστά οι Τούρκοι. Είπαν ότι δεν υπάρχουν Ελληνες επιβάτες κι έτσι γλιτώσαμε».
Μας αφηγείται το παρασκήνιο της εξόδου τους όταν το προηγούμενο βράδυ, όσοι επρόκειτο να διαφύγουν, είχαν κλειστεί από νωρίς στην εκκλησία τους.
Οι άνδρες, οπλισμένοι, φρουρούσαν όλο το βράδυ στο καμπαναριό και στο γυναικωνίτη. Πριν ακόμη ξημερώσει βγήκαν κρυφά και επιβιβάστηκαν στο πλοίο που είχαν κανονίσει να τους μεταφέρει.
Και τελικά καταφέρνετε να φύγετε...
Υστερα από μερικές μέρες φτάσαμε στο Βατούμ, στη Γεωργία. Εκεί είχαμε συγγενείς, πήγαμε στα σπίτια τους, καθίσαμε, μας περιποιήθηκαν. .. Από το Βατούμ φύγαμε για τα Τσάμτσιρα, το Σοχούμ και τελικά καταλήξαμε στη Γιάλτα. Εκεί νοικιάσαμε σπίτι και μείναμε περίπου έναν χρόνο. Υστερα επιστρέφουμε πάλι στο Βατούμ...
Μετά το Βατούμ έρχεστε στην Ελλάδα:
Η αλήθεια είναι ότι εμείς οι Πόντιοι είμαστε πολύ της θρησκείας και σκεφτόμαστε πάντοτε να φύγουμε, να πάμε στην πατρίδα, στην Ελλάδα, να βρούμε και τον παπά και την παπαδιά και όλους...
Ετοιμάσαμε τα χαρτιά μας για να δούμε αν μας δέχονταν και σε ποιο μέρος. Αυτό το χαρτί έπρεπε να το έχουμε στα χέρια μας για να ταξιδέψουμε. Ερχόμαστε, λοιπόν, στον Πειραιά με ένα ιταλικό πλοίο, 11 μέρες ταξίδι, κι από κει στα Σούρμενα. Πριν μείναμε για λίγο και στο Παγκράτι».
Ο κ. Νάκης Ευφραιμίδης, γιος της κ. Βικτωρίας, και πρώην δήμαρχος Ελληνικού, θυμάται και συμπληρώνει τα λεγόμενά της γύρω από τα πρώτα χρόνια στα Σούρμενα και τις ασχολίες των κατοίκων.
Κάποια χωράφια σπέρνονταν με σιτάρι το οποίο στη συνέχεια το αντάλλασσαν με γάλα που έπαιρναν από βοσκούς στους πρόποδες του Υμηττού. Ο πατέρας μου εργάστηκε στο εργοστάσιο του Λαναρά. Το κριτήριο για την πρόσληψή του, όπως και των υπολοίπων εργατών, ήταν η ταχεία ολοκλήρωση του μεσημεριανού γεύματος...
Πώς ήταν τα Σούρμενα;
Οταν ήρθαμε ήταν ένα βουνό, τίποτε άλλο, και μέναμε σε σκηνές. Ανοίξανε ένα πηγάδι για να μας τροφοδοτούν με νερό. Σπίτια αρχίσαμε αργότερα να φτιάχνουμε μόνοι μας με πλίθρες, που τις έκαναν με χώμα και σανό μέσα σε καλούπια κι ύστερα τις αφήνανε να στεγνώσουν στον ήλιο.
Ο πατέρας μου ήτανε ψάλτης στην εκκλησία εδώ. Η μητέρα μου πήγαινε και δούλευε στο δρόμο της Βουλιαγμένης, που άρχισαν να τον ανοίγουν, λίγο μετά που ήρθαμε. Κουβαλούσε υλικά με το καρότσι κι έτσι ζούσαμε, γιατί ο πατέρας μου ήταν και φιλάσθενος.
Δούλους μας είχανε... Τα αδέλφια μου πηγαινοέρχονταν στο Παγκράτι, στο σχολείο, με τα πόδια. Εμένα με βάλανε να μάθω ραπτική, στο Κολωνάκι. Υστερα έραβα σε πλουσιόσπιτα... πούλησα κι ένα οικόπεδο στη Βουλιαγμένης για να πάρω ραπτομηχανή. Να παντρευτώ άργησα, το 1948, κι έκανα έναν γιο. Εναν αλλά λέοντα, το γιαβρί μου.
Πηγη:Περιοδικό "ΙΣΤΟΡΙΑ"της εφημερίδας Έθνος.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου