" Ήτο η 25 Ιανουαρίου του 1918 και ώρα 10.30 π.μ.,λέει ο Ευφραιμίδης.Αλησμόνητη θα μου μείνει η ημέρα αυτή.Ο ουρανός ήταν κατακάθαρος, χιονισμένα τα πάντα, γαλήνη και ησυχία βασίλευε στο χωριό των Ισχανάντων, ξαφνικά ηκούσθησαν οι πρώτοι πυροβολισμοί προερχόμενοι από το βάθος ,όπου ο ποταμός.
Το χωριό ανεστατώθη και οι κάτοικοι ρωτούσαν τι συμβαίνει και συνεκεντρούντο στο καφενείο του χωριού. Οι πυροβολισμοί εξακολουθούσαν. Χωρίς να χάσω λεπτό και κατά καθήκον, εφ' όσον ήμουν οργανωμένος εις την άμυναν, μπήκα σ' ένα γειτονικό σπίτι, ξεκρέμασα το μάλινχερ,το πήρα κι έφυγα προς την διεύθυνση του χωριού Τερζάντων, όπου και η έδρα του γενικού οπλαρχηγού Γιάννη Σπαθαρου.
Εκεί συνήντησα επάνω στον δημόσιο δρόμο τον οπλαρχηγό Θεοδόσιο Χειμωνίδη με τον Γιάννη Τριανταφυλλίδη εκ των Πινατάντων και αλλά δυο παλικάρια εκ του Τερζάντων, που συζητούσαν πως πρέπει να αντιμετωπισθή η εκδηλωθείσα επίθεσις των Τούρκων.
Χωρίς πολλάς συζητήσεις μαζί με τον Σπάθαρο και τους άλλους εφύγαμε γραμμή για το Φτελέν και σε χρονικό διάστημα μιας ώρας -ρεκόρ ταχύτητος-ευρέθημεν αντιμέτωποι των Τούρκων. Από το Φτελέν ενισχύθημεν και με τρία άλλα παλληκάρια και εν όλω 8 πήραμε μέρος εις την μάχη. Οι Τούρκοι μόλις αντελήφθησαν την άφιξιν μας από τους πυροβολισμούς, ήρχισαν γρήγορα να οπισθοχωρούν συναποκομίζοντες και τα λεηλατηθέντα και κατευθύνονταν ταχέως προς την μεγάλη γέφυρα του ποταμού Γιάμπολη.
Εκεί εστράφησαν τα πυρά μας και εκεί υπήρξεν ο τάφος των εισβολέων. Εφονεύθησαν το όλον 14 Τούρκοι και αρκετοί ετραυματίσθησαν. Μετά την έκδιωξιν των Τούρκων εκ των Κοπαλάντων,διαταγή του οπλαρχηγού, εστράφησαν τα πυρά μας εναντίον των δυο χωρίων Αγρίδ και Ισχάν, και από τις σφαίρες μας μετεβλήθησαν σε κόσκινα τα ξύλινα σπίτια των Τούρκων και οι κάτοικοι διεσκορπίσθησαν".
το κείμενο δημοσιεύθηκε στην "Ποντιακή Εστία"
Το χωριό ανεστατώθη και οι κάτοικοι ρωτούσαν τι συμβαίνει και συνεκεντρούντο στο καφενείο του χωριού. Οι πυροβολισμοί εξακολουθούσαν. Χωρίς να χάσω λεπτό και κατά καθήκον, εφ' όσον ήμουν οργανωμένος εις την άμυναν, μπήκα σ' ένα γειτονικό σπίτι, ξεκρέμασα το μάλινχερ,το πήρα κι έφυγα προς την διεύθυνση του χωριού Τερζάντων, όπου και η έδρα του γενικού οπλαρχηγού Γιάννη Σπαθαρου.
Εκεί συνήντησα επάνω στον δημόσιο δρόμο τον οπλαρχηγό Θεοδόσιο Χειμωνίδη με τον Γιάννη Τριανταφυλλίδη εκ των Πινατάντων και αλλά δυο παλικάρια εκ του Τερζάντων, που συζητούσαν πως πρέπει να αντιμετωπισθή η εκδηλωθείσα επίθεσις των Τούρκων.
Χωρίς πολλάς συζητήσεις μαζί με τον Σπάθαρο και τους άλλους εφύγαμε γραμμή για το Φτελέν και σε χρονικό διάστημα μιας ώρας -ρεκόρ ταχύτητος-ευρέθημεν αντιμέτωποι των Τούρκων. Από το Φτελέν ενισχύθημεν και με τρία άλλα παλληκάρια και εν όλω 8 πήραμε μέρος εις την μάχη. Οι Τούρκοι μόλις αντελήφθησαν την άφιξιν μας από τους πυροβολισμούς, ήρχισαν γρήγορα να οπισθοχωρούν συναποκομίζοντες και τα λεηλατηθέντα και κατευθύνονταν ταχέως προς την μεγάλη γέφυρα του ποταμού Γιάμπολη.
Εκεί εστράφησαν τα πυρά μας και εκεί υπήρξεν ο τάφος των εισβολέων. Εφονεύθησαν το όλον 14 Τούρκοι και αρκετοί ετραυματίσθησαν. Μετά την έκδιωξιν των Τούρκων εκ των Κοπαλάντων,διαταγή του οπλαρχηγού, εστράφησαν τα πυρά μας εναντίον των δυο χωρίων Αγρίδ και Ισχάν, και από τις σφαίρες μας μετεβλήθησαν σε κόσκινα τα ξύλινα σπίτια των Τούρκων και οι κάτοικοι διεσκορπίσθησαν".
το κείμενο δημοσιεύθηκε στην "Ποντιακή Εστία"
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου