Ο Θεόκλητος Καριπίδης γεννήθηκε το 1926 στο Πευκοδάσος Κιλκίς , αλλά παιδάκι ακόμη με την οικογένεια του εγκαταστάθηκε στην Πολίχνη Θεσσαλονίκης.
Η οικογένεια του Ιάκωβου και της Σοφίας Καριπίδη είχε άλλα τέσσερα παιδιά, εκτός από τον δευτερότοκο Θεόκλητο. Ήταν η Νίνα που πέθανε το 2004 και είναι ο Αλέξανδρος, η Αγνή και ο Τάκης. Η οικογένεια του στα μέσα της δεκαετίας του '50, μετακόμισε στην Αξιούπολη Κιλκίς , όπου ο πατέρα του Ιάκωβος Καριπίδης υπηρέτησε σαν δάσκαλος.
Οργανώθηκε στην ΕΠΟΝ το 1942, όταν ήταν μαθητής γυμνασίου, κατατάχτηκε στον ΕΛΑΣ το 1944 και πολέμησε μέσα από τις τάξεις του κατά των Γερμανών. Αποστρατεύτηκε από τον ΕΛΑΣ στα τέλη του ίδιου χρόνου με τον βαθμό του ανθυπολοχαγού.
Το Μάρτη του '47, ο Θεόκλητος Καριπίδης ακολούθησε την μοίρα των υπόλοιπων αγωνιστών της Εθνικής Αντίστασης και οδηγήθηκε στην εξορία του Άι Στράτη και μετά στη Μακρόνησο, σαν στρατιώτης.
Απολύθηκε το 1954, πέντε χρόνια μετά την λήξη του εμφύλιου πόλεμου, στην οποία οδήγησαν τους Έλληνες οι Άγγλοι οι Αμερικάνοι και οι Ρώσοι.
Για ένα διάστημα ασχολήθηκε με την ξυλουργική και το 1959 εκλέχτηκε για πρώτη φορά κοινοτικός σύμβουλος Πολίχνης. Σ' έναν λόγο του είπε τότε, ο Θεόκλητος Kαριπίδης:
"Αυτό το βήμα της αδελφοσύνης και της αγάπης ,
αυτό το βήμα της δράσης και του οραματισμού,
αυτό το βήμα της ελεύθερης σκέψης και της ελεύθερης λαλιάς,
το ακαταμάχητο αυτό όπλο της ειρήνης, το έστησες εσύ,
αδελφέ λαέ, με τους αγώνες και τις θυσίες σου".
Το 1966 ανέλαβε πρόεδρος της κοινότητας Πολίχνης. Στο διάστημα μέχρι το 1967, που επιβλήθηκε η δικτατορία στην Ελλάδα, ο Θεόκλητος Καριπίδης φρόντιζε για την λύση των προβλημάτων των κατοίκων της Πολίχνης περισσότερο και από ότι φρόντιζε για την οικογένεια του. Τον θυμούνται μερικοί φίλοι του να επισκευάζει ολομόναχος, σε λόφο πάνω στην Πολίχνη, τους σωλήνες της ύδρευσης, για να εξασφαλίσει νερό για τους διψασμένους κάτοικους, ή να μιλά διαρκώς για τα προβλήματα της πόλης και πως θα μπορούσε να τα επιλύσει.
Η δικτατορία βρήκε τον Καριπίδη στην Γερμανία. Στη συνεχεία ταξίδεψε σε ορισμένες χώρες του τότε "Ανατολικού Μπλοκ"- όπου εμπνεύστηκε ορισμένα από τα ωραιότερα ποιήματα του- και το 1974, όταν έπεσε η χούντα επέστρεψε στην Ελλάδα και στην Πολίχνη, όπου επανήλθε στη θέση του σαν δήμαρχος , στον δήμο πλέον Πολίχνης.
Αλλά, στο μεταξύ η κατάσταση της υγείας του χειροτέρευε, καθώς ήταν χτυπημένος από τον καρκίνο- πράγμα που γνώριζε. Έζησε μέχρι και τις 26 Γενάρη του '75.Τάφηκε στο νεκροταφείο της Πολίχνης.
Με την γυναίκα του Σόνια, απέκτησαν δυο παιδιά, τη Βαρβάρα και τον Μιχάλη. Η Βαρβάρα, ακολουθώντας τα χνάρια του πατέρα της, ασχολήθηκε επιτυχημένα για αρκετά χρόνια- το ίδιο και ο σύζυγος της, ο γιατρός Ιορδάνης Θεοδωρίδης- με τα κοινά της Πολίχνης σαν δημοτική σύμβουλος και αντιδήμαρχος Πολιτισμού.
ΤΟ ΠΟΙΗΤΙΚΟ ΕΡΓΟ
Φεύγοντας τόσο νωρίς ο Θεόκλητος Καριπίδης πρόφτασε να χαρίσει στην αιωνιότητα τις ακόλουθες ποιητικές συλλογές
1.Πίνακας το 1961
2.Νυν και αεί το 1963
3.Επιστροφή το1973.
Ο ποιητής και πεζογράφος Στέργιος Βαλιούλης, από τους καλύτερους φίλους του ποιητή, προκείμενου να τυπώσει με επιμέλεια τα " ΑΠΑΝΤΑ" του σ' ένα τόμο, ζήτησε το 1978 από την γυναίκα του Σόνια τις σημειώσεις του Θεόκλητου Καριπίδη. Να τι γράφει για αυτές:
"Στις σημειώσεις του Θεόκλητου Καριπιδη, που ανακάλυψαν οι δικοί του εδώ κι εκεί, βρέθηκαν πολλοί σκορπιοί στίχοι, μισοτελειωμένα ποιήματα, κριτικές σκέψεις, μια δυο προσπάθειες, για μονόπρακτο θέατρο.
Λογάριαζε, όπως μας έλεγε συχνά, να εγκαταλείψει το βιοποριστικό επάγγελμα του, οργανώνοντας πάνω σε άλλες βάσεις τη ζωή του, για να ασχοληθεί αποκλειστικά με την μελέτη και την τέχνη, για δυο ,τρία ή περισσότερα χρόνια. Κι όχι μόνο λογάριαζε αλλά κι είχε κάνει αποφασιστικά βήματα προς την κατεύθυνση αυτή.
Τότε, σίγουρα θα ξανάπιανε τα γραφτά κείμενα που είχε μισοτελειωμένα και θα τους έδινε την οριστική μορφή τους...
Η μελέτη κι η αξιολόγηση των κειμένων αυτών είναι δουλειά φιλόλογων και πρέπει κάποτε να γίνει πραγματικότητα . Μολαταύτα, απ' τις σημειώσεις αυτές, που έφτασαν στα χέρια μου σε φωτοαντίγραφα, και με δική μου αποκλειστικά ευθύνη αποφάσισα να περιλάβω στην παρούσα έκδοση κι ένα μέρος τους, πιστεύοντας πως δεν μειώνεται το προηγούμενο έργο του ποιητή. Αντίθετα μάλιστα, μου δίνεται η ευκαιρία να παρουσιάσω στον αναγνώστη και μια άλλη πλευρά του ποιητή, την πιο τρυφερή του, την πιο "ποιητική" του. Είμαι σίγουρος πως ο ίδιος θα γκρίνιαζε στην αρχή, αλλά σιγά-σιγά όμως θα με δικαιολογούσε και θα μούσφιγγε το χέρι".
Καίτη Μελή- Παπαπαναγιώτου
Δημοσιογράφος-Οικονομολόγος
"Τον στέρησε ο θάνατος από την ποίηση"
Μανόλη Αναγνωστάκη*
Η ζωή είναι άδικη. Όλες οι μεγάλες αλήθειες είναι κοινοτοπίες, αλλά είναι αλήθειες. Η ζωή στ' αλήθεια στάθηκε άδικη και παράλογα ανελέητη στον Καριπίδη, γιατί υπήρξε πολύ σύντομη και κόπηκε βίαια, την ώρα ακριβώς που ο Θεόκλητος έπαιρνε μια βαθιά ανάσα, την ώρα που ύστερα από σκληρές συνθήκες βιοπάλης, μπορούσε επιτέλους να δοθεί με κάποιον άνεση, χωρίς το άγχος της καθημερινότητας, στο διάβασμα, στον στοχασμό, προπάντων στην μεγάλη του αγάπη, την ποίηση.
Αν η έννοια του στρατευμένου ποιητή, χωρίς στράτευση, έχει ένα περιεχόμενο και μια ανταπόκριση στις μέρες μας, ένας τέτοιος ποιητής στάθηκε κατ' εξοχήν ο Καριπίδης. Δεν έγραψε τίποτε καθ' υπαγόρευση, από πρόθεση, από μια επιφανειακή, επικαιρική αφορμή. Αλλά η ζωή του η ίδια, τα βιώματα του, οι περιπέτειες του, το αμετακίνητο αλλά και προβληματισμένο ιδεολογικό οικοδόμημα, ύφαναν το πλαίσιο της ποίησης του, έξω από το οποίο και να θέλει ακόμη, δεν μπορεί να ξεφύγει ο συνειδητός και ειλικρινής δημιουργός, που εμπνέεται από τη ζωή και όχι από τα υποκατάστατα της ζωής.
Ότι πρόφτασε, τρεις μικρές συλλογές, μερικές δεκάδες ποιήματα. Ίσως τα πρώτα ,ακόμη στον προθάλαμο της ποίησης, πρόγευση των ολοκληρωμένων και προσωπικών πια ποιημάτων του της "Επιστροφής", αλλά όλα τόσο ανθρώπινα , τόσο ζεστά, μαρτυρία μιας αντρίκειας παρουσίας στη ζωή και την τέχνη.
Με συγκίνηση ξαναδιαβάζω αυτή τη μικρή στροφή, απάντηση σε κάποιους δικούς μου στίχους, γραμμένοι και κείνοι και αυτοί σε δύσκολους καιρούς:
"Φίλε ποιητή,
μιλήσαμε για μέρες ηρωικές
Διακηρύξαμε ιδανικά.
Δεν μας κατάλαβαν
Αυτό ήταν".
*Ο γιατρός Μανόλης Αναγνωστάκης υπήρξε ένας από τους κορυφαίους ποιητές. Πέθανε στην Αθήνα το 2005
" Κουβαλούσε μέσα του μια φλόγα"
Του Κλείτου Κύρου*
Γνώρισα τον Θεόκλητο Καριπίδη το 1965 στην Τράπεζα, όπου εργαζόμουν. Είχαν περάσει δυο χρόνια από τότε που είχε βγάλει το δεύτερο βιβλίο του, τον «Νυν και αεί ...» και του μιλούσα με ενθουσιασμό, λέγοντας πόσο με είχε γοητεύσει ο πηγαίος και καίριος στίχος του.
Στα δέκα χρόνια που κύλησαν μέχρι το θάνατό του, οι συναντήσεις μας γίνονταν πάντοτε στο γραφείο μου και συχνά ξεχνιόμασταν και οι δυο με τις ευχάριστες και ατέλειωτες συζητήσεις. Θέμα πρωταρχικό ήταν πάντοτε η ποίηση. Τις λίγες φορές που μου εξηγούσε τις επαγγελματικές του δυσκολίες, θυμάμαι που του έλεγα: «Θεόκλητε, είσαι γεννημένος ποιητής και γιαυτό δεν θα μπορέσεις να προσαρμοστείς ποτέ».
Ήταν αγνός κι απονήρευτος, κουβαλούσε μέσα του μια φλόγα που τον έκαιγε. Ο στίχος του είχε όλη την πίκρα και την αλήθεια των ανθρώπων που βασανίστηκαν και πίστεψαν σε κάτι καλλίτερο. Στη σκέψη μου έρχεται πάντα αδιάφθορος και ασκητικός, σαν ένας άγιος.
Κλείνοντας αυτό το μικρό σημείωμα θέλω να επαναλάβω τα δικά του λόγια:
Μου έμειναν τα νεύματα και οι χειρονομίες.
Ο ορίζοντας στιγμή - στιγμή μ’ εγκαταλείπει.
Εδώ ήταν ένας δρόμος Περιμένω, τι περιμένω;
Τ’ αχνάρια του χάνονται μέσα στα δάση.
Και τα πουλιά δεν κελαϊδούν.
Βράδιασε πια.
* Ο Κλείτος Κύρου (1921-2006) ήταν νομικός, λογοτέχνης, δοκιμιογράφος και μεταφραστής λογοτεχνικών έργων.
Η οικογένεια του Ιάκωβου και της Σοφίας Καριπίδη είχε άλλα τέσσερα παιδιά, εκτός από τον δευτερότοκο Θεόκλητο. Ήταν η Νίνα που πέθανε το 2004 και είναι ο Αλέξανδρος, η Αγνή και ο Τάκης. Η οικογένεια του στα μέσα της δεκαετίας του '50, μετακόμισε στην Αξιούπολη Κιλκίς , όπου ο πατέρα του Ιάκωβος Καριπίδης υπηρέτησε σαν δάσκαλος.
Οργανώθηκε στην ΕΠΟΝ το 1942, όταν ήταν μαθητής γυμνασίου, κατατάχτηκε στον ΕΛΑΣ το 1944 και πολέμησε μέσα από τις τάξεις του κατά των Γερμανών. Αποστρατεύτηκε από τον ΕΛΑΣ στα τέλη του ίδιου χρόνου με τον βαθμό του ανθυπολοχαγού.
Το Μάρτη του '47, ο Θεόκλητος Καριπίδης ακολούθησε την μοίρα των υπόλοιπων αγωνιστών της Εθνικής Αντίστασης και οδηγήθηκε στην εξορία του Άι Στράτη και μετά στη Μακρόνησο, σαν στρατιώτης.
Απολύθηκε το 1954, πέντε χρόνια μετά την λήξη του εμφύλιου πόλεμου, στην οποία οδήγησαν τους Έλληνες οι Άγγλοι οι Αμερικάνοι και οι Ρώσοι.
Για ένα διάστημα ασχολήθηκε με την ξυλουργική και το 1959 εκλέχτηκε για πρώτη φορά κοινοτικός σύμβουλος Πολίχνης. Σ' έναν λόγο του είπε τότε, ο Θεόκλητος Kαριπίδης:
"Αυτό το βήμα της αδελφοσύνης και της αγάπης ,
αυτό το βήμα της δράσης και του οραματισμού,
αυτό το βήμα της ελεύθερης σκέψης και της ελεύθερης λαλιάς,
το ακαταμάχητο αυτό όπλο της ειρήνης, το έστησες εσύ,
αδελφέ λαέ, με τους αγώνες και τις θυσίες σου".
Το 1966 ανέλαβε πρόεδρος της κοινότητας Πολίχνης. Στο διάστημα μέχρι το 1967, που επιβλήθηκε η δικτατορία στην Ελλάδα, ο Θεόκλητος Καριπίδης φρόντιζε για την λύση των προβλημάτων των κατοίκων της Πολίχνης περισσότερο και από ότι φρόντιζε για την οικογένεια του. Τον θυμούνται μερικοί φίλοι του να επισκευάζει ολομόναχος, σε λόφο πάνω στην Πολίχνη, τους σωλήνες της ύδρευσης, για να εξασφαλίσει νερό για τους διψασμένους κάτοικους, ή να μιλά διαρκώς για τα προβλήματα της πόλης και πως θα μπορούσε να τα επιλύσει.
Η δικτατορία βρήκε τον Καριπίδη στην Γερμανία. Στη συνεχεία ταξίδεψε σε ορισμένες χώρες του τότε "Ανατολικού Μπλοκ"- όπου εμπνεύστηκε ορισμένα από τα ωραιότερα ποιήματα του- και το 1974, όταν έπεσε η χούντα επέστρεψε στην Ελλάδα και στην Πολίχνη, όπου επανήλθε στη θέση του σαν δήμαρχος , στον δήμο πλέον Πολίχνης.
Αλλά, στο μεταξύ η κατάσταση της υγείας του χειροτέρευε, καθώς ήταν χτυπημένος από τον καρκίνο- πράγμα που γνώριζε. Έζησε μέχρι και τις 26 Γενάρη του '75.Τάφηκε στο νεκροταφείο της Πολίχνης.
Με την γυναίκα του Σόνια, απέκτησαν δυο παιδιά, τη Βαρβάρα και τον Μιχάλη. Η Βαρβάρα, ακολουθώντας τα χνάρια του πατέρα της, ασχολήθηκε επιτυχημένα για αρκετά χρόνια- το ίδιο και ο σύζυγος της, ο γιατρός Ιορδάνης Θεοδωρίδης- με τα κοινά της Πολίχνης σαν δημοτική σύμβουλος και αντιδήμαρχος Πολιτισμού.
ΤΟ ΠΟΙΗΤΙΚΟ ΕΡΓΟ
Φεύγοντας τόσο νωρίς ο Θεόκλητος Καριπίδης πρόφτασε να χαρίσει στην αιωνιότητα τις ακόλουθες ποιητικές συλλογές
1.Πίνακας το 1961
2.Νυν και αεί το 1963
3.Επιστροφή το1973.
Ο ποιητής και πεζογράφος Στέργιος Βαλιούλης, από τους καλύτερους φίλους του ποιητή, προκείμενου να τυπώσει με επιμέλεια τα " ΑΠΑΝΤΑ" του σ' ένα τόμο, ζήτησε το 1978 από την γυναίκα του Σόνια τις σημειώσεις του Θεόκλητου Καριπίδη. Να τι γράφει για αυτές:
"Στις σημειώσεις του Θεόκλητου Καριπιδη, που ανακάλυψαν οι δικοί του εδώ κι εκεί, βρέθηκαν πολλοί σκορπιοί στίχοι, μισοτελειωμένα ποιήματα, κριτικές σκέψεις, μια δυο προσπάθειες, για μονόπρακτο θέατρο.
Λογάριαζε, όπως μας έλεγε συχνά, να εγκαταλείψει το βιοποριστικό επάγγελμα του, οργανώνοντας πάνω σε άλλες βάσεις τη ζωή του, για να ασχοληθεί αποκλειστικά με την μελέτη και την τέχνη, για δυο ,τρία ή περισσότερα χρόνια. Κι όχι μόνο λογάριαζε αλλά κι είχε κάνει αποφασιστικά βήματα προς την κατεύθυνση αυτή.
Τότε, σίγουρα θα ξανάπιανε τα γραφτά κείμενα που είχε μισοτελειωμένα και θα τους έδινε την οριστική μορφή τους...
Η μελέτη κι η αξιολόγηση των κειμένων αυτών είναι δουλειά φιλόλογων και πρέπει κάποτε να γίνει πραγματικότητα . Μολαταύτα, απ' τις σημειώσεις αυτές, που έφτασαν στα χέρια μου σε φωτοαντίγραφα, και με δική μου αποκλειστικά ευθύνη αποφάσισα να περιλάβω στην παρούσα έκδοση κι ένα μέρος τους, πιστεύοντας πως δεν μειώνεται το προηγούμενο έργο του ποιητή. Αντίθετα μάλιστα, μου δίνεται η ευκαιρία να παρουσιάσω στον αναγνώστη και μια άλλη πλευρά του ποιητή, την πιο τρυφερή του, την πιο "ποιητική" του. Είμαι σίγουρος πως ο ίδιος θα γκρίνιαζε στην αρχή, αλλά σιγά-σιγά όμως θα με δικαιολογούσε και θα μούσφιγγε το χέρι".
Δημοσιογράφος-Οικονομολόγος
"Τον στέρησε ο θάνατος από την ποίηση"
Μανόλη Αναγνωστάκη*
Η ζωή είναι άδικη. Όλες οι μεγάλες αλήθειες είναι κοινοτοπίες, αλλά είναι αλήθειες. Η ζωή στ' αλήθεια στάθηκε άδικη και παράλογα ανελέητη στον Καριπίδη, γιατί υπήρξε πολύ σύντομη και κόπηκε βίαια, την ώρα ακριβώς που ο Θεόκλητος έπαιρνε μια βαθιά ανάσα, την ώρα που ύστερα από σκληρές συνθήκες βιοπάλης, μπορούσε επιτέλους να δοθεί με κάποιον άνεση, χωρίς το άγχος της καθημερινότητας, στο διάβασμα, στον στοχασμό, προπάντων στην μεγάλη του αγάπη, την ποίηση.
Αν η έννοια του στρατευμένου ποιητή, χωρίς στράτευση, έχει ένα περιεχόμενο και μια ανταπόκριση στις μέρες μας, ένας τέτοιος ποιητής στάθηκε κατ' εξοχήν ο Καριπίδης. Δεν έγραψε τίποτε καθ' υπαγόρευση, από πρόθεση, από μια επιφανειακή, επικαιρική αφορμή. Αλλά η ζωή του η ίδια, τα βιώματα του, οι περιπέτειες του, το αμετακίνητο αλλά και προβληματισμένο ιδεολογικό οικοδόμημα, ύφαναν το πλαίσιο της ποίησης του, έξω από το οποίο και να θέλει ακόμη, δεν μπορεί να ξεφύγει ο συνειδητός και ειλικρινής δημιουργός, που εμπνέεται από τη ζωή και όχι από τα υποκατάστατα της ζωής.
Ότι πρόφτασε, τρεις μικρές συλλογές, μερικές δεκάδες ποιήματα. Ίσως τα πρώτα ,ακόμη στον προθάλαμο της ποίησης, πρόγευση των ολοκληρωμένων και προσωπικών πια ποιημάτων του της "Επιστροφής", αλλά όλα τόσο ανθρώπινα , τόσο ζεστά, μαρτυρία μιας αντρίκειας παρουσίας στη ζωή και την τέχνη.
Με συγκίνηση ξαναδιαβάζω αυτή τη μικρή στροφή, απάντηση σε κάποιους δικούς μου στίχους, γραμμένοι και κείνοι και αυτοί σε δύσκολους καιρούς:
"Φίλε ποιητή,
μιλήσαμε για μέρες ηρωικές
Διακηρύξαμε ιδανικά.
Δεν μας κατάλαβαν
Αυτό ήταν".
*Ο γιατρός Μανόλης Αναγνωστάκης υπήρξε ένας από τους κορυφαίους ποιητές. Πέθανε στην Αθήνα το 2005
" Κουβαλούσε μέσα του μια φλόγα"
Του Κλείτου Κύρου*
Γνώρισα τον Θεόκλητο Καριπίδη το 1965 στην Τράπεζα, όπου εργαζόμουν. Είχαν περάσει δυο χρόνια από τότε που είχε βγάλει το δεύτερο βιβλίο του, τον «Νυν και αεί ...» και του μιλούσα με ενθουσιασμό, λέγοντας πόσο με είχε γοητεύσει ο πηγαίος και καίριος στίχος του.
Στα δέκα χρόνια που κύλησαν μέχρι το θάνατό του, οι συναντήσεις μας γίνονταν πάντοτε στο γραφείο μου και συχνά ξεχνιόμασταν και οι δυο με τις ευχάριστες και ατέλειωτες συζητήσεις. Θέμα πρωταρχικό ήταν πάντοτε η ποίηση. Τις λίγες φορές που μου εξηγούσε τις επαγγελματικές του δυσκολίες, θυμάμαι που του έλεγα: «Θεόκλητε, είσαι γεννημένος ποιητής και γιαυτό δεν θα μπορέσεις να προσαρμοστείς ποτέ».
Ήταν αγνός κι απονήρευτος, κουβαλούσε μέσα του μια φλόγα που τον έκαιγε. Ο στίχος του είχε όλη την πίκρα και την αλήθεια των ανθρώπων που βασανίστηκαν και πίστεψαν σε κάτι καλλίτερο. Στη σκέψη μου έρχεται πάντα αδιάφθορος και ασκητικός, σαν ένας άγιος.
Κλείνοντας αυτό το μικρό σημείωμα θέλω να επαναλάβω τα δικά του λόγια:
Μου έμειναν τα νεύματα και οι χειρονομίες.
Ο ορίζοντας στιγμή - στιγμή μ’ εγκαταλείπει.
Εδώ ήταν ένας δρόμος Περιμένω, τι περιμένω;
Τ’ αχνάρια του χάνονται μέσα στα δάση.
Και τα πουλιά δεν κελαϊδούν.
Βράδιασε πια.
* Ο Κλείτος Κύρου (1921-2006) ήταν νομικός, λογοτέχνης, δοκιμιογράφος και μεταφραστής λογοτεχνικών έργων.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου