Ψυχική δύναμη, υπεράνθρωπη καρτερία και θεία προσφορά έδειξαν οι γυναίκες της Σάντας στον καιρό της πείνας.
Το 1915 η Σάντα βρέθηκε σε πολύ δύσκολη θέση. Ήταν αμέσως μετά την κήρυξη του Α' παγκοσμίου πολέμου, όταν η Τουρκία άρχισε να καταδιώκει τον ελληνικό πληθυσμό στη Μικρά Ασία και στον Πόντο.
Οι Τούρκοι παρενοχλούσαν συχνά τους Σανταίους με βαριές φορολογίες και ληστείες στα παρχάρα, ώσπου κατέλαβαν τα δύο μεγαλύτερά τους παρχάρα που αποτελούσαν χώρο ζωτικό για τους Σανταίους. Επίσης τους ζητούσαν διαρκώς "ορτάρα" (μάλλινες κάλτσες) και χρήματα για αντισήκωμα των στρατευσίμων νέων και για διάφορους άλλους λόγους.
Τα πράγματα χειροτέρεψαν όταν η Τουρκία κήρυξε το 1915 τον πόλεμο κατά της Ρωσίας.
Λόγω του πολέμου επιστρατεύτηκαν όλα τα υποζύγια της περιοχής, πράγμα που στοίχισε πολύ στη Σάντα, γιατί μ' αυτά μετέφεραν τα τρόφιμα και τ' άλλα απαραίτητα για τη ζωή, τόσο από την Τραπεζούντα, όσο και από τα γύρω χωριά.
Έτσι η Σάντα βρέθηκε απομονωμένη και τ' αποθέματά της που είχε σε τρόφιμα, τελείωσαν. Τους έλειψε και αυτό το ψωμάκι.
Εν τω μεταξύ, σταμάτησαν να έρχονται και τα εμβάσματα των ξενιτεμένων, γιατί όπως ήταν φυσικό, είχε διακοπεί, λόγω του πολέμου, η επικοινωνία με τη Ρωσία.
Και τότε; Ο κλήρος πέφτει στο γενναίο, στις γυναίκες, αφού οι άνδρες τους ήσαν υποχρεωμένοι να κρύβονται στα βουνά για ν' αποφύγουν τη στράτευση.
Άνοιξαν τότε οι γυναίκες τα μπαούλα, πήραν ό,τι πολύτιμο είχαν, τα φορτώθηκαν και τα πούλησαν στα γύρω χωριά, για λίγο καλαμπόκι ή σιτάρι .
Πολύτιμες ακριβές φορεσιές, σαμοβάρια, ασημικά και χαλιά φερμένα από τους ξενιτεμένους, όλα πουλήθηκαν σε εξευτελιστικές τιμές, στα μακρινά χωριά της Βαϊβούρτης (Παϊπούρτ).
Περιοχή στη Σαντα |
Όταν τελείωσαν τα πολύτιμα αντικείμενα, άρχισαν να πουλούν την οικοσκευή τους: χάλκινα καζάνια, κατσαρόλες, τηγάνια, μαστραπάδες και άλλα.
Στο τέλος ξήλωσαν τ' αμπάρια τους και πούλησαν τα σανίδια στα κοντινά χωριά. Μέχρι και σκούπες από χόρτο, ακόμη και κοινή στάχτη πουλούσαν για μια φέτα ψωμί.
Όμως όσο τολμηρές, γερές και ανθεκτικές και αν ήσαν οι άμοιρες εκείνες γυναίκες, το φορτίο ήταν βαρύ. Πολλές δεν άντεξαν και πέθαναν από την ταλαιπωρία, την κούραση και την ασιτία.
Οι γυναίκες που είχαν βυζανιάρικα παιδιά, στέγνωσαν τα στήθη τους από την πείνα και την κούραση, τις κόπηκε το γάλα και χάσανε τα παιδιά τους.
Υπήρχαν οικογένειες που έζησαν μήνες ολόκληρους χωρίς ψωμί, μόνο με πατάτες και λάχανα. Τότε πέθαναν πολλοί ηλικιωμένοι και πολλά μικρά παιδιά. Δεν άντεξαν στην πείνα!
Μερικές νέες γυναίκες, για να εξοικονομήσουν κάποια τρόφιμα, ανάλαβαν να θερίσουν χωράφια στα χωριά της Βαϊβούρτης.
Δυστυχώς, οι κακόμοιρες, κόλλησαν τύφο και πέθαναν μακριά από τον τόπο τους και απ' τους δικούς τους και θάφτηκαν άκλαυτες και αδιάβαστες στην ξένη γη.
Η θυσία, η αυταπάρνηση, η ακατάβλητη ψυχική δύναμη των γυναικών, έσωσε τότε πολλές ανθρώπινες ζωές από βέβαιο θάνατο.
Είναι κι αυτό ένα από τα αθόρυβα ηρωικά κατορθώματα που δείχνει την τόλμη, το ψυχικό μεγαλείο και προ παντός το θείο συναίσθημα της προσφοράς των γυναικών της Σάντας.
Η οδυνηρή αυτή περιπέτεια έμεινε στη μνήμη των Σανταίων και όταν αναφέρονταν σ' εκείνη την εποχή έλεγαν:
“Σ ση πείνας τόν καιρόν”. Έμεινε χρονικό ορόσημο!
Φιλόλογος-Συγγραφέας
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου